ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Νοέμβρη 2020 - Κυριακή 22 Νοέμβρη 2020
Σελ. /40
ΛΑΡΙΣΑ
Μέτρα τώρα στην Υγεία πριν να είναι πολύ αργά...

Ο «Ριζοσπάστης» συζητάει με δύο γιατρούς νοσοκομείων της Λάρισας για την ασφυκτική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί

INTIME NEWS

Την ώρα που στην Περιφέρεια της Θεσσαλίας και ιδιαίτερα στη Λάρισα παραμένει υψηλός ο αριθμός των κρουσμάτων, των διασωληνωμένων και των θανάτων από κορονοϊό, γιατροί που δίνουν με αυταπάρνηση τη μάχη για την υγεία και τη ζωή του λαού μεταφέρουν στον «Ριζοσπάστη» χαρακτηριστικές και αποκαλυπτικές πλευρές για την ασφυκτική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα δημόσια νοσοκομεία, με ευθύνη της κυβέρνησης. Ο «Ριζοσπάστης» συζήτησε με την Γεωργία Παπαδάμου, διευθύντρια του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, και τον Θανάση Αθανασιάδη, διευθυντή του Παθολογικού Τομέα Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας (ΓΝΛ), αντιπρόεδρο της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας Λάρισας.

* * *

Ξεκινώντας τη συζήτηση, η Γ. Παπαδάμου επισημαίνει ότι «η κατάσταση στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, που αποτελεί νοσοκομείο αναφοράς, με σημαντικό αριθμό ασθενών να προέρχονται και από άλλες περιοχές, είναι στο "κόκκινο". Εχουν ανοίξει συνολικά 140 κλίνες Covid, εκ των οποίων 16 θάλαμοι αρνητικής πίεσης, 14 κλίνες ΜΕΘ Covid-19 και 110 κλίνες Covid για νοσηλείες για ασθενείς με ήπια συμπτώματα.

Μέχρι πριν από λίγο υπήρχαν μόλις 3 κενές κλίνες σε απλούς θαλάμους, ενώ στις ΜΕΘ η πληρότητα ήταν 100%. Αυτή η κατάσταση έχει διαμορφωθεί εδώ και μέρες, αναγκάζοντάς μας πρακτικά να δυσκολευόμαστε στην εισαγωγή περιστατικών στο νοσοκομείο και στη ΜΕΘ, ενώ ανοίγει ο δρόμος για διασωληνωμένους σε κοινούς θαλάμους. Δυστυχώς, η πραγματικότητα λέει ότι ένα κρεβάτι σε ΜΕΘ γίνεται διαθέσιμο μόνο όταν κάποιος χάνει τη ζωή του».

Αντίστοιχη είναι η εικόνα που δίνει ο Θ. Αθανασιάδης για το Γενικό Νοσοκομείο: «Η κατάσταση πλέον είναι σε φάση επαπειλούμενης κατάρρευσης, που αποτρέπεται την ύστατη στιγμή, με αυτοσχεδιασμούς και περιορισμό ή και πλήρη αναστολή κάθε άλλης ιατρικής δραστηριότητας. Το νοσοκομείο έχει ήδη μετατραπεί σε νοσηλευτήριο μιας νόσου με παραμονή μόνον του Τμήματος Ογκολογίας. Είναι κατειλημμένες και οι 24 κλίνες ΜΕΘ με ασθενείς Covid-19 και κατά την εφημερία δεν υπάρχουν διαθέσιμες κλίνες ΜΕΘ, με όλους τους κινδύνους που προκύπτουν κατά την αντιμετώπιση των έκτακτων περιστατικών».

Προοδευτική υποβάθμιση της νοσηλείας

«Θέλουμε να σώσουμε τον κόσμο, αλλά η κυβέρνηση δεν μας βοηθά», τονίζει η Γ. Παπαδάμου και συμπληρώνει: «Με δεδομένα την υποστελέχωση και τον σταθερά υψηλό αριθμό των κρουσμάτων, γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό είμαστε στα όρια της εξάντλησης. Στις ΜΕΘ ελάχιστοι γιατροί έχουν την ευθύνη για δεκάδες ασθενείς. Ενδεικτικά υπάρχουν 3 ιατροί Εντατικής για τις κλίνες ΜΕΘ COVID-19 και 4 γιατροί παθολόγοι, πνευμονολόγοι για κάθε εφημερία για τις απλές κλίνες COVID-19 και τις νέες εισαγωγές.

Αν σκεφτεί κανείς ότι έχουν νοσήσει μέχρι στιγμής 12 γιατροί, εκ των οποίων 2 εντατικολόγοι ΜΕΘ COVID, 1 παθολόγος κλινικής Covid, 2 πνευμονολόγοι, για τους εναπομείναντες υγειονομικούς συνεπάγεται αύξηση εφημεριών έως και 10 - 11 μέσα σε ένα μήνα, δηλαδή τεράστια εντατικοποίηση της εργασίας, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία τους, με αρνητικά αποτελέσματα και για τους ασθενείς».

Από την πλευρά του, ο Θ. Αθανασιάδης επισημαίνει: «Ενενήντα περίπου πάσχοντες με COVID-19 αντιμετωπίζονται σε θαλάμους ήπιας νοσηλείας από 5 εξουθενωμένους παθολόγους, σε αρωγή των οποίων την τελευταία στιγμή επιτάχθηκαν για τις εφημερίες και ιατροί άλλων ειδικοτήτων του Τομέα Παθολογίας. Στις ΜΕΘ οι συνάδελφοι εργάζονται σε ακραίες συνθήκες εντατικότητας, σε εναλλασσόμενα διαδοχικά 24ωρα ή και 30ωρα.

Οι νοσούντες συνάδελφοι πλέον δεν είναι αριθμητικές παράμετροι, που κατά την πάγια τακτική των διοικήσεων δεν δημοσιοποιούνται, αλλά έχουν ονοματεπώνυμο. Είναι οι συνάδελφοι του διπλανού Τμήματος, είναι οι φίλοι, οι συνεργάτες. Δεκάδες ιατρών και νοσηλευτών του νοσοκομείου νοσούν, 2 μάλιστα νοσηλεύονται στη ΜΕΘ με αποτέλεσμα να έχουν κλείσει ολόκληρα Τμήματα, όπως το Γαστρεντερολογικό. Δυνατότητα αναπλήρωσης των άρρωστων υγειονομικών δεν υπάρχει, ελλείψει εφεδρειών. Η εκ των συνθηκών προοδευτική υποβάθμιση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της νοσηλείας είναι προφανής».

Με «μπαλώματα» δεν γίνεται δουλειά

«Βγαίνοντας από το πρώτο κύμα της πανδημίας, ο χρόνος που κερδήθηκε δεν αξιοποιήθηκε για να ενισχυθεί το δημόσιο σύστημα Υγείας. Τα νοσοκομεία παραμένουν γυμνά από υποδομές και προσωπικό, εξαιτίας της αντιλαϊκής πολιτικής που διαχρονικά εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις», σημειώνει η Γ. Παπαδάμου.

Επισημαίνει ακόμα ότι «στο Πανεπιστημιακό, που τα τελευταία χρόνια υπέστη μείωση του προϋπολογισμού του κατά 60%, όλο αυτό το διάστημα προσλήφθηκαν ελάχιστοι και μάλιστα οι περισσότεροι είναι επικουρικό προσωπικό, έγιναν δηλαδή "μπαλώματα" με μετακινήσεις από κλινική σε κλινική ή από μονάδα σε μονάδα.

Ενδεικτικά, ακόμα και σε σχέση με το μειωμένο και ανεπαρκές οργανόγραμμα του νοσοκομείου, παραμένουν εκατοντάδες κενά γιατρών, νοσηλευτών, τεχνικού, διοικητικού προσωπικού. Οσο για τα επικοινωνιακά τερτίπια, όπως π.χ. για τις 300 κατεπείγουσες προσλήψεις ιατρών σε ΜΕΘ, 8 μήνες μετά την εμφάνιση της πανδημίας στη χώρα, η αλήθεια είναι ότι η πλειοψηφία τους υπηρετεί ήδη στο ΕΣΥ, σε παρόμοια πόστα, απλά με άλλες συμβάσεις εργασίας».

Παρόμοια εικόνα μεταφέρει και ο Θ. Αθανασιάδης: «Το Γενικό Νοσοκομείο ήδη προ της πανδημίας ήταν αποδεκατισμένο από τον μνημονιακό οργανισμό του 2012, που εξαΰλωσε αυθαίρετα όλες τις κενές οργανικές θέσεις και μείωσε τον αριθμό των θέσεων του οργανογράμματος κατά 30%. Σήμερα οι υπηρετούντες ιατροί υπολείπονται κατά 25% από τις προβλέψεις του ελλειμματικού οργανισμού και μειώνονται περαιτέρω λόγω της μη αναπλήρωσης των κενούμενων λόγω συνταξιοδότησης θέσεων ιατρών και νοσηλευτριών.

Αρκετά Τμήματα και εργαστήρια έχουν λιγότερους ή και καθόλου ειδικευόμενους ιατρούς, εξαιτίας κυρίως της μετανάστευσης επιστημονικού δυναμικού στο εξωτερικό. Οι διορισμοί σε μόνιμες θέσεις εργασίας είναι ανύπαρκτοι και οι διορισμοί σε θέσεις επικουρικού προσωπικού ελάχιστοι.

Ενδεικτικά, ενώ είναι κατειλημμένες μόνο οι μισές προβλεπόμενες θέσεις ειδικών παθολόγων, διορίστηκε προσφάτως σε θέση επικουρικού προσωπικού μόνο ένας παθολόγος. Κλινικά Τμήματα αιχμής, όπως π.χ. το Παιδιατρικό, το Γυναικολογικό, το Παιδοχειρουργικό, λειτουργούν με 2 - 3 ιατρούς».

Νοσοκομεία της μιας νόσου

«Κινδυνεύουμε να μετατραπούμε σε νοσοκομείο "μιας νόσου". Η ανάπτυξη κλινών Covid-19 γίνεται σε βάρος κλινικών άλλων ειδικοτήτων με αντίστοιχη μείωση των ασθενών που νοσηλεύουν. Για παράδειγμα, ήδη αξιοποιούνται κλινικές όπως η Οφθαλμολογική, η Δερματολογική, η Ρευματολογική κ.λπ. Με βάση τα επίσημα στοιχεία στο Πανεπιστημιακό, όπου πραγματοποιούνται περί τις 11.000 χειρουργικές επεμβάσεις ετησίως, πλέον αυτές αναμένεται να μειωθούν περίπου 50%», υπογραμμίζει η Γ. Παπαδάμου.

Παράλληλα σημειώνει: «Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την παρακολούθηση των χρόνιων ασθενών διαφόρων νόσων. Αυτό σημαίνει αύξηση της νοσηρότητας, ενώ όσοι ασθενείς έχουν οικονομική δυνατότητα κατευθύνονται στον ιδιωτικό τομέα Υγείας».

Ακόμα ο Θ. Αθανασιάδης επισημαίνει: «Τα χειρουργεία με κυβερνητική απόφαση μειώθηκαν κατά 80% και μηδενίστηκαν κατά την τελευταία εβδομάδα, με παραμονή μίας μόνο λειτουργικής χειρουργικής αίθουσας. Η αντιμετώπιση της λοιπής νοσηρότητας στο Γενικό είναι ασαφής και μεταβαλλόμενη. Οι αποφάσεις αναιρούνται ή διαφοροποιούνται από τη μία στιγμή στην άλλη, υπό την πίεση του πανικού των εξελίξεων.

Ολα τα κλινικά Τμήματα έχουν αποδοθεί για νοσηλεία αρρώστων με Covid-19, με εξαίρεση το Τμήμα Κλινικής Ογκολογίας, που εξαιρέθηκε, λόγω της ιδιαιτερότητας του αντικειμένου και της ευαλωτότητας των αρρώστων. Το ΓΝΛ υφίσταται το τελειωτικό χτύπημα, χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα επανόδου.

Είναι προφανείς οι κίνδυνοι και οι επισφάλειες της μετατροπής ουσιαστικά ενός γενικού νοσοκομείου σε νοσηλευτήριο μιας νόσου, ενώ εφημερεύει σε γενική εφημερία με μία μόνο λειτουργική χειρουργική τράπεζα, χωρίς διαθέσιμες "καθαρές" απλές κλίνες και κλίνες ΜΕΘ και μεταφορά ασθενών αλλού για νοσηλεία. Η σιωπηλή επιδημία της λοιπής νοσηρότητας, που έχει εγκαταλειφθεί στην τύχη, στη φυσική επιλογή ή την οικονομική δυνατότητα ενός εκάστου, μάλλον δεν πρόκειται να καταγραφεί και να αναλυθεί».

Να επιταχθεί χωρίς άλλη καθυστέρηση ο ιδιωτικός τομέας!

Μιλώντας για την άρνηση της κυβέρνησης να επιτάξει τον ιδιωτικό τομέα, ο Θ. Αθανασιάδης τονίζει: «Η περιοχή έχει δύο "ιδιαιτερότητες": Διαθέτει 2.500 ιδιωτικές κλίνες έναντι μόλις 900 δημόσιων στα δύο νοσοκομεία και έχει επιλεγεί από το αρμόδιο υπουργείο ως πιλότος στο σχέδιο μετατροπής δημόσιων νοσηλευτικών δομών από ΝΠΔΔ σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, προκειμένου να διευκολύνει την προώθηση των ΣΔΙΤ.

Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά της υγειονομικής διάρθρωσης της πόλης επηρεάζουν και κατευθύνουν τις αποφάσεις, που λαμβάνονται χωρίς δισταγμό ακόμα και εν μέσω υγειονομικής κρίσης με δεκάδες νεκρούς καθημερινά. Διαφαίνεται ότι η θανατηφόρος πανδημία όχι μόνον δεν εξασθενεί αυτές τις κυβερνητικές επιλογές, αλλά αντιθέτως αξιοποιείται για την ενίσχυση της κερδοφορίας των κερδοσκόπων της ιδιωτικής Υγείας, μέσω συμφωνιών με το κράτος, και για την ευόδωση της σχεδιαζόμενης επέκτασης της ιδιωτικοποίησης της Υγείας, μετά το πέρας της κρίσης.

Παρά την επαπειλούμενη κατάρρευση του συστήματος υπό την πίεση της ανεξέλεγκτης πλέον επιδημικής έξαρσης, η λύση της πραγματικής επίταξης, με την έννοια του όρου και όχι με αγοραίες διαδικασίες, φαίνεται ότι δεν αποτελεί κυβερνητική επιλογή. Αντιθέτως η ενίσχυση της κερδοφορίας των ιδιωτικών νοσοκομείων της πόλης βαφτίζεται ψευδεπίγραφα "επίταξη"».

Κλείνοντας τη συζήτηση με τον «Ριζοσπάστη» και οι δύο γιατροί υπογραμμίζουν ότι η πολιτική που αντιμετωπίζει την υγεία του λαού με όρους «κόστους - οφέλους» είναι επικίνδυνη ακόμα και για τη ζωή του. Γι' αυτό από θέσεις ευθύνης, οι υγειονομικοί, μαζί με το λαό, καλούνται να δυναμώσουν τον αγώνα για την προστασία της υγείας και της ζωής τους, για δημόσιο σύστημα Υγείας - Πρόνοιας καθολικό, σύγχρονο και απολύτως δωρεάν, που οι υπηρεσίες του θα αποτελούν στην πράξη κατοχυρωμένο κοινωνικό αγαθό και όχι όπως σήμερα ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα.


Γ. Π.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ