Ολα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν τις θέσεις της Ομοσπονδίας Οικοδόμων για την ανάπτυξη του κλάδου. Οτι, δηλαδή, όσο αυτή εξαρτάται απ' τα κέρδη των μεγάλων εργολαβικών εταιρειών, τόσο η ανεργία θα διογκώνεται, τα έργα θα μειώνονται και τα εργατικά ατυχήματα θα αυξάνονται. Οτι όσο κυριαρχούν τα μονοπωλιακά συμφέροντα, τόσο περισσότερο οι πλατιές λαϊκές ανάγκες θα αγνοούνται. Διότι, την ώρα που η ανεργία στον κλάδο εκτινάσσεται - και είμαστε ακόμη στην αρχή - την ίδια στιγμή διογκώνονται οι ανάγκες για σπίτια φτηνά, σύγχρονα και ασφαλή, για νοσοκομεία, για σχολεία, για αντισεισμική και αντιπλημμυρική θωράκιση. Συνεπώς, η ανεργία στην οικοδομή δεν αφορά μόνο τους οικοδόμους και τους άλλους εργάτες στον κλάδο, αλλά το σύνολο του λαού. Η αύξηση της ανεργίας στους οικοδόμους συνδέεται άμεσα με το «τι και πόσα» σπίτια, νοσοκομεία, σχολεία, έχουμε όλοι. Δείχνει, με απόλυτη ακρίβεια, την αναντιστοιχία ανάμεσα στις ανάγκες των εργαζομένων και τα συμφέροντα λίγων μεγαλοεργολάβων. Και, τέλος, αποδεικνύει πως αυτή η «ανάπτυξη», που μετράει την ανθρώπινη ζωή, αξιοπρέπεια και εργασία με όρους κέρδους, είναι καταστροφική για τα λαϊκά στρώματα και απαιτείται μια άλλη ανάπτυξη, ένας άλλος δρόμος, που στο κέντρο του θα έχει τον ίδιο τον εργαζόμενο άνθρωπο και τις ανάγκες του.
Σε εξευτελιστικά επίπεδα έχει πέσει η τιμή παραγωγού σε πορτοκάλια και λάδι. Στα πορτοκάλια η τιμή έχει πέσει κάτω από 14 λεπτά το κιλό και μεγάλο μέρος της παραγωγής είναι στα αζήτητα, ενώ στο λάδι η τιμή έπεσε κάτω από τα 2 ευρώ το κιλό. Οι τιμές στους αγροτοκτηνοτρόφους συμπιέζονται για να κερδίζουν όλο και περισσότερα οι εμποροβιομήχανοι και τα μονοπώλια. Μπρος σ' αυτή την κατάσταση οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι αναγκάζονται να σταματήσουν να παράγουν. Πώς να αντέξει ένας πορτοκαλοπαραγωγός ή ένας ελαιοπαραγωγός των 20 στρεμμάτων με τέτοιες εξευτελιστικές τιμές και με το κόστος παραγωγής να έχει φτάσει στα ύψη; Με μαθηματική ακρίβεια οδηγείται στη φτώχεια, στη χρεοκοπία, στο ξεκλήρισμα και την ανεργία. Οσο δε λαμβάνονται μέτρα για τιμές επιβίωσης στους αγροτοκτηνοτρόφους, για μείωση του κόστους παραγωγής και για προστασία της εγχώριας παραγωγής από τις αθρόες εισαγωγές, η κατάσταση δε θα αλλάξει προς το καλύτερο. Κανένα αγροτικό καλάθι ανά Περιφέρεια δεν πρόκειται να δώσει ούτε την ελπίδα, ούτε τη λύση. Ούτε, επίσης, θα δώσουν τη λύση τα παρατηρητήρια τιμών ή τα δημοπρατήρια. Γιατί για παράδειγμα πόσο παραπάνω θα πάει η τιμή στο λάδι ή στα πορτοκάλια αν πουληθούν τώρα μέσω δημοπρατηρίων; Τη λύση δε θα δώσει επίσης το ΕΣΠΑ, όπως δεν την έδωσαν μέχρι τώρα όλα τα προηγούμενα ΚΠΣ, ούτε επίσης το αγροτικό ΤΕΜΠΜΕ, ούτε η πιστοποίηση των αγροτικών προϊόντων. Ολα αυτά αποτελούν φτηνή κοροϊδία, φτηνή προπαγάνδα της κυβέρνησης και των κομμάτων του ευρωμονόδρομου. Οσο ακολουθείται αυτή η αντιαγροτική - αντιλαϊκή πολιτική, η φτωχομεσαία αγροτιά δεν έχει να κερδίσει τίποτα. Θα υφίσταται διαρκώς άγρια εκμετάλλευση και θα οδηγείται από το κακό στο χειρότερο. Μόνο με το συντονισμένο αγώνα και την ανατροπή της ακολουθούμενης πολιτικής και την εφαρμογή μιας άλλης φιλοαγροτικής - φιλολαϊκής πολιτικής έχει να κερδίσει μόνο!
Παρά τις συνθήκες «γενοκτονίας» που επικρατούν για τους αυτοαπασχολούμενους και τους μικρούς ΕΒΕ, η πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΒΕΕ επιμένει σε μια τακτική συνομιλιών με την κυβέρνηση για διάφορα επιμέρους θέματα, που μπορεί να έχουν την αξία τους για τους ΕΒΕ, αλλά σε καμία περίπτωση δεν απαντούν στα ζητήματα «ζωής και θανάτου» που θέτουν η κυβερνητική πολιτική και το μνημόνιο.
Αυτόν το χαρακτήρα έχουν και οι προτάσεις της για το ΦΠΑ, προς το υπουργείο Οικονομικών, για συμψηφισμούς με οφειλές, εμπλοκή των τραπεζών κλπ., ενώ προτείνει μέχρι και κοινή επιτροπή που θα εξετάσει το ζήτημα των επαγγελματικών μισθωμάτων και το ενδεχόμενο παγώματος των εξώσεων.
Τίποτα καλύτερο δεν υπάρχει για την κυβέρνηση αυτή την περίοδο από «υπεύθυνους» συνομιλητές που καταθέτουν τις προτάσεις τους και περιμένουν να δουν τι θα γίνει και αν δεν υπάρξει πρόοδος, τότε επανακαταθέτουν τις προτάσεις τους.
Είναι μια χαρά για την κυβέρνηση να υλοποιεί ταχύτατα και χωρίς εμπόδια μια φιλομονοπωλιακή πολιτική που «σβήνει από το χάρτη» τους μικρέμπορους και τους βιοτέχνες, έτσι ώστε η καταστροφή τους να εξασφαλίζεται ακόμη κι αν αυτή δεν πάρει κανένα μέτρο που να στρέφεται ευθέως σε βάρος τους.
Γιατί τα παραπάνω μέτρα δεν είναι ούτε καν ασπιρίνες που θα ανακουφίσουν τους ΕΒΕ οι οποίοι βρίσκονται σε αδιέξοδο λόγω ανταγωνισμού με τα μονοπώλια που οδηγεί στο ξεκλήρισμά τους με δεδομένες επίσης τις συνθήκες οικονομικής κρίσης.
Η πολιτική υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου που υλοποιεί η κυβέρνηση και τα μέτρα σε βάρος των μικρών ΕΒΕ που παίρνει, τα παίρνει ανενόχλητη από την ΓΣΕΒΕΕ και την ΕΣΕΕ, οι οποίες μάλιστα με κάθε ευκαιρία στηρίζουν αυτή την πολιτική, τη σιγοντάρουν, τη «νομιμοποιούν», τη διαχειρίζονται κόντρα στα συμφέροντα των ΕΒΕ.