ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Σεπτέμβρη 2009 - 2η έκδοση
Σελ. /40
ΠΑΣΟΚ
Φορολογική πολιτική σε αντιλαϊκή τροχιά

Το μόνο που θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο είναι οι δεσμεύσεις του Γ. Παπανδρέου για ακόμα πιο ευνοϊκή αντιμετώπιση της φορολογίας του κεφαλαίου

Να ενισχύσουμε το ΚΚΕ, το Κόμμα που με συνέπεια και σταθερά στέκεται στην αντίπερα όχθη, της στήριξης των λαϊκών αγώνων ώστε να μπαίνουν εμπόδια και να γίνονται φραγμός στα αντιλαϊκά σχέδια των κομμάτων της πλουτοκρατίας
Να ενισχύσουμε το ΚΚΕ, το Κόμμα που με συνέπεια και σταθερά στέκεται στην αντίπερα όχθη, της στήριξης των λαϊκών αγώνων ώστε να μπαίνουν εμπόδια και να γίνονται φραγμός στα αντιλαϊκά σχέδια των κομμάτων της πλουτοκρατίας
Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να επιδιώκει να δημιουργήσει την εντύπωση πως ως κυβέρνηση θα υιοθετήσει μια διαφορετική φορολογική πολιτική, στα πλαίσια στης οποίας «ο καθένας θα πληρώνει σύμφωνα με τη φοροδοτική του ικανότητα», ωστόσο η απάτη σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων είναι εξόφθαλμη.

Στη Θεσσαλονίκη ο Γ. Παπανδρέου:

  • Δεσμεύτηκε ότι δε θα αυξήσει τους φόρους που πληρώνουν οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου: «Δε θα αυξήσουμε τη φορολογία των επιχειρήσεων».
  • Υποσχέθηκε ακόμα ευνοϊκότερη μεταχείριση και νέες φοροαπαλλαγές, με πρόσχημα τις επενδύσεις και την αύξηση της ρευστότητας των επιχειρήσεων με ίδια μέσα: «Τα κέρδη που παραμένουν στην επιχείρηση φορολογούνται με χαμηλό συντελεστή».
  • Υιοθέτησε το χρονοδιάγραμμα της ΝΔ για τη μείωση της φορολογίας των κερδών από το 25% που είναι σήμερα στο 20% μέχρι το 2014.
  • Δεσμεύτηκε για την κατάργηση του Ενιαίου Τέλους Φορολόγησης Ακινήτων και την επαναφορά του φόρου της Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, γεγονός που σημαίνει ότι επανέρχεται και το καθεστώς φοροαπαλλαγής από το σχετικό φόρο της ακίνητης περιουσίας (κτίρια, οικόπεδα, εκτάσεις) που ανήκουν στις επιχειρήσεις ή που είναι «γραμμένα» σε αυτές.
  • Ανακοίνωσε πως «επαναφέρουμε το φόρο κληρονομιάς και γονικών παροχών», προαναγγέλλοντας ακόμα μία σημαντική επιβάρυνση για τους εργαζόμενους, αφού πρόκειται για φόρους που πλήττουν σχεδόν αποκλειστικά τις λαϊκές οικογένειες, δεδομένου ότι οι «έχοντες και κατέχοντες» διαθέτουν άλλους τρόπους να μεταβιβάζουν στους γόνους τα περιουσιακά τους στοιχεία, αποφεύγοντας την πληρωμή φόρων.
Τσιμουδιά για τα αντιλαϊκά χαρακτηριστικά

Πέρα από τις υποσχέσεις που έδωσε προς τους εκπροσώπους του κεφαλαίου και την προαναγγελία των φόρων που πρόκειται να πληρώσουν οι εργαζόμενοι, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ δεν είπε κουβέντα για:

Τους υψηλότατους άμεσους φόρους που πληρώνουν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, οι οποίοι σε περίπτωση που έχουν μηνιαίο μισθό - σύνταξη πάνω από 850 ευρώ, το Δημόσιο τους χαρατσώνει με φόρο 30%.

Την πρόκληση σε βάρος των εκατομμυρίων βιοπαλαιστών από τη συνεχή μείωση της φορολογίας των κερδών του κεφαλαίου, που από 40% την προηγούμενη δεκαετία, το ΠΑΣΟΚ την «έριξε» στο 35%, η ΝΔ την «πήγε» στο 25% και τώρα συμφωνούν και οι δύο να διαμορφωθεί στο 20% ή και χαμηλότερα.

Τη σχέση ανάμεσα στους άμεσους και έμμεσους φόρους, που εδώ και χρόνια έχει παγιωθεί περίπου στο 4 προς 6. Κι αυτό όταν είναι γνωστό ότι α) το βάρος των άμεσων φόρων το σηκώνουν κατά κύριο λόγο οι μισθωτοί και συνταξιούχοι και β) οι έμμεσοι φόροι, και ανάμεσα σε αυτούς ο ΦΠΑ, στην ουσία είναι φόροι βαθιά αντιλαϊκοί, αφού πληρώνουν το ίδιο - και κατ' επέκταση εξισώνονται φοροδοτικά - οι μεγαλοεισοδηματίες - επιχειρηματίες με τους χαμηλόμισθους μισθωτούς και συνταξιούχους.

Τη σχέση ανάμεσα στη φορολογία των φυσικών προσώπων και των νομικών προσώπων (επιχειρήσεις), δηλαδή τη σχέση ανάμεσα στη φορολόγηση των μισθών και των κερδών, όταν είναι γνωστό ότι μέσα σε μια δεκαετία, με ευθύνη των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, οι φόροι που πληρώνουν τα φυσικά πρόσωπα (μισθωτοί, συνταξιούχοι κλπ.) εκτοξεύθηκαν από το 51,8% στο 69,4% του συνολικού φόρου εισοδήματος, ενώ στο ίδιο διάστημα οι φόροι που πλήρωσαν οι επιχειρήσεις, παρά τη συνεχή αύξηση της κερδοφορίας τους, από το 48% που ήταν το 2000 έπεσαν στο 30,6% το 2009.

Το όργιο της αδιάλειπτης αύξησης της νόμιμης φοροαποφυγής των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου που, στο όνομα της «επιχειρηματικότητας» και της «ανταγωνιστικότητας», διευρύνεται συνεχώς, με μια σειρά φοροαπαλλαγές και άλλου είδους ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα να χαρίζονται φόροι αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ. Το αποτέλεσμα είναι ένας εργαζόμενος να πληρώνει φόρους αρκετών χιλιάδων ευρώ όταν καταφέρει να αποκτήσει ένα ακίνητο, τη στιγμή που οι επιχειρήσεις μπορούν να αποκτούν ολόκληρα κτίρια και εκτάσεις χωρίς να πληρώνουν δεκάρα φόρο.

Την αντιμετώπιση του συστήματος των υπερτιμολογήσεων και υποτιμολογήσεων που κάνουν κυρίως οι μεγάλες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να εισπράττουν μεγαλύτερες επιδοτήσεις, να πληρώνουν λιγότερους φόρους, να προχωρούν σε εικονικές αποσβέσεις, να κάνουν αυθαίρετες ανατιμήσεις των εμπορευμάτων και υπηρεσιών που πωλούν κλπ.

Αντί για όλα αυτά, ο Γ. Παπανδρέου υποστήριξε ότι «χρειάζεται να ματώσουμε στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής». Το έργο δεν είναι καινούριο. Για την πάταξη της φοροδιαφυγής που θα οδηγούσε την ελληνική οικονομία στα ύψη, μίλαγε και ο Α. Παπανδρέου. Οχι τη δεκαετία του '90, ούτε τη δεκαετία του 1980, ούτε καν στον καιρό της μεταπολίτευσης. Από τις αρχές της δεκαετίας του '70, ονόμαζε τη φοροδιαφυγή «μάστιγα» και - σαν γνήσιος διαχειριστής - υποστήριζε ότι η αντιμετώπισή της είναι φάρμακο διά πάσαν νόσον.

Βέβαια, όπως η ΝΔ, έτσι και το ΠΑΣΟΚ, μιλώντας σήμερα για φοροδιαφυγή, στην ουσία «δείχνουν» τους αυτοαπασχολούμενους βιοτέχνες και επαγγελματίες και τους χιλιάδες μικρεμπόρους. Αυτούς που όταν οι κυβερνήσεις, της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, σχεδιάζουν αύξηση των φορολογικών εσόδων, βρίσκονται πάντα στο στόχαστρο, μαζί με τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Ο Γ. Παπανδρέου κάνει πως ξεχνά ότι αυτές οι κυβερνήσεις όταν έπαιρναν τις αποφάσεις για την «απελευθέρωση» των αγορών, που οδήγησαν στην επικράτηση των μονοπωλίων, γνωρίζοντας την πίεση που επρόκειτο να ασκηθεί στους μικρομεσαίους, στην πραγματικότητα έκαναν τα στραβά μάτια σε διάφορες φορολογικές παρατυπίες. Το αποτέλεσμα είναι ναι μεν αυτοαπασχολούμενοι- μικρομεσαίοι να έχουν διασωθεί, μέχρι στιγμής, από τον ασφυκτικό κλοιό του ανταγωνισμού, μόνο που τώρα αποδεικνύεται ότι εκτός από όμηροι των μονοπωλίων, βρίσκονται και υπό την ομηρία της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Αποπροσανατολισμός με γενικολογίες

Από εκεί και πέρα ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ μίλησε γενικά και αφηρημένα, για «μια ενιαία, προοδευτική και δίκαιη φορολογική κλίμακα». Η σχετική αναφορά εκτός από γενικόλογη είναι σε κάθε περίπτωση εντελώς παραπλανητική και μπορεί να αξιολογηθεί μόνο αν είναι γνωστές τέσσερις τουλάχιστον παράμετροι. Πρώτον, το αρχικό κλιμάκιο, το όριο δηλαδή των ατομικών εισοδημάτων που δε φορολογούνται (σήμερα είναι 12.000 ευρώ το άτομο). Δεύτερον, ο ανώτατος συντελεστής φορολόγησης (σήμερα είναι 40% για εισοδήματα πάνω από 75.000 ευρώ). Τρίτον, ο αριθμός και τα επίπεδα των ενδιάμεσων κλιμακίων φορολόγησης (σήμερα είναι μόλις δύο), αφού όσα περισσότερα είναι τα κλιμάκια, τόσο περισσότερο εξασφαλίζεται η προοδευτικότητα της φορολογίας. Τέταρτον, η φοροαπαλλαγή που θα ισχύει για κάθε παιδί (σήμερα είναι από 1.000 ευρώ για τα δύο πρώτα παιδιά κλπ.). Με δυο λόγια, η διατύπωση «προοδευτική και δίκαιη φορολογική κλίμακα», έτσι από μόνη της και χωρίς να είναι γνωστά τα κλιμάκια και οι φορολογικοί συντελεστές, αποτελεί φραστική αυθαιρεσία, που στοχεύει στον αποπροσανατολισμό. Γνωρίζοντας μάλιστα τις θέσεις και τις στρατηγικές που υπηρετεί το ΠΑΣΟΚ, θα πρέπει να θεωρείται απόλυτα βέβαιο ότι οι παραπάνω διατυπώσεις το πολύ πολύ να είναι το προπέτασμα πίσω από το οποίο θα επιχειρήσουν να κρύψουν μία ακόμα φοροεπίθεση ενάντια στα λαϊκά εισοδήματα.

Το παραμύθι της ενιαίας φορολόγησης

Τέλος, μεγάλο ντόρο κάνουν στο ΠΑΣΟΚ με τη σχεδιαζόμενη «φορολόγηση όλων των εισοδημάτων ανεξαρτήτως πηγής» σε μία φορολογική κλίμακα. Με αυτόν τον τρόπο, υποστηρίζουν, αποκαθίσταται μια ανισότητα που υπάρχει ανάμεσα σε εκείνους που φορολογούνται με τους υψηλούς συντελεστές της φορολογικής κλίμακας και εκείνους που εξαντλούν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις με την αυτοτελή φορολογία. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια σαφή κατεύθυνση της ΕΕ, στα πλαίσια των προσπαθειών που γίνονται για την ενιαιοποίηση των φορολογικών συστημάτων στις χώρες - μέλη της ζώνης του ευρώ, αναγκαία συνθήκη για την ελεύθερη δράση του κεφαλαίου. Αλλωστε, αυτός είναι και ο λόγος που παρόμοια δέσμευση - στόχο έχει θέσει και η ΝΔ, με δηλώσεις του Κ. Καραμανλή και των υπουργών Οικονομικών, που μιλούν για «επανεξέταση του θεσμού της αυτοτελούς φορολόγησης εισοδημάτων». Το ...κερασάκι στην τούρτα είναι οι κορόνες ότι «τα μερίσματα που διανέμονται σε μετόχους θα φορολογηθούν ακριβώς όπως όλα τα άλλα εισοδήματα».

Ωραίο το κόλπο των ΠΑΣΟΚων. Μιλούν για αυτοτελή φορολόγηση και αναφέρονται μόνο στο ζήτημα των μερισμάτων, αλλά κρύβουν επιμελώς ότι με αυτοτελή τρόπο δε φορολογούνται μόνο τα μερίσματα των επιχειρηματιών, αλλά και μια σειρά εισοδήματα και ειδικές αμοιβές-επιδόματα των εργαζομένων, οι αποζημιώσεις απόλυσης από την εργασία, οι αμοιβές μηχανικών και άλλων απασχολούμενων σε ειδικές συνθήκες, οι επιδοτήσεις των αγροτών, τα εκτός έδρας για κάποιους εργαζόμενους κλπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα εισοδήματα από αυτοτελή φορολόγηση το 2007 ήταν 14,1 δισ. ευρώ, τα οποία αναλυτικά δηλώθηκαν από:

  • Εισοδηματίες 2,6 δισ. ευρώ.
  • Μεγαλέμποροι - βιομήχανοι 1,6 δισ. ευρώ.
  • Γεωργοί - κτηνοτρόφοι 1,7 δισ. ευρώ.
  • Μισθωτοί 4,9 δισ. ευρώ.
  • Ελεύθεροι επαγγελματίες 1,5 δισ. ευρώ.
  • Συνταξιούχοι 1,85 δισ. ευρώ.

Με λίγα λόγια, το σύνθημα της φορολόγησης των μερισμάτων στην ενιαία κλίμακα, που θα αποτελούσε υποτίθεται χτύπημα στα μεγάλα συμφέροντα, στην ουσία αποτελεί την ...κάλυψη ώστε να καταργηθεί η αυτοτελής φορολόγηση και μιας σειράς άλλων φορολογουμένων.

Ουσιαστική φορολογική μεταρρύθμιση στις σημερινές συνθήκες δεν μπορεί να γίνει. Δεν το επιτρέπει η στρατηγική που έχουν η ΕΕ, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται για μια στρατηγική που αποκλειστικό της στόχο έχει την ολόπλευρη ενίσχυση των εκπροσώπων του κεφαλαίου. Και όταν μιλάμε για ολόπλευρη, συμπεριλαμβάνεται και η φορολογική πολιτική, που πάντα θα εξελίσσεται στην κατεύθυνση της όλο και μεγαλύτερης επιβάρυνσης των λαϊκών στρωμάτων, προκειμένου να «εξοικονομούνται» πόροι για τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου. Είναι κι αυτός ένας ακόμα λόγος για να μαυρίσουμε και τους δύο στις κάλπες του επόμενου μήνα. Είναι και αυτός ένας πρόσθετος λόγος να ενισχύσουμε το ΚΚΕ, το Κόμμα που με συνέπεια και σταθερά στέκεται στην αντίπερα όχθη, της στήριξης των λαϊκών αγώνων ώστε να μπαίνουν εμπόδια και να γίνονται φραγμός στα αντιλαϊκά σχέδια των κομμάτων της πλουτοκρατίας.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ