Στις εκλογές της 26ης Μάη, το χάλι που ζουν καθημερινά χιλιάδες εργαζόμενοι και ασθενείς στα νοσοκομεία και τις άλλες δομές Υγείας, η αντιλαϊκή πολιτική της ΕΕ, των κυβερνήσεων και όλων των κομμάτων της και σ' αυτόν τον τομέα, αλλά κυρίως η ανάγκη να δυναμώσει η πάλη για σύγχρονες, αποκλειστικά δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες Υγείας για όλους, με σταθερή και μόνιμη δουλειά για τους υγειονομικούς και τους άλλους εργαζόμενους στην Υγεία, πρέπει να αποτελέσουν κριτήριο ψήφου και ενίσχυσης του ΚΚΕ σε όλες τις κάλπες.
Οσο κι αν οι κυβερνήσεις των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν τα τελευταία χρόνια να κρυφτούν πίσω από το χρέος, τα μνημόνια, την τρόικα, τους «θεσμούς» κ.ο.κ. για την επιβολή σκληρών αντιλαϊκών και αντιεπιστημονικών μέτρων και στο χώρο της Υγείας, στην πραγματικότητα με την πολιτική τους εξειδικεύουν και υλοποιούν ευρωενωσιακές στρατηγικές κατευθύνσεις, που υπηρετούν τη στήριξη του κεφαλαίου, σε βάρος των λαϊκών αναγκών. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο εντείνεται η αποψίλωση των δημόσιων νοσοκομείων από προσωπικό και πόρους, μπαίνουν λουκέτα σε κλινικές επειδή «δεν καλύπτουν τα έξοδα», ασθενείς στερούνται τα φάρμακά τους επειδή «η αγορά τους δεν αποφέρει τα προσδοκώμενα κέρδη» στις φαρμακοβιομηχανίες, ενώ συνολικά η ζωή και η υγεία του λαού μπαίνουν στο ζύγι του «κόστους - οφέλους».
Ο «Ριζοσπάστης» παραθέτει μερικές από τις βασικές εξελίξεις στο χώρο της Υγείας στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ, που επιβεβαιώνουν ότι η αντιλαϊκή στρατηγική εφαρμόζεται ενιαία απ' όλες τις κυβερνήσεις και έχει ως βασικό στόχο την παραπέρα εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της Υγείας, ώστε να ανοίγουν νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο και ταυτόχρονα να εξοικονομούνται κρατικά κονδύλια, που θα τροφοδοτούν νέες φοροαπαλλαγές και επιδοτήσεις σε επιχειρηματικούς ομίλους.
Αποκαλυπτικά στοιχεία για την υποχρηματοδότησή τους από όλες τις κυβερνήσεις και τη σημερινή του ΣΥΡΙΖΑ
Ενδεικτικά, στη χώρα μας από το 2013 (συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ) μέχρι και το 2019 (ΣΥΡΙΖΑ) η κρατική χρηματοδότηση των δημόσιων νοσοκομείων μειώθηκε κατά 30,3%. Μόνο επί συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, ο κρατικός προϋπολογισμός έχει περικοπεί κατά 432 εκατ. ευρώ. Ο πρώτος «μεταμνημονιακός» προϋπολογισμός για το 2019, μειώνει την κρατική χρηματοδότηση προς τα δημόσια νοσοκομεία κατά 65 εκατ. ευρώ, ενώ διατηρεί την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών των συνταξιούχων για υγειονομική περίθαλψη κατά 780 εκατ. ευρώ.
Η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης πρακτικά σηματοδοτεί την επιδείνωση των τεράστιων ελλείψεων - που υπήρχαν και πριν από την κρίση - σε προσωπικό (2015 - 2018 αποχώρησαν από την Υγεία 7.097 μόνιμοι εργαζόμενοι που βέβαια δεν αντικαταστάθηκαν), εξοπλισμό, φάρμακα, αναλώσιμα. Οι ελαστικές σχέσεις απασχόλησης διευρύνονται και σήμερα κυμαίνονται περίπου στο 25% του συνόλου του προσωπικού. Τμήματα και κλινικές κλείνουν, γιατί δεν καλύπτουν το «κόστος λειτουργίας τους», ενώ ολόκληρο το 2018, δεν προκηρύχθηκε ούτε μία θέση μόνιμου προσωπικού στα δημόσια νοσοκομεία.
Τα παραπάνω εντάσσονται στον σχεδιασμό για λειτουργία των δημόσιων νοσοκομείων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ως «αυτοτελείς επιχειρηματικές μονάδες» που θα καλύπτουν το κόστος λειτουργίας με την «πώληση» υπηρεσιών στους ασθενείς και τα ασφαλιστικά ταμεία. Για να μπορούν να αντεπεξέλθουν τα νοσοκομεία, θα πρέπει να έχουν όσο το δυνατό λιγότερο και φθηνότερο προσωπικό, με πετσοκομμένα δικαιώματα.
Σύμφωνα εξάλλου με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ:
Στην πιο ισχυρή καπιταλιστική οικονομία της Ευρώπης, στη Γερμανία, όλα τα νοσοκομεία (εκκλησιαστικά, πανεπιστημιακά, αυτά που ανήκουν σε κάποιον φορέα) δεν χρηματοδοτούνται από το κράτος και λειτουργούν με επιχειρηματικά κριτήρια.
Μέσα σε 20 χρόνια (1991 - 2010) ο αριθμός των δημόσιων νοσοκομείων μειώθηκε κατά 45,9% (996 το 1991, 539 το 2010, το 2017 560) και των ιδιωτικών νοσοκομείων αυξήθηκε κατά 74,2% (330 το 1991, 575 το 2010 και 720 το 2017). Την ίδια περίοδο οι δημόσιες κλίνες μειώθηκαν κατά 39,2% και οι ιδιωτικές αυξήθηκαν κατά 211,4%. Συνολικά το 1991 υπήρχαν 2.164 νοσοκομεία, το 2017 μόνο 1.942!
Ορισμένα άλλα ενδεικτικά στοιχεία είναι τα εξής:
Αλλά και στην Κύπρο, μετά την πρόσφατη μεταρρύθμιση για την Υγεία, όλοι οι ασθενείς ανεξαρτήτου ηλικίας και εισοδήματος, όταν προσέρχονται στα επείγοντα περιστατικά των δημόσιων νοσοκομείων καταβάλλουν 10 ευρώ. Στους γιατρούς και τους νοσηλευτές υπάρχουν τριών ειδών συμβάσεις, το μόνιμο/κυβερνητικό προσωπικό, αορίστου χρόνου και συμβασιούχοι.
Οσο για την «ανησυχία» της ΕΕ και των αστικών κομμάτων για τους ανασφάλιστους, αυτή αφορά στη συντήρηση της εργατικής δύναμης, μέσα από ένα ελάχιστο πακέτο υπηρεσιών Υγείας, ώστε να είναι διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή προς εκμετάλλευση. Βασική προϋπόθεση που θέτουν είναι το όποιο μέτρο παρθεί να μην επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Σήμερα, στην Ελλάδα η κάλυψη των αναγκών τους γίνεται χωρίς ούτε ένα ευρώ από το κράτος, αλλά από τους υπόλοιπους εργαζόμενους και συνταξιούχους, που καταβάλλουν αυξημένες εισφορές.
Οσο ωμές κι αν ακούγονται οι διατυπώσεις, αποτυπώνουν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τη βαρβαρότητα ενός συστήματος, όπου η έρευνα, η παραγωγή και η διακίνηση για το Φάρμακο - εμπόρευμα είναι στα χέρια μεγάλων πολυεθνικών ομίλων και η υγεία του λαού μπαίνει στη ζυγαριά της κερδοφορίας τους.
Ετσι, την ίδια ώρα που στην Ελλάδα τσακώνονται γύρω από το σκάνδαλο «Novartis» για το ποιος υπουργός και ποια κυβέρνηση προώθησε πιο αποφασιστικά τις μεγαλύτερες περικοπές στην κρατική φαρμακευτική δαπάνη, οι πληρωμές των ασθενών έχουν εκτιναχθεί μεσοσταθμικά από το 9% στο 30%, υπολογίζοντας μόνο τα φάρμακα της «θετικής λίστας».
Η ιδιωτική δαπάνη για το Φάρμακο το 2018 έφτασε τα 1,640 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 625 εκατ. αφορούσαν τη συμμετοχή των ασθενών (10% ή 25%), 115 εκατ. τα φάρμακα που είναι στην αρνητική λίστα, 265 εκατ. τα λεγόμενα ΜΗΣΥΦΑ και, τέλος, 255 εκατ. ευρώ ήταν οι απευθείας αγορές συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Μόνο το 2018, οι ασθενείς στην Ελλάδα πλήρωσαν περίπου 1,260 δισ. ευρώ για τα φάρμακά τους! Το ποσοστό που πληρώνουν οι ασθενείς «απογειώθηκε» στο 31,36%, ενώ του ΕΟΠΥΥ μειώθηκε στο 68,64%.
Η κατάσταση αυτή αναμένεται να χειροτερέψει κι άλλο, όσο βαθαίνει η εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της Υγείας, που θεωρείται «ατομική υπόθεση» από το κεφάλαιο και το κράτος του. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις επόμενες μέρες αναμένεται να ψηφιστεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η τροποποίηση του κανονισμού (αριθ. 469/2009) περί του «συμπληρωματικού πιστοποιητικού προστασίας για τα φάρμακα», με στόχο να ενισχυθούν η ανταγωνιστικότητα, οι επενδύσεις και τελικά η κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων της ΕΕ από το Φάρμακο - εμπόρευμα.
Η βάση της τροπολογίας βρίσκεται στον «εμπορικό πόλεμο» ανάμεσα στις φαρμακοβιομηχανίες της ΕΕ και άλλων καπιταλιστικών κρατών, για την απόσπαση μεγαλύτερων μεριδίων της αγοράς και την εξασφάλιση όσο το δυνατόν υψηλότερης κερδοφορίας. Αυτός ο «εμπορικός πόλεμος» εξελίσσεται και εντός της ΕΕ, ανάμεσα σε ισχυρές ευρωπαϊκές φαρμακοβιομηχανίες.
Οι εργαζόμενοι εντός και εκτός Ελλάδας, εντός και εκτός ΕΕ, όχι μόνο δεν έχουν να ωφεληθούν τίποτα, αλλά θα βγουν ακόμη πιο ζημιωμένοι, καθώς θωρακίζεται επιπλέον η ανάπτυξη με κριτήριο την κερδοφορία που ενισχύει το Φάρμακο ως πανάκριβο εμπόρευμα, για το οποίο οι ασθενείς ήδη πληρώνουν πολλά και θα πληρώνουν ακόμα περισσότερα.
Και αυτή η τροπολογία της ΕΕ έρχεται να επιβεβαιώσει το διαρκές «νόμιμο σκάνδαλο», όπου το κοινωνικά παραγόμενο Φάρμακο μετατρέπεται σε ατομική ιδιοκτησία των φαρμακοβιομηχάνων και μέσο πλουτισμού, αντί να αποτελεί ένα καθολικό και δωρεάν προϊόν στην υπηρεσία της υγείας του λαού. Είναι αυτή η πολιτική που γεννάει και αναπαράγει τα σκάνδαλα τύπου «Novartis», για τα οποία όλες αυτές οι πολιτικές δυνάμεις που πίνουν νερό στο όνομα των επιχειρηματικών ομίλων και της καπιταλιστικής ανάπτυξης υποκριτικά μένουν «έκπληκτες».
...και ο ρόλος της Τοπικής Διοίκησης
Στην Ελλάδα, η πρόσφατη μεταρρύθμιση της κυβέρνησης για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) εντάσσεται στη γενικότερη πολιτική της για παραπέρα μείωση των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών. Η ΕΕ, κυβερνήσεις και αστοί επιστήμονες έχουν κοινή θέση ότι από την ΠΦΥ εξαρτάται η μείωση των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών αποκατάστασης της υγείας για το λαό.
Πρωταγωνιστικό ρόλο στις πολυδιαφημισμένες ΤΟΜΥ έχει ο οικογενειακός γιατρός, ο οποίος θα λειτουργεί σαν «κόφτης» - και μάλιστα έναντι ποινής - προκειμένου το «κόστος» του κάθε ασφαλισμένου να μην υπερβαίνει το όριο του πετσοκομμένου προϋπολογισμού. Ακόμη και στην πλήρη ανάπτυξή του, στις ΤΟΜΥ προβλέπεται 15λεπτη «εξέταση» ανά ασθενή, από ένα γιατρό που θα έχει σύμβαση εργασίας για 2 χρόνια, με τα ελάχιστα «βασικά πακέτα» να μην παρέχονται καν λόγω ελλείψεων σε υποδομές, εξοπλισμό, προσωπικό.
Στη Μεγάλη Βρετανία, στην ΠΦΥ εξοικονομήθηκαν 875 εκατομμύρια λίρες από τη μη παραπομπή ασθενών σε νοσοκομείο από τον γενικό - οικογενειακό γιατρό. Ο γενικός γιατρός παίρνει μπόνους αν δίνει λίγα παραπεμπτικά για νοσοκομείο, αν συνταγογραφεί ελάχιστες εξετάσεις και φάρμακα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ νομοθέτησε, παράλληλα, τη δυνατότητα της Τοπικής Διοίκησης να χρηματοδοτεί δημιουργία μονάδων Υγείας, εξοπλισμό, μισθοδοσία προσωπικού, παροχή επιδομάτων. Με λίγα λόγια, μετακυλίεται η κρατική ευθύνη στην Τοπική Διοίκηση και προοπτικά στους κατοίκους μέσω της τοπικής φορολογίας, ενώ ανοίγει το δρόμο της μεγαλύτερης διαφοροποίησης των μονάδων Υγείας όσον αφορά στην ανάπτυξη και στις Περιφέρειές τους, δίνοντας παραπέρα χτύπημα στον ενιαίο χαρακτήρα του συστήματος Υγείας, ενισχύοντας την ανταποδοτικότητα στην παροχή υπηρεσιών από δήμους και Περιφέρειες.
Στη Δανία, ήδη οι υπηρεσίες Υγείας είναι στην ευθύνη των Περιφερειών, τα κρατικά κονδύλια μειώνονται χρόνο με το χρόνο κι αναζητούνται τρόποι «μείωσης του κόστους» και «αύξησης των εσόδων». Ετσι, οι κλινικές Επειγόντων Περιστατικών σε νοσοκομεία είναι ανοιχτές για λιγότερες ώρες, κυριαρχούν οι μεγάλες λίστες αναμονής, ελλείψεις σε εξοπλισμό. Το 30% των νέων αποφεύγουν τον οδοντίατρο λόγω κόστους. Σε δημόσια νοσοκομεία (Aarhus, Rigshospitalet) οι ετοιμόγεννες γυναίκες φέρνουν από το σπίτι σεντόνια και κουβέρτες που θα χρησιμοποιήσουν, πληρώνουν το φαγητό τους, αυξάνεται ο αριθμός γυναικών που επιλέγουν να γεννήσουν σε ιδιωτική κλινική.