ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Απρίλη 2003
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΙΡΑΚ 1980-2003
Οράματα, πετρέλαιο και αίμα

Associated Press

Συνεχίζουμε σήμερα την ιστορία του Ιράκ, με το τρίτο και τελευταίο μέρος, που περιλαμβάνει τα χρόνια από τα τέλη της 10ετίας του '70 ως σήμερα. Η σύγχρονη ιστορία του Ιράκ έχει γραφτεί με... πετρέλαιο και αίμα. Η χώρα από ελπίδα του αραβικού κόσμου και φορέας αντιιμπεριαλιστικής πολιτικής, κατέστη το πιόνι ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και στη συνέχεια θύμα και μοχλός του σχεδίου παγκόσμιας κυριαρχίας των ΗΠΑ, που εκτυλίσσεται σήμερα.

Η μεγάλη ευκαιρία πάει χαμένη

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, το Ιράκ, χώρα - παρίας ως τότε στη διεθνή σκηνή, αλλά και στον ίδιο τον αραβικό κόσμο, έμοιαζε να οδεύει απ' όλες τις απόψεις προς μια «χρυσή εποχή». Η δημοσιογράφος Κλόντια Ράιτ μετά από μια αποστολή της στη Βαγδάτη έγραφε στο περιοδικό «Ατλάντικ» τον Απρίλη του 1979 ότι «η άνοδος του Ιράκ είναι το αποτέλεσμα τριών πραγμάτων: του πετρελαίου, της στρατιωτικής ισχύος και της εσωτερικής ανάπτυξης[...]. Ο συνδυασμός αυτών των τριών παραγόντων έχει οδηγήσει στο νέο «status» του Ιράκ και στην αναγνώριση, παντού αν όχι και στις ΗΠΑ, της εξαιρετικής δυναμικής του για κυριαρχία στη Μέση Ανατολή».

Το Ιράκ, σημείωνε η Ράιτ, εμφορείτο από μια «νέα εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του». Μετά από 20 χρόνια πολέμων, εντάσεων και παρανοϊκής επιφυλακής στα σύνορά του, το Ιράκ απευχόταν «πολεμικές περιπέτειες και αιματοχυσίες». Στο εσωτερικό πολιτικοοικονομικό σκηνικό -πρόσθετε- «η σημερινή ηγεσία δεν αντέχει να ξοδέψει τους πόρους της χώρας σε μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση». Στην επίσκεψή της στη Βαγδάτη, όπου τότε οι Γάλλοι έστηναν έναν υπερσύγχρονο πυρηνικό αντιδραστήρα κι οι Ιάπωνες πραγματοποιούσαν τεράστιες κεφαλαιουχικές επενδύσεις, η Ράιτ συνάντησε και τον αντιπρόεδρο της Μπααθικής κυβέρνησης, τον 41χρονο Σαντάμ Χουσεΐν. Οπως έγραφε: «εργάστηκε σκληρά για ν' ανέβει στην ιεραρχία, απ' όταν ήταν μαθητής, οργανωμένος στο Μπάαθ. Είναι εντυπωσιακός κι η φωτογραφία του βρίσκεται δίπλα σε εκείνη του Χασάν αλ-Μπακρ σε όλα τα επίσημα κτίρια. Αν υπάρχουν στοιχεία προσωπολατρίας στη χώρα τούτη, ο Χουσεΐν, που έχει γίνει διάσημος για τα λευκά κοστούμια και τις μαύρες γραβάτες του, ξεπερνά σε λάμψη τον πρόεδρο με τις στρατιωτικές του στολές».


Associated Press

Η πραγματικότητα έμελλε να διαψεύσει οικτρά τις αισιόδοξες προβλέψεις της Ράιτ, τις ελπίδες που διέθρεψαν η εθνικοποίηση του πετρελαίου κι η προσπάθεια εσωτερικής ανάπτυξης. Ο Χουσεΐν, που είχε πρωταγωνιστήσει στην εθνικοποίηση του πετρελαίου, τη βελτίωση των συστημάτων παιδείας και υγείας (για την τελευταία είχε λάβει και τιμητική διάκριση από τον... ΟΗΕ!) ανήλθε στην προεδρία τον Ιούλη του 1979, εξαναγκάζοντας τον αλ Μπακρ σε παραίτηση. Στη συνέχεια, εξαπέλυσε εκστρατεία εκκαθαρίσεων εντός του Μπάαθ, κατηγορώντας έξι μέλη του Επαναστατικού Συμβουλίου για συνωμοσία και εκτελώντας τα μαζί με 17 άλλους σημαντικούς του αντιπάλους, ανάμεσά τους και στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος, που ως τότε βεβαίως συμμετείχαν στην εξουσία με το Μπάαθ. Ο νέος πρόεδρος του Ιράκ φαινόταν πεισμένος ότι θα έλυνε τα εθνικά προβλήματα, περιλαμβανομένων του μειονοτικού και του συνοριακού, διά της πυγμής. Η ανατροπή του Σάχη κι η συνεπακόλουθη ανάδειξη ενός εχθρικού προς τη Βαγδάτη καθεστώτος στην Τεχεράνη, η συνέχιση της προκλητικής πολιτικής του Κουβέιτ που εκμεταλλευόταν ιρακινά πετρελαϊκά κοιτάσματα, το «αγκάθι» του Κουρδικού, όλ' αυτά για τον Σαντάμ ήταν «κόκκινα πανιά».

Ο πόλεμος με το Ιράν

Η πανάρχαια διένεξη Περσών και Αράβων για τις περιοχές γύρω από τον ποταμό Σατ αλ Αράμπ, το φυσικό σύνορο Ιράκ - Ιράν, επιχειρήθηκε να διευθετηθεί με τη συνθήκη του Αλγερίου (1975). Η κυβέρνηση Χουσεΐν, όμως, θεωρούσε ότι η συνθήκη ήταν επαχθής και σε βάρος της, καθώς δεν της παρείχε έξοδο στον Περσικό Κόλπο ενώ, επιπλέον, υπήρχαν στην περιοχή και τεράστια κοιτάσματα «μαύρου χρυσού». Η αποσχιστική δραστηριότητα -την οποία υπέθαλπε, ούτως ή άλλως, προς ίδιον όφελος το καθεστώς του Σάχη - από τους αυτονομιστές Κούρδους (που «απολάμβαναν» μυστικής στήριξης και από τη CIA), όπως και η τροφοδότηση του σιιτικού αλυτρωτικού αισθήματος, αποτέλεσαν καταλύτες που οδήγησαν στην έναρξη του ιρανο-ιρακινού πολέμου το Σεπτέμβρη του 1980. Ο Σαντάμ Χουσεΐν, παρά την ακαδημαϊκή του ειδίκευση (πήρε το πτυχίο της Νομικής σχολής του Πανεπιστημίου του Καΐρου το 1962), είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει βίαια μέσα επίλυσης διαφορών. Η Βαγδάτη κήρυξε τη συνθήκη άκυρη και, στη συνέχεια, κήρυξε τον πόλεμο εναντίον του Ιράν.


Associated Press

Αρχικά οι επιχειρήσεις έμοιαζαν περιορισμένης κλίμακας, με μάχες εκ του συστάδην στη μεθόριο. Σταδιακά το Ιράν και το Ιράκ ενεπλάκησαν σ' έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με τρομακτικό κόστος σε έμψυχο και άψυχο υλικό, και φυσικά συντριπτικά πλήγματα για τις οικονομίες τους. Τόσο η Σοβιετική Ενωση (η οποία παρείχε ως το 1978 βοήθεια με υλικό και συμβούλους στο Ιράκ, ενώ βοήθησε σε περιπτώσεις και το Ιράν), όσο και οι ΗΠΑ (που ενεπλάκησαν με πολλαπλές προθέσεις στη διένεξη, με αποκορύφωμα το σκάνδαλο Ιράν -Κόντρας του 1985) έπαιξαν αμφίσημο και αόρατο ρόλο στη μεσανατολική αυτή σύγκρουση. Υπήρχε, ασφαλώς, και εμφανής διπλωματική/ οικονομική διεθνής ανάμειξη στη σύγκρουση.

Ο πόλεμος είχε σοβαρότατες συνέπειες στο εσωτερικό των δύο χωρών, στην περιφέρεια και σε διεθνές επίπεδο. Οι δύο κοινωνίες υπέστησαν ραγδαίες μεταβολές: η μεν σιιτική κυβέρνηση της Τεχεράνης προέβη σε μια μαζική επιστράτευση, δημιουργώντας πολυάνθρωπα σώματα «μαρτύρων», και επιχείρησε να δημιουργήσει μια μεγαλοϊδεατική αντίληψη περί μεγάλης Περσίας, περιλαμβανομένων των σιιτικών εδαφών του Νότιου Ιράκ και των πάμπλουτων σε φθηνό πετρέλαιο εδαφών του Κιρκούκ στο Βορρά. Στην άλλη πλευρά, ο (ως εκ της ιδεολογίας του άθεος αλλά οψίμως, για τις ανάγκες του πολέμου, θρήσκος σουνίτης) Σαντάμ Χουσεΐν, στην προσπάθειά του να ελέγξει πλήρως τη χώρα, χρησιμοποίησε τις μυστικές του υπηρεσίες και τις μπααθικές δομές για να επιβάλει ένα κλίμα τρόμου, καταπίεσης και μιλιταρισμού. Αποκορύφωμα της πρακτικής αυτής αποτέλεσε η επίθεση εναντίον κουρδικών πληθυσμών, με χημικά όπλα, στο Βόρειο Ιράκ. Συνέπεια της πολιτικής των δύο εμπολέμων, διαμορφώθηκαν δύο δυσανάλογες σε μέσα αλλά περίπου ισοδύναμες -στην πράξη- σε στρατιωτική ισχύ δυνάμεις, οι οποίες συνέχισαν ατέρμονα την αλληλοσφαγή για 8 ολόκληρα χρόνια, με τελικό αποτέλεσμα τουλάχιστον 1.500.000 νεκρούς! Το παράλογο της γιγαντιαίων διαστάσεων αλληλοσφαγής αυτής μεταξύ μουσουλμάνων, κάτι που απαγορεύουν οι θρησκευτικές επιταγές του Ισλάμ, το παράλογο της πολεμικής σύρραξης δύο χωρών με κοινό παρελθόν καταλήστευσης από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, είναι υπαρκτό, αλλά και εξηγήσιμο...

Πέραν της περσοαραβικής διένεξης ή των θρησκευτικών διαφορών, πρίσματα υπό τα οποία πολλοί επιχείρησαν να φιλτράρουν και να ερμηνεύσουν τον πόλεμο, υπήρχαν πολύ πιο στέρεες επιδιώξεις, ειδικά από την πλευρά των ΗΠΑ. Βασικοί στόχοι της Ουάσιγκτον ήταν η αποδυνάμωση του ΟΠΕΚ, ανάμεσα σε δύο χώρες του οποίου γινόταν αυτός ο πόλεμος, η «διπλή αποτροπή» δύο ισχυρών μεσανατολικών χωρών, ο σταδιακός έλεγχος των πετρελαίων στη Μέση Ανατολή, η ισχυροποίηση του Ισραήλ -το οποίο δέχτηκε με χαρακτηριστική άνεση να γίνει ενδιάμεσος της πώλησης αμερικανικών όπλων στο... Ιράν (την ώρα που η Ουάσιγκτον καλούσε για παγκόσμιο εμπάργκο όπλων στο Ιράν, οι Ολιβερ Νορθ και Τζον Ποϊντέξτερ πουλούσαν για λογαριασμό της κυβέρνησης Ρίγκαν όπλα στην Τεχεράνη, σε αντάλλαγμα για την απελευθέρωση ομήρων στο Λίβανο από σιιτικές οργανώσεις, και με τα κέρδη χρηματοδοτούσαν τους δεξιούς Κόντρας στη Νικαράγουα) - και εν κατακλείδι η αποδυνάμωση της θέσης της ΕΣΣΔ στην περιφέρεια, λόγω των δικών της εσωτερικών αδυναμιών και προβλημάτων αλλά και της πολιτικής «ειρηνικής συνύπαρξης» που υποτιμούσε τον ιμπεριαλισμό, (ήδη άρχισε να εμφανίζεται η «Περεστρόικα»). Ο «πόλεμος των τάνκερ», το 1984, η ιρανική απόπειρα κατάληψης της Βασόρας, η επίθεση εναντίον δεξαμενόπλοιων από τους Ιρακινούς με γαλλικούς πυραύλους «Εξοσετ» και ο κίνδυνος πλήρους διακοπής των εξαγωγών πετρελαίου από τον Περσικό Κόλπο διεθνοποίησαν τη σύγκρουση πλήρως. Η παρέμβαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (Οκτώβριος 1987), που αποσκοπούσε στην αποφυγή της ορατής τότε καταστροφικής διεθνούς οικονομικής κρίσης, αν και προσέκρουσε αρχικά στην ιρανική αδιαλλαξία για ένα χρόνο, κατέληξε σε συνδυασμό με τεράστιες πιέσεις στη διμερή ειρήνευση το 1988.

Της καταστροφής
έπεται μια... καταιγίδα

Μετά τον πόλεμο η κυβέρνηση του Σαντάμ Χουσεΐν επιχείρησε να επουλώσει τις χαίνουσες πληγές του πολέμου αυξάνοντας τη διάθεση πετρελαίου που παρήγαγε το Ιράκ. Μάταια... Οι παγκόσμιες και οι περιφερειακές ισορροπίες είχαν αλλάξει δραματικά και το Ιράκ επρόκειτο να το διαπιστώσει σύντομα. (Οι αραβικές χώρες είχαν στρατηγικά τοποθετηθεί υπέρ των ΗΠΑ, πρώτο το Κουβέιτ ήδη από τη δεκαετία του 1970, μαζί με τη Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Αίγυπτο όπως και τη συντριπτική πλειοψηφία των αραβικών και μεσανατολικών κυβερνήσεων. Επικρατούσε το δόγμα της στοίχισης πίσω από τις γραμμές των διαφαινόμενων νικητών του ψυχρού πολέμου. Η πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης του Γκορμπατσόφ και των περί αυτώ ήταν η υπαγωγή στις επιταγές της Ουάσιγκτον. Δεν είναι βεβαίως σύμπτωση ότι στα τέλη Φλεβάρη του 1991, όπως έγραφαν σε ένα αλήστου μνήμης πρωτοσέλιδό τους οι «Νιου Γιορκ Τάιμς», ο Πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος και το σύνολο της κυβέρνησής του «απηύθυνε ευχαριστίες» στη Μόσχα για τις «προσπάθειές της», όσον αφορά στον πόλεμο του Κόλπου και τη διαμόρφωση της Νέας Τάξης Πραγμάτων. Αλλά, προτρέχουμε)... Οι στόχοι του Ιράκ να αυξήσει τα πετρελαϊκά του έσοδα καθόλου δε συνέπιπταν με τη στρατηγική της Ουάσιγκτον, που ήταν όχι μόνο να ελέγξει τους όρους διάθεσης του πετρελαίου της Μέσης Ανατολής -όπου ως και σήμερα βρίσκονται τα σημαντικότερα βεβαιωμένα αποθέματα «μαύρου χρυσού» - αλλά, έχοντας διαγνώσει και την αλλαγή της διεθνούς τάξης, να επιβάλει μια νέα δική της, αποκαθιστώντας και στρατιωτική παρουσία - ένα σχέδιο που είχε καταρτίσει ο... αξιότιμος Χένρι Κίσινγκερ στην πετρελαϊκή κρίση του 1973.

Στην αγωνιώδη προσπάθεια του Ιράκ να αποπληρώσει τα χρέη του αυξάνοντας τις τιμές του πετρελαίου, ο Σαντάμ Χουσεΐν συνάντησε το ανυπέρβλητο εμπόδιο της διατεταγμένης «σταθεροποίησης» των τιμών στα 11 δολάρια/βαρέλι με υπερπαραγωγή των άλλων χωρών του Κόλπου, ειδικά το Κουβέιτ και τη Σαουδική Αραβία, χώρες με καθεστώτα ενεργούμενα των ΗΠΑ. Οταν ο Σαντάμ άρχισε να εκτοξεύει απειλές, ειδικά κατά του Κουβέιτ, που ιστορικά το Ιράκ θεωρεί 19η επαρχία του, πιθανότατα η μοίρα του Ιράκ είχε σφραγιστεί. Η ευκαιρία που αναζητούσε η Ουάσιγκτον είχε παρουσιαστεί. Η CIA ήρθε σε επαφή με την κυβέρνηση του Κουβέιτ και κυριολεκτικά διέταξε τα μέλη της να κλιμακώσουν την ένταση. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση Μπους ουσιαστικά έπειθε τον Σαντάμ Χουσεΐν, ο οποίος θεωρούσε εαυτόν στρατηγικό σύμμαχο των Αμερικανών, ότι τυχόν εισβολή του στο Κουβέιτ δε θα απέβαινε επ' ουδενί σε μια αμερικανική στρατιωτική επέμβαση για την αποκατάσταση του «status quo ante». Ο Χουσεΐν εν τέλει πίστεψε τις αμερικανικές διαβεβαιώσεις και εισέβαλε τον Αύγουστο του 1990.

Στο βιβλίο τους «Θύελλα Στον Κόλπο» (εκδοσεις «Στάχυ», 1991) οι Γ. Δελαστίκ και Κ. Γιαννίκος αναλύουν την παρτίδα του παιχνιδιού για να παρασυρθεί ο Σαντάμ να εισβάλει στο Κουβέιτ, το οποίο ακολουθούσε προκλητική πολιτική έναντι του Ιράκ, αντλώντας ιρακινό πετρέλαιο από τα κοιτάσματα της Ρουμάιλα που πουλούσε ως δικό του (!) και παράλληλα κλιμάκωνε τις συνοριακές εντάσεις κατ' εντολήν της Ουάσιγκτον. Το παιγνίδι αυτό είχε ως τελικό στόχο το να εγκατασταθούν στρατιωτικά οι ΗΠΑ στην περιοχή - πράγμα που πέτυχε πριν καν οι Αμερικανοί ρίξουν μια τουφεκιά ο τότε υπουργός Αμυνας Ντικ Τσένι, πείθοντας τη Σαουδική Αραβία ότι το Ιράκ θα εισέβαλε και στη Σαουδική Αραβία.

Ο ΟΗΕ έπαιξε σ' αυτό το πόκερ με σημαδεμένα χαρτιά. Οι αποφάσεις 660, 661, 662, και κυρίως η απόφαση 678 του Συμβουλίου Ασφαλείας εξουσιοδότησαν τη «συμμαχική» επέμβαση. Ο βρώμικος πόλεμος που ξεκίνησε στα μέσα Γενάρη του 1991 επικύρωσε τη μετατροπή της Μέσης Ανατολής σε ζώνη αποκλειστικής επιρροής των Αμερικανών και των συμμάχων τους. Ως το Μάρτη, η ήττα του Ιράκ, η «απελευθέρωση» του Κουβέιτ κι η εγκαθίδρυση της Νέας Τάξης Πραγμάτων ήταν γεγονός. Οι ΗΠΑ άφησαν στην εξουσία τον Σαντάμ, επιβάλλοντάς του εξαντλητικές εμπορικές και στρατιωτικές κυρώσεις, επιτρέποντάς του παράλληλα να συντρίψει τη σιιτική εξέγερση στο νότο, που έκριναν πως ευνοούσε το Ιράν, αφήνοντας όμως να δημιουργηθεί ένας «αυτόνομος» κουρδικός θύλακας στο βορρά προς μελλοντική αξιοποίηση.

1991-2003: Αέναες πολεμικές κλιμακώσεις ευκαιρίας

Η επιβολή του εμπάργκο, της ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στο βορρά (1991) και στο νότο (1992) και του 7ετούς προγράμματος επιθεωρήσεων όπλων (1991) στο Ιράκ ακρωτηρίασε την οικονομική και στρατιωτική του ισχύ. Το Ιράκ δε θα διαλυόταν στα εξ ων συνετέθη, αλλά ταυτόχρονα δε θα μπορούσε να απειλήσει το Ισραήλ και τα φίλια προς τις ΗΠΑ καθεστώτα του Κόλπου. Εκτοτε, υπήρξαν, ασφαλώς, πολυάριθμες κλιμακώσεις στην κρίση των σχέσεων του Ιράκ με τις ΗΠΑ και τη «διεθνή κοινότητα». Οι πιο αξιοσημείωτες περιπτώσεις περιορισμένων εμπλοκών των ΗΠΑ σε επιχειρήσεις εναντίον του «βολικού» εχθρού τους στη Μέση Ανατολή σημειώθηκαν το 1993, με την πολύ περίεργη «απόπειρα δολοφονίας» του Μπους πατρός στο Κουβέιτ, για την οποία ο Μπιλ Κλίντον διέταξε σε αντίποινα πυραυλικά κι αεροπορικά πλήγματα κατά της ιρακινής ηγεσίας, το 1996, όταν δυνάμεις του Σαντάμ κατέλαβαν για μικρό διάστημα την κουρδική Ιρμπίλ για να απωθηθούν στη συνέχεια, και τη διετία 1997-1998, όταν ξέσπασε η κρίση με τους Επιθεωρητές Οπλων του ΟΗΕ, οι οποίοι απελάθηκαν για κατασκοπία από τη Βαγδάτη. Ακολούθησε η επίτευξη συμφωνίας του Κόφι Ανάν με τον Χουσεΐν για την επιστροφή των επιθεωρητών έναντι της υπόσχεσης άρσης των οικονομικών κυρώσεων που ως σήμερα εκτιμάται πως κόστισαν με συντηρητικούς υπολογισμούς 1,5 εκατομμύρια ζωές Ιρακινών αμάχων.

Η συμφωνία δεν εφαρμόστηκε ποτέ, βεβαίως. Η άρση των κυρώσεων δεν έγινε, αφού οι Αμερικανοβρετανοί την ακύρωσαν, αντιπροτείνοντας «έξυπνες κυρώσεις». Τον Αύγουστο του 1998, οι επιθεωρητές αποχωρούσαν και πάλι. Το Δεκέμβρη, έχοντας εξαντλήσει τα αναγκαία διπλωματικά προσχήματα, ΗΠΑ και Βρετανία έπλητταν ξανά το Ιράκ σε ένα τετραήμερο αεροπορικό μπαράζ. Εκτοτε οι επιθεωρητές του ΟΗΕ έμειναν εκτός Ιράκ, που κατά την άποψη του πρώην επικεφαλής του σώματος, Σκοτ Ρίτερ, είχε συνεργαστεί και καταστρέψει το 95% των όπλων μαζικής καταστροφής που διέθετε. Παρ' όλ' αυτά, οι αμερικανικές προθέσεις έναντι του Σαντάμ Χουσεΐν και της Βαγδάτης παρέμεναν επισήμως αμφίσημες. Ο όρος «αλλαγή καθεστώτος» δεν επρόκειτο να υιοθετηθεί πριν τη συντηρητική στροφή των ΗΠΑ με την ανάδειξη του Τζορτζ Μπους υιού στην εξουσία, και πριν υπάρξει το πλήγμα της 11ης Σεπτέμβρη 2001 στους Διδύμους Πύργους, που δημιούργησε νέες συνθήκες, πρόσφορες για την προώθηση των σχεδίων που καταρτίζονταν επί χρόνια, για την εμπέδωση της υπάρχουσας αμερικανικής παγκόσμιας ηγεμονίας.

Η επίθεση εναντίον των υποτιθέμενων «δραστών της επίθεσης» στη Νέα Υόρκη, τα μέλη της «Αλ Κάιντα» και του Οσάμα μπιν Λάντεν και η ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν που τους «φιλοξενούσε», ήταν μόνο η μια διάσταση του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» που κήρυξε η κυβέρνηση Μπους. Ταυτόχρονη εξέλιξη, αν και όχι εξίσου ορατή, ήταν η μεταβολή των διαθέσεων των ΗΠΑ σχετικά με τους συμμάχους τους στην περιοχή και ειδικά τη Σαουδική Αραβία, χώρα που φέρεται στενά συνδεδεμένη με αυτό που η Ουάσιγκτον ορίζει ως «ισλαμική τρομοκρατία». Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή προετοιμαζόταν ήδη από το 2001 και η κατάρτιση των σχεδίων επίθεσης εναντίον του Ιράκ ξεκίνησε στις αρχές του 2002. Το διπλωματικό παιγνίδι στον ΟΗΕ από τα μέσα του 2002 απέτυχε να αποδώσει τα προσδοκώμενα για τις ΗΠΑ και σίγουρα θα σηματοδοτήσει αλλαγές σ' αυτόν -προς ποια κατεύθυνση, μένει να φανεί, αν και οι ενδείξεις είναι σαφείς-αλλά το τελευταίο που χρειάζονταν οι αξιωματούχοι περί τον Μπους, άνθρωποι των πετρελαϊκών και των πολεμικών βιομηχανιών, ήταν νομιμοποίηση. Η απόφαση 1441 ήταν αρκετή για τον Μπους, που προτίμησε να αγνοήσει όλες τις αντιρρήσεις των άλλων καπιταλιστικών κέντρων ισχύος και την παγκόσμια κοινή γνώμη, κηρύσσοντας το νέο του πόλεμο την 20ή Μάρτη 2003...


Μπ. Γ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ