ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017
Σελ. /20
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΥΠΡΙΑΚΟ
Ανησυχίες για τις νέες τουρκικές προκλήσεις

Σε κλίμα έντονης ενδοαστικής αντιπαράθεσης πραγματοποιήθηκε χτες το λεγόμενο Εθνικό Συμβούλιο στην Κύπρο ενόψει και της έλευσης σήμερα, για τελευταία φορά με αυτή την ιδιότητα, του ειδικού συμβούλου του γγ του ΟΗΕ για το Κυπριακό, Εσπαν Μπαθ Αϊντε, τον οποίο όπως όλα δείχνουν θα αντικαταστήσει η Ελίζαμπεθ Σπέχαρ, Καναδή διπλωμάτης, η οποία είναι επικεφαλής της αποστολής του ΟΗΕ στην Κύπρο.

Στη χτεσινή συνεδρίαση (συμμετέχουν οι αρχηγοί των κομμάτων και οι πρώην Πρόεδροι της Δημοκρατίας) συζητήθηκαν οι τελευταίες εξελίξεις μετά τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις στην Ελβετία, όπου δεν υπήρξε μεν κατάληξη, ωστόσο έγινε φανερό ότι συνεχίζεται το μακρύ παζάρι για την προώθηση της νέας διχοτομικής «λύσης», που εντάσσεται στην ευρύτερη ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαράθεση στην περιοχή, στοιχείο της οποίας είναι και ο ανταγωνισμός για την Ενέργεια. Αυτό φαίνεται από τη συγκέντρωση ισχυρών ενεργειακών κολοσσών στην ΑΟΖ της Κύπρου και των στόλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που τους φυλάνε.

Ιδιαίτερα απασχόλησαν οι τελευταίες κινήσεις της Τουρκίας, σε σχέση με την επιστροφή των Μαρωνιτών στα κατεχόμενα χωριά τους με τουρκοκυπριακή διοίκηση, όπως και τα σχέδια για άνοιγμα της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου, στις οποίες εξετάζονται μέτρα αντίδρασης.

Μετά τη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Νίκος Χριστοδουλίδης, δήλωσε ότι η κυβέρνηση επεξεργάζεται συγκεκριμένα μέτρα για αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων και σχεδιασμών, ενώ σημείωσε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ν. Αναστασιάδης, ζήτησε από τα κόμματα να καταθέσουν τις δικές τους προτάσεις και εισηγήσεις αναφορικά με τα επόμενα βήματα της κυπριακής κυβέρνησης στο Κυπριακό.

Ο πρόεδρος του κυβερνώντος ΔΗΣΥ, Αβέρωφ Νεοφύτου, δήλωσε ότι θα πρέπει να βρεθεί τρόπος για επανέναρξη των συνομιλιών με ασπίδα το πλαίσιο του γγ του ΟΗΕ, Α. Γκουτέρες, και ισχυρίστηκε ότι «όταν διεξάγεται διάλογος η Τουρκία δεν μπορεί να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα».

Ο Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ, Αντρος Κυπριανού, μίλησε για «τις αρνητικές συνέπειες των εξελίξεων μετά το Κρανς Μοντάνα» και εκφράζοντας την ανησυχία του για τους τουρκικούς σχεδιασμούς, ανέφερε πως «η εμπειρία λέει ότι παρουσιάζονται προβλήματα όποτε δεν υπάρχει κινητικότητα στο Κυπριακό», προσθέτοντας: «Πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων δίχως προτάξεις και δίχως προϋποθέσεις. Το πλαίσιο του γγ του ΟΗΕ είναι τέτοιο που μας επιτρέπει να το δεχτούμε, για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων». Κατέληξε λέγοντας: «Η δική μας αντίδραση πρέπει να είναι προληπτική έτσι ώστε να μη δημιουργηθούν νέα τετελεσμένα».

Ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Μαρίνος Σιζόπουλος, σημείωσε ότι η αντιμετώπιση των νέων τουρκικών προκλήσεων πρέπει να ενισχύει τη στρατηγική οντότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, να αποτρέπει ενέργειες ή πράξεις από πλευράς της Τουρκίας και του κατοχικού καθεστώτος που θα οδηγούν στην αναβάθμισή του και να προωθεί την προσέγγιση των Τουρκοκυπρίων.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να αποσύρει γραπτώς, με επιστολή του προς τον γγ του ΟΗΕ, τις προτάσεις που κατέθεσε στο Κρανς Μοντάνα, ανέφερε ο πρόεδρος της Συμμαχίας Πολιτών, Γιώργος Λιλλήκας, και τόνισε: «Επανέναρξη των συνομιλιών χωρίς να υπάρξει κατάλληλη προετοιμασία και χωρίς να έχουμε απτές ενδείξεις ότι η Τουρκία εγκαταλείπει τις θέσεις της στα ζητήματα της ασφάλειας, θα μας φέρει σε ακόμη πιο δύσκολη θέση».

Η πρόεδρος του Κινήματος Αλληλεγγύης, Ελένη Θεοχάρους, δήλωσε πως παρότι ζήτησε εκ νέου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κατά τη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου, να δημοσιοποιήσει το έγγραφο που κατέθεσε στις διαπραγματεύσεις στο Κρανς Μοντάνα με τις θέσεις της δικής μας πλευράς, εντούτοις αυτός αρνήθηκε να το πράξει.

Η κυβέρνηση θα πρέπει να είναι πιο δραστήρια σε σχέση με την αντιμετώπιση των τουρκικών μεθοδεύσεων μετά την αποτυχία των συνομιλιών στο Κρανς Μοντάνα, δήλωσε ο πρόεδρος του Κινήματος Οικολόγων - Συνεργασία Πολιτών, Γιώργος Περδίκης, μετά το πέρας της συνεδρίασης του Εθνικού Συμβουλίου. Σημείωσε επίσης ότι «δεν πρέπει να βιαστεί να υιοθετήσει το πλαίσιο του γγ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, καθότι περιέχει και αρνητικά».

Ο Νίκος Χριστοδουλίδης, πάντως, δήλωσε ότι θα υπάρξει επεξεργασία των προτάσεων που θα δώσουν τα κόμματα και στη συνέχεια ανακοίνωση των μέτρων. Επίσης, ερωτηθείς αν υπήρξε απάντηση από το αμερικανικό Πεντάγωνο για το θέμα της τουρκικής NAVTEX για το αμερικανικό πλοίο μέσα στην κυπριακή ΑΟΖ, είπε ότι «μέχρι στιγμής η ενημέρωση που είχαμε και από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών και από το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας είναι ότι δεν έχει ζητηθεί η έκδοση της όποιας οδηγίας προς ναυτιλλομένους, όπως η Τουρκία έχει πράξει. Την ίδια στιγμή, πολλά αμερικανικά πλοία βρίσκονται στην περιοχή λόγω των εξελίξεων, ειδικότερα στη Συρία. Αναμένουμε εντός της ημέρας να υπάρξει και πιο συγκεκριμένη και πληρέστερη ενημέρωση από αμερικανικής πλευράς».

Τα συμφέροντα της ΕΝΙ στο επίκεντρο της επίσκεψης της Ιταλίδας υπουργού Αμυνας

Τη Δευτέρα το βράδυ ολοκλήρωσε την επίσκεψή της στην Κύπρο η υπουργός Αμυνας της Ιταλίας, Ρομπέρτα Πινότι, η οποία συναντήθηκε με τον Κύπριο ομόλογό της, Χρήστο Φωκαΐδη, και τον Πρόεδρο, Ν. Αναστασιάδη. Αντικείμενο των συζητήσεων ήταν και η υπογραφή Συμφωνίας Ανταλλαγής και Αμοιβαίας Προστασίας Διαβαθμισμένων Πληροφοριών, με επίκεντρο τη λεγόμενη «ασφάλεια της θάλασσας, με κοινές ασκήσεις» και την «αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου όπλων και της μετανάστευσης». Ιδιαίτερη ήταν η αναφορά της Ιταλίδας υπουργού στη δραστηριότητα της ιταλικής ενεργειακής εταιρείας ΕΝΙ στην κυπριακή ΑΟΖ, επισημαίνοντας ότι «οι προοπτικές από τη δραστηριοποίηση αυτή είναι πολύ σημαντικές για όλη την Ευρώπη».


ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
Προβληματισμοί για τη γερμανική οικονομία

Χαρακτηριστικά στοιχεία των δυσκολιών και αντιφάσεων που αντιμετωπίζει η καπιταλιστική οικονομία και σε ισχυρά κράτη, όπως στη Γερμανία, τους φόβους του κεφαλαίου για ένα νέο κύκλο οικονομικής κρίσης, όπως επίσης και το γιατί ο εργασιακός μεσαίωνας θωρακίζει την καπιταλιστική κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα, περιέχονται σε ενημερωτικό δελτίο για το β' τρίμηνο φέτος, που απέστειλε πρόσφατα στην Αθήνα η ελληνική πρεσβεία στο Βερολίνο, με αντικείμενο τις οικονομικές εξελίξεις στη Γερμανία.

Η πρεσβεία, επικαλούμενη μελέτη του γερμανικού Ιδρύματος «Bertelsmann Stiftung», υπό τον τίτλο «Γερμανικές εξαγωγές: ένδειξη ανωτερότητας ή κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία;», αναφέρει σχετικά με τις εξαγωγικές επιδόσεις της Γερμανίας:

«Τα εμπορικά πλεονάσματα έχουν ευεργετικό αντίκτυπο στην οικονομία, καθώς αυξάνουν τα φορολογικά έσοδα, στηρίζουν την εγχώρια παραγωγή και την απασχόληση, μειώνοντας αντιστοίχως την απαραίτητη κρατική δαπάνη για επιδόματα ανεργίας και λοιπές κοινωνικές παροχές. Επιτρέπουν τη δημιουργία ρευστών διαθεσίμων και αποθεματικών, τα οποία δύνανται να διοχετευτούν σε προγράμματα δημοσίων επενδύσεων, αλλά και να προσφέρουν διασφάλιση έναντι μελλοντικών κινδύνων. Ταυτόχρονα, ωστόσο, δύνανται να αποτελέσουν πηγή μελλοντικών κινδύνων για την γερμανική οικονομία, καθώς:

1. Η υπερβολική εξάρτηση από τις εξαγωγές δύναται να προκαλέσει ιδιαίτερα ισχυρές αναταράξεις, σε περίπτωση μίας νέας παγκόσμιας ύφεσης.

2. Θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναυσμα λήψεως, από πλευράς των εμπορικών εταίρων της Γερμανίας, προστατευτικών αντιμέτρων, τα οποία θα έπλητταν καίρια μία εξηρτημένη από τις εξαγωγές οικονομία, όπως η γερμανική.

Παράλληλα, λόγω των υπερβολικών εμπορικών πλεονασμάτων, η Γερμανία κατηγορείται από χώρες με χαμηλότερα επίπεδα απασχόλησης ότι, ακολουθώντας πολιτική συνεχούς εξαγωγικής επέκτασης, στην ουσία εξάγει την ίδια ανεργία προς αυτές».

***

Η πρεσβεία προσθέτει, καταγράφοντας τους προβληματισμούς και τη σχετική διαπάλη στους κόλπους της γερμανικής αστικής τάξης: «Εν κατακλείδι, οι υψηλές επιδόσεις της γερμανικής οικονομίας στον εξαγωγικό τομέα και τα εμπορικά πλεονάσματα δεν θεωρούνται αρνητικά αφ' εαυτού. Προβληματισμός, ωστόσο, εγείρεται εκ του αντικτύπου της επισώρευσης υψηλών πλεονασμάτων επί σειράς ετών, τόσο στην ίδια την γερμανική οικονομία, επιτείνοντας την μονοδιάστατη εξαγωγική της εξάρτηση, όσο και στο πεδίο των εμπορικών της σχέσεων, υπό τον κίνδυνο πιθανών αντιμέτρων και εμπορικών "πολέμων". Ειδικά, η απουσία "μηχανισμού εξισορρόπησης", ήτοι της ανατίμησης του εθνικού νομίσματος, λόγω της συμμετοχής της Γερμανίας στην Ευρωζώνη, η οποία θα λειτουργούσε εξισορροπητικά έναντι της επισώρευσης υπερβολικών εμπορικών πλεονασμάτων, καθιστά απαραίτητη την ενεργοποίηση κρατικών πολιτικών για την τόνωση της εσωτερικής ζήτησης και κατανάλωσης και της, με αυτά συνδεόμενης, αύξησης των εισαγωγών».

Αντικειμενικά, μια τέτοια συζήτηση στο εσωτερικό της γερμανικής αστικής τάξης εμπλέκεται με τους προβληματισμούς και τις συζητήσεις για το μέλλον και τις προοπτικές της ΕΕ και της Ευρωζώνης, καθώς και των σχέσεων της Γερμανίας με αλλα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη όπως η ΗΠΑ, η Ρωσία κ.λπ., με τα οποία διατηρεί στενές οικονομικές σχέσεις.

***

Στο ίδιο ενημερωτικό δελτίο γίνεται εκτενής αναφορά στα «επαγγέλματα μειωμένου ωραρίου», τα λεγόμενα «mini jobs».

Επικαλούμενη η πρεσβεία έρευνα που διεξήγαγε το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών RWI σχετικά με το θέμα, στο πολυπληθέστερο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας - Βεστφαλίας, το οποίο θεωρείται και πλέον αντιπροσωπευτικό της Γερμανίας συνολικά, κατέληξε στα εξής αποτελέσματα:

Μία στις πέντε δουλειές στη Γερμανία συνιστά εργασία μειωμένου ωραρίου. Σε σύνολο 31 εκατ. απασχολουμένων, το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί περίπου σε 7 εκατ. εργαζομένους. Σε αυτήν την κατηγορία απασχόλησης η αμοιβή δεν υπερβαίνει τα 450 ευρώ, ενώ ο εργαζόμενος δεν υποχρεούται να καταβάλλει «κοινωνικές εισφορές».

«Στόχος αρχικά ήταν η διευκόλυνση με τον τρόπο αυτό της εισόδου στην αγορά εργασίας. Εντούτοις, προηγούμενες μελέτες καταδεικνύουν ότι η μεταπήδηση, τελικά, σε επαγγέλματα πλήρους ωραρίου παραμένει σπάνια. Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ το 2012 14% των εργαζομένων μειωμένου ωραρίου δήλωνε ότι απώτερος σκοπός τους ήταν η μετάβαση κάποια στιγμή σε εργασία πλήρους απασχόλησης, το 2016 το ποσοστό αυτό μειώθηκε σε 9%. Η πλειονότητα, δηλαδή, αντιμετωπίζει την μειωμένη απασχόληση ως πηγή πρόσθετου εισοδήματος και δεν επιθυμεί καμία αλλαγή», δίνει την εξήγησή της η πρεσβεία, επικαλούμενη προφανώς την προαναφερθείσα μελέτη και εξωραΐζοντας την καταδίκη των εργαζομένων σήμερα, παντού στην ΕΕ, κατ' απαίτηση του κεφαλαίου, σε μειωμένα και ελαστικά ωράρια, με μισθούς - χαρτζιλίκι, και ανύπαρκτα δικαιώματα.

Αλλωστε, όσο κι αν προσπαθούν να καλλωπίσουν την πραγματικότητα, δίνουν και οι ίδιοι μια εικόνα της φτώχειας και καταπίεσης για τους εργαζόμενους σε μια από τις θεωρούμενες ως «ατμομηχανές» της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας:

«Το 2012, άνω του ημίσεος των απασχολουμένων υπό καθεστώς μειωμένου ωραρίου ελάμβανε λιγότερο από 8,50 ευρώ την ώρα. Το 2016 το αντίστοιχο ποσοστό είχε μειωθεί στο 15%. Το μεγαλύτερο τμήμα των ημιαπασχολουμένων (40%) λαμβάνει ακριβώς τον κατώτατο μισθό ή και έως 9,99 ευρώ την ώρα. Το μέσο ωρομίσθιο, σημειώνοντας αύξηση 13%, διαμορφώθηκε στο επίπεδο των 10,63 ευρώ, ενώ ο αριθμός εργαζομένων μειωμένου ωραρίου σημείωσε πτώση». Το ωρομίσθιο αυτό, βέβαια, πρέπει να εκτιμηθεί σε αντιπαραβολή και με το γερμανικό κόστος ζωής.

Και ακόμα: «Οσον αφορά στο καθεστώς ασφάλισης και εργασιακών δικαιωμάτων (άδεια μετ' αποδοχών, αναρρωτική άδεια, διαλείμματα εν ώρα εργασίας), παρά τη σχετική βελτίωση από το 2012 και εντεύθεν, λιγότερο από το ήμισυ των εργαζομένων επωφελείται των σχετικών δυνατοτήτων».


Θ. Μπ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ