ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 2 Ιούλη 2017
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ «ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΕ»
Σχέδια, διακηρύξεις και αντιθέσεις που πληρώνουν οι λαοί

Τα χαμόγελα και οι διακηρύξεις δεν κρύβουν τις πολύ μεγάλες αντιθέσεις, που υπονομεύουν εν τη γενέσει τους τα σχέδια

Copyright 2017 The Associated

Τα χαμόγελα και οι διακηρύξεις δεν κρύβουν τις πολύ μεγάλες αντιθέσεις, που υπονομεύουν εν τη γενέσει τους τα σχέδια
Ενα νέο γύρο του «αφηγήματος» της Ευρωπαϊκής Ενωσης που τάχα μπορεί να αλλάξει προς φιλολαϊκή κατεύθυνση τροφοδότησε η πρόσφατη εκλογή Μακρόν στην προεδρία της Γαλλίας. Οι διακηρύξεις του Μακρόν για την ενίσχυση της λεγόμενης «εμβάθυνσης» της ΕΕ, οι συναντήσεις και οι κοινές δηλώσεις του με την καγκελάριο της Γερμανίας, που παρουσιάστηκαν από αστικά επιτελεία ως «σχέδιο Μερκρόν» για την ΕΕ και εκ νέου προσέγγιση του «γαλλογερμανικού άξονα», «κουκουλώνοντας» βέβαια τις πολύ μεγάλες αντιθέσεις που υπονομεύουν εν τη γενέσει τους τα σχετικά σχέδια, έδωσαν νέα ώθηση στη συζήτηση για το μέλλον της ιμπεριαλιστικής ένωσης, με τα αστικά επιτελεία στο εσωτερικό της χώρας να επισημαίνουν την ανάγκη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ να παρέμβει πιο ενεργά στην εν λόγω συζήτηση, διεκδικώντας για λογαριασμό της εγχώριας αστικής τάξης «αναβαθμισμένους ρόλους» και κυρίως «να μη μείνει ουραγός» σε μια τέτοια προσπάθεια.

Οι εξελίξεις αυτές, όπως και το εκ νέου φούντωμα της σχετικής συζήτησης, ενώ σε επίπεδο ΕΕ συζητιούνται οι «εκθέσεις προβληματισμού» της Κομισιόν για το μέλλον της, βασισμένες στα «5 σενάρια» που παρουσιάστηκαν την άνοιξη από τον Ζ. Κ. Γιούνκερ, έρχονται σε μια περίοδο που οι ανταγωνισμοί με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, τη Ρωσία, την Κίνα, τις λεγόμενες χώρες του BRICS οξύνονται, μεγαλώνοντας και τους περιβόητους «γεωπολιτικούς κινδύνους» στα διάφορα μέτωπα των ανταγωνισμών, κι ενώ την ίδια ώρα οι ανταγωνισμοί και η ανισομετρία των καπιταλιστικών οικονομιών δοκιμάζουν «παραδοσιακές» ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, όπως αυτή με τις ΗΠΑ, αλλά και τη συνοχή της ίδιας της ιμπεριαλιστικής ένωσης, όπως επιβεβαίωσε και το Brexit.

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο η «επιθυμία για βαθιές αλλαγές», ώστε η ΕΕ «να πάρει τις τύχες της στα δικά της χέρια», δεν αφορά τίποτα περισσότερο από την προσπάθεια για τη θωράκιση των όποιων κοινών συμφερόντων των ευρωενωσιακών μονοπωλίων έναντι των ανταγωνιστών τους. Προσπάθεια που περιλαμβάνει και την πρόσκαιρη και με ημερομηνία λήξης προσπάθεια «συμβιβασμών» ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα των καπιταλιστικών κρατών που συγκροτούν την ιμπεριαλιστική ένωση, για τη διατήρηση της συνοχής της. Το «επιχείρημα» εξάλλου προς τις αστικές τάξεις έχει καταγραφεί και στη Διακήρυξη της Ρώμης τον περασμένο Μάρτη: «Ως ξεχωριστές μονάδες θα περιθωριοποιηθούν από τις παγκόσμιες δυναμικές».

Μια ματιά στη σχετική συζήτηση μπορεί να πείσει για το πραγματικό περιεχόμενό της, που είναι πέρα ως πέρα εχθρικό για τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα.

Σχέδια επί χάρτου...

Το πρώτο ζήτημα που βρίσκεται στο επίκεντρο αφορά τις διεργασίες για τη λεγόμενη παραπέρα «εμβάθυνση» της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης, της ΟΝΕ, τάση που αποτυπώνει το σχετικό «έγγραφο προβληματισμού» που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα τέλη Μάη.

Τι περιλαμβάνει η σχετική συζήτηση;

  • Το ζήτημα της «ολοκλήρωσης μιας πραγματικής Χρηματοοικονομικής Ενωσης», της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης «με μέτρα που θα καθιστούν τις ευρωπαϊκές τράπεζες ανθεκτικότερες» και την προώθηση της Ενωσης Κεφαλαιαγορών «προκειμένου να προσφερθούν διαφορετικές και καινοτόμες δυνατότητες χρηματοδότησης μεταξύ άλλων μέσω των κεφαλαιαγορών». Τι αφορούν οι προσπάθειες αυτές; Την ανάγκη ισχυροποίησης του τραπεζικού συστήματος ως βασικού μοχλού δανειοδότησης της καπιταλιστικής ανάκαμψης, αλλά και τις σφοδρές ενδοκαπιταλιστικές αντιπαραθέσεις για το ποιος θα «κρατάει» το μοχλό αυτό στα χέρια του, με το βλέμμα στη μοιρασιά της λείας για τα μονοπώλια του κάθε καπιταλιστικού κράτους. Και επιπλέον τους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς σχετικά με τον επιμερισμό των κινδύνων και της ενδεχόμενης χασούρας σε περίπτωση νέων κλυδωνισμών, όπως άλλωστε αποτυπώνει και η πρόσφατη αντιπαράθεση για την ανακεφαλαιοποίηση των ιταλικών τραπεζών.
  • Την «επίτευξη μιας πιο ολοκληρωμένης Οικονομικής και Δημοσιονομικής Ενωσης», την ενίσχυση δηλαδή των περιβόητων «Ευρωπαϊκών Εξαμήνων», όπου μεταξύ άλλων εξετάζεται και η δυνατότητα σύνδεσης της χρηματοδοτικής στήριξης από τον προϋπολογισμό της ΕΕ με τις διαρθρωτικές «μεταρρυθμίσεις», δηλαδή με δέσμες επιπλέον μέτρων για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων και αντίστροφα με ποινές αποκλεισμού από τα εν λόγω κονδύλια για χώρες που δεν προωθούν τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Τι σημαίνουν όλα αυτά για τους λαούς; Μνημόνια διαρκείας και αντιλαϊκά μέτρα χωρίς τέλος για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
  • Αλλαγές στην «αρχιτεκτονική» της Ευρωζώνης, με ενδεχόμενο καθιέρωσης μόνιμου προέδρου του Γιούρογκρουπ, ενιαία εξωτερική εκπροσώπηση της Ευρωζώνης σε ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και σκέψεις για «ένα δημόσιο ταμείο της Ζώνης του Ευρώ - ενδεχομένως με έναν προϋπολογισμό της Ζώνης του Ευρώ - καθώς και ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο».
...και μεγάλες αντιθέσεις που θα πληρώσουν και πάλι οι λαοί

Στα σχέδια αυτά, που μάλιστα παρουσιάζονται προκλητικά ως τάχα ενίσχυση της «δημοκρατικής λογοδοσίας της ΕΕ» προκειμένου οι λαοί να στρατευτούν στους στόχους του κεφαλαίου, αντανακλώνται διαφορετικά συμφέροντα και βλέψεις των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, δεδομένης και της μεταξύ τους «ψαλίδας» που άνοιξε περισσότερο τα προηγούμενα χρόνια στο έδαφος της καπιταλιστικής ανισομετρίας.

Ετσι, παρά τις κοινές διακηρύξεις, είναι φανερό ότι κάθε δύναμη βλέπει διαφορετικά τις αλλαγές προς την κατεύθυνση της «εμβάθυνσης» της ΕΕ. Η γερμανική αστική τάξη βλέπει τους στόχους της στον ανταγωνισμό με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως οι ΗΠΑ, να περνάνε μέσα από μια «ενισχυμένη» Ευρωζώνη, με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) να μιλάει πρόσφατα για «μεταρρυθμιστική πειθαρχία», «ενίσχυση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων», νέα εργαλεία «για ανθεκτικότερη Ευρωζώνη» και «ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο» ως απαραίτητες προϋποθέσεις για τα συμφέροντα των γερμανικών μονοπωλίων. Ενώ δυνάμεις όπως η Γαλλία ζητούν από τη μία τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να αξιοποιήσουν σε μεγαλύτερο βαθμό εργαλεία για την υποβοήθηση των δικών τους μονοπωλίων, και από την άλλη την εμβάθυνση της Ευρωζώνης, ώστε να αναλάβει η Γερμανία στην πράξη ρόλο εγγυητή για τα υπερχρεωμένα κράτη και τις προβληματικές μεγάλες τράπεζες της ΕΕ.

Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει αποδειχτεί και από την ιστορική πείρα, οι όποιες κοινές στοχεύσεις των αστικών τάξεων της ιμπεριαλιστικής διακρατικής συμμαχίας, οι διακηρύξεις περί σύγκλισης κ.ο.κ. δεν μπορούν να αναιρέσουν τον ανταγωνισμό και τις αποκλίσεις συμφερόντων μεταξύ τους, οι οποίες οξύνονται. Αιτίες, η επίδραση του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης, αλλά και το μεγάλο υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο, η απαξίωση του οποίου παραμένει ακόμα ζητούμενο για να ξαναπάρουν ορμητικά μπρος οι καπιταλιστικές οικονομίες, με την κάθε μεριά όμως να προσπαθεί να ρίξει τη χασούρα στην άλλη.

Το βασικότερο βέβαια είναι ότι «προϋπόθεση» όλων των σχετικών σεναρίων αποτελούν οι συνεχείς θυσίες και τα μέτρα βαθέματος της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, για την ανάκαμψη και θωράκιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Οι αναδιαρθρώσεις εξάλλου - οι περιβόητες «μεταρρυθμίσεις» - αφορούν τη φτηνή εργατική δύναμη και τη βελτίωση της ικανότητας του κράτους να διασφαλίζει τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, που αποτελούν το βασικό στόχο της ΕΕ.

Χαρακτηριστικό είναι πως στην προαναφερθείσα «επαναπροσέγγιση» του γαλλογερμανικού άξονα, που περιγράφουν τα αστικά επιτελεία, καθοριστικό όπως λένε ρόλο παίζει το ζήτημα της «αποφασιστικότητας» της νέας γαλλικής κυβέρνησης να εφαρμόσει τις αντεργατικές ανατροπές, όπως τη γενίκευση των επιχειρησιακών συμβάσεων, το πετσόκομμα των επιδομάτων ανεργίας, την επέκταση των προγραμμάτων μαθητείας, οι οποίες περιλαμβάνονται στο πρώτο πακέτο μέτρων που συζήτησε την περασμένη βδομάδα το γαλλικό υπουργικό συμβούλιο και αναμένεται να προωθηθεί έως τον Σεπτέμβρη. Αλλά και η «δημοσιονομική πειθαρχία», με τον υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας να δηλώνει μέσα στη βδομάδα πως «τα τελευταία 30 χρόνια η Γαλλία είναι εθισμένη στις δημόσιες δαπάνες», αναγγέλλοντας «εξέταση» των δαπανών σε όλους τους δημόσιους τομείς και αξιοποιώντας το επιχείρημα ότι η χώρα πρέπει να ελέγξει το δημόσιο έλλειμμα.

Αναζητώντας «στρατηγική αυτονομία» στις ιμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις

Αλλά και το άλλο βασικό σκέλος της σχετικής συζήτησης για το μέλλον της ιμπεριαλιστικής ένωσης είναι πέρα ως πέρα ενδεικτικό. Πρόκειται για τα σχέδια σχετικά με την «Πολιτική Ασφάλειας και Αμυνας» της ιμπεριαλιστικής ένωσης, ένα πραγματικό προσκλητήριο συσπείρωσης για τη συμμετοχή της ΕΕ στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για τον έλεγχο και το ξαναμοίρασμα των αγορών και των εδαφών με οικονομική σημασία, των δρόμων μεταφοράς εμπορευμάτων και Ενέργειας.

Τα πρόσφατα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που «συμφωνεί για την ανάγκη να ξεκινήσει μια περιεκτική και φιλόδοξη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (Pesco)» των κρατών - μελών, η οποία αφορά τις Ενοπλες Δυνάμεις τους και τις πολεμικές τους βιομηχανίες, η ανακοίνωση της Κομισιόν για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου Αμυνας, η αναβάθμιση των Σχηματισμών Μάχης της ΕΕ και των αποστολών της ΕΕ, η συμφωνία για μεγαλύτερη διασύνδεση στο επίπεδο των πληροφοριών μεταξύ των μηχανισμών καταστολής στο εσωτερικό. Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ότι η ΕΕ, μέσα από διαφορετικές προσεγγίσεις, που αντανακλούν και τα διαφορετικά συμφέροντα των καπιταλιστικών κρατών που τη συγκροτούν, κάνει ωστόσο με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς βήματα για τη συγκρότηση των δικών της, αυτοτελών στρατιωτικών μηχανισμών, ικανών να υπηρετήσουν τα συμφέροντα των ευρωενωσιακών μονοπωλίων.

Ενδεικτικά ως προς αυτό είναι τα όσα είπε στις αρχές του μήνα ο Ζ. Κ. Γιούνκερ, μιλώντας στη Διάσκεψη για την Αμυνα και την Ασφάλεια στην Ευρώπη και παρουσιάζοντας το «έγγραφο προβληματισμού για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Αμυνας», που περιέχει τα 3 βασικά σενάρια για το μέλλον του «αμυντικού δόγματος» της ιμπεριαλιστικής ένωσης: «Η προστασία της Ευρώπης δεν μπορεί πλέον να ανατεθεί σε εξωτερικούς συνεργάτες. Ακόμα και οι μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις μας - και μπορώ να τις υπολογίσω σε μία, το πολύ δύο - δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν όλες τις προκλήσεις και απειλές μόνες. Κι ούτε χρειάζεται να κοιτάξουμε πολύ πέρα από την πόρτα μας για να δούμε ότι ο πόλεμος δεν είναι κάτι στο παρελθόν», προσθέτοντας πως «δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να υπερασπιστούμε τα συμφέροντα μας στη Μ. Ανατολή, στην αλλαγή του κλίματος, στις εμπορικές μας συμφωνίες».

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, του ενεργότερου ρόλου στα πεδία των ιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων, εντάσσεται και το ολοένα μεγαλύτερο «ενδιαφέρον» της Γερμανίας, της Γαλλίας και συνολικά της ΕΕ για την Αφρική, με πρόσχημα τη διαχείριση του Προσφυγικού και την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας». Αποκαλύπτοντας βέβαια τις πραγματικές στοχεύσεις, ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Α. Ταγιάνι έγραφε πρόσφατα πως «δεν μπορούμε να αφήσουμε την Αφρική στην Κίνα».

Ο λαός να γράψει το δικό του «σενάριο»

Ετσι είτε αλλιώς, σε όποια τους εκδοχή, τα σενάρια γράφονται πάνω στους στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου, που έχουν ως προϋπόθεση το τσάκισμα του λαού, ενώ ανοίγουν την πόρτα σε επικίνδυνες εξελίξεις για τους λαούς. Με όποια «αρχιτεκτονική», ο χαρακτήρας της ΕΕ ως ιμπεριαλιστικής διακρατικής ένωσης, ένωσης του κεφαλαίου, δεν αλλάζει. Ο λαός όχι μόνο δεν έχει να περιμένει τίποτα καλύτερο για τη ζωή του από μια ενδεχόμενη αναμόρφωση της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, αλλά αντίθετα πρέπει να οργανώσει την πάλη του ενάντια στο κεφάλαιο, την εξουσία του, τα κόμματά του και τις ενώσεις του σε όλες τους τις εκδοχές, για να διεκδικήσει τα σύγχρονα δικαιώματά του.


Τ. Γαλ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ