Τελευταίο μέρος
Στα δύο προηγούμενα άρθρα αναφερθήκαμε στην προβολή των αστικών επιχειρημάτων περί «απόλυτης ελευθερίας» και «ελευθερίας δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων», το γιατί προβάλλονται, ποιο είναι το ταξικό τους περιεχόμενο. Σήμερα, στο τρίτο και τελευταίο μέρος, θα αναφερθούμε σε ένα ακόμη επιχείρημα της άρχουσας τάξης, αυτό της «ελευθερίας της προσωπικής ζωής» και το περιεχόμενο που του δίνουν, προκειμένου να ενσωματώνουν το λαό και ιδιαίτερα τη νεολαία στο εκμεταλλευτικό σύστημα.
Τα επιτελεία αναπαραγωγής της αστικής ιδεολογίας, αναφέρονται στο ζήτημα της ελευθερίας στην προσωπική ζωή, επιδιώκοντας να μεταφέρουν την ουσία του θέματος από την πολιτική και κοινωνική ζωή στην προσωπική.
Δηλαδή, στον καπιταλισμό είσαι ελεύθερος να αναπτύξεις όπως θέλεις την προσωπικότητά σου, να διαλέξεις τη δουλιά σου, τα γούστα σου, την ψυχαγωγία σου... ενώ ο σοσιαλισμός σημαίνει ισοπέδωση της προσωπικότητας και καταναγκασμός.
Με αυτές τις αντιλήψεις, η αστική τάξη καλλιεργεί τη συνείδηση του ότι υπεύθυνος για τα προβλήματα που έχει κάποιος είναι ο ίδιος. Λένε «όποιος θέλει να δουλέψει θα βρει δουλιά», «οι άξιοι προχωρούν έστω και με δυσκολίες» και «οι εφοπλιστές πολλές φορές ξεκίνησαν από εργάτες»...
Καθένας, όμως, αντιλαμβάνεται το πόσο έξω από την πραγματικότητα είναι αυτά, το ποιες ελεύθερες επιλογές εγγυάται ο καπιταλισμός. Αντίθετα, ο σοσιαλισμός εγγυάται τα δικαιώματα της νέας γενιάς στη δουλιά, στη διαρκή μόρφωση, στον πολιτισμό και την άθληση. Ο καπιταλισμός κάθε μέρα πνίγει χιλιάδες ταλέντα, «θάβει» τεράστιες δημιουργικές δυνάμεις της νεολαίας. Ο σοσιαλισμός από τα πρώτα βήματα του νέου στην κοινωνική ζωή, παίρνει όλα τα μέτρα, δίνει όλη του τη φροντίδα για να μη μείνει καμιά πλευρά των δημιουργικών δυνατοτήτων της νεολαίας αναξιοποίητη. Για να ανθίσουν ολόπλευρα όλες οι ζωντανές δυνάμεις της.
Αλλά και ο ελεύθερος χρόνος στον καπιταλισμό κάθε άλλο παρά ελεύθερος είναι. Οταν τα μονοπώλια της τέχνης ελέγχουν ασφυκτικά την πολιτιστική ζωή, «καναλιζάρουν» --μαζί με τα Μέσα Ενημέρωσης-- τα γούστα και τις προτιμήσεις της νέας γενιάς, έτσι που η ψυχαγωγία, η πολιτιστική ζωή να χάνει κάθε δημιουργικό στοιχείο, να εκφυλίζεται σε εκτόνωση και αποπροσανατολισμό που εξασφαλίζουν την παθητικότητα και την υποταγή.
Σε αυτή τους την προσπάθεια, ποντάρουν στους διωγμούς του λαϊκού κινήματος στη χώρα μας και καλλιεργούν κλίμα «λαθολογίας» για να κρατήσουν τη νεολαία μακριά από την επιρροή της ΚΝΕ.
Ταυτόχρονα, επιχειρούν να προβάλουν τα προβλήματα της προσωπικής ζωής (σχέσεις των δύο φύλων, οικογένεια, αποξένωση, μοναξιά κλπ.) αποκομμένα από τις κοινωνικές ρίζες που τα γεννούν και σε αντιπαράθεση με την οργανωμένη πολιτική πάλη.
Στην ίδια κατεύθυνση χρησιμοποιούνται οι απόψεις και οι πρακτικές αναρχοαυτόνομων και περιθωριακών ομάδων που αναζητούν «κοινοβιακές νησίδες επικοινωνίας», αναζητούν την ελευθερία και την προσωπική ολοκλήρωση στη δήθεν «σεξουαλική απελευθέρωση», στον ανορθολογικό τρόπο ζωής ακόμα και στη χρήση ναρκωτικών.
Επιδιώκεται, ακόμη, να υποκατασταθεί η οργανωμένη πάλη με τον πόλεμο «των φύλων» ή τον πόλεμο «των γενεών», δηλαδή από μια περιθωριακή, αφομοιωμένη από την αστική τάξη, «αμφισβήτηση», που αμφισβητεί πριν απ' όλα το οργανωμένο κίνημα και στρέφεται ενάντιά του.
Ετσι, η ελευθερία ταυτίζεται με τη φυγή από την πραγματικότητα, που φυσικά δεν αλλάζει με αυτό τον τρόπο.
Η συνειδητή επαναστατική πάλη είναι αυτή που δίνει τη δυνατότητα στο νέο να αντιμετωπίσει και αυτά τα προβλήματα ιδεολογικά τεκμηριωμένα. Να ζήσει μια δημιουργική ζωή, αισιόδοξη και με πλούσιο περιεχόμενο, βασισμένη σε σταθερές αξίες και ιδανικά και όχι σε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες.
Αναφέρονται στην «αποϊδεολογικοποίηση» της πολιτικής, την οποία και επιδιώκουν συγκροτημένα, ταυτίζοντας την ιδεολογία με το δογματισμό και συσκοτίζοντας πως η έλλειψη ιδεολογίας μετατρέπει την πολιτική σε καιροσκοπισμό.
Αυτή ακριβώς είναι η κατεύθυνση του αστικού φιλελευθερισμού και μια σημαντική πλευρά τού λεγόμενου «ευρωπαϊκού ιδανικού».
Σαν προϋπόθεση της ελευθερίας και της δημοκρατίας εμφανίζεται «η πολιτική του μέτρου», «χωρίς ιδεολογικό φανατισμό και οξύτητες», που οδηγεί κατευθείαν στην ταξική συνεργασία, στη μέσα σε «καθωσπρέπει» αστικά πλαίσια πολιτική δράση.
Εδώ οδηγούν και οι μύθοι περί συμμετοχής, αφού η ελευθερία ταυτίζεται με τη «συμμετοχή» που σημαίνει όχι αγώνες και κινητοποιήσεις. Προβάλλεται, τελικά, η ελευθερία του να βολεύονται οι «από κάτω» με τα ψίχουλα και οι «από πάνω» με την πίπα. Με άλλα λόγια, να παρακολουθούν οι εκμεταλλευόμενοι τους εκμεταλλευτές τους, όταν αυτοί παίρνουν αποφάσεις και να νομίζουν ότι τις παίρνουν οι ίδιοι.
Σημαντικός είναι ο ισχυρισμός τους πως «η ελευθερία δε συμβιβάζεται με τη συμμετοχή στην ΚΝΕ».
Γνωρίζουμε, βέβαια, πως κύριο μέλημα της άρχουσας τάξης είναι να εμποδίσει τη στράτευση της νεολαίας μέσα από τις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος.
Ενας βασικός στόχος της επίθεσής της είναι οι αρχές συγκρότησης και λειτουργίας του επαναστατικού κόμματος νέου τύπου, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός.
Η αστική τάξη εξασκεί διαρκή και εντονότατη ιδεολογική πίεση στη νεολαία και πιο ειδικά στα μέλη της ΚΝΕ. Αξιοποιώντας τους σοσιαλδημοκράτες, τους αναθεωρητές και τους δήθεν αναρχοαυτόνομους: