Τίποτα καλό δεν έχουν να περιμένουν οι λαοί από μια διευθέτηση που υπηρετεί το σχεδιασμό ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και της ελληνικής αστικής τάξης στην περιοχή, οξύνοντας παραπέρα τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς
Απ' αυτήν τη σκοπιά, όποια συμφωνία κι αν υπάρξει ανάμεσα στις κυβερνήσεις Ελλάδας και ΠΓΔΜ, θα ανοίγει το δρόμο για ισχυροποίηση και επέκταση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια, οξύνοντας τον ανταγωνισμό με τη Ρωσία και άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που προσπαθούν να επεκτείνουν την επιρροή και τα συμφέροντα των μονοπωλίων τους στην περιοχή.
Θα πρόκειται επί της ουσίας για μια συμφωνία ευρωενωσιακή και ΝΑΤΟική και άρα επικίνδυνη εξαρχής για τους λαούς και τα συμφέροντά τους, ευνοϊκή όμως για την ελληνική αστική τάξη, που ο σχεδιασμός της για ανάδειξη της Ελλάδας σε διαμετακομιστικό και ενεργειακό κέντρο «κουμπώνει» με την «ευρωατλαντική ολοκλήρωση» της περιοχής, στην οποία η κυβέρνηση αναλαμβάνει ρόλο σημαιοφόρου.
Σε τελική ανάλυση, αυτό που θα φέρει η κυβέρνηση για κύρωση στη Βουλή (όταν και όπως το φέρει), θα είναι ο πολεμοκάπηλος, αντιλαϊκός ευρωΝΑΤΟικός σχεδιασμός, που ταυτίζεται με το συμφέρον της ντόπιας αστικής τάξης και όχι μόνο δεν απαλλάσσει τον ελληνικό και τους άλλους λαούς από κανένα πρόβλημα, αλλά θα τους δημιουργήσει και νέα. Οχι μόνο δεν διασφαλίζει τη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή, αλλά βάζει την Ελλάδα ακόμα περισσότερο στο «μάτι του κυκλώνα» των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, που οξύνονται σε όλο το τόξο από τη Βαλτική μέχρι τη Β. Αφρική.
Ο πραγματικός χαρακτήρας των επιδιωκόμενων διευθετήσεων βγαίνει στην επιφάνεια όσο πλησιάζει η ώρα για όλες τις αστικές δυνάμεις στην Ελλάδα να τοποθετηθούν απέναντι σε μια ενδεχόμενη συμφωνία. Ετσι, στον ανταγωνισμό της με τη ΝΔ, η κυβέρνηση αξιοποιεί τη δική της αδιαμφισβήτητη προσήλωση στο σχεδιασμό ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και της ντόπιας αστικής τάξης, για να στριμώξει τη ΝΔ, που εκφράζει «επιφυλάξεις» σε επιμέρους πλευρές μιας πιθανής συμφωνίας.
Ετσι εξηγείται, για παράδειγμα, γιατί η κυβερνητική «Αυγή» έγραφε πριν από μερικές μέρες «φόρα παρτίδα» ότι «τυχόν συμφωνία επί του "Μακεδονικού" θα "ξεκλειδώσει" τον δρόμο της ΠΓΔΜ προς το ΝΑΤΟ και την ΕΕ - και αυτός ο σχεδιασμός εντάσσεται σε ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο των Βρυξελλών, αλλά και της Ουάσιγκτον, για ανάσχεση της ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια και για "κλείδωμα" τυχόν "κερκόπορτας" προς το εσωτερικό της ΕΕ (...) στην Αθήνα αλλά και στα Σκόπια υπάρχει πλήρης κατανόηση ότι οι διαπραγματεύσεις δεν αφορούν μόνο τις δύο χώρες (...) αλλά το "Μακεδονικό" είναι μία - αλλά μεγάλη και σοβαρή... - ψηφίδα σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό παζλ στα Βαλκάνια».
Σε ανύποπτο χρόνο, εξάλλου, οι σχεδιασμοί που σήμερα ξεδιπλώνονται πιο καθαρά αναλύονταν απ' τον γγ του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, ο οποίος το Φλεβάρη του 2017 δήλωνε πως το ΝΑΤΟ βοηθάει κυβερνήσεις των Δυτικών Βαλκανίων να δημιουργήσουν «σώματα συλλογής πληροφοριών και άμυνας» για να «αντισταθούν σε ξένη, ιδιαίτερα ρωσική, πολιτική επιρροή».
Επισκεπτόμενος το Σαράγεβο, είχε ισχυριστεί πως το ΝΑΤΟ έχει υπόψη του πληροφορίες για αυξανόμενη ρωσική επιρροή στα Βαλκάνια και για ρωσική επέμβαση σε πολιτικές διαδικασίες στο Μαυροβούνιο. «Ο καλύτερος τρόπος για να αυξηθεί η αντοχή έναντι οποιουδήποτε είδους εξωτερικής επιρροής ή εν δυνάμει επιρροής, είναι να διασφαλιστεί ότι οι θεσμοί στις διάφορες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων είναι ισχυροί, εκσυγχρονισμένοι και μεταρρυθμισμένοι», ανέφερε ο Στόλτενμπεργκ, θέτοντας κι αυτός τον επείγοντα χαρακτήρα της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης».
Ο ίδιος πολύ πρόσφατα δήλωσε σχετικά και με την επερχόμενη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ πως «ο κύριος στόχος είναι να συνεχίσουμε να διασφαλίζουμε ότι το ΝΑΤΟ προσαρμόζεται, αλλάζει, σε έναν κόσμο που αλλάζει. Τόσο στο γεγονός ότι βλέπουμε πιο ισχυρή τη Ρωσία, αλλά και στη βία που βλέπουμε στο Νότο, στο Ιράκ, στη Συρία και την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση». Και πρόσθεσε για το ρόλο που παίζει στην υλοποίηση αυτών των σχεδιασμών η ελληνική κυβέρνηση, ότι «η Ελλάδα διαδραματίζει βασικό ρόλο στην προσαρμογή αυτή. Η Ελλάδα είναι πολύτιμη και αποτελεί βασικό σύμμαχο του ΝΑΤΟ (...) εκτιμώ πραγματικά την ισχυρή συμβολή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ».
Αλλωστε, η επισήμανση της ανάγκης για λήψη μέτρων ανάσχεσης της επιρροής ξένων δυνάμεων συνοδεύει σταθερά κάθε καταγραφή στα ευρωενωσιακά ντοκουμέντα που αφορούν στα Βαλκάνια, ενώ έχουν παρθεί αποφάσεις να κατευθυνθούν σε αυτά τεράστια κονδύλια για υποδομές, διασύνδεση δικτύων κ.ά., υλοποιώντας ένα σχεδιασμό κρίσιμο για την κερδοφορία των ευρωενωσιακών μονοπωλίων, στον ανταγωνισμό τους με εκείνα άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων και καπιταλιστικών κρατών.
Σε αυτόν το σχεδιασμό, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ συμμετέχει με πρωταγωνιστικό ρόλο, υπηρετώντας με συνέπεια τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης. Είναι χαρακτηριστικά τα όσα είπε ο Αλ. Τσίπρας, μιλώντας τις προάλλες στη ΓΣ του ΣΕΒ, όπου ενέταξε τη διαπραγμάτευση με την ΠΓΔΜ στη γενικότερη «αναπτυξιακή» στρατηγική της κυβέρνησης.
Οπως είπε ο πρωθυπουργός, η στάση της κυβέρνησης «διαμορφώνει μια νέα εικόνα για την Ελλάδα διεθνώς και ενισχύει το ρόλο της ως πυλώνα σταθερότητας σε μια περιοχή που στροβιλίζεται σε μια δίνη παράλληλων κρίσεων (...) Εμείς χωρίς περιστροφές τοποθετηθήκαμε και δουλέψαμε υπέρ της λύσης. Γιατί έτσι πιστεύουμε ότι μπορούμε να αποκαταστήσουμε την πρωταγωνιστική θέση της χώρας στα Βαλκάνια. Κάτι που θα έχει ευρύτερες ευεργετικές συνέπειες όχι μόνο στη γεωπολιτική σκακιέρα, αλλά και στον τομέα της οικονομίας και της επιχειρηματικότητας. Θα δημιουργήσει μια νέα δυναμική ανάπτυξης στην περιοχή των Βαλκανίων. Μια νέα προοπτική συνεργασίας με όλες τις χώρες της περιοχής μας. Και θα ανακόψει ταυτόχρονα βλέψεις οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας άλλων δυνάμεων, όπως της Τουρκίας για παράδειγμα».
Είναι φανερή μέσα από τα λόγια του πρωθυπουργού η επιδίωξη της αστικής τάξης για αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή, μέσα από την υπηρέτηση των σχεδίων ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, που θα οξύνει ακόμα περισσότερο τις αντιθέσεις με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και καπιταλιστικά κράτη.
Το γεγονός εξάλλου ότι ο χαρακτήρας, το χρονοδιάγραμμα και το περιεχόμενο της όποιας συμφωνίας έρθει για το «κλείσιμο» του Σκοπιανού, καθορίζονται απ' το στόχο της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης», που ενσωματώνει ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα και εξελίσσεται ανταγωνιστικά προς τους σχεδιασμούς άλλων ιμπεριαλιστικών κρατών και κέντρων στη Βαλκανική, φάνηκε και απ' τις δηλώσεις του Αλ. Τσίπρα μετά τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ - Δυτικών Βαλκανίων.
Επιβεβαιώνοντας ότι αυτό είναι το ζητούμενο των παζαριών και ότι τα άλλα κρίσιμα ζητήματα, όπως η απαλοιφή των αλυτρωτισμών, η εγγύηση των συνόρων και οι αλλαγές στο Σύνταγμα, έρχονται σε δεύτερη μοίρα, ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι ναι μεν η ελληνική πλευρά «δεν αισθάνεται την πίεση της κλεψύδρας, υπάρχει όμως κλεψύδρα για την έναρξη ενταξιακής διαδικασίας, στις 25 Ιούνη, και έτσι πρέπει πολύ σύντομα να έχουμε μια εξέλιξη».
Αλλά και ο Ζ. Ζάεφ στο ίδιο ακριβώς πνεύμα ανέφερε: «Αν δεν βρούμε λύση στο πρόβλημα που έχει η Ελλάδα με το συνταγματικό μας όνομα, πρόσκληση ένταξης στο ΝΑΤΟ δεν θα λάβουμε» και «μπορούμε να λάβουμε καθεστώς συνδεδεμένου μέλους κατά το πρότυπο της Σουηδίας και άλλων χωρών... Ομως, επιθυμία μας είναι η ένταξη στο ΝΑΤΟ. Εγώ δεν σκέφτομαι καν αν θα το λάβουμε ή όχι (σ.σ. καθεστώς συνδεδεμένου μέλους), επειδή περιμένω πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ»...
Συμφωνία για το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ μπορεί να υπάρξει, όχι όμως λύση απ' τη σκοπιά των συμφερόντων των λαών της περιοχής. Οι πρόσκαιροι συμβιβασμοί και οι διευθετήσεις με γνώμονα συμφέροντα ξένα και εχθρικά προς τα δικά τους κάθε άλλο παρά αποκλείουν τη συντήρηση και την αναζωπύρωση των εθνικισμών και αλυτρωτισμών, που αξιοποιούνται από τους ιμπεριαλιστές για να διαιρούν τους λαούς, να ανάβουν τη σπίθα του πολέμου και να επαναχαράσσουν σύνορα, στον ανταγωνισμό τους για το διαμοιρασμό σφαιρών επιρροής. Εξάλλου, απ' όσα διαρρέονται για τη συμφωνία που ψήνεται, φαίνεται ότι καμιά εγγύηση δεν θα υπάρχει για την απάλειψη αλυτρωτικών θέσεων από το Σύνταγμα της ΠΓΔΜ. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ κάθε άλλο παρά παράγοντας μη αμφισβήτησης συνόρων και κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Αλλωστε, οι λαοί των Βαλκανίων έχουν πικρή πείρα από τον βρώμικο ρόλο της ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή, με τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, την υπόθαλψη του αλβανικού και άλλων εθνικισμών, τη δημιουργία κρατών - προτεκτοράτων, τις ωμές επεμβάσεις και ανεβοκατέβασμα κυβερνήσεων, τον εξοπλισμό και χρηματοδότηση αυτονομιστικών στρατών, την εγκατάσταση βάσεων, τα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα που προκαλούν φρίκη.
Αυτοί που ευθύνονται για το αιματοκύλισμα των Βαλκανίων, που αναζωπύρωσαν το λεγόμενο «Μακεδονικό ζήτημα» μετά το διαμελισμό της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, εμφανίζονται τώρα ως οι εγγυητές μιας «λύσης» και ως κομιστές τάχα της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή.
Οπως στις αρχές της δεκαετίας του 1990, έτσι και σήμερα, το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου στην Ελλάδα συντάσσεται και συστρατεύεται στους ευρωΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς, αφού κριτήριο σταθερό και αναλλοίωτο της στάσης του ήταν και παραμένει το συμφέρον της αστικής τάξης που διεκδικεί κομμάτι της πίτας.
Ο ελληνικός λαός, όμως, όπως και όλοι οι λαοί της περιοχής, πατώντας και στα συμπεράσματα από την πείρα τους, δεν μπορούν παρά να απορρίψουν αυτούς τους σχεδιασμούς, να στηριχτούν στην αλληλεγγύη και στην πάλη τους, ενάντια σε ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την εμπλοκή τους σ' αυτόν. Κυρίως ενάντια στην αστική τάξη της κάθε χώρας, που μόνο η ανατροπή της εξουσίας της μπορεί να ανοίξει δρόμο σε ένα μέλλον φιλίας και ειρήνης, ευημερίας, χωρίς εκμετάλλευση, ανταγωνισμούς και πολέμους.