ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 19 Σεπτέμβρη 2015 - Κυριακή 20 Σεπτέμβρη 2015
Σελ. /32
ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ - ΑΝΤΙΛΑΪΚΕΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΕΙΣ
Στρατηγικές συμπλεύσεις με μπούσουλα την ανάκαμψη του κεφαλαίου

Η φωτογραφία είναι από πρόσφατη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, οι επεξεργασίες του οποίου αποτυπώνονται στα προγράμματα των κομμάτων της διαχείρισης
Η φωτογραφία είναι από πρόσφατη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, οι επεξεργασίες του οποίου αποτυπώνονται στα προγράμματα των κομμάτων της διαχείρισης
Μια σειρά από ταυτίσεις και συγκλίσεις σε επίπεδο διαχείρισης των υποθέσεων του ελληνικού κεφαλαίου ξεπηδούν από τη σύγκριση των προγραμματικών δεσμεύσεων και διακηρύξεων των κομμάτων της αστικής διαχείρισης με τα αιτήματα που πάγια αξιώνουν ο ΣΕΒ και οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι της χώρας.

Η σύμπλευση σε στρατηγική κατεύθυνση αποτυπώνεται ανάγλυφα και στο τρίτο μνημόνιο, ψηλά στην ατζέντα του οποίου βρίσκονται οι αναδιαρθρώσεις που κρίνονται αναγκαίες για την ανάκαμψη του κεφαλαίου, την απόσπαση πόντων ανταγωνιστικότητας, την προσέλκυση επενδύσεων και τη χρηματοδότησή τους με κρατικό χρήμα και άλλους τρόπους μέσα από νέα εργαλεία και μηχανισμούς, όπως τα κάθε είδους επενδυτικά πακέτα που προωθεί η ΕΕ.

Σε αυτό το πλαίσιο το «πρόγραμμα των πρώτων 100 ημερών» για τον όποιο επόμενο κυβερνητικό σχηματισμό, καταγράφεται με τη μορφή των «προαπαιτούμενων δράσεων» του μνημονίου.

Ανάμεσα στις διαρθρωτικού χαρακτήρα παρεμβάσεις, περιλαμβάνονται και οι παρακάτω:

Σχέδιο ολοκληρωμένης στρατηγικής για το χρηματοπιστωτικό τομέα, με στόχο τη διασφάλιση ρευστότητας, την προσέλκυση διεθνών επενδυτών και την επιστροφή των τραπεζών σε ιδιώτες, «όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν».

Συγκρότηση και λειτουργία διυπουργικής Επιτροπής για το χωροταξικό σχεδιασμό, με τη συμμετοχή σε αυτή και άλλων «ειδικών».

«Αναπροσαρμογή» των τιμολογίων της ΔΕΗ, με βάση το οριακό κόστος παραγωγής και ανάλογα με το «προφίλ» του καταναλωτή, ζήτημα που ενδιαφέρει τους Ελληνες βιομηχάνους.

Σε ό,τι αφορά τις εσωτερικές θαλάσσιες μεταφορές, μέχρι τα τέλη Οκτώβρη, η κυβέρνηση θα ευθυγραμμίσει τις απαιτήσεις σε ναυτεργατικό δυναμικό για τις εγχώριες υπηρεσίες (ακτοπλοΐα) με εκείνες που ισχύουν για τις διεθνείς γραμμές και να θεσπίσει νομοθετικές αλλαγές.

Ανακοίνωση της δεσμευτικής προθεσμίας για την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ και του ΟΛΘ.

Αλλαγές στη νομοθεσία που αφορά το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, μέσω του οποίου διοχετεύονται οι ενισχύσεις στους τραπεζικούς ομίλους.

Σχέδιο για τις δημόσιες συμβάσεις, δηλαδή για την ανάθεση των έργων και υπηρεσιών από το κράτος στους ιδιώτες.

Πρόταση για την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ, ή «εναλλακτικά» την εφαρμογή άλλου μέτρου με «ισοδύναμα αποτελέσματα» σε ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό.

Ενίσχυση της διοικητικής και οικονομικής ανεξαρτησίας της ΡΑΕ.

«Αυστηρότερος ορισμός» για το αγροτικό επάγγελμα. Αυτό σημαίνει την απογείωση της φοροληστείας απέναντι στους φτωχούς αγρότες.

Το τρίτο μνημόνιο κάνει αναφορά στη «μεγαλύτερη συγκέντρωση της αγροτικής εκμετάλλευσης», σύμφωνα με τη στρατηγική για την «ανταγωνιστικότητα της γεωργίας», το πλαίσιο για την οποία θα θεσπισθεί μέχρι το Δεκέμβρη του 2015.

Πλήρη ισοδύναμα μέτρα, για τις δικαστικές αποφάσεις που ακυρώνουν τις μειώσεις σε συντάξεις.

Πλήρης εφαρμογή των εργαλειοθηκών του ΟΟΣΑ (τρόφιμα, ποτά, καύσιμα) και εκκίνηση της διαδικασίας για χονδρικό και ηλεκτρονικό εμπόριο, μεταποίηση, ΜΜΕ.

Νομοθετικό πλαίσιο για την αξιολόγηση των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα κ.ά.

Η παραγωγική ανασυγκρότηση του κεφαλαίου

Τα παραπάνω φωτίζουν σε αδρές γραμμές το πλέγμα των στρατηγικών συμπλεύσεων ανάμεσα στα κόμματα της αστικής διαχείρισης (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, ΑΝΕΛ). Αλλωστε, το ίδιο το μνημόνιο αποτελεί την ενιαία στρατηγική επιλογή των κυρίαρχων τμημάτων του κεφαλαίου και αυτό ανεξάρτητα από τις διαφορές που εντοπίζονται στα επιμέρους συμφέροντα που θα στηρίξει καθένας από αυτούς, προκειμένου να επέλθουν ρυθμοί καπιταλιστικής ανάκαμψης.

Μάλιστα, το σχέδιο της «παραγωγικής ανασυγκρότησης» προβλέπεται να ανακοινωθεί μέχρι την άνοιξη του 2016. Το σχέδιο αυτό, επεξεργάζονται, εδώ και καιρό τα αστικά επιτελεία και οι κυβερνήσεις, ενώ οι αναπροσαρμογές θα συνεχίζονται με γνώμονα και τις γενικότερες αβεβαιότητες και τα ρίσκα που εκδηλώνονται στις οικονομίες της Ευρωζώνης, όσο και συνολικά στην παγκόσμια οικονομία.

Σε κάθε περίπτωση, το κριτήριο είναι η απόσπαση επιχειρηματικών κερδών, ο προσανατολισμός σε εξαγωγικές δραστηριότητες στη διεθνή αγορά, η συμπίεση του κόστους παραγωγής. Τα παραπάνω έχουν ως προαπαιτούμενα τη γιγάντωση των επιχειρηματικών σχημάτων (συγχωνεύσεις εξαγορές κ.λπ.), προκειμένου να μειωθεί το επιχειρηματικό κόστος, επίσης τη διαμόρφωση υποδομών (οδικοί άξονες, λιμάνια, τροφοδοσία με πηγές Ενέργειας) κατάλληλων για τη διακίνηση των παραγόμενων εμπορευμάτων, σε «ανταγωνιστικές» τιμές. Η προσέλκυση των μονοπωλίων απαιτεί ακόμη σταθερό «επενδυτικό περιβάλλον», για το οποίο άλλωστε κόπτεται και ο ΣΕΒ, δηλαδή κρατικές ενισχύσεις, χαμηλούς συντελεστές φορολόγησης στα επιχειρηματικά κέρδη, «φιλικό περιβάλλον» σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των κονδυλίων στους κρατικούς προϋπολογισμούς για επενδύσεις, ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία στην «αγορά εργασίας», τόσο στους μισθούς και τις ασφαλιστικές εισφορές όσο και στις εργασιακές σχέσεις, στις απολύσεις κ.λπ.

Σε αυτό το πλαίσιο, η καπιταλιστική ανάκαμψη και ανάπτυξη, σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, έχει προϋπόθεση τα μόνιμα μνημόνια, τους ενισχυμένους κανόνες δημοσιονομικής εποπτείας, που ισχύουν σε ολόκληρη την ΕΕ, ανεξάρτητα από μηχανισμούς στήριξης και δανειακές συμβάσεις.

Φρέσκο κρατικό χρήμα στους επιχειρηματικούς ομίλους

Την ίδια ώρα, οι άξονες, γύρω από τους οποίους τα κόμματα αυτά προσαρμόζουν την πολιτική τους, αφορούν στις κρατικές και διακρατικές ενισχύσεις των ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων. Οι άξονες αυτοί είναι εκ των προτέρων δεδομένοι. Γύρω από αυτούς, ανεξάρτητα από επιμέρους μικροδιαφορές, διαπλέκεται η πολιτική ολόκληρου του φάσματος των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, όπως και των επιχειρηματικών ομίλων της χώρας.

Συγκεκριμένα:

Ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών: Η νέα δανειακή σύμβαση προβλέπει την ενίσχυση των τραπεζικών ομίλων με φρέσκα κεφάλαια ύψους μέχρι 25 δισ. ευρώ, ανάλογα με τις ανάγκες που θα προσδιοριστούν στο αμέσως προσεχές διάστημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, επαναλαμβάνει σήμερα και μάλιστα «καρμπόν» την επιχειρηματολογία των προκατόχων του στους κυβερνητικούς θώκους (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ) και όλοι μαζί με μια φωνή, προβάλλουν τους κινδύνους που συνεπάγονται για την οικονομία τυχόν κλυδωνισμοί ή ακόμη και «κανόνια» στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Από την πλευρά τους ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι κ.ά. κατηγορούν τη συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για την «καταστροφική πολιτική» που εφάρμοσε και που οδήγησε στην ανάγκη της νέας, τρίτης στη σειρά, ανακεφαλαιοποίησης. Και βέβαια, στο «διά ταύτα» όλοι συμφωνούν, γιατί αυτό έχει ανάγκη το κεφάλαιο σήμερα. Από την άλλη, τα ποσά που θα αποδοθούν, μέσω της δανειακής σύμβασης, για την ενίσχυση των τραπεζών, έρχονται να διογκώσουν το κρατικό χρέος, να φορτώσουν στο λαό και νέα βάρη και αυτό γιατί, σε αυτήν τη φάση, μόνο έτσι μπορούν να υπηρετηθούν οι ανάγκες του κεφαλαίου.

Την ίδια ώρα, στο προσκήνιο αλλά και στο παρασκήνιο, διεξάγεται έντονη διαπάλη ανάμεσα σε ιδιώτες σημερινούς μεγαλομετόχους των τραπεζών με άλλους επίδοξους «επενδυτές», γύρω από τους όρους της ανακεφαλαιοποίησης, το ύψος που αυτές θα έχουν για κάθε τράπεζα, τους τρόπους υπολογισμού των κεφαλαιακών αναγκών και των υποθηκευμένων στις τράπεζες ακινήτων και μια σειρά από άλλα «τεχνικά» ζητήματα. Αυτά, με τη σειρά τους, σχετίζονται με τον τρόπο διαχείρισης των «κόκκινων δανείων», με το άνοιγμα της κάνουλας του νέου δανεισμού προς τις ισχυρές επιχειρήσεις και ομίλους, με τον τρόπο διαχείρισης επιχειρήσεων ή και ολόκληρων κλάδων της οικονομίας, με μεγάλα «ανοίγματα» στις τράπεζες. Σε αυτό το επίπεδο, πράγματι εκδηλώνονται αντιθέσεις και ανάμεσα στα κόμματα της αστικής διαχείρισης και όχι βέβαια για την ανακούφιση των υπερχρεωμένων λαϊκών νοικοκυριών.

ΕΣΠΑ - Επενδυτικά πακέτα: Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών αποτελεί το αναγκαίο βήμα, προκειμένου αυτές να μετάσχουν στη χρηματοδότηση - δανειοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων ταυτόχρονα και σε συνδυασμό με τα κρατικά και διακρατικά πακέτα, που αφορούν στην ανάκαμψη των κερδοφόρων επενδύσεων. Στο επίπεδο του πολιτικού σκηνικού, τα κόμματα της αστικής διαχείρισης έχουν στην προμετωπίδα των προγραμμάτων και διακηρύξεών τους, τους τρόπους απορρόφησης του προβλεπόμενου πακτωλού από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ, το λεγόμενο «επενδυτικό πακέτο - Γιούνκερ», τα προγράμματα της ποσοτικής χαλάρωσης από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σε αυτό πλαίσιο, νεοδημοκράτες, σοσιαλδημοκράτες, η «πρώτη φορά Αριστερά», «ποταμίσιοι» και άλλοι, παρά και τις επιμέρους αντιθέσεις τους, εμφανίζονται σε ένα αξεδιάλυτο κουβάρι, αυτό των διαχειριστών του εκμεταλλευτικού συστήματος.

Η αξιοποίηση του ΕΣΠΑ και του επενδυτικού πακέτου Γιούνκερ αποτελεί μία ακόμη στρατηγικού χαρακτήρα σύμπλευση ολόκληρου του φάσματος των κομμάτων της καπιταλιστικής διαχείρισης, με κοινό στόχο να τονωθούν οι κερδοφόρες επενδύσεις του κεφαλαίου. Η αποδέσμευση του προβλεπόμενου πακτωλού με τα 35 δισ. ευρώ, όπως επίσης και στην περίπτωση της «ελάφρυνσης» στον τρόπο αποπληρωμής του κρατικού χρέους, της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών κ.ά., έχουν ως όρο και προϋπόθεση την εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων του μνημονίου.

«Η Ελλάδα πρέπει να βασιστεί στη συμφωνημένη στρατηγική ανάκαμψης και να επεξεργαστεί μια γνήσια στρατηγική ανάπτυξης, την οποία θα ενστερνιστεί και θα καθοδηγήσει η ίδια». Αυτό αναφέρεται χαρακτηριστικά στο τρίτο μνημόνιο, σύμφωνα με το οποίο η ανάκαμψη του κεφαλαίου προϋποθέτει την ομοβροντία με τα προβλεπόμενα αντιλαϊκά μέτρα, και μάλιστα σε συνδυασμό με «τη συμφωνία για την υλοποίηση του ΕΣΠΑ και άλλες βέλτιστες πρακτικές».

Πρόσφατα, αναφερόμενος στο ΕΣΠΑ, ο υπηρεσιακός υπουργός Οικονομίας, Ν. Χριστοδουλάκης, χαρακτήρισε ως το σημαντικότερο πρόβλημα της οικονομίας την «αποεπένδυση», εκτιμώντας ότι η «λύση του προβλήματος» απαιτεί την προσέλκυση κεφαλαίων ύψους 100 δισ. ευρώ μέχρι το 2020. Τα 80 δισ. ευρώ πρέπει να αναζητηθούν από ιδιώτες, Ελληνες και ξένους, ενώ κάνοντας ειδική αναφορά στον υπό διαμόρφωση νέο «αναπτυξιακό νόμο», σημείωσε ότι θα στραφεί προς τη στήριξη επιχειρήσεων δυναμικών, με εξωστρέφεια και δυνατότητα δημιουργίας θέσεων εργασίας. Η προσέλκυση κερδοφόρων επενδύσεων και μάλιστα σε μαζική κλίμακα, έχει ως όρο και προϋπόθεση τη διαμόρφωση του κατάλληλου κλίματος «επιχειρηματικής εμπιστοσύνης», την εφαρμογή και απόδοση των αντιλαϊκών μέτρων διαρθρωτικού και δημοσιονομικού χαρακτήρα (αύξηση κρατικών εσόδων - μείωση δαπανών). Και, βεβαίως, ο Ν. Χριστοδουλάκης αν και υπηρεσιακός υπουργός Οικονομίας «τρέχει» τη δημιουργία προϋποθέσεων για την καπιταλιστική ανάκαμψη, ώστε η κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές να βρει όσο γίνεται έτοιμες τις επενδυτικές συνθήκες, τις συνθήκες ενίσχυσης των επιχειρηματικών ομίλων.

Χαρακτηριστική είναι και η πρόσφατη τοποθέτηση του ΣΕΒ, σύμφωνα με τον οποίο το μνημόνιο αποτελεί «εφαλτήριο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας», καλώντας μάλιστα το αστικό πολιτικό προσωπικό να το αποδεχθεί ως τέτοιο. Σε αυτό το πλαίσιο, οι Ελληνες βιομήχανοι, για λογαριασμό και των άλλων τμημάτων του κεφαλαίου, τονίζουν: «Το ζητούμενο πλέον είναι η κυβέρνηση που θα προκύψει να στοιχηθεί πλήρως πίσω από τις επιδιώξεις του συμφωνηθέντος προγράμματος προσαρμογής και να το εφαρμόσει έγκαιρα και αποτελεσματικά, καθώς αυτή είναι όντως η τελευταία προσπάθεια ανόρθωσης της ελληνικής οικονομίας». Σε κάθε περίπτωση, η ανάκαμψη του κεφαλαίου και της ανταγωνιστικότητάς του θα συμβαδίζει με τη διαρκή βαρβαρότητα απέναντι στο λαό.

Κρατικό χρέος: Κεντρικό ζητούμενο για το εγχώριο κεφάλαιο είναι η επάνοδος του αστικού κράτους στις διεθνείς χρηματαγορές, προς αναζήτηση δανείων, χωρίς τα οποία οι καπιταλιστικές οικονομίες, ανεξάρτητα από τη θέση τους στην πυραμίδα της ανταγωνιστικότητας, δεν μπορούν να προχωρήσουν ούτε ρούπι. Μάλιστα, η «βιωσιμότητα» και η «αξιολόγησή» του κρατικού χρέους αποτελούν το «διαβατήριο» των μονοπωλίων και των ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων του κάθε κράτους σε ό,τι αφορά την προσέλκυση επενδυτών, την άντληση φρέσκων κεφαλαίων, προκειμένου να τονωθούν οι κερδοφόρες επενδύσεις και συνολικά η καπιταλιστική οικονομία.

Σε αυτήν τη βεντάλια, εκδηλώνονται κόντρες και αντιθέσεις του κεφαλαίου, σε συνδυασμό βέβαια με τις γενικότερες εξελίξεις στις οικονομίες της Ευρωζώνης, αλλά και της «αβεβαιότητας» που αφορά στους αδύναμους κρίκους της, όπως η ελληνική οικονομία, που δεν μπορούν να ακολουθήσουν την κλίμακα της ανταγωνιστικότητας.

Σήμερα, πλέον, οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί (Ευρωζώνη - ΔΝΤ), στο πλαίσιο ενός μεταξύ τους διαφαινόμενου συμβιβασμού, αλλάζουν τα κριτήρια «βιωσιμότητας». Ως νέο κριτήριο για τη «βιωσιμότητα» του κρατικού χρέους έβαλε την ετήσια αποπληρωμή ποσών μέχρι το 15% του ΑΕΠ, βγάζοντας έτσι από το κάδρο της «βιωσιμότητας» τη διαμόρφωση της μάζας του κρατικού χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ.

Η αποπληρωμή κρατικού χρέους μέχρι 15% του ΑΕΠ, σε σημερινούς όρους, μεταφράζεται σε πληρωμές τοκοχρεολυσίων ύψους 27 δισ. ευρώ το χρόνο ! Παράλληλα, η όποια ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και του ΑΕΠ, θα σηματοδοτεί την αποπληρωμή ακόμη μεγαλύτερων ποσών στα επόμενα χρόνια. Επί της ουσίας, πρόκειται για την εφαρμογή, διά της πλαγίας, της λεγόμενης «ρήτρας ανάπτυξης» για την εξυπηρέτηση του χρέους, που αποδείχνεται εξίσου καταστροφική για το λαό.

Το ίδιο το κρατικό χρέος, στο σύνολό του, αποτελεί υπόθεση ξένη και εχθρική προς τα λαϊκά συμφέροντα. Συνδέεται αναπόσπαστα με τη φάση του οικονομικού κύκλου της αναπαραγωγής του κεφαλαίου, τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης ή πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας, αποτελεί σημαντικό εργαλείο διαχείρισης της ανάγκης για κερδοφόρες επενδύσεις.


Συνταγές των κομμάτων διαχείρισης από τα κιτάπια του κεφαλαίου

Ο ΣΥΡΙΖΑ, στο «Σχέδιο κυβερνητικού προγράμματος» που παρουσίασε ενόψει των εκλογών, ανάμεσα σε άλλα, τονίζει: «Ο σχεδιασμός του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία: Τη διασφάλιση των απαραίτητων χρηματοδοτικών πόρων και εργαλείων. Την προσπάθεια να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας μέσω διαρθρωτικών αλλαγών, αντί μέσω της μείωσης των μισθών».

Χαρακτηριστικές είναι και οι «Παραγωγικές προτεραιότητες», σε πλήρη ταύτιση με τους αντίστοιχους κλάδους που ιεραρχεί το εγχώριο κεφάλαιο: αγροτική - κτηνοτροφική παραγωγή και αλιεία, ενέργεια, βιομηχανία, μεταφορές, νέες τεχνολογίες, τουρισμός, κατασκευές.

Λόγος, εξάλλου, γίνεται για μια «νέα επιχειρηματικότητα, που να συνδυάζει την παραγωγή υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας προϊόντων και υπηρεσιών με μια νέα μορφή επιχειρηματικής διακυβέρνησης, μέσα από συνεργατικά σχήματα».

Η ΝΔ μιλά για: «Ενίσχυση της ρευστότητας, επανεκκίνηση της οικονομίας, βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος, αποκρατικοποιήσεις, σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών, απενοχοποίηση της έννοιας της επιχειρηματικότητας και της έννοιας του κέρδους, στήριξη των επιχειρήσεων που κάνουν έστω και μία πρόσληψη», που αποτελούν τους βασικούς άξονες του προγράμματός της, όπως τους περιέγραψε στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση ο Ευ. Μεϊμαράκης. Η ΝΔ, επίσης, ιεραρχεί την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων σε τουρισμό, ναυτιλία, αγροτική παραγωγή, μεταποίηση, έρευνα - καινοτομία, που είναι οι προς επιλογή κλάδοι που θα ενισχυθούν μέσω του «εθνικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης» που θα επεξεργαστεί μια «εθνική ομάδα σχεδιασμού», όπου θα συμμετέχουν και παραγωγικοί φορείς, δίνοντας εκεί απευθείας «θεσμικό» λόγο σε εργοδοτικούς φορείς, όπως έχει ζητήσει ανοιχτά π.χ. ο ΣΕΒ.

Ο ΣΕΒ, από την πλευρά του, βλέπει δυνατότητες ανάπτυξης στους εξής κλάδους: Γεωργία, μεταποίηση, μεταφορές, υποδομές, ενέργεια, τουρισμός, κατασκευές και αγορά ακινήτων.

Παράλληλα, το νέο αναπτυξιακό μοντέλο σε όφελος των μονοπωλίων συνδυάζεται με την αποβολή των μικρότερων επιχειρήσεων και επαγγελματιών, που δεν καταφέρνουν να ακολουθήσουν τους ρυθμούς της ανταγωνιστικότητας. Ο ΣΕΒ, χαρακτηριστικά, σημειώνει ότι «συντηρούμε έναν ιδιωτικό τομέα που βρίθει από επιχειρήσεις με χαμηλή προστιθέμενη αξία, με τεχνολογική καθυστέρηση, με ασθενή εξαγωγικό προσανατολισμό». Και βέβαια, το τελευταίο δε θα το βρει κανείς έτσι στα προεκλογικά προγράμματα και τις διακηρύξεις. Είναι μια διεργασία που συντελείται ταυτόχρονα με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων, από τις κρατικές και διακρατικές ενισχύσεις, τη φτηνή τραπεζική χρηματοδότηση, από την πτώση του εργατικού «κόστους» και τη φτηνή ανθρώπινη εργασία. Θα το βρει, όμως, στα προγράμματά τους με την αναφορά σε ενίσχυση των επιχειρήσεων καινοτομίας, νέων τεχνολογιών, παραγωγή υψηλής προστιθέμενης αξίας κ.λπ.

Ομολογίες εξυπηρέτησης βιομηχάνων

Οι εγχώριοι βιομήχανοι αξιώνουν μέτρα μείωσης του «μη μισθολογικού κόστους», όπως την παροχή φορολογικών κινήτρων για τους εργοδότες που αυξάνουν τις θέσεις εργασίας (π.χ. μείωση φόρου εισοδήματος αντίστοιχη με το κόστος επιδόματος ανεργίας για κάθε νέα θέση εργασίας), χρηματοδότηση για κατάρτιση και πρακτική άσκηση των νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας.

Ποτάμι: «Το μη μισθολογικό κόστος εργασίας θα πρέπει να μειωθεί και κυρίως οι ασφαλιστικές εισφορές, που εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά υψηλές. Η μείωση θα έχει θετική επίδραση στην ανταγωνιστικότητα, στην απασχόληση, στον περιορισμό της αδήλωτης εργασίας και στην παραγωγικότητα των μικρών επιχειρήσεων».

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με το κυβερνητικό πρόγραμμά του, ομολογεί ότι στην ερχόμενη τριετία θα έχει ολοκληρώσει τις παρακάτω 9 ιδιωτικοποιήσεις: Περιφερειακά αεροδρόμια, Ελληνικό, Αστέρας Βουλιαγμένης, Αφάντου (Ρόδος), ΔΕΣΦΑ, ΟΛΠ, ΟΛΘ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ - ROSCO, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών. Οι λίστες των ιδιωτικοποιήσεων συμπληρώνονται από το ειδικό παράρτημα που συνοδεύει το τρίτο μνημόνιο. Μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται ΔΕΗ, ΔΕΠΑ, ΕΛΠΕ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, Εγνατία Οδός, ΕΛΤΑ και μια σειρά από άλλες νευραλγικές υποδομές, που σήμερα βρίσκονται, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, στην ιδιοκτησία του αστικού κράτους. Σε αυτά, βέβαια, συμφωνούν και τα άλλα κόμματα που τρέχουν στον ίδιο δρόμο, αυτόν της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Σ' αυτό το πλαίσιο, η καπιταλιστική ανάπτυξη συνεπάγεται τη μονιμοποίηση των αντεργατικών μέτρων που ήδη έχουν παρθεί στη φάση της καπιταλιστικής κρίσης και την επέκτασή τους, γιατί μόνο έτσι μπορεί να ενισχυθεί και να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, στη διαρκή διαπάλη για την απόσπαση κομματιών της επιχειρηματικής πίτας στην αγορά και των κερδών.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ