Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί ένα τεράστιο ψεύδος. Είναι γεγονός ότι η καπιταλιστική κρίση και το δημόσιο χρέος λειτούργησαν ως καταλύτες, επιτάχυναν την υλοποίηση των αντεργατικών - αντιλαϊκών μέτρων. Ομως τα μέτρα αυτά δεν αποφασίστηκαν τώρα. Εχουν σχεδιαστεί και δρομολογηθεί εδώ και χρόνια και ως κεντρική στρατηγική της ΕΕ στόχος είναι να εφαρμοστούν σε όλα τα κράτη - μέλη της.
Η τρικομματική κυβέρνηση εξετάζει διάφορα σενάρια για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.
Το ένα σενάριο είναι η αύξηση του γενικού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 χρόνια και ως δήθεν εναλλακτικές «λύσεις» παρουσιάζει:
Η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης αποτελεί πάγια πολιτική της ΕΕ. Καταγράφεται και επαναπροσδιορίζεται τις δύο τελευταίες δεκαετίες σε όλα τα σχετικά της έγγραφα που παρουσιάζεται η στρατηγική της όπως έχει συνδιαμορφωθεί από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της. Πριν λίγους μήνες στη «Λευκή Βίβλο» για τα συνταξιοδοτικά συστήματα σημείωνε: «Η μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων που θα αυξάνει το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας (σ.σ. δηλαδή αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης), θα είναι ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης». Και προτείνει δύο τρόπους για την επίτευξη αυτού του στόχου:
Η ταύτιση του στόχου (αύξηση των ορίων), αλλά και εν μέρει των σεναρίων της τρικομματικής κυβέρνησης με τις θέσεις της ΕΕ δεν είναι συμπτωματικές. Ακόμα και η κριτική που ασκούν είναι ίδια. Ο υπουργός Εργασίας αποκαλεί την πρόωρη συνταξιοδότηση «στρέβλωση» και η ΕΕ «αδικαιολόγητη επιλογή».
Ταυτόχρονα, εξετάζονται μέτρα δραστικής περικοπής των συντάξεων όπως: Κλιμακωτή μείωση από 3% έως 15% στις κύριες συντάξεις, ξεκινώντας από τις συντάξεις των 700 ευρώ. Η επιβολή πολύ χαμηλού ανώτατου ορίου (πλαφόν) στις συνολικές συνταξιοδοτικές αποδοχές. Η κατάργηση της 13ης και 14ης επικουρικής σύνταξης. Η μείωση και των αγροτικών συντάξεων κατά 30 ευρώ. Η μείωση των εφάπαξ από 10% έως 40% και άλλα.
Τόσο η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης όσο και το πετσόκομμα των συντάξεων υπηρετούν το στόχο που η ΕΕ θέτει για τη μείωση των δημόσιων δαπανών για συντάξεις. Επιπλέον υπογραμμίζεται η ανάγκη περαιτέρω «ανάπτυξης των συμπληρωματικών συνταξιοδοτικών συστημάτων», δηλαδή των ιδιωτικών ασφαλιστικών συστημάτων που απομυζούν παραπέρα τους ασφαλισμένους και λειτουργούν με βάση τις καθορισμένες εισφορές αλλά όχι παροχές. Δηλαδή οι εργαζόμενοι ξέρουν τι εισφορές θα δώσουν, αλλά δεν ξέρουν αν και πόση σύνταξη θα πάρουν.
Οι εργάτες και τα λαϊκά στρώματα δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να θεωρήσουν ως αναγκαία και αναπότρεπτα τα μέτρα αυτά. Είναι επιλογές που εξυπηρετούν τις ανάγκες του κεφαλαίου σε βάρος των δικών τους αναγκών. Οι εργαζόμενοι έχουν αντικειμενικά τη δύναμη και πρέπει να την αξιοποιήσουν για να αποτρέψουν τους σχεδιασμούς αυτούς. Με συσπείρωση και πάλη μέσα από το ΠΑΜΕ. Με οργάνωση στα συνδικάτα, με ανατροπή των συσχετισμών στο εργατικό κίνημα υπέρ των αγωνιστικών, ταξικών δυνάμεων.
Αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο να χάσουν κάθε δυνατότητα θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος βρίσκονται εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, αν η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ προχωρήσει στην αύξηση των ελάχιστων ημερών ασφάλισης (στα 6.000 ένσημα απ' τα 4.500 που είναι σήμερα) όπως εξετάζεται μεταξύ άλλων.
Η συγκεκριμένη απόφαση της συγκυβέρνησης θα αποτελέσει κόλαφο για τους εργαζόμενους, αφού στις σημερινές συνθήκες κρίσης, με την τεράστια ανεργία, τη μαύρη εργασία, την υποαπασχόληση και τη μερική απασχόληση, θα έχει σαν αποτέλεσμα όλο και λιγότεροι να μπορούν να συμπληρώνουν τα απαραίτητα ένσημα ακόμα και για την κατώτερη σύνταξη των 486 ευρώ.
Ενδεικτικά σε αυτήν την κατεύθυνση είναι τα στοιχεία του ΙΚΑ που συσχετίζουν τον αριθμό εργαζομένων με τις ημέρες ασφάλισης. Σύμφωνα με αυτά, το 2010, ο μέσος όρος ημερών ασφάλισης των εργαζομένων (κοινές επιχειρήσεις και οικοδομικά έργα) μέσα σε ένα χρόνο ήταν 204,5 ένσημα το χρόνο, το οποίο σημαίνει πως για να συμπληρώσει ένας εργαζόμενος τα 4.500 ένσημα που απαιτούνταν για την κατώτατη σύνταξη χρειαζόταν να δουλέψει 22 χρόνια (συνεχούς εργασίας). Για τη συμπλήρωση των 6.000 ενσήμων, θα χρειάζονται 29,3 χρόνια δουλειάς για να πάρει κανείς την κατώτατη σύνταξη.
Αυτό, όμως, αποτελεί μόνο τη μια όψη του βάρβαρου νομίσματος. Η άλλη είναι ότι υπάρχουν επαγγέλματα στα οποία οι εργαζόμενοι δε θα πάρουν στην πραγματικότητα ούτε κι αυτή την κατώτατη σύνταξη. Χαρακτηριστικότερο όλων είναι το παράδειγμα των οικοδόμων. Σύμφωνα και πάλι με τα στοιχεία του ΙΚΑ, το 2010 ο μέσος όρος των ημερών ασφάλισης στο έτος για τους εργαζόμενους στην οικοδομή ήταν μόλις 72,8 ένσημα. Δηλαδή, ένας οικοδόμος, με βάση αυτά τα ένσημα, για να φτάσει τις 6.000 ημέρες ασφάλισης και να πάρει την κατώτατη σύνταξη, θα πρέπει να δουλεύει ...82,4 χρόνια! Μια ζωή ολόκληρη και πάλι δε θα πάρει σύνταξη... Αντίστοιχα, όμως, και οι εργαζόμενοι στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, όπου η ανεργία φτάνει στο 90%, βρίσκονται σε οικτρή θέση.
Αλλά και οι ξενοδοχοϋπάλληλοι, που εργάζονται εποχιακά, και που συνήθως «με το ζόρι» συμπληρώνουν τα 100 ένσημα το χρόνο που απαιτούνται για να μπουν στο ταμείο ανεργίας, θα πρέπει να εργάζονται 60 ολόκληρα χρόνια για να πάρουν την κατώτατη σύνταξη.
Κι όλα αυτά τη στιγμή που οι άνεργοι φτάνουν το 1.147.372 και ποσοστό 23,1%, δηλαδή περίπου 1 στους 4 είναι άνεργος.
Σύμφωνα, δε, με τα στοιχεία του ΣΕΠΕ, τα ποσοστά μερικής και εκ περιτροπής εργασίας σημείωσαν τεράστια αύξηση. Από 21% (198.227) το 2009 έφθασαν το 40,1% (301.858) το 2011 και 43,9% (138.046) το α' εξάμηνο του 2012. Ταυτόχρονα αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς οι αριθμοί των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης που μετατρέπονται σε συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης. Συγκεκριμένα:
Τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν πως όλο και λιγότεροι εργαζόμενοι δουλεύουν με πλήρη απασχόληση, άρα και με πλήρη ένσημα.
Από την άλλη, και το ποσοστό της «μαύρης εργασίας» έχει σημειώσει δραματική άνοδο, φτάνοντας στο 36,3% στο α' τετράμηνο του 2012, σύμφωνα και πάλι με τα στοιχεία του ΣΕΠΕ, εμφανίζοντας αύξηση κατά 7,7% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2011 που το ποσοστό των ανασφάλιστων εργαζομένων ήταν 28,9%. Ετσι ένα μεγάλο ποσοστό εργαζομένων (πάνω από 1 στους 3) δουλεύει χωρίς καν ένσημα.
Εξίσου αποκαλυπτικά, όμως, είναι και τα στοιχεία της υποαπασχόλησης, όπως αυτά προκύπτουν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Σύμφωνα με αυτά, για το γ' τετράμηνο του 2010, 934.844 εργαζόμενοι δουλεύουν μέχρι 30 ώρες τη βδομάδα.