ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Απρίλη 2015
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«Εντιμη» ή «οδυνηρή» η έκβαση της διαπραγμάτευσης θα 'ναι αντιλαϊκή

Η έννοια του «έντιμου συμβιβασμού» έχει εισβάλει στην καθημερινότητά μας, καθώς αποτελεί συστατικό στοιχείο της κυβερνητικής προπαγάνδας, σύμφωνα με την οποία ένας τέτοιος συμβιβασμός επιδιώκεται να είναι το επιστέγασμα της εν εξελίξει διαπραγμάτευσης με τους «θεσμούς». Βεβαίως, για να κριθεί ο «συμβιβασμός» πρέπει να κριθεί προηγουμένως το περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης, το οποίο αποκρύπτεται επιμελώς απ' το λαό. Να απαντηθεί το για ποιον γίνεται ο συμβιβασμός.

Στα διαβούλια της ΕΕ, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ διαπραγματεύεται τις αξιώσεις της αστικής τάξης της Ελλάδας για μέτρα που θα βοηθήσουν στην ανάκαμψη της κερδοφορίας της. Δεν διαπραγματεύεται φιλολαϊκά μέτρα κόντρα στα αντιλαϊκά που αντιπροτείνουν οι δανειστές. Το αντιλαϊκό αυτό περιεχόμενο προκαθορίζει και την έκβαση των παζαριών, ανεξάρτητα πώς αυτή θα βαφτιστεί από την κυβέρνηση και τα αστικά επιτελεία, στην προσπάθειά τους να χειραγωγήσουν το λαό να συναινέσει σε συμφωνίες ή εξελίξεις απ' τις οποίες θα βγει από χέρι χαμένος.

Διαπραγματευόμενη για τα συμφέροντα των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων, η κυβέρνηση πραγματικά επιδιώκει έναν «έντιμο συμβιβασμό» ανάμεσα σ' αυτά τα συμφέροντα και τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή της ελληνικής αστικής τάξης στις διακρατικές συμμαχίες του κεφαλαίου, στο φόντο μάλιστα των οξυμένων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στο εσωτερικό της Ευρωζώνης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό κεφάλαιο διεκδικεί μια «χαλάρωση» της περιοριστικής πολιτικής, μια «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, έτσι ώστε να μπορέσει να εξασφαλίσει περαιτέρω κρατική ενίσχυση, με «ζεστό» χρήμα και κάθε είδους άλλες «διευκολύνσεις» στις επενδύσεις του, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς του.

Αυτά τα ίδια συμφέροντα, η συγκυβέρνηση θα υπερασπίσει ακόμα και στο ενδεχόμενο μη συμφωνίας, στο ενδεχόμενο μιας αντιπαράθεσης, φορτώνοντας και αυτήν την επιλογή στις πλάτες του λαού που θα πληρώσει το κόστος, ενώ βεβαίως θα καλείται στο όνομα της «εθνικής υπερηφάνειας» να στηρίξει αυτές τις επιλογές.

Τροχιοδεικτικές βολές για τα επόμενα αντιλαϊκά μέτρα

Το ότι ο «έντιμος συμβιβασμός» δεν συνιστά κάποιου είδους χρυσή τομή ανάμεσα σε φιλολαϊκές και αντιλαϊκές προτάσεις προκύπτει και απ' το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει προηγουμένως αποδεχτεί το μνημονιακό πλαίσιο που βαραίνει αφόρητα κάθε εργατική - λαϊκή οικογένεια, έχει διαγράψει κάθε σκέψη για ανάκτηση απωλειών, έχει διαβεβαιώσει για την προσήλωσή της στο αντιλαϊκό πλαίσιο κανόνων της λυκοσυμμαχίας, έχει σηκώσει το «λάβαρο» των αναγκών του κεφαλαίου. Τι είδους συμβιβασμός, λοιπόν, θα μπορούσε να προκύψει μετά απ' όλα αυτά, μέσα σε ένα τόσο ασφυκτικό για το λαό πλαίσιο;

Οι στόχοι που θέτει η κυβέρνηση ταυτίζονται με οριστικό και αμετάκλητο ενταφιασμό των προσδοκιών που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καλλιεργήσει σε έναν κόσμο με επίκεντρο ορισμένες διακηρύξεις του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης, ενώ αφήνουν ανοιχτό το παράθυρο και για νέα επώδυνα μέτρα για το λαό.

Ούτως ή άλλως, το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης συντίθεται κατά κύριο λόγο από προτάσεις στήριξης των καπιταλιστικών επενδύσεων, προτάσεις στοχευμένες στην εξοικονόμηση πόρων στο κρατικό ταμείο που θα διοχετεύονται στη συνέχεια στο κεφάλαιο. Το μόνο σημείο αυτού του προγράμματος που αφορά στο λαό είναι αυτό που προβλέπει ορισμένα ψιχία για την άμβλυνση των φαινομένων ακραίας φτώχειας. Ψίχουλα που, μέσα σε 3 περίπου μήνες απ' τις εκλογές, μειώθηκαν περαιτέρω, φτάνοντας τελικά η κυβέρνηση να νομοθετήσει μια ελεημοσύνη 200 εκατομμυρίων ευρώ, που δεν φτάνουν ούτε για «ζήτω», ούτε για τσιρότα για τις αιμάσσουσες πληγές του λαού.

Το τελευταίο διάστημα, βεβαίως, και ενώ προχωρούν τα παζάρια με τους «εταίρους» για την «εξειδίκευση» της αντιλαϊκής συμφωνίας της 20ής Φλεβάρη, αλλά και για τη νέα συμφωνία που επιδιώκεται να την ακολουθήσει μετά τον Ιούνη, τα αστικά επιτελεία ολοένα και περισσότερο αναφέρονται σε έναν «οδυνηρό συμβιβασμό», επικαλούμενα ότι χάθηκε πολύτιμος χρόνος που έτρεξε σε βάρος της ελληνικής κυβέρνησης και των επιδιώξεών της.

Δεν εκφράζουν απλώς το παράπονό τους, επειδή καθώς φαίνεται οι αξιώσεις τους για αλλαγές στο μείγμα διαχείρισης που θα στήριζαν την ανάκαμψη κερδών στην Ελλάδα δεν φαίνεται να συγκεντρώνουν πολλές ελπίδες να υλοποιηθούν. Επιχειρούν να καλλιεργήσουν το έδαφος στο λαό όχι απλά και μόνο για τη διάψευση των προσδοκιών που έτρεφε, αλλά και για να αποδεχτεί μια ακόμα συμφωνία - λαιμητόμο για τα συμφέροντά του. Γνωρίζουν άλλωστε καλά ότι αυτό είναι το πλέον ασφαλές καταφύγιο για όσο τα «μποφόρ» της καπιταλιστικής κρίσης δεν πέφτουν. Η αφαίμαξη του λαού είναι η πλέον ασφαλής μέθοδος για να στηρίξουν την αναιμική ανάκαμψή τους.

Η καπιταλιστική οικονομία

Την Τρίτη, 31/3, στην εφημερίδα «Τα Νέα», υπήρχε ρεπορτάζ στο οποίο αναφερόταν: «Οι κλειστές κάνουλες των τραπεζών, η κατακόρυφη πτώση του τζίρου και η παύση πίστωσης από προμηθευτές του εξωτερικού συνθέτουν τη δραματική εικόνα της αγοράς». Αυτή η καταγραφή αποτυπώνει ανάγλυφα την αγωνία της αστικής τάξης για την πορεία της οικονομίας μετά από σχεδόν 6 χρόνια καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, καταστροφής κεφαλαίου και εργατικής δύναμης. Αποτυπώνει το φόβο της για νέα ύφεση. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του Γενάρη για την καπιταλιστική οικονομία είναι αποκαρδιωτικά για το κεφάλαιο και δείχνουν σημάδια κρίσης. Σύμφωνα με αυτά, μεγάλη επιδείνωση παρουσίασε ο δείκτης κύκλου εργασιών στη βιομηχανία το Γενάρη του 2015, υποχωρώντας κατά 16% σε σχέση με την υποχώρηση 5,2% του Γενάρη του 2014. Σχεδόν ίδια είναι η πορεία του δείκτη και σε σχέση με το Δεκέμβρη του 2014.

Κατά τα αστικά επιτελεία, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν αδυναμία εξόδου από την ύφεση της εγχώριας βιομηχανίας, ενώ προοιωνίζονται ακόμη χειρότερες μέρες, καθώς τα στοιχεία του Γενάρη δείχνουν ύφεση και σε κλάδους που μέχρι τώρα είχαν επιδείξει αντοχές, κυρίως λόγω του εξαγωγικού τους προσανατολισμού, όπως τα πετρελαιοειδή.

Από τα αναλυτικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η επιδείνωση οφείλεται στη μείωση του δείκτη κύκλου εργασιών μεταποιητικής βιομηχανίας κατά 16,2%, που εξηγείται από τη μείωση της εσωτερικής ζήτησης και τη μείωση εξαγωγών.

Ενδεικτικά του νέου κύκλου ύφεσης στον οποίο εισέρχεται η βιομηχανία, σύμφωνα με τον αστικό Τύπο, είναι τα συγκρίσιμα στοιχεία του δείκτη Γενάρη 2015 με το δείκτη Δεκέμβρη 2014, όπου το σύνολο των κλάδων εμφανίζει αρνητικό πρόσημο, με εξαίρεση τον κλάδο τροφίμων (5,6%), κλωστοϋφαντουργικών ειδών (18,7%), χημικών προϊόντων (2,9%) και βασικών μετάλλων (13,9%).

Τα στοιχεία ομολογούν ότι σκαλώνει η ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας της Ελλάδας, ότι ενδέχεται να πισωγυρίσει. Ολα αυτά σε συνδυασμό με τη στασιμότητα στην οικονομία της Ευρωζώνης καθιστούν για την αστική τάξη το πρόβλημα ακόμα πιο οξύ, πόσο μάλλον ότι συνοδεύεται από δυσκολία στη χρηματοδότησή της.

Οι γλαφυρές περιγραφές στον αστικό Τύπο κρούουν το κώδωνα του κινδύνου όπως έκαναν άλλωστε και παλιότερα, επισημαίνοντας την ανάγκη να επιταχυνθεί η υλοποίηση μέτρων στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης.

Με την καπιταλιστική οικονομία σ' αυτήν την κατάσταση, σε Ελλάδα και Ευρωζώνη, με τους ανταγωνισμούς να μαίνονται μεταξύ ιμπεριαλιστικών κέντρων και μονοπωλιακών ομίλων, είναι τουλάχιστον αυταπάτη να πιστεύει κανείς ότι υπάρχει η παραμικρή δυνατότητα όχι άσκησης φιλολαϊκής πολιτικής, αλλά και λήψης έστω μέτρων ουσιαστικής ανακούφισης του λαού και μάλιστα από κυβερνήσεις που υποκλίνονται στα προτάγματα όσων τσακίζουν τους λαούς. «Εντιμος» ή «οδυνηρός» ο συμβιβασμός ή η όποια έκβαση της διαπραγμάτευσης θα 'ναι από χέρι αντιλαϊκή. Αλλωστε, αιώνες καπιταλισμού αποδεικνύουν ότι είναι αδύνατο να συμβιβαστούν διαμετρικά αντίθετα ταξικά συμφέροντα. Οποτε ο λαός παρασύρθηκε να πιστέψει κάτι τέτοιο οδηγήθηκε σε πραγματική πανωλεθρία.

Γι' αυτό είναι κρίσιμο οι εργαζόμενοι να μην έχουν στάση αναμονής απέναντι στις εξελίξεις, στις διαπραγματεύσεις και τα παζάρια. Για τους εργαζόμενους, τα λαϊκά στρώματα είναι μονόδρομος η οργάνωση της πάλης τους για ανάκτηση των απωλειών τους, κατάργηση όλων των αντεργατικών - αντιλαϊκών νόμων, με ταυτόχρονη διεκδίκηση κάλυψης όλων των σύγχρονων αναγκών τους. Είναι σημαντικό να αναδειχθούν οι προϋποθέσεις που χρειάζονται, προκειμένου να υπάρξει διέξοδος υπέρ των λαϊκών - εργατικών συμφερόντων. Προϋποθέσεις που δεν παζαρεύονται, δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, ούτε αφορούν αντιπαραθέσεις για λογαριασμό του κεφαλαίου. Τέτοιες προϋποθέσεις είναι η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, ο κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας, η αποδέσμευση από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ, απ' όλες τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, η μη αναγνώριση του χρέους και η μονομερής διαγραφή του. Προϋποθέσεις που βεβαίως δεν χαρίζονται ούτε διαμορφώνονται με κυβερνητικές εναλλαγές εντός του σημερινού πλαισίου. Προϋποθέσεις που καταχτιούνται με αγώνα, με πάλη του λαού σε κατεύθυνση ρήξης με την ΕΕ, το κεφάλαιο, που απαιτούν ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων.


Β.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ