ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Οχτώβρη 2014
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Πάλη για Κοινωνική Ασφάλιση με σημαία τις σύγχρονες ανάγκες

Από παλιότερη κινητοποίηση
Από παλιότερη κινητοποίηση
Τα επίσημα στοιχεία για τις συντάξεις του μήνα Οκτώβρη επιβεβαιώνουν αυτό που εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι βιώνουν στο πετσί τους. Τη δραματική συρρίκνωση του εισοδήματός τους, την αδυναμία να καλύψουν με τις συντάξεις που αποδίδονται τις στοιχειώδεις ανάγκες τους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του «ΗΛΙΟΣ» για τον τρέχοντα μήνα, προκύπτει πως 1.035.824 κύριες συντάξεις (το 35,7% των κύριων συντάξεων) είναι κάτω των 500 ευρώ και αυτά μεικτά. Για την ακρίβεια, οι συντάξεις αυτές συγκεντρώνονται μεταξύ των ποσών 313,2 ευρώ μεικτά και 373,8 ευρώ μεικτά. Επιπλέον, ένα σημαντικό μέρος των κύριων συντάξεων (1.165.761) κυμαίνονται μεταξύ των 500 έως 1.000 ευρώ μεικτά. Στην πραγματικότητα, οι συντάξεις αυτές συγκεντρώνονται γύρω από το ποσό των 680 ευρώ μεικτά.

Από τα παραπάνω, χωρίς τη συσκότιση που επιχειρεί το υπουργείο Εργασίας, προκύπτει ότι τα 2,2 εκατομμύρια των κύριων συντάξεων συγκεντρώνονται γύρω από τα ποσά των 370 ευρώ και των 680 ευρώ μεικτά.

Παράλληλα με την δραματική κατάσταση των συνταξιούχων, επιδεινώνεται και η οικονομική κατάσταση των Ταμείων. Και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού η κρατική χρηματοδότηση για Κοινωνική Ασφάλιση και Περίθαλψη βαίνει συνεχώς μειούμενη, από 15,922 δισ. ευρώ πέρυσι, στα 14,390 δισ. ευρώ φέτος και στα 13,931 δισ. ευρώ το 2015. Δηλαδή, μεταξύ 2013 - 2015 η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης είναι της τάξης των 2 δισ. ευρώ.

Την ίδια στιγμή, η απαλλαγή των εργοδοτών κατά 5 μονάδες από τις ασφαλιστικές εισφορές οδηγεί το ΙΚΑ σε μείωση των πόρων του, τουλάχιστον κατά 1 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Αν στα παραπάνω συνυπολογιστεί η μονιμοποίηση των χαμηλών μισθών, η υψηλή εισφοροδιαφυγή αλλά και η υψηλή ανεργία, το κλείσιμο εκατοντάδων χιλιάδων μικρομάγαζων και οικογενειακών επιχειρήσεων και άρα η αδυναμία χιλιάδων αυτοαπασχολούμενων και αγροτών να καταβάλλουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές, μένοντας μάλιστα ανασφάλιστοι για χρόνια, τότε γίνεται φανερό ότι η κατάσταση των Ταμείων μέσα σε αυτό το πλαίσιο γίνεται οριακή.

Ακόμα χειρότερο το μέλλον

Ετσι, παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης και του υπουργείου Εργασίας για την ομαλή τάχα πορεία των ασφαλιστικών ταμείων και ότι δήθεν δε θα παρθούν νέα μέτρα, τα σχέδιά τους και η πραγματικότητα δείχνουν άλλα. Η συσσώρευση μάλιστα εκατοντάδων χιλιάδων καθυστερούμενων συντάξεων που δεν αποδίδονται σε εύλογο χρονικό διάστημα, είναι άλλη μια ένδειξη για την πορεία της Κοινωνικής Ασφάλισης.

Και βέβαια, για την κυβέρνηση, όπως και ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, η συνταγή είναι γνωστή: Μικρότερες συντάξεις ακόμα και από αυτές που αποδίδονται μέχρι τώρα, αύξηση του πραγματικού χρόνου ασφάλισης αλλά και των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, όπως κατ' επανάληψη έχει γίνει μέχρι τώρα και όπως ρητά προβλέπεται σε πλήθος ντοκουμέντων της ΕΕ.

Με δοσμένο το παραπάνω πλαίσιο, που δεν το αμφισβητούν, ο διαγκωνισμός κυβέρνησης - αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι αντιπαράθεση όχι για το πώς ο λαός θα βγει απ' αυτή την κατάσταση αλλά πώς η πολιτική που εφαρμόζεται και εκείνη που πλασάρεται ως «νέα» θα καταφέρουν, με το μαστίγιο ή το καρότο, να πείσουν λίγο - πολύ ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Αυτόν τον αντιλαϊκό μονόδρομο, παρά τις διαφορές που έχουν, υποδεικνύουν σήμερα και οι δύο αυτές πολιτικές δυνάμεις αλλά και άλλες που συνωστίζονται γύρω τους.

Μέσα σ' αυτήν την κατάσταση και στο μέλλον που έχει προδιαγραφεί, μπροστά στο λαϊκό κίνημα ορθώνεται αντικειμενικά το δίλημμα: Τι θα κάνουμε; Θα περιμένουμε τα επόμενα μέτρα; Θα συμβιβαστούμε με τα ψίχουλα που δίνουν ως συντάξεις σήμερα και που θα είναι ακόμα μικρότερες αύριο; Σε τελική ανάλυση, ποια είναι η προοπτική;

Για να εξυπηρετηθεί η κερδοφορία

Από τη σκοπιά των συμφερόντων του κεφαλαίου, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Η Κοινωνική Ασφάλιση είναι κόστος από το οποίο πρέπει να απαλλαγεί. Αυτό σημαίνει απόσυρση κράτους και επιχειρήσεων από την όποια συμμετοχή είχαν μέχρι τώρα στη χρηματοδότηση των Ταμείων. Συρρίκνωση των δημόσιων συστημάτων ασφάλισης και αντικατάστασή τους από συστήματα ιδιωτικά, για να ανοίξουν νέα πεδία δράσης και κερδοφορίας για το κεφάλαιο, ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, τράπεζες, επενδυτικά funds και στον τομέα των συντάξεων και στον τομέα της Υγείας.

Αυτή είναι η βασική κινητήρια δύναμη των ανατροπών στην Κοινωνική Ασφάλιση. Να γιατί απαιτείται η συρρίκνωση των παροχών της Κοινωνικής Ασφάλισης.

Να γιατί υποστηρίζουμε ότι η στρατηγική της ΕΕ και των εθνικών κυβερνήσεων, όπως και στην Ελλάδα, η ψήφιση και εφαρμογή σειράς αντιασφαλιστικών νομοθετημάτων που συρρίκνωσαν τις συντάξεις και τις παροχές και αύξησαν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης αλλά και τον εργάσιμο χρόνο, δεν υπαγορεύτηκαν ούτε από τη λεγόμενη «βιωσιμότητα» του συστήματος, ούτε από τα «ελλείμματα» των Ταμείων, ούτε βέβαια από τις δυσλειτουργίες και τις «αδικίες» του, όπως πολλές φορές ισχυρίζονται. Αλλωστε, τα όποια οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζουν τα Ταμεία είναι συνέπεια της δικής τους πολιτικής.

Ο πραγματικός λόγος πρέπει να αναζητηθεί στα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων και στην ενίσχυση του ανταγωνισμού τους. Συμφέροντα για τα οποία πρέπει να «εκκαθαριστεί» το τοπίο, να φύγουν από τη μέση τα εμπόδια και η κληρονομιά του «σοβιετικού μοντέλου», όπως προκλητικά γράφουν οι αστοί δημοσιολογούντες. Με μια κουβέντα, να εξαλειφθούν όλα τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων και να αντικατασταθούν από ένα ελάχιστο επίπεδο παροχών, στο ύψος των σημερινών προνοιακών επιδομάτων, που και αυτά με τη σειρά τους συρρικνώνονται, γιατί δήθεν κρίνονται αναποτελεσματικά και αντιπαραγωγικά!

Γι' αυτό άλλωστε και οι ανατροπές αφορούν όλα τα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεν είναι ούτε «ελληνικό φαινόμενο», ούτε «εθνική» ιδιορρυθμία. Τέτοιου είδους μέτρα, με τη μορφή καρμπόν, επιβλήθηκαν σε όλη την ευρωενωσιακή επικράτεια αλλά και σε άλλες καπιταλιστικές χώρες της υφηλίου και ισχυρές και πιο αδύναμες.

Σημείο εκκίνησης στην ΕΕ ήταν η Συνθήκη του Μάαστριχτ και η Λευκή Βίβλος. Η περίοδος, δηλαδή, που αλλάζουν οι παγκόσμιοι συσχετισμοί μετά τις ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες. Οι ρυθμοί επιβολής των μέτρων, βέβαια, είναι διαφορετικοί, ανάλογα με τη θέση της κάθε χώρας και το συσχετισμό δυνάμεων στο εσωτερικό τους. Ρυθμοί που στη χώρα μας επιταχύνθηκαν με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης, αφού οι δυνάμεις του κεφαλαίου βρέθηκαν σε πιο πλεονεκτική θέση απέναντι στο λαϊκό κίνημα.

Μόνο ο στόχος δεν άλλαξε, που πάντα παρέμενε ο ίδιος, ξεκινώντας ακόμα από τα πρώτα βασικά αντιασφαλιστικά νομοθετήματα, όπως ήταν ο λεγόμενος νόμος Σιούφα (2084/1992), για την «Αναμόρφωση της κοινωνικής ασφάλισης»!

Ζήτημα ταξικό

Κατά συνέπεια, όσοι σήμερα, μεταξύ αυτών και ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετωπίζουν το ασφαλιστικό ως ένα «οικονομικό ζήτημα», που εξαρτούν τις συντάξεις και τις παροχές της Κοινωνικής Ασφάλισης από την μεζούρα «ανάλογα με το τι αντέχει η οικονομία», όπως ανακοίνωσε ο Αλ. Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη, δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να υιοθετούν την αστική, αντιλαϊκή πολιτική.

Η άποψη αυτή αρνείται κατάφωρα το γεγονός ότι η Κοινωνική Ασφάλιση είναι δημιούργημα των ίδιων των εργαζομένων. «Τα Ταμεία χτίστηκαν στων εργατών τις πλάτες», όπως βροντοφώναζαν στις πορείες και απεργίες τους, συνταξιούχοι και εργαζόμενοι. Είναι καρπός των δικών τους αποκλειστικά εισφορών.

Η κρατική χρηματοδότηση των Ταμείων, που πάντα ήταν κάτω από τις ανάγκες, προέρχεται από τη σκληρή φορολογία του λαού, ενώ η συμμετοχή των εργοδοτών -όση απ' αυτή δίνονταν- από το απλήρωτο μέρος της υπερεργασίας των εργατών. Για να μην αναφερθούμε στα αποθεματικά των Ταμείων, που λεηλατήθηκαν από το αστικό κράτος και το κεφάλαιο και στα χέρια τους μετατράπηκαν σε εργοστάσια, καράβια, επιχειρήσεις, τράπεζες. Η μεταπολεμική καπιταλιστική ανάπτυξη στη χώρα μας στηρίχθηκε πάνω στη συσσώρευση που επιτεύχθηκε και μέσω των ασφαλιστικών Ταμείων.

Για ποιες, λοιπόν, «αντοχές της οικονομίας» μιλάει ο ΣΥΡΙΖΑ; Προφανώς για τις αντοχές των καπιταλιστών. Δηλαδή και πάλι οι λαϊκές ανάγκες, οι ανάγκες εργαζομένων και συνταξιούχων, των ασφαλισμένων αυτοαπασχολούμενων, των αγροτών, των επιστημόνων, σε Σύνταξη και Υγεία μπαίνουν κάτω από τη «Δαμόκλειο Σπάθη» της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Οι υποσχέσεις, οι «προγραμματικές» διακηρύξεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για απόδοση της 13ης σύνταξης μόνο σε όσους συνταξιούχους βρίσκονται στον πάτο του βαρελιού, με τον ισχυρισμό ότι αυτά «μπορούμε», είναι πρόγραμμα αποδοχής της φτώχειας για το μεγαλύτερο μέρος των συνταξιούχων. Είναι διαιώνιση και όχι «ανατροπή» της υπάρχουσας κατάστασης. Είναι προσπάθεια να πειστεί ο λαός ότι δεν υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις για να βελτιωθεί ριζικά η ζωή του. Να «εκπαιδευτεί» να υπομένει την μοίρα του. Και όχι να διεκδικεί την ικανοποίηση των αναγκών του, ως μοναδικού παραγωγού όλου του κοινωνικού πλούτου.

Κανείς συμβιβασμός με τις «αντοχές της οικονομίας»

Συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ, ενώ διαγκωνίζονται για την κυβερνητική εξουσία, την ίδια στιγμή συμπλέουν και συγκλίνουν στο κύριο: Οτι ο λαός πρέπει να υπομένει μέχρι να έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη. Η ανάπτυξη, όμως, που θα καθοδηγείται από τους καπιταλιστές και θα υπακούει στις αντοχές της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως ρητά διακηρύσσουν στο δημόσιο πολιτικό τους λόγο και οι δύο, δεν μπορεί να εξασφαλίσει ούτε το παρόν, ούτε το μέλλον της Κοινωνικής Ασφάλισης.

Βεβαίως, κάποια μερεμέτια μπορεί να έχουμε. Αλλαγές μπορεί να γίνουν. Τα μείγματα διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομίας και στο ζήτημα της Κοινωνικής Ασφάλισης άλλαξαν πολλές φορές στο διάστημα των επτά μεταπολεμικών δεκαετιών. Οπως άλλαξαν και πριν απ' αυτό. Δεν είναι και οι πρώτες αλλαγές στη διαχείριση αυτού του προβλήματος που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Ομως σε κάθε περίπτωση είναι επουσιώδεις. Ριζική αλλαγή προς όφελος των εργαζομένων και στον τομέα της Ασφάλισης δε θα έχουμε. Γιατί μέσα στις μυλόπετρες «των αντοχών της οικονομίας» δεν μπορεί να υπάρξει ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Ούτε στις συντάξεις, ούτε στην Υγεία.

Αλλωστε και πριν την καπιταλιστική κρίση, πριν την ψήφιση μιας σειράς αντιασφαλιστικών νόμων, οι συνταξιούχοι είχαν τη 13η και 14η σύνταξη, δεν πλήρωναν χαράτσια. Ομως αξιοπρεπείς συντάξεις δεν είχαν. Κάλυψη ιατροφαρμακευτική, δωρεάν, δημόσια και με βάση την πρόοδο της επιστήμης περίθαλψη, ούτε αυτή είχαν. Και πριν το 2009, ένας στους τέσσερις συνταξιούχους ήταν κάτω από το τότε επίσημο όριο της φτώχειας. Μήπως θα 'πρεπε τότε οι συνταξιούχοι, οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα να δηλώνουν ικανοποιημένοι; Μήπως θα 'πρεπε να έχουν παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις τους και τους αγώνες τους για να βελτιώσουν τη θέση τους;

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με τα ψίχουλα που υπόσχεται, προφανώς νιώθει ικανοποιημένος και τα στελέχη του κομπορρημονούν στα μέσα ενημέρωσης για το «φιλεργατικό» δήθεν πρόγραμμά του. Οι εργαζόμενοι όμως και οι συνταξιούχοι δεν μπορούν ούτε να χαίρονται, ούτε να χαμογελούν. Το αντίθετο. Στις μίζερες αυτές διακηρύξεις, στις Σειρήνες της προσαρμογής στα «όρια της οικονομίας», που τους υπαγορεύουν κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να αντιτάξουν την απαίτησή τους να ζήσουν στα όρια που υπαγορεύουν οι ανάγκες τους. Στα όρια που καθόρισαν οι ίδιοι με τον ιδρώτα τους και το αίμα τους, τα οποία ασύστολα τα σφετερίστηκαν και συνεχίζουν να τα σφετερίζονται οι καπιταλιστές και οι κυβερνήσεις τους.


Γ. Ζαχ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ