ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Μάρτη 2007
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η Κομμούνα του Παρισιού

Δίκη Κομμουνάρων
Δίκη Κομμουνάρων
«Βλέποντας ανήμποροι πως είμαστε, νόμους ενάντιά μας χαλκεύετε./ Δε σκύβουμε όμως άλλο το κεφάλι γιατί μας πρέπει η λευτεριά.../ Βλέποντας πως γευόμαστε την πείνα, δεν την μπορούμε άλλο την κλεψιά,/ Μακριά από τους φούρνους μας κρατάτε,/ άσπρο ψωμί η πείνα μας ζητά.../ Βλέποντας να υψώνετε παλάτια και στέγη πουθενά για μας/ Απόφαση να γίνουνε δικά μας!/ οι τρώγλες περίσσεψαν για μας.../ Βλέποντας να περισσεύει το κάρβουνο, χωρίς φωτιά παγώνουμε εμείς./ Απόφαση, το κάνουμε δικό μας να ζεσταθεί το κόκαλο μας.../ Βλέποντας πως καθόλου δεν μπορείτε να δώστε μεροδούλι ανθρωπιάς/ θα κάνουμε δικά μας τα εργοστάσια, είναι αρκετό αυτό για μας.../ Ξέροντας ότι στρέφετε ενάντιά μας τα φονικά σας όπλα, τα κανόνια/ χίλιες φορές ο θάνατος απ' τη μιζέρια την αιώνια./ Βλέποντας πως η Κυβέρνηση αυτή, τα όσα μας τάζει δεν τηρεί/ απόφαση να χτίσουμε καλή ζωή, που εμείς θα κυβερνάμε./ Κι αφού η μόνη γλώσσα που ακούτε είναι η βουή των κανονιών μας/ τότε εμείς γυρνάμε καταπάνω σας των πυροβόλων μας την μπούκα».

Μπερτολτ Μπρεχτ1

Στις 20 Ιούλη του 1870 μεταξύ της Γαλλίας και της Πρωσίας ξέσπασε πόλεμος, το έναυσμα του οποίου έδωσε ο Γάλλος αυτοκράτορας Ναπολέων ο Γ'. Η αιτία ήταν προσχηματική κι αφορούσε τον ισπανικό θρόνο που η γερμανική πλευρά επιδίωκε να δοθεί στον πρωσικό βασιλικό οίκο των Χοετζολέρν, ενώ η γαλλική ιθύνουσα τάξη ούτε που ήθελε ν' ακούσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Στην πραγματικότητα βέβαια και οι δύο εμπόλεμες πλευρές επένδυαν μεγάλα συμφέροντα στον πόλεμο γι' αυτό και τον είδαν ως δώρο θεού. Η Πρωσία, μέσω του πολέμου, έβρισκε την ευκαιρία να ολοκληρώσει την ενότητα της Γερμανίας, να εξασθενίσει τη Γαλλία, αλλά και να καταλάβει τις στρατηγικής σημασίας γαλλικές επαρχίες Αλσατία και Λωραίνη. Από την άλλη, η Γαλλία, στην ενότητα της Γερμανίας διαπίστωνε έναν σοβαρό κίνδυνο για τα συμφέροντά της που έπρεπε μέσω του πολέμου να αποτρέψει, καταλαμβάνοντας ταυτόχρονα την αριστερή όχθη του Ρήνου που πάντοτε η γαλλική αστική τάξη επιθυμούσε2. Και στις δύο χώρες η πολεμική προπαγάνδα έδινε κι έπαιρνε. Ισως όμως στη Γαλλία ο πολεμικός ήχος - για λόγους που θα φανούν στη συνέχεια - να ήταν ένα τόνο υψηλότερος. Ο κομμουνάρος Προσπέρ - Ολιβιέ Λισανκαρέ, στην «Ιστορία της Παρισινής Κομμούνας του 1871», που συνέγραψε, με τη βοήθεια του Μαρξ, στα χρόνια της εξορίας του στο Λονδίνο, περιγράφει ως εξής το πολεμικό κλίμα που επικρατούσε στη γαλλική πρωτεύουσα με το ξέσπασμα του πολέμου3: «Τα σκυλιά του πολέμου έχουν ξαμοληθεί, ενώ ιαχές αντηχούν στο Παρίσι που οραματίζεται θριάμβους. Οι καλώς ενημερωμένοι δημοσιογράφοι προβλέπουν ότι θα είμαστε στο Βερολίνο μέσα σε 30 ημέρες».

Εξώφυλλο του Περιοδικού «Επίκαιρα», Απρίλης 1871. Το σχέδιο δείχνει να καλεί σε επίθεση στις Βερσαλλίες
Εξώφυλλο του Περιοδικού «Επίκαιρα», Απρίλης 1871. Το σχέδιο δείχνει να καλεί σε επίθεση στις Βερσαλλίες
Στον πόλεμο αντιτάχθηκαν τα γαλλικά και τα γερμανικά τμήματα της Πρώτης Διεθνούς. Οι εργάτες είχαν τη δική τους αλληλεγγύη και τη δική τους γλώσσα επικοινωνίας, μα προπαντός είχαν τη συνείδηση να καταλάβουν πως ο πόλεμος αυτός απειλούσε πρωτίστως τα δικά τους συμφέροντα. «Αδέλφια - έλεγαν οι Γάλλοι προλετάριοι σε μήνυμά τους προς τη γερμανική εργατική τάξη - εμείς που θέλουμε την ειρήνη, την εργασία και την ελευθερία, διαμαρτυρόμαστε ενάντια στον πόλεμο. Αδέλφια, μην ακούτε τις αργυρώνητες φωνές που προσπαθούν να σας εξαπατήσουν σχετικά με το αληθινό πνεύμα της Γαλλίας». Με τη σειρά τους οι Βερολινέζοι προλετάριοι θα απαντήσουν: «Και εμείς επιθυμούμε ειρήνη, εργασία κι ελευθερία. Ξέρουμε ότι και στις δύο όχθες του Ρήνου υπάρχουν αδέλφια, μαζί με τα οποία είμαστε έτοιμοι να πεθάνουμε για την παγκόσμια Δημοκρατία»4.

Στις 23 Ιούλη του 1870 το Γενικό Συμβούλιο της Διεθνούς απηύθυνε έκκληση στους εργάτες όλων των χωρών, συγγραφέας της οποίας ήταν ο Κ. Μαρξ. «Τη στιγμή που η επίσημη Γαλλία και η επίσημη Γερμανία - έλεγε η έκκληση5- ρίχνονται σε έναν αδελφοκτόνο αγώνα, οι εργάτες της Γαλλίας και της Γερμανίας ανταλλάσσουν μηνύματα ειρήνης και φιλίας. Το μεγάλο αυτό γεγονός, που όμοιό του δεν υπάρχει στην ιστορία, ανοίγει ένα πιο φωτεινό μέλλον. Αποδείχνει ότι αντίθετα απ' την παλιά κοινωνία, με την οικονομική της αθλιότητα και την πολιτική της παραφροσύνη, ξεπηδάει μια νέα κοινωνία που διεθνής της κανόνας θα είναι η ειρήνη, γιατί σ' όλα τα έθνη θα κυριαρχεί η ίδια αρχή - η εργασία». Στην ίδια έκκληση ο Μαρξ προέβλεπε ότι «Οποιαδήποτε κι αν είναι η έκβαση του πολέμου του Λουδοβίκου Βοναπάρτη με την Πρωσία, σήμανε κιόλας στο Παρίσι η νεκρική καμπάνα της δεύτερης αυτοκρατορίας»6. Η πρόβλεψη αυτή δεν άργησε να αποκτήσει σάρκα και οστά. Πριν όμως φτάσουμε ως αυτό το σημείο, ας δούμε εν συντομία την εσωτερική κατάσταση της Γαλλίας αλλά και τις διεθνείς εξελίξεις που προηγήθηκαν του πολέμου και κατά μία έννοια τον προετοίμασαν κιόλας.

Το Καθεστώς της Δεύτερης Αυτοκρατορίας

Η Κομμούνα έπεσε
Η Κομμούνα έπεσε
Σύμφωνα με τον Σοβιετικό ιστορικό Ε. Β. Ταρλέ, στη Δεύτερη Γαλλική αυτοκρατορία του Λουδοβίκου Βοναπάρτη μπορούμε να διακρίνουμε δύο φάσεις: Η πρώτη φάση καλύπτει τα έτη 1852 - 1866 και η δεύτερη τα έτη 1866 - 1870. «Τα πρώτα 14 χρόνια - γράφει ο Ταρλέ7- ο Ναπολέων Γ' βάδιζε από επιτυχία σε επιτυχία: ο επιτυχής πόλεμος με τη Ρωσία, ο επιτυχής πόλεμος με την Αυστρία, η γενική επιτυχία στην εξωτερική πολιτική δυναμώνουν σοβαρά την εξουσία του και κυβερνώντας τη Γαλλία σχεδόν απολυταρχικά δε συναντά αντιπολίτευση. Η πλειοψηφία της αγροτιάς και της αστικής τάξης συνεχίζει, όπως και πρώτα, να υποστηρίζει απόλυτα το καθεστώς. Η εργατική τάξη ανοργάνωτη δεν είχε συνέλθει ακόμα απ' τη φοβερή ήττα που δοκίμασε τον Ιούνη του 1848. Μια σειρά χρόνια με καλή σοδειά, το ζωντάνεμα του εμπορίου και της βιομηχανίας, η σταθεροποίηση και η άνθηση των κρατικών οικονομιών, όλα αυτά ευνόησαν την ησυχία στη χώρα. Απ' το 1866 όμως αρχίζουν οι διπλωματικές αποτυχίες, ταυτόχρονα παρατηρείται μια σχετική κρίση στη βιομηχανία, μια στασιμότητα στο εμπόριο και η αντιπολίτευση που έβλεπε με εχθρότητα της Δεύτερη Αυτοκρατορία, αρχίζει να σηκώνει κεφάλι».

Η δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία υπό τον Λουδοβίκο Βοναπάρτη ήταν ένα ακραίο αυταρχικό - αντιδραστικό καθεστώς που χτύπησε ανελέητα το εργατικό και δημοκρατικό κίνημα της Γαλλίας χάριν της αντιδραστικής αφρόκρεμας της αστικής τάξης. Με το πρόσχημα ότι αγωνιζόταν εναντίον των μυστικών εταιρειών η κυβέρνηση διέλυσε όλες τις δημοκρατικές οργανώσεις. Οι πολιτικές λέσχες απαγορεύτηκαν, οι εφημερίδες και τα περιοδικά της αντιπολίτευσης απαγορεύτηκαν, τα σχολεία, τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τα θέατρα τα επιτηρούσε η αστυνομία. Ο ρόλος του αυτοκράτορα διογκώθηκε, ενώ τα αντιπροσωπευτικά σώματα (νομοθετικό, Γερουσία, Συμβούλιο της Επικρατείας) ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν.

Σχέδιο της εποχής που συμβολίζει την αλληλεγγύη και την προστασία κάτω από την Κομμούνα
Σχέδιο της εποχής που συμβολίζει την αλληλεγγύη και την προστασία κάτω από την Κομμούνα
Ολα αυτά, βέβαια, συμβαίνουν σε μια περίοδο που η χώρα ζει έντονη καπιταλιστική ανάπτυξη με την ολοκλήρωση στο έδαφός της βιομηχανικής επανάστασης. Οι ατμοκίνητοι κινητήρες στα χρόνια της Δεύτερης Αυτοκρατορίας σχεδόν τετραπλασιάστηκαν στη Γαλλία. Η μεταλλουργία γνώρισε μεγάλη άνοδο. Το ίδιο και η Βαμβακουργία, η Εριουργία και η μεταξουργία. Μεγάλη επίσης άνθηση γνωρίζει το χρηματιστικό κεφάλαιο. Ετσι στα 1863 ιδρύεται η «Πιστωτική τράπεζα της Λυών», στα 1864 η «Τράπεζα Παρακαταθηκών», στα 1865 η «Γαλλική Αγροτική Πιστωτική Τράπεζα». Μεγάλη, επίσης, ανάπτυξη σημειώνεται στην αγροτική οικονομία, ενώ ο πληθυσμός στις πόλεις συνεχώς αυξανόταν και μαζί μ' αυτόν, στα 1850 - 1870 αυξήθηκαν αρκετά οι εργάτες που δούλευαν στη βιομηχανία. Μόνο στο Παρίσι, σε μία δεκαετία (1860 - 1870), περί τις 100 χιλιάδες νέοι εργάτες μπήκαν στην παραγωγή. Ταυτόχρονα, εντείνεται και η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από την αστική. Τα χρονικά όρια της εργάσιμης μέρας σε ορισμένους κλάδους φτάνουν τις 16 - 18 ώρες, ενώ ανελέητη είναι η εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών που εργάζονται8.

Η Γαλλία θα γνωρίσει - όπως και άλλες καπιταλιστικές χώρες - ισχυρή οικονομική κρίση, αρχικά το 1857 με αποτέλεσμα να περιοριστεί αισθητά η παραγωγή. Ενα νέο κρισιακό κύμα θα αγκαλιάσει τη χώρα στα 1866, γεγονός που θα οξύνει πιο πολύ την εσωτερική πολιτική κατάσταση, θα δυναμώσει το εργατικό και το δημοκρατικό κίνημα και θα κλονίσει αισθητά το καθεστώς.

Η Ευρώπη σε αναβρασμό

Στο χρονικό διάστημα που εξετάζουμε, σημαντικές είναι και οι εξελίξεις που συντελούνται στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η Ρωσία εκείνη την εποχή ήταν μία από τις ισχυρότερες, αλλά και αντιδραστικότερες δυνάμεις της γηραιάς ηπείρου. Ερχόταν συχνά σε αντιπαράθεση με τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Αυστρία) δεδομένου ότι επιδίωκε να είναι ο κληρονόμος της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κάτι που, όπως ήταν φυσικό, δεν επιθυμούσαν καθόλου οι ανταγωνιστές της. Η Ρωσία αύξανε διαρκώς την πίεσή της πάνω στην Οθωμανική Αυτοκρατορία εμφανιζόμενη ως προστάτης των υπόδουλων, στην τελευταία, χριστιανικών πληθυσμών. Στα 1853 η ρωσική πλευρά απαίτησε από τον σουλτάνο να ασκεί δικαίωμα προστασίας όλων των ορθοδόξων χριστιανών που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η απαίτηση αυτή οδήγησε καταρχήν σε ρωσοτουρκικό πόλεμο, ο οποίος στη συνέχεια πήρε πανευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, αφού σ' αυτόν ενεπλάκησαν όλες οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Πρόκειται για έναν πόλεμο που έμεινε στην ιστορία με την επωνυμία «Κριμαϊκός».

Τύποι της Κομμούνας
Τύποι της Κομμούνας
Αναλυτικότερα, τον Ιούλη του 1853 τα ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν τις παραδουνάβιες ηγεμονίες (Μολδαβία και Βλαχία) και η τουρκική πλευρά ενθαρρύνθηκε και υποκινήθηκε από τους Αγγλογάλλους να αντιδράσει. Ετσι το Σεπτέμβρη του ιδίου έτους η τουρκική κυβέρνηση ζήτησε από τη Ρωσία να αποσύρει το στρατό της από τις εν λόγω ηγεμονίες και ταυτόχρονα κινήθηκε στρατιωτικά εναντίον των ρωσικών δυνάμεων. Η εξέλιξη του πολέμου ήταν αρνητική για τους Οθωμανούς. Ο στρατός τους ηττήθηκε στη μάχη του Μπασκαντικλάρ (κοντά στο Καρς) και ο στόλος τους καταστράφηκε στη Σινώπη. Τώρα πια, οι Αγγλογάλλοι δεν μπορούσαν να μένουν θεατές. Μπροστά στον κίνδυνο να καταρρεύσει η Οθωμανική αυτοκρατορία προς όφελος της Ρωσίας, κήρυξαν τον πόλεμο στην τελευταία το Μάρτη του 1854. Εναντίον της Ρωσίας θα κινηθεί και η Αυστρία που θα βάλει πόδι στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Η πίεση της δυτικής συμμαχίας ήταν ισχυρή και η ρωσική πλευρά αναγκάστηκε να αποσύρει τις δυνάμεις της από την Πολωνία και τις χώρες της βαλτικής.

Το Σεπτέμβρη του 1854 αποβιβάζεται στην Κριμαία αγγλο - γαλλο - τουρκικός στρατός, ο οποίος ύστερα από νικηφόρα πορεία φτάνει έξω από τη Σεβαστούπολη. Ενα χρόνο αργότερα, η πόλη θα καταληφθεί από τα στρατεύματα των δυτικών δυνάμεων και των Οθωμανών και τελικά ο πόλεμος θα λήξει, τυπικά, με την υπογραφή συνθήκης ειρήνης στο Παρίσι, στις 30 Μάρτη του 1856. Η Συνθήκη έδωσε στους Αγγλογάλλους τα πιο πολλά από εκείνα που είχαν επιδιώξει με τον πόλεμο. Ανάμεσα στις πιο σημαντικές ρήτρες ήταν: Η Μαύρη Θάλασσα θεωρήθηκε ζώνη ουδέτερη για πολεμικά πλοία. (Η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν επιτρεπόταν να έχουν πολεμικά πλοία μέσα σ' αυτήν). Η ρωσική απαίτηση για προστασία επί των Ορθόδοξων Χριστιανών στις Βαλκανικές κτήσεις του Σουλτάνου απορρίφθηκε. Εγινε δεκτή μόνο μια απλή υπόσχεση από το Σουλτάνο ότι θα μεταχειριζόταν τους Χριστιανούς υπηκόους του σ' αυτές τις περιοχές ισότιμα προς τους Μουσουλμάνους. Η Μολδαβία και η Βλαχία, διευρυμένες και με τη νότια Βεσσαραβία, που αφαιρέθηκε από τη Ρωσία, απόκτησαν πλήρη ανεξαρτησία με την υποχρέωση να αναγνωρίζουν τυπικά την επικυριαρχία του Σουλτάνου. Ανάλογη ρύθμιση έγινε δεκτή και για τη Σερβία9.

Η ένωση της Ιταλίας και της Γερμανίας

Οδόφραγμα Κομμουνάρων στην οδό Ρουαγιάλ
Οδόφραγμα Κομμουνάρων στην οδό Ρουαγιάλ
Από την εμπλοκή της στον Κριμαϊκό πόλεμο η Γαλλία βγήκε πιο ισχυρή, έχοντας πλέον τον αέρα να επεμβαίνει στις υποθέσεις άλλων κρατών, όπως για παράδειγμα στο ζήτημα της ένωσης της Ιταλίας.

Η Ιταλία ύστερα από μια αποτυχημένη προσπάθεια για ένωση στα 1848 παρέμεινε κάτω από την εξουσία πολλών κυβερνήσεων. Ομως, η αστική τάξη, που για ν' αναπτυχθεί είχε ανάγκη τη μεγάλη αγορά, ουδέποτε εγκατέλειψε την προσπάθεια της ένωσης. Υπήρχαν μάλιστα δύο σχέδια προς αυτή την κατεύθυνση. Το πρώτο του παλιού ριζοσπάστη Ματσίνι (που ζούσε αυτοεξόριστος στο Λονδίνο) προϋπέθετε για την ένωση το διώξιμο όλων των επιμέρους ιταλικών κυβερνήσεων. Το δεύτερο σχέδιο έβλεπε πως η ένωση μπορούσε να πραγματοποιηθεί με τη συγκέντρωση όλης της Ιταλίας γύρω από ένα ισχυρό ιταλικό κράτος και τέτοιο κράτος θεωρούνταν το βασίλειο της Σαρδηνίας με πρωτεύουσα το Τορίνο. Η βασική δυσκολία για την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου συνίστατο στο γεγονός ότι έπρεπε να αποχωρήσει η Αυστρία από τη Λομβαρδία και τη Βενετία, κάτι που μπορούσε να συμβεί μόνο με πόλεμο, τον οποίο δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει μόνο του το βασίλειο της Σαρδηνίας. Η λύση βρέθηκε στο πρόσωπο της Γαλλίας του Λουδοβίκου Βοναπάρτη. Η Γαλλία θα βοηθούσε τη Σαρδηνία να διώξει τους Αυστριακούς από τη Λομβαρδία και τη Βενετία και η Σαρδηνία θα έδινε στη Γαλλία τη Σαβοΐα και τη Νίκαια που είχε στην κατοχή της.

Γκραβούρα της εποχής με τις ηγετικές μορφές της Κομμούνας
Γκραβούρα της εποχής με τις ηγετικές μορφές της Κομμούνας
Ο πόλεμος της Γαλλίας και του βασιλείου της Σαρδηνίας εναντίον της Αυστρίας έγινε το 1859 και ύστερα από δύο αιματηρές ήττες, στη Μαγιέντα και στο Σολφερίνο, οι Αυστριακοί συνθηκολόγησαν και αποχώρησαν από τη Λομβαρδία αλλά κράτησαν τη Βενετία. Υστερα από αυτή την εξέλιξη τα ιταλικά κρατίδια - πλην των κρατιδίων της Ρώμης και της Νεάπολης - ενώθηκαν με τη Σαρδηνία. Το 1860 στην ένωση προσχώρησε και η Νεάπολη υπό την ηγεσία του λαϊκού ήρωα Γαριβάλδη. Την ίδια περίοδο ένα ισχυρό ενωτικό κίνημα ξεκινάει στη Γερμανία.

Το όραμα της δημιουργίας ενιαίου γερμανικού κράτους συνόδευε τη γερμανική αστική τάξη από τις αρχές του 19ου αιώνα, ενώ διαδόθηκε πλατιά τις παραμονές της επανάστασης του Μάρτη του 1848. Επιτακτική όμως σημασία αποκτά μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο και τον πόλεμο κατά της Αυστρίας, όταν η αυξανόμενη ισχύς της Γαλλίας αρχίζει να εκλαμβάνεται ως απειλή για τους κυρίαρχους γερμανικούς κοινωνικοπολιτικούς κύκλους. Αυτή τη φορά την πρωτοβουλία για την ένωση ανέλαβε η πρωσική κυβέρνηση, επικεφαλής της οποίας, από το 1862, βρισκόταν ένας από τους πιο επιφανείς διπλωμάτες και κρατικούς παράγοντες, ο Οτο φον Βίσμαρκ, ο οποίος είχε συλλάβει σε βάθος τη σημασία του εγχειρήματος.

Η ένωση της Γερμανίας επιταχύνθηκε καθοριστικά με τρεις πολέμους: Με τον πόλεμο της Πρωσίας και της Αυστρίας κατά της Δανίας (1864), με τον πόλεμο της Πρωσίας κατά της Αυστρίας (1866) και με τον πόλεμο της Πρωσίας κατά της Γαλλίας (1870-1871). Από τους δύο πρώτους πολέμους, δημιουργήθηκε, το 1867, με την πολιτική σφραγίδα του Βίσμαρκ, η Βορειογερμανική Ομοσπονδία, που συμπεριέλαβε όλα τα γερμανικά κράτη εκτός τεσσάρων του νότου: Του Εσεν, της Βαυαρίας, της Βιρτεμβέργης και του Μπάντεν10. Ο τρίτος, όμως, ο γαλλοπρωσικός πόλεμος, μετατόπισε το κέντρο της ιστορικής εξέλιξης στη Γαλλία, διότι εκεί έμελλε να συντελεστούν κοσμοϊστορικές αλλαγές που σημάδεψαν ανεξίτηλα την ανθρώπινη ιστορία.

Από την Αυτοκρατορία στη Δημοκρατία

Οπως γράφει ο Ε. Ταρλέ11, ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος «άρχισε με πολύ ευνοϊκές συνθήκες για την Πρωσία. Πρώτα πρώτα στο πλευρό της βρέθηκαν όλα τα γερμανικά κράτη, συμπεριλαμβανομένων και των νοτίων (πράγμα που δεν το περίμενε ο Ναπολέων Γ΄). Δεύτερον, σ' όλη την Ευρώπη υπαίτιο του πολέμου θεωρούσαν τη Γαλλία - και σε πολλές χώρες (π.χ. στην Αγγλία) η γενική συμπάθεια ήταν με το μέρος της Πρωσίας. Τρίτον, σ' όλη τη Γερμανία παρατηρούνταν μεγάλος ενθουσιασμός σ' όλες τις τάξεις του λαού. Τέταρτον, ο πρωσικός στρατός ήταν περίφημα οργανωμένος, εφοδιασμένος με όλα τα μέσα, αριθμητικά υπερείχε σημαντικά του γαλλικού». Ακριβώς αντίθετη ήταν η πραγματικότητα για τη Γαλλία κι αυτό φάνηκε στο μέτωπο από τις πρώτες μέρες. Γράφει ο Λισανκαρέ12: «Στο μέτωπο όμως λείπουν τα πάντα: Εφόδια, κανόνια, τουφέκια, πυρομαχικά, χάρτες, άρβυλα. Ενας στρατηγός θα τηλεγραφήσει στον υπουργό: "Δε γνωρίζω πού βρίσκονται τα συντάγματά μου". Χωρίς όπλα και εφόδια και οι επίστρατοι της β΄ γραμμής».

Οι πρώτες ουσιαστικές μάχες έγιναν τον Αύγουστο του 1870 και ήταν όλες αποτυχημένες για τη γαλλική πλευρά. Ο Λουδοβίκος Βοναπάρτης κατέβηκε στο στράτευμα αλλά απέφυγε να αναλάβει τη διοίκηση και τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου βρέθηκε κλεισμένος και πολιορκημένος με μεγάλο τμήμα στρατού στο φρούριο του Σεντάν. Η απόπειρα διάσπασης του κλοιού απέτυχε και στις 2 Σεπτέμβρη ο αυτοκράτορας μαζί με το στρατό του αιχμαλωτίστηκαν.

Μόλις έγινε γνωστή στο Παρίσι η αιχμαλωσία του αυτοκράτορα ο λαός ξεσηκώθηκε και ανακήρυξε τη Δημοκρατία, την Τρίτη Δημοκρατία στην ιστορία της Γαλλίας, αφού ως Πρώτη θεωρείται εκείνη του 1792 και ως Δεύτερη εκείνη που ανακηρύχτηκε στις 24 Φεβρουαρίου του 1848, με τη Φεβρουαριανή Επανάσταση. Στις 9 Σεπτέμβρη το Γενικό Συμβούλιο της Πρώτης Διεθνούς εξέδωσε και δεύτερη έκκληση για τον πόλεμο, συγγραφέας της οποίας ήταν πάλι ο Μαρξ. Στην έκκληση ξεσκεπάζονταν τα κατακτητικά σχέδια των γιούνκερς και της αστικής τάξης της Πρωσίας και καλούνταν οι Γερμανοί εργάτες να αντισταθούν σε αυτά, να μην επιτρέψουν την προσάρτηση της Αλσατίας και της Λωραίνης και να αγωνιστούν για την αναγνώριση της Γαλλικής Δημοκρατίας. Η Διεθνής χαιρέτιζε την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας στη Γαλλία εκφράζοντας όμως αμφιβολίες αν πρόκειται για πραγματικό βήμα προς τα εμπρός. «Η δημοκρατία - λέει χαρακτηριστικά η έκκληση - δεν ανέτρεψε το θρόνο, πήρε μόνο τη θέση του που είχε αδειάσει. Δεν ανακηρύχτηκε σαν κοινωνική κατάκτηση μα σαν εθνικό μέτρο άμυνας. Βρίσκεται στα χέρια μιας προσωρινής κυβέρνησης, που αποτελείται εν μέρει από γνωστούς ορλεανικούς13 και εν μέρει από αστούς δημοκράτες, και ανάμεσα σε αυτούς είναι και μερικοί που η εξέγερση του Ιούνη 1848 άφησε πάνω τους το ανεξίτηλο στίγμα της. Ο καταμερισμός της δουλιάς ανάμεσα στα μέλη της κυβέρνησης δε φαίνεται να υπόσχεται πολλά καλά. Οι ορλεανικοί κατέλαβαν τις ισχυρές θέσεις του στρατού και της αστυνομίας, ενώ στους λεγόμενους δημοκρατικούς έπεσαν οι θέσεις με τα παχιά λόγια»14.

Η προσωρινή κυβέρνηση που ανακηρύχτηκε στις 4 Σεπτέμβρη αποφάσισε να συνεχίσει τον πόλεμο αλλά οι Πρώσοι συνέχισαν να νικούν. Στις 16 Σεπτέμβρη του 1870 τα γερμανικά στρατεύματα έφτασαν έξω από το Παρίσι και στις 19 Σεπτέμβρη, ύστερα από την αποτυχημένη για τους Γάλλους μάχη κοντά στο Σατιγιόν, τα γερμανικά στρατεύματα απέκλεισαν την πόλη.

Η πολιορκία του Παρισιού κράτησε πιο πολύ από τέσσερις μήνες. Οι εργαζόμενες μάζες της πόλης υπέφεραν αβάσταχτα, η θνησιμότητα αυξήθηκε πάρα πολύ, η επισιτιστική κατάσταση επιδεινώθηκε. Η αστοτσιφλικάδικη τάξη από την αρχή επιδίωκε να σώσει τα συμφέροντά της και να προδώσει το λαό ερχόμενη σε συμφωνία με τους Πρώσους. Διαπραγματεύσεις για ανακωχή προωθούνταν τον Οκτώβρη του 1870 ενώ στις 27 του ιδίου μήνα ο στρατάρχης Μπαζέν παρέδωσε στον εχθρό το Μετς με όλο το στρατό του. Στην προδοτική συμπεριφορά της αστικής τάξης το προλεταριάτο απάντησε με εξέγερση στις 31 Οκτώβρη 1870, που όμως δεν είχε επιτυχία διότι η εργατική τάξη ήταν ακόμη ανοργάνωτη. Εδειχνε όμως το δρόμο που θα ακολουθούσαν τα πράγματα μερικούς μήνες αργότερα.

Η κυρίαρχη τάξη προχώρησε σε μια νέα προδοσία στις 19 Γενάρη του 1871, όταν οδήγησε σε μια βέβαιη καταστροφή την εθνοφρουρά, όπου χάθηκαν χιλιάδες λαϊκοί αγωνιστές, με την οργάνωση μεγάλης εξόδου στον τομέα του Μπινζαβάλ (κοντά στο Παρίσι). Ετσι ξέσπασε καινούρια εξέγερση στο Παρίσι, στις 22 Γενάρη, που όμως ήταν και αυτή αποτυχημένη με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μαζικές συλλήψεις επαναστατών, στο κλείσιμο των πολιτικών λεσχών και των δημοκρατικών δημοσιογραφικών οργάνων, στην απαγόρευση των λαϊκών συγκεντρώσεων. Η προδοσία της αστοτσιφλικάδικης ολιγαρχίας ολοκληρώθηκε με την υπογραφή συνθήκης ανακωχής και την παράδοση του Παρισιού στον εχθρό στις 28 Γενάρη του 1871.

Στις 8 Φλεβάρη εκλέχτηκε νέα Εθνοσυνέλευση, σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής, στη σύνθεση της οποίας πλειοψηφούσαν οι μοναρχικοί. Στις 17 Φλεβάρη πρωθυπουργός ανέλαβε ο Θιέρσιος και στις 26 Φλεβάρη υπογράφηκε στις Βερσαλίες η προκαταρκτική συμφωνία ειρήνης, η οποία επικυρώθηκε από την Εθνοσυνέλευση την 1η Μάρτη.

Οι ληστρικοί όροι της προκαταρκτικής συνθήκης ειρήνης (η Γαλλία έχανε την Αλσατία και την Ανατολική Λωραίνη και υποχρεωνόταν να πληρώσει μια τεράστια πολεμική αποζημίωση από 5 δισεκατομμύρια χρυσά φράγκα) και η προδοσία των κυρίαρχων τάξεων της Γαλλίας οδήγησαν το παρισινό προλεταριάτο, το οποίο, σημειωτέον, δεν είχε αφοπλιστεί, σε νέα εξέγερση, κατάληξη της οποίας ήταν η ιστορική Κομμούνα του Παρισιού.

Η προλεταριακή εξέγερση και η Κομμούνα

Πριν ιδρυθεί η Παρισινή Κομμούνα είχε προηγηθεί ένας μακροχρόνιος αγώνας της εργατικής τάξης της Γαλλίας ενάντια στην πολιτική αντίδραση και στην καπιταλιστική εκμετάλλευση. Από τον Ιούνη του 1848 οι εργάτες είχαν ρίξει το σύνθημα της κοινωνικής δημοκρατίας σε αντιπαράθεση με τη δημοκρατία του κεφαλαίου. Το 1865 ιδρύθηκαν στη Γαλλία τα πρώτα τμήματα της Α΄ Διεθνούς, που βοήθησαν το προλεταριάτο να ανεβάσει την ταξική του συνείδηση και οργάνωση, να απελευθερωθεί από την πολιτική κηδεμονία του αστικοδημοκρατικού κινήματος, να οριοθετηθεί απέναντι στις μικροαστικές τάσεις που αναπτύσσονταν στις γραμμές του. Ο γαλλοπρωσικός πόλεμος όξυνε ακόμη περισσότερο την ταξική πάλη στη Γαλλία ενώ οι προδοσίες των αστοτσιφλικάδων ωρίμασαν ακόμη περισσότερο τις προλεταριακές μάζες.

Για να αντιμετωπίσουν την αστοτσιφλικάδικη αντίδραση που είχε συσπειρωθεί γύρω από την κυβέρνηση του Θιέρσιου οι εργάτες και οι μικροαστοί του Παρισιού ίδρυσαν το Φλεβάρη-Μάρτη του 1871 μια μαζική πολιτική οργάνωση, τη «Δημοκρατική Ομοσπονδία της Εθνοφρουράς του Τμήματος του Σηκουάνα» με δύναμη 215 τάγματα που συγκροτήθηκαν στις εργατικές και σε άλλες δημοκρατικές συνοικίες. Η Κεντρική Επιτροπή της Οργάνωσης αυτής, με επικεφαλής επιφανείς δημοκράτες και σοσιαλιστές (ανάμεσά τους και μέλη της Διεθνούς), έγινε το έμβρυο της νέας λαϊκής εξουσίας που ξεπηδούσε μέσα από το λαό15.

Στις 18 Μάρτη του 1871 κυβερνητικά στρατεύματα εισέβαλαν στις εργατικές συνοικίες του Παρισιού, στο Μπελβίλ και αλλού, περικύκλωσαν τη Μονμάρτη και απαίτησαν την παράδοση των όπλων της Εθνοφρουράς. Οι εθνοφρουροί με την υποστήριξη του λαού προέβαλαν αντίσταση, οι στρατιώτες διατάχθηκαν να επιτεθούν αλλά λίγοι από αυτούς υπάκουσαν. Δύο στρατηγοί, ο Λεκόντ και ο Τομά, συνελήφθησαν από τους στρατιώτες τους και τουφεκίστηκαν. Η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς πέρασε στην επίθεση. Ετσι ξεκίνησε η εξέγερση. Οι εξεγερμένοι κατέλαβαν το Δημαρχείο, ενώ η εξουσία πέρασε στα χέρια της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνοφρουράς. «Το Παρίσι - γράφει ο Λισανκαρέ16- θα πληροφορηθεί τη νίκη του το πρωί της 19ης Μάρτη. Πόσο έχει αλλάξει το σκηνικό, ακόμα και μετά από τις αναρίθμητες ανατροπές των τελευταίων 7 δραματικών μηνών! Η κόκκινη σημαία κυματίζει στο Δημαρχείο. Μαζί με την πρωινή ομίχλη θα εξαφανιστούν ο στρατός, η κυβέρνηση και η διοίκηση. Από τα βάθη της συνοικίας Σεντ-Αντουάν, απ' τη σκοτεινή οδό Μπασφρουά, η Κεντρική Επιτροπή εκτινάσσεται στην κορυφή του Παρισιού, μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου».

Στις 20 Μάρτη έγιναν προσπάθειες εξέγερσης και σε άλλες πόλεις που όμως απέτυχαν. Εν τω μεταξύ η κυβέρνηση της Γαλλίας μεταφέρθηκε στις Βερσαλίες (17-18 χλμ. δυτικά του Παρισιού) που οι Γερμανοί είχαν, στο μεταξύ, εκκενώσει.

Στις 26 Μάρτη εκλέχθηκε η Παρισινή Κομμούνα και στις 28 ανακηρύχτηκε πανηγυρικά και επίσημα σε κυβέρνηση. «Το Παρίσι - σημειώνει ο Remi Gossez17- άνοιγε μια λευκή σελίδα στο βιβλίο της Ιστορίας και έγραφε το πανίσχυρο όνομά του. Διακόσιες χιλιάδες ελεύθεροι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν για να διακηρύξουν την ελευθερία τους και να διαδηλώσουν μέσα στο θόρυβο των κανονιών τη δημιουργία ενός νέου θεσμού! Τι γράψανε όμως στη λευκή σελίδα, οι εκλεκτοί του λαού; Την αντίληψη μιας νέας κοινωνίας. Την αντίληψη αυτή έμελλε να την κληρονομήσει, τελικά, η εργατική τάξη του Παρισιού».

Ομως τι είδους ήταν αυτή η νέα κοινωνία που δημιούργησε η Κομμούνα και κληροδότησε στις επόμενες γενιές; Η Κομμούνα ήταν αποτέλεσμα της επαναστατικής δράσης της εργατικής τάξης του Παρισιού. Κι όπως υπογράμμιζε ο Μαρξ18 «η πάλη της εργατικής τάξης με την τάξη των κεφαλαιοκρατών και με το κράτος της μπήκε σε νέα φάση χάρη στον παρισινό αγώνα. Οποια κι αν είναι η άμεση έκβαση της υπόθεσης, έχει πια κερδηθεί ένα καινούριο σημείο αφετηρίας κοσμοϊστορικής σημασίας».

Η Κομμούνα ανέδειξε έναν νέο τύπο κράτους, ανώτερο από το κράτος της αστικής τάξης. Αν και η ζωή της ήταν σύντομη, το έργο της ήταν τέτοιο που αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Η Κομμούνα κατάργησε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και τον τακτικό στρατό και στη θέση του δημιούργησε την Εθνοφρουρά, που αποτελούνταν από «όλους τους ικανούς άνδρες». Κατάργησε την αστυνομία και την αντικατέστησε με την Πολιτοφυλακή. Θέσπισε την ολοκληρωτική κατάργηση των προνομίων των δημοσίων υπαλλήλων, θεσμοθέτησε την εκλογή και την ανακλητότητά τους, καθόρισε τη νόμιμη αμοιβή τους στο ύψος του εργατικού μισθού. Κατάργησε τα τυχερά παιχνίδια. Θεσμοθέτησε το χωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος - κατάργησε τον εκκλησιαστικό προϋπολογισμό - εθνικοποίησε τα εκκλησιαστικά ακίνητα. Κατέστρεψε δημόσια τη λαιμητόμο και καθιέρωσε το μέτρο των αντιποίνων ενάντια στους αντεπαναστάτες. Απελευθέρωσε όσους κρατούμενους κρατούνταν χωρίς κατηγορία. Κατάργησε τις διώξεις για διαμαρτυρία γραμματίων. Καθιέρωσε τη δημοσιότητα των συνεδριάσεών της. Θεσμοθέτησε τη δημιουργία επιτροπής για την καταγραφή των επιχειρήσεων που εγκατέλειψαν οι ιδιοκτήτες τους και για την αποκατάσταση της λειτουργίας τους, σε συνεργασία με τους εργαζόμενους. Διόρισε επιτροπή για τη δημιουργία «Ελεύθερων Πανεπιστημίων». Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση των πολιτικών δικαστηρίων με βάση το καθολικό εκλογικό δικαίωμα. Προώθησε ολοκληρωτική κατάργηση ποινικής και αστικής δικαιοδοσίας των επιχειρηματιών στους τόπους δουλιάς. Θεσμοθέτησε την κατάργηση δικαιώματος προστίμων και την Επιστροφή όσων είχαν εισπραχθεί. Καθιέρωσε την ασυλία των ξένων ενάντια στις κατασχέσεις. Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης. Καθιέρωσε τη δωρεάν Παιδεία. Κατάργησε την αστυνομία και την αντικατέστησε με την Πολιτοφυλακή κλπ.19. «Η ποικιλία των ερμηνειών που δόθηκαν στην Κομμούνα - γράφει ο Μαρξ20- και η ποικιλία των συμφερόντων που εκφράζονταν μ' αυτήν, αποδείχνουν ότι ήταν μία πέρα για πέρα ευλύγιστη πολιτική μορφή, ενώ όλες οι προηγούμενες μορφές κυβέρνησης ήταν στην ουσία καταπιεστικές. Το πραγματικό της μυστικό ήταν ότι ήταν ουσιαστικά μια κυβέρνηση της εργατικής τάξης, το αποτέλεσμα της πάλης της παραγωγικής τάξης ενάντια στην τάξη των σφετεριστών, η ανοιχτή τελικά πολιτική μορφή με την οποία μπορούσε να συντελεστεί η οικονομική απελευθέρωση της εργασίας».

Ο Φρ. Ενγκελς στην 20ή επέτειο της Κομμούνας, στην εισαγωγή του, που είχε γράψει για την έκδοση του έργου του Μαρξ «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», ορίζει την Κομμούνα ως εξής21: «Τον τελευταίο καιρό - γράφει - το σοσιαλδημοκράτη φιλισταίο τον πιάνει ξανά ένας ιερός τρόμος, όταν ακούει τις λέξεις: Δικτατορία του Προλεταριάτου. Ε, λοιπόν κύριοι, θέλετε να μάθετε τι λογής είναι αυτή η δικτατορία; Κοιτάχτε την Παρισινή Κομμούνα. Αυτή ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου». Η ιστορία διδάσκει κι ο μαρξισμός σημειώνει πως κάθε ταξική δικτατορία είναι εξουσία που δε δεσμεύεται από κανέναν νόμο. Ταυτόχρονα η δικτατορία του προλεταριάτου όχι μόνο δε δεσμεύεται από κανένα νόμο αλλά αντλεί την εξουσία της από την ενεργή συμμετοχή της πλειοψηφίας του λαού με επικεφαλής την εργατική τάξη. Με αυτή την έννοια η Κομμούνα ήταν δικτατορία του προλεταριάτου. Επιπλέον είχε προέλθει από μία καθαρά προλεταριακή επανάσταση και στηριζόταν στην ενεργή - καθημερινή συμμετοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού του Παρισιού ο οποίος ήταν και καθολικά εξοπλισμένος. Τα μέτρα δε που έλαβε, οι μορφές και το περιεχόμενο της εξουσίας της επιβεβαίωναν το προλεταριακό χαρακτήρα ενός νέου κράτους ποιοτικά διαφορετικού και φυσικά ανώτερου από το αστικό. Ομως η Κομμούνα είχε ιστορικές ιδιομορφίες που σ' εκείνες τις ιστορικές συνθήκες δεν ήταν δυνατό να μην υπάρχουν και που ως παράδειγμα αποδεικνύουν τις πολυποίκιλες μορφές εργατικής εξουσίας τις οποίες μέσα στο ρου της ιστορίας αναδεικνύει η διαλεκτική της επανάστασης. «Τα μέλη της Κομμούνας σημειώνει ο Ενγκελς στο προαναφερόμενο κείμενό του22- χωρίζονταν σε μια πλειοψηφία, τους μπλανκιστές που επικρατούσαν στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφυλακής, και σε μια μειοψηφία: μέλη της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, κυρίως από οπαδούς της σοσιαλιστικής σχολής του Προυντόν. Οι μπλανκιστές, στη μεγάλη τους πλειοψηφία ήτανε την εποχή εκείνη σοσιαλιστές μόνο από επαναστατικό και προλεταριακό ένστικτο. Λίγοι μόνο είχαν αποκτήσει μεγαλύτερη σαφήνεια αρχών, χάρη στο Βαγιάν που γνώριζε το γερμανικό επιστημονικό σοσιαλισμό». Αλλά και οι προυντονιστές μέλη της Διεθνούς περισσότερο έκλειναν προς τον αναρχισμό και σχεδόν καθόλου προς τον μαρξισμό. Ετσι από πολιτική άποψη στην Κομμούνα κυριαρχούσαν οι μικροαστοί ενώ οι οπαδοί του επιστημονικού σοσιαλισμού ήταν οικτρή μειοψηφία. Η ιδιομορφία αυτή αποδείχτηκε και η πολιτική αχίλλειος πτέρνα της Κομμούνας. Γράφει ο Λένιν23: «Δυο όμως λάθη κατάστρεψαν τους καρπούς της λαμπρής νίκης. Το προλεταριάτο σταμάτησε στη μέση του δρόμου: Αντί να αρχίσει την "απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών", παρασύρθηκε από το όνειρο να εγκαθιδρύσει ανώτερη Δικαιοσύνη σε μια χώρα που να την ενώνει το πανεθνικό καθήκον. Δεν κατέλαβε, λ.χ., τέτοια ιδρύματα, σαν την Τράπεζα, οι θεωρίες των προυντονιστών για "δίκαιη ανταλλαγή" κτλ. επικρατούσαν ακόμα ανάμεσα στους σοσιαλιστές. Το δεύτερο λάθος είναι η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: Επρεπε να εξοντώσει τους εχθρούς του. Απεναντίας, το προλεταριάτο του Παρισιού προσπαθούσε να επιδράσει ηθικά επάνω τους, περιφρόνησε τη σημασία των καθαρά πολεμικών ενεργειών στον εμφύλιο πόλεμο και, αντί να στεφανώσει τη νίκη του στο Παρίσι με αποφασιστική επίθεση ενάντια στις Βερσαλλίες, αργοπόρησε κι έδωσε στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών τον καιρό να συγκεντρώσει τις σκοτεινές δυνάμεις και να προετοιμαστεί για τη ματωμένη εβδομάδα του Μάη».

Η Κομμούνα έπεσε στις 28 Μαΐου του 1871 και το τέλος της υπήρξε τραγικό για τους κομμουνάρους. Οι κυρίαρχες τάξεις της Γαλλίας θέλησαν να τιμωρήσουν παραδειγματικά το προλεταριάτο για το γεγονός ότι αμφισβήτησε την εξουσία τους και στην επιδίωξή τους αυτή βρήκαν αρωγό τους πρώην εχθρούς τους, δηλαδή την πρωσική ολιγαρχία. Γράφει ο Denis Richards: «Αδυνατώντας να καταλάβει το Παρίσι με έφοδο και άγριο βομβαρδισμό, ο Thiers αναγκάστηκε να ζητήσει από το Βίσμαρκ να του επιτρέψει να αυξήσει το στρατό της Γαλλίας από 80.000 σε 150.000. Αλλά και μετά από συνεχή επίθεση πέντε εβδομάδων, όταν ο στρατός της Συνέλευσης (φιλομοναρχικός) κατόρθωσε να μπει στο Παρίσι, έπρεπε να παλέψει από δρόμο σε δρόμο, από σπίτι σε σπίτι έως ότου κυριαρχήσει σε όλη την πόλη». Οι αγριότητα των νικητών ξεπερνούσε κάθε προηγούμενο. «Οι φυλακές του Παρισιού πλημμύρισαν από το αίμα, τα νεκροταφεία από τους άταφους νεκρούς! Εχει υπολογιστεί ότι το επεισόδιο της Κομμούνας την Ανοιξη του 1871 κόστισε υλικές ζημιές 20.000.000 χρυσά φράγκα της εποχής ενώ παράλληλα 100.000 Παριζιάνοι πλήρωσαν με φυλακή, εξορία, εκτόπιση ή θάνατο»24. Σ' ένα τηλεγράφημά του, εκείνων των ημερών ο Θιέρσιος ομολογούσε25: «Η γη στρώθηκε από τα πτώματά τους και το φρικιαστικό αυτό θέαμα θα χρησιμεύσει για να δοθεί ένα μάθημα». Οντως το μάθημα δόθηκε. Το προλεταριάτο στο εξής όφειλε να μην δείξει τόσο υπερβολική μεγαλοψυχία απέναντι στους ταξικούς εχθρούς του, όση έδειξε η Κομμούνα στις κυρίαρχες τάξεις της Γαλλίας. Σε κάθε πάντως περίπτωση η ιστορία επιβεβαίωσε απολύτως τον Μαρξ ο οποίος έγραφε26: «Το Παρίσι των εργατών με την Κομμούνα του θα γιορτάζεται πάντα σαν δοξασμένος προάγγελος μιας νέας κοινωνίας. Τους μάρτυρές της τους έχει κλείσει μέσα στη μεγάλη της καρδιά η εργατική τάξη. Τους εξολοθρευτές της τους κάρφωσε κιόλας στον πάσσαλο της ατίμωσης απ' όπου δεν μπορούν να τους λυτρώσουν μήτε οι προσευχές των παπάδων τους».

1. Μπέρτολτ Μπρεχτ: Απόσπασμα από το θεατρικό δοκίμιο «Οι μέρες της Κομμούνας», Μετάφραση Στάθη Δρομάζου, εκδόσεις ΗΡΙΔΑΝΟΣ, σελ. 71-73.

2. Ακαδημία επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος ΣΤ2, σελ. 860-861.

3. Προσπέρ - Ολιβιέ Λισανκαρέ, στην «Ιστορία της Παρισινής Κομμούνας του 1871», Εκδόσεις «Ελεύθερος Τύπος», τόμος Α΄ σελ. 117.

4. Προσπέρ - Ολιβιέ Λισανκαρέ, στο ίδιο, σελ. 116.

5. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Α΄, σελ. 583-584.

6. στο ίδιο, σελ. 581. Η βασιλεία του Ναπολέοντα του Γ΄ που κράτησε 18 ολόκληρα χρόνια (από το 1852 έως το 1870) έμεινε στην ιστορία της Γαλλίας με την ονομασία «Δεύτερη Αυτοκρατορία» (Πρώτη Αυτοκρατορία θεωρείται η περίοδος του Ναπολέοντα Α΄).

7. Ε. Β. Ταρλέ: «Σύντομη επιτομή της Νεώτερης Ιστορίας της Ευρώπης 1814-1919», εκδόσεις ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ, σελ. 82.

8. Ακαδημία επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος ΣΤ2, σελ. 816-832.

9. Denis Richards: «Ιστορία της Σύγχρονης Ευρώπης 1789- 2000», εκδόσεις Παπαδήμα, σελ. 284.

10. Ε. Β. Ταρλέ: «Σύντομη επιτομή της Νεώτερης Ιστορίας της Ευρώπης 1814-1919», εκδόσεις ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ, σελ. 95.

11. Ε. Β. Ταρλέ: «Σύντομη επιτομή της Νεώτερης Ιστορίας της Ευρώπης 1814-1919», σελ. 102.

12. Προσπέρ - Ολιβιέ Λισανκαρέ, στο ίδιο, σελ. 117.

13. Ορλεανιστές ονομάζονταν οι μοναρχικοί οπαδοί της δυναστείας της Ορλεάνης (1830-1848).

14. Μαρξ-Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Β΄, σελ. 592.

15. Ακαδημία επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Ζ1, σελ. 30-31.

16. Προσπέρ - Ολιβιέ Λισανκαρέ, στο ίδιο, σελ. 177.

17. Remi Gossez: «Η Κομμούνα», στο «Ιστορία των Επαναστάσεων», εκδόσεις ΑΚΜΗ, τόμος 3ος, σελ. 31.

18. Απόσπασμα από γράμμα του Κ. Μαρξ στον Κούγκελμαν. 17/4/1871. Βλέπε: Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Β΄, σελ. 545.

19. Ευαγγ. Παπαναστασίου: «Η Κομμούνα των Παρισίων», εκδόσεις Μπάιρον, σελ. 31-40 κ.ά.

20. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Α΄, σελ. 624-625.

21. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος, Α΄, σελ. 576-577.

22. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Α΄, σελ. 572.

23. Β. Ι. ΛΕΝΙΝ: «Τα διδάγματα της Κομμούνας» ΑΠΑΝΤΑ, τόμος 16ος, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 476-477.

24. Denis Richards: «Ιστορία της Σύγχρονης Ευρώπης 1789-2000», εκδόσεις Παπαδήμα, σελ. 355.

25. Remi Gossez: «Η Κομμούνα», στο «Ιστορία των Επαναστάσεων», εκδόσεις ΑΚΜΗ, τόμος 3ος, σελ. 38.

26. Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Α΄, σελ. 650.


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ