ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Φλεβάρη 2001
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΤΑ «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΘΑΥΜΑΤΑ»
Παγίδες της εργατικής συνείδησης

Κατά καιρούς προβάλλεται και κάποιο «οικονομικό θαύμα», ως πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης, σωστής διαχείρισης, δυναμικής του καπιταλιστικού συστήματος.

Μονάχα την εμπειρία της τελευταίας δεκαετίας του 20ού αιώνα να επικαλεστούμε, θα θυμηθούμε την επίκληση του οικονομικού θαύματος για τις «νέες τίγρεις» της Α και ΝΑ Ασίας, για την Πορτογαλία, αλλά και για τις ίδιες τις ΗΠΑ. Σε προηγούμενες δεκαετίες κυριαρχούσε το οικονομικό θαύμα της Ιαπωνίας, αλλά και της Γερμανίας. Σήμερα, έχουμε το οικονομικό θαύμα της Ιρλανδίας.

Τα «θαύματα» της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας προβλήθηκαν και ως η καλή, η δυναμική διαχειριστική εναλλακτική εκδοχή (πολιτική) των πλεονεκτημάτων της ένταξης μιας εθνικής οικονομίας ενός κράτους - μέλους της ΕΕ. Αποτέλεσαν τη βάση για να αναπτυχθεί η «αντιπολιτευτική» γραμμή μεταξύ του αστικού φιλελεύθερου πολιτικού ρεύματος και της σοσιαλδημοκρατίας, σε περίοδο κατά την οποία αμφότερα τα πολιτικά ρεύματα υιοθετούσαν τις στρατηγικές επιλογές της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης (ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση των αγορών, αναδιαρθρώσεις στην αγορά εργασίας εις βάρος των εργαζομένων).

Σήμερα, το «οικονομικό θαύμα» της Ιρλανδίας αποτελεί το ισχυρό αντιπολιτευτικό επιχείρημα της ΝΔ, από τη σκοπιά της λεγόμενης εποικοδομητικής κριτικής προς το ΠΑΣΟΚ, της εναλλακτικής πολιτικής στα πλαίσια της ΕΕ, με έγκαιρη, πλήρη, αποδοτική και διαφανή απορρόφηση των κοινοτικών πόρων (Β` και Γ` ΚΠΣ).

Πριν ασχοληθούμε ιδιαίτερα με το «θαύμα» της Ιρλανδίας, θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε ότι τη δυνατότητα να γίνεται η αστική πολιτική προπαγάνδα κράχτης οικονομικών θαυμάτων τη δίνει η νομοτελειακή κίνηση του κύκλου της κρίσης για κάθε καπιταλιστική οικονομία, η έλλειψη συγχρονισμού στις φάσεις της κρίσης μεταξύ των καπιταλιστικών οικονομιών και βεβαίως η ανισομετρία στην καπιταλιστική ανάπτυξη.

Η συσκότιση αυτών των νομοτελειών δίνει τη δυνατότητα να συγκαλύπτονται οι αντιθέσεις του συστήματος, να αποκρύπτεται ο αντιλαϊκός χαρακτήρας των πολιτικών διαχείρισής του. Δημιουργείται η δυνατότητα ώστε η επίπλαστη αντιπαράθεση μεταξύ μιας «εθνικά» ή μη, δυναμικής ή μη, διεκδικητικής ή μη διεκδικητικής ένταξης/συμπόρευσης εντός ΟΝΕ να επισκιάζει την ταξική (κεφαλαιοκρατική) σχέση οικονομίας - πολιτικής.

Στην κεφαλαιοκρατική σχέση οικονομίας - πολιτικής περιλαμβάνονται οι εκάστοτε στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου (όπως αυτές προσδιορίζονται από τις εκάστοτε ιστορικά προσδιορισμένες συνθήκες αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου). Ομως περιλαμβάνονται εξίσου και οι εκάστοτε πολιτικές ενσωμάτωσης ορισμένων άμεσων αναγκών της εργατικής τάξης και των λαϊκών δυνάμεων, έτσι ώστε να παίρνουν «εθνικό» χαρακτήρα οι συνολικές κεφαλαιοκρατικές στρατηγικές επιλογές.

Κοινό χαρακτηριστικό των «οικονομικών θαυμάτων» της δεκαετίας του 1990 είναι ότι δύσκολα μπορεί να εξασφαλιστεί αυτή η διπλή ανάγκη για την κυριαρχία του κεφαλαίου, ακόμη και σε φάσεις αναζωογόνησης - όπως συμβαίνει σήμερα στην Ιαπωνία και άλλα κράτη της ΝΑ Ασίας - αλλά και σε φάση ανόδου όπως στις ΗΠΑ μέχρι το 2000. Το δείχνει η συνολική υποχώρηση εργατικών και κοινωνικών κατακτήσεων ως γενική τάση για τις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες καθ' όλη την τελευταία δεκαετία. Το δείχνει η καθοδική τάση στους αυξητικούς ρυθμούς μεταβολής του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά τις 3 τελευταίες δεκαετίες.

Το «θαύμα» της Ιρλανδίας

Πρώτον: Και στην περίπτωση της Ιρλανδίας ισχύει ότι η ανάπτυξη δεν είναι γενικά μέγεθος «εθνικό» ή υπερταξικό. Οι οικονομικές εξελίξεις στην Ιρλανδία αποτυπώνουν από τη μια την επιτάχυνση της καπιταλιστικής συσσώρευσης (που αποτυπώνεται με μεγάλους θετικούς αριθμούς ετήσιας μεταβολής του ΑΕΠ και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ), και από την άλλη την επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων.

Ορισμένα στοιχεία:

  • Η Ιρλανδία, με τους μεγαλύτερους θετικούς ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ στην ΕΕ, έχει τις χαμηλότερες κοινωνικές δαπάνες1 ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (16,1% το 1998 με καθοδική πορεία από το 1993 - 20,5%).

Το 1995, η Ελλάδα κατέχει την 5η χειρότερη θέση (24,5% επί του ΑΕΠ) με χειρότερη θέση μεταξύ αυτής και της Ιρλανδίας την Ισπανία (21,6%), την Πορτογαλία 23,4% και το Λουξεμβούργο 24,1%, ενώ ο μέσος όρος της «ΕΕ-15» και της Ευρωζώνης είναι 27,7% αλλά με καθοδική τάση από το 19932.

  • Η Ιρλανδία κατέχει τη 2η χειρότερη θέση στις Δημόσιες Δαπάνες Υγείας ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (4,9%), με χειρότερη την Πορτογαλία (4,7%) και 3η χειρότερη την Ελλάδα (5%)3.
  • Η Ιρλανδία κατέχει τον 4ο μεγαλύτερο δείκτη απόκλισης πλούτου/φτώχειας (5,9%) στην ΕΕ, με τον μεγαλύτερο στην Πορτογαλία (7,1%) και ενδιάμεσά τους την Ελλάδα (6,6%) και την Ισπανία (6,0%)4.

Οι παραπάνω δείκτες αποτελούν την άλλη όψη των δεικτών που αφορούν τη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων και τις εργοδοτικές εισφορές για την εργασία (το λεγόμενο μη μισθολογικό κόστος εργασίας). Η Ιρλανδία έχει το χαμηλότερο συντελεστή (12,2) μη μισθολογικού κόστους εργασίας με μέσο όρο στην «Euro - 11» 28,1 (1999) και από τους χαμηλότερους ανώτατους συντελεστές φορολόγησης κερδών των επιχειρήσεων στην ΕΕ.

Αυτοί και άλλοι δείκτες5 αποδεικνύουν ότι το επίπεδο ζωής για την εργατική τάξη στην Ιρλανδία εξακολουθεί να παραμένει μεταξύ των τελευταίων θέσεων της «ΕΕ-15», παρά τους υψηλούς ετήσιους ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ (1998: 8,9%, 1999: 9,9%, 2000: 8,7%), τη θεαματική εκτίναξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και το συγκριτικά υψηλό κατά κεφαλήν ΜΑΔ (Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης) 24,1 με αντίστοιχο μέσο όρο 21 στην «Euro - 12» και 21,2 στην «ΕΕ - 15». Ας μην ξεχνάμε ότι δείκτες όπως το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ή το κατά κεφαλήν εισόδημα δεν αποδίδουν την πραγματική κατάσταση της εργατικής τάξης. Οι ΗΠΑ, στη 2η θέση στο κατά κεφαλήν εισόδημα ανάμεσα στις 18 πλουσιότερες χώρες, έχουν το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας ανάμεσα σε αυτές6. Η εξέλιξη των κοινωνικών δεικτών αποδεικνύει ότι υπήρξε και υποχώρηση στο επίπεδο ζωής των εργαζομένων στην Ιρλανδία. Πρόκειται δηλαδή για επιτάχυνση της καπιταλιστικής ανάπτυξης που στηρίχτηκε στην ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης.

Δεύτερον: Η εκτεταμένη πολιτική φιλολογία για τη συνετή ιρλανδική αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων, συχνά αποσιωπά το γεγονός ότι η Ιρλανδία είναι κράτος με υψηλές κατά κεφαλήν Αμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ), στις οποίες στηρίχτηκε μεγάλο μέρος της βιομηχανικής της ανόδου κατά την τελευταία 15ετία. Οι κατά κεφαλήν Αμεσες Ξένες Επενδύσεις στην Ελλάδα (1998) είναι 66,60 δολάρια ΗΠΑ, ενώ στην Ιρλανδία είναι 1.848,24 δολάρια ΗΠΑ. Οι εισροές ΑΞΕ στην Ελλάδα το 1998 (πληθυσμός 10,51 εκατ.) είναι 700 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ (και αποτελούν το 0,30% των συνολικών εισροών στην ΕΕ) και στην Ιρλανδία (πληθυσμός 3,69 εκατ.) είναι 6.820 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ (και αποτελούν το 1,23% των συνολικών εισροών στην ΕΕ)7. Μεγαλύτερο μέρος των εισρεομένων κεφαλαίων προέρχεται από τις ΗΠΑ και όχι από την ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ.

Ο ίδιος οργανισμός σημειώνει ως αιτίες αυτής της σχετικά μεγάλης προσέλκυσης κεφαλαίων, κυρίως από τις ΗΠΑ, τους εξαιρετικά χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις κυρίως στον μεταποιητικό τομέα και τις υπηρεσίες, το χαλαρό ρυθμιστικό πλαίσιο, τις ευνοϊκές για τις επιχειρήσεις εργασιακές σχέσεις, την αγγλική ως επίσημη γλώσσα της Ιρλανδίας. Το μεγαλύτερο μέρος της διευρυμένης αναπαραγωγής στη Μεταποίηση στηρίχτηκε στις εξαγωγές των ξένων επενδύσεων (των λεγόμενων ξένων πολυεθνικών).

Είναι φανερό ότι η γεωοικονομική θέση της Ιρλανδίας και οι ιστορικά διαμορφωμένες οικονομικές σχέσεις Ιρλανδίας - ΗΠΑ, ακόμη και Ιρλανδίας - ΕΕ διαφέρουν της θέσης και των σχέσεων Ελλάδας - ΗΠΑ και Ελλάδας - ΕΕ.

Το κυριότερο όμως είναι ότι οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα πρέπει να κρίνουν το «οικονομικό θαύμα» της Ιρλανδίας με την ιστορική πλέον εμπειρία του ανάλογου οικονομικού θαύματος των νέων «ασιατικών τίγρεων», που και εκείνες σε μεγάλο βαθμό επέτυχαν μια καπιταλιστική συσσώρευση και ανοδική οικονομική συγκυρία με όρους που υπέσκαπταν το μέλλον των εργαζομένων.

Οσο νωρίτερα απεγκλωβιστεί η εργατική συνείδηση στην Ελλάδα από τις παγίδες των «οικονομικών θαυμάτων», από τη λογική της καλύτερης καπιταλιστικής και ευρωενωσιακής διαχείρισης, όσο γρηγορότερα προσανατολιστεί το εργατικό και γενικότερα το λαϊκό κίνημα σε πρωτοβουλίες δράσης οργάνωσης μαζών και αγώνων ενάντια στα μονοπώλια, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και τις κυβερνήσεις που τα υπηρετούν, τόσο πιο γρήγορα και στέρεα θα οικοδομούνται οι όροι για ριζικές κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές, για τη λαϊκή εξουσία και τη θεμελίωση της λαϊκής οικονομίας.

Παραπομπές:

1. Στις κοινωνικές δαπάνες περιλαμβάνονται τα επιδόματα ανεργίας, ασθενείας, τα πάσης φύσεως οικογενειακά επιδόματα τέκνων, οι ειδικές δαπάνες για τη φροντίδα ηλικιωμένων (εξαιρούνται οι συντάξεις).

2. Εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 5/12/2000, Στοιχεία Eurostat.

3. Στοιχεία από το «Κοινωνικές Ανισότητες στην Υγεία» του Ι. Υφαντόπουλου, Πανεπιστήμιο Αθηνών 1999 (εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 13/8/2000).

4. Εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 3/2/2000, Στοιχεία Eurostat.

5. Οι αριθμητικοί δείκτες παρουσιάζουν ορισμένες αποκλίσεις από πηγή σε πηγή, οι οποίες όμως δεν ανατρέπουν το συμπέρασμα.

6. Στοιχεία από την Εκθεση του Προγράμματος του ΟΗΕ για την Ανάπτυξη (και εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 30/6/2000).

7. Πηγή: ΟΟΣΑ.(Βλέπε: Η ελληνική οικονομία σε αριθμούς, στοιχεία Πινάκων 1,22).


Της
Ελένης ΜΠΕΛΛΟΥ
Η Ελένη Μπέλλου είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνη του Οικονομικού Τμήματος του Κόμματος



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ