ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 18 Δεκέμβρη 2019
Σελ. /28
ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ
Το τρίπτυχο αξιολόγηση - πιστοποίηση - χρηματοδότηση στη στρατηγική του κεφαλαίου για τα πανεπιστήμια

Κείμενο με αφορμή το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας που βρίσκεται σε διαβούλευση

Στον πυρήνα του νέου νομοσχεδίου της κυβέρνησης ΝΔ για τα πανεπιστήμια είναι η αξιολόγηση. Οι διαδικασίες αξιολόγησης στην Εκπαίδευση αφορούν αποτίμηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των υπόλοιπων λειτουργιών των εκπαιδευτικών δομών με θεσμοθετημένο τρόπο. Προφανώς, ένα ολόκληρο πλέγμα άτυπων μορφών αξιολόγησης υπάρχει πέρα και έξω από τη θεσμοθετημένη διαδικασία που ορίζεται από το νομοθετικό πλαίσιο: Από την κριτική επανεξέταση από τον διδάσκοντα του περιεχομένου της διδασκαλίας του μέχρι την κριτική εξέταση του έργου που επιτελείται στις εκπαιδευτικές δομές από τους ίδιους τους φοιτητές - αν μιλάμε για πανεπιστήμια - είτε μέσα από τους συλλογικούς τους φορείς, είτε και σε ατομικές συζητήσεις μεταξύ τους κ.ο.κ. Φυσικά, για το κράτος και την τάξη που κάθε φορά είναι κυρίαρχη σε αυτό, οι «άτυπες» αυτές μορφές αξιολόγησης δεν αρκούν, καθώς από τη σκοπιά του κράτους η αποτίμηση αυτή αποβλέπει στον έλεγχο της υλοποίησης των πιο σταθερών στόχων που έχουν αναλάβει στο πλαίσιό του να επιτελέσουν οι εκπαιδευτικές δομές, της σύνδεσης με τις ανάγκες της οικονομίας και της αναπαραγωγής της ιδεολογίας, στο έδαφος της κυριαρχίας μιας τάξης.

Ακόμα κι έτσι, όμως, είναι σαφές ότι η τυπικά θεσμοθετημένη διαδικασία αξιολόγησης πανεπιστημιακών δομών και λειτουργιών αποτελεί μια μόνο από τις πτυχές της ουσιαστικής αξιολόγησής τους από το κράτος και το κεφάλαιο. Ακόμα και πολύ προτού ιδρυθεί π.χ. η λεγόμενη «Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας» (ΑΔΙΠ) με το νόμο 3374/2005, οι ανάγκες του κεφαλαίου και των επιχειρήσεων ήταν αυτές που όριζαν, σε τελική ανάλυση, τη γενική κατεύθυνση και το περιεχόμενο των σπουδών, της Ερευνας κ.λπ. Αυτό που επιδιώκεται να λυθεί μέσα από τη διαδικασία της Μπολόνια, στις διάφορες φάσεις της, είναι η τυποποίηση και προτυποποίηση των διαδικασιών αξιολόγησης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μιας και πρόκειται για βασική κατεύθυνση της ευρωενωσιακής στρατηγικής, με στόχο τη συγκρότηση του αποκαλούμενου Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης1.

INTIME NEWS

Από την άποψη αυτή, είναι πιο εύκολο να εντοπίσουμε ποιο είναι το νέο, σε σχέση με το παρελθόν, στοιχείο που εισάγεται με το νομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ: Είναι η προσπάθεια αναμόρφωσης του θεσμικού πλαισίου που διέπει την αξιολόγηση (επιδίωξη που στο νομοσχέδιο αποτυπώνεται στην ανασύνθεση και αναβάθμιση της ΑΔΙΠ, η οποία μετεξελίσσεται σε «Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης»), σε συνδυασμό με την άμεση εξάρτηση ενός μέρους της κρατικής χρηματοδότησης από τα αποτελέσματα των διαδικασιών αξιολόγησης.

Η διαχρονική συνέχεια στην υπηρέτηση των στοχεύσεων του κεφαλαίου από τις αστικές κυβερνήσεις

Αντίστοιχες αλλαγές με αυτές που επιχειρεί να προωθήσει η κυβέρνηση της ΝΔ έχουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συντελεστεί και σε άλλες χώρες, στις διάφορες φάσεις υλοποίησης της διαδικασίας της Μπολόνια, χωρίς να αλλάζουν η ουσία και η στόχευση της διαδικασίας.

Αυτό, εξάλλου, φαίνεται ολοκάθαρα αν παρακολουθήσει κανείς την αντιπαράθεση ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ για την ΑΔΙΠ τα προηγούμενα χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, ότι η ΝΔ ουσιαστικά εξαντλούσε την κριτική της στο εγχείρημα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για αναμόρφωση του χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη χώρα με όχημα τις συγχωνεύσεις/καταργήσεις/μετασχηματισμούς ιδρυμάτων και τμημάτων πανεπιστημίων και ΤΕΙ στο αν και κατά πόσο είχε προηγηθεί θετική γνωμοδότηση από την ΑΔΙΠ. Με τον τρόπο αυτόν συσκοτιζόταν το γεγονός ότι οι διαδικασίες αξιολόγησης ιδρυμάτων και τμημάτων που εποπτεύονταν από την ΑΔΙΠ και είχαν διενεργηθεί με βάση το μέχρι σήμερα ισχύον πλαίσιο, ουσιαστικά κατέληγαν σε συμπεράσματα που τροφοδοτούσαν το σκεπτικό πίσω από τις αναμορφώσεις, ανεξάρτητα από το αν η μορφή με την οποία θα προωθούνταν θα ήταν η ίδια ή άλλη. Οι εκθέσεις αξιολόγησης είναι αποκαλυπτικές για αυτό. Οπως επίσης ακόμα πιο αποκαλυπτικές είναι οι εκθέσεις πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών, δηλαδή μιας πτυχής της αξιολόγησης των ιδρυμάτων2.

Στο σύνολο των εκθέσεων που έχουν δημοσιευτεί - στις οποίες αναφέρεται ρητά ότι έχουν ληφθεί υπόψη οι σχετικές επισημάνσεις των εκθέσεων αξιολόγησης και αποτυπώνονται οι όποιες καθυστερήσεις υπάρχουν κατά περίπτωση - δίνονται ρητές «εντολές» για το πώς πρέπει να προχωρήσει η αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών, ώστε αυτά να εναρμονιστούν καλύτερα με τις στοχεύσεις της διαδικασίας της Μπολόνια, όπως αυτές εξειδικεύονται ανά αντικείμενο. Δηλαδή, η ίδια η λειτουργία της ΑΔΙΠ και οι διαδικασίες τις οποίες είχε ευθύνη να οργανώσει, να συντονίσει και να εποπτεύσει, προδιαγράφουν ακόμα και τον «τιμωρητικό» χαρακτήρα της αξιολόγησης που εισάγει το νομοσχέδιο της κυβέρνησης ΝΔ, ως προς τη χρηματοδότηση: Με βάση το ισχύον πλαίσιο, η λειτουργία των προγραμμάτων σπουδών προϋποθέτει την πιστοποίησή τους (όσα είναι να ξεκινήσουν, θα πρέπει να έχουν πιστοποιηθεί εκ των προτέρων, όσα ήδη τρέχουν, η πιστοποίηση απαιτείται για να εγκριθεί η συνέχισή τους μετά τη λήξη τους). Ο,τι δεν προσαρμόζεται, δηλαδή, «κόβεται» ούτως ή άλλως.

Τότε, όμως, γιατί επιχειρεί αυτές τις αλλαγές η κυβέρνηση της ΝΔ; Πολύ απλά, για να προσπαθήσει να επιλύσει καθυστερήσεις, δυσλειτουργίες κ.λπ. που δεν άπτονται μόνο της ίδιας της διαδικασίας αξιολόγησης, αλλά και της αντικειμενικής δυσκολίας να μπορούν πιο ευέλικτα να προσαρμόζονται τα ιδρύματα και οι λειτουργίες τους στις αναδιατάξεις ιεραρχήσεων και στοχεύσεων του κεφαλαίου για τους διάφορους κλάδους. Δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει π.χ. ότι το μέχρι σήμερα ισχύον πλαίσιο ουσιαστικά είχε διαμορφωθεί προ κρίσης.

Να λοιπόν τι κρύβεται πίσω από τη διαπάλη ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ περί αξιολόγησης και ΑΔΙΠ: Οχι το αν θα προσδεθούν ή όχι τα ιδρύματα και οι λειτουργίες τους στο άρμα του κεφαλαίου - αυτό, εξάλλου, είναι λυμένο εδώ και πάρα πολλά χρόνια - αλλά το πώς θα συντελεστεί αυτό.

Εξάλλου, όλες οι αντίστοιχες με την υπάρχουσα σήμερα ΑΔΙΠ δομές που είναι επιφορτισμένες με την οργάνωση και εποπτεία της διαδικασίας αξιολόγησης των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στα διάφορα κράτη της ΕΕ, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές στο πλαίσιο που τις διέπει, λειτουργούν υπό την ομπρέλα της αντίστοιχης ευρωπαϊκής αρχής για τη «διασφάλιση της ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση» (European Association for Quality Assurance in Higher Education - ENQA). Υπό την ίδια ομπρέλα θα λειτουργεί, προφανώς, και η «Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης» που ιδρύεται με το νομοσχέδιο.

Αποφεύγοντας να κάνουν κουβέντα για την «ταμπακιέρα», δηλαδή για το τι και πώς έρχεται να λύσει η όποια θεσμοθετημένη διαδικασία αξιολόγησης από τη σκοπιά του κεφαλαίου, η μεν ΝΔ επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο πολιτικός εκφραστής των δυνάμεων που επιθυμούν τον «εκσυγχρονισμό της χώρας στη βάση των σύγχρονων ευρωπαϊκών προτύπων» και τη «διαφυγή από τις παθογένειες του παρελθόντος», ο δε ΣΥΡΙΖΑ ως ο πολιτικός εκφραστής των δυνάμεων που αντιστέκονται στη «νεοφιλελεύθερη λαίλαπα της δεξιάς που με όπλο την καταστολή θέλει να σαρώσει τα πάντα».

Η σύνδεση αξιολόγησης - κρατικής χρηματοδότησης

Το ψέμα, όμως, έχει κοντά ποδάρια. Τα κριτήρια της αξιολόγησης είναι ενιαία σε όλες τις χώρες της ΕΕ και τελικά καθορίζονται από τη στενή σχέση της Ανώτατης Εκπαίδευσης με τις προτεραιότητες της καπιταλιστικής οικονομίας, εξειδικευμένες σε κάθε χώρα. Από το 2005 που έχει συγκροτηθεί στη χώρα μας η ΑΔΙΠ, έχουν περάσει διάφορες κυβερνήσεις και δεν έχουν πειράξει στο ελάχιστο, αντίθετα έχουν ενισχύσει το χαρακτήρα της αξιολόγησης με τα κριτήρια της αγοράς. Η προηγούμενη κυβέρνηση «διάνθισε» αυτά τα κριτήρια και με την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, η οποία ζητούσε «μέρος της χρηματοδότησης του πανεπιστημίου να κατανέμεται βάσει δεικτών ποιότητας και απόδοσης». Εθετε δηλαδή ξεκάθαρα το ζήτημα να προχωρήσει βαθύτερα η σύνδεση της αξιολόγησης με την κρατική χρηματοδότηση. Μάλιστα, συνέδεε τα επίπεδα κρατικής χρηματοδότησης με την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών και το βαθμό που αυτά «ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας». Εχει άρα και ο ΣΥΡΙΖΑ «λερωμένη τη φωλιά του», στηρίζοντας την ΕΕ και τις στρατηγικές στοχεύσεις του κεφαλαίου, την ώρα που παριστάνει την «αθώα περιστερά», κάνοντας κριτική στα επιμέρους στοιχεία της αξιολόγησης και σηκώνοντας ντόρο χωρίς περιεχόμενο.

Η αξιολόγηση - χρηματοδότηση των ΑΕΙ πάντα ήταν ένας μοχλός ελέγχου από το κεφάλαιο και το κράτος του κάθε πλευράς της λειτουργίας των πανεπιστημίων, από το εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο μέχρι το ανθρώπινο δυναμικό τους, που, στο όνομα πλέον της... χιλιοτραγουδισμένης εδώ και χρόνια «αυτονομίας», λειτουργούν με όρους επιχειρηματικού ανταγωνισμού, με τις επιδόσεις τους να αποτιμώνται με τα κριτήρια της αγοράς.

Με το νομοσχέδιο της ΝΔ επιχειρείται ένα παραπάνω βήμα στη σύνδεση αξιολόγησης - χρηματοδότησης, ουσιαστικά στην κατεύθυνση που υποδεικνύει και η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ. Η ποσοτικοποίηση αυτής της σύνδεσης (το νομοσχέδιο ορίζει ότι το 20% της κρατικής χρηματοδότησης θα συνδέεται με όρους διασφάλισης της ποιότητας) δεν μπορεί να υποκρύψει ότι το σύνολο της κρατικής χρηματοδότησης είναι ούτως ή άλλως άμεσα εξαρτημένο από το κατά πόσο πληρούνται οι όροι «διασφάλισης της ποιότητας» των λειτουργιών των πανεπιστημίων στο πλαίσιο της καπιταλιστικής αγοράς - εξάλλου, δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς στο υπάρχον σύστημα.

Αλλωστε, είναι χαρακτηριστικό ότι και η ίδια η υπουργός Παιδείας, σε συνέντευξή της, επιχειρώντας να διαχωρίσει τα κριτήρια κατανομής του 20% της κρατικής χρηματοδότησης που θα εξαρτάται από την αξιολόγηση σε σχέση με το υπόλοιπο 80%, ουσιαστικά επιβεβαίωσε ότι ίδιο πνεύμα, ακόμα και οι ίδιοι δείκτες θα διαπνέουν και τις δυο κατανομές. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την υπουργό, για την κατανομή του 80% της σταθερής κρατικής χρηματοδότησης θα λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των εγγεγραμμένων φοιτητών, ενώ η αναλογία αποφοίτων/εισερχόμενων φοιτητών θα αποτελεί κριτήριο για το 20% που θα κατανέμεται με βάση τα αποτελέσματα της αξιολόγησης. Ομως, για παράδειγμα, οι διαγραφές των λεγόμενων «αιώνιων» φοιτητών, που ήδη έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση και για την οποία πιέζουν οι διοικήσεις των ιδρυμάτων, επηρεάζουν τον αριθμό των εγγεγραμμένων. Οπως επίσης και ο αριθμός των εισακτέων, θέμα για το οποίο επίσης έχει προαναγγελθεί νομοθετική ρύθμιση, καθώς και ο προωθούμενος περιορισμός των μετεγγραφών.

Είτε, λοιπόν, μιλάμε για την κατανομή του 80% της κρατικής χρηματοδότησης, είτε για την κατανομή του 20%, αποδεικνύεται ότι η κρατική χρηματοδότηση συνολικά και ο έλεγχος μέσα από τις διαδικασίες αξιολόγησης αξιοποιούνται για τη σταδιακή μετατροπή των ΑΕΙ σε αυτοτελείς μονάδες παραγωγής και τμηματικής διάχυσης της γνώσης, μια διαδικασία που τη βλέπουμε να ξετυλίγεται εδώ και χρόνια. Από εδώ βγαίνει και το συμπέρασμα ότι στον πυρήνα αυτής της διαδικασίας, στην οποία το νομοσχέδιο της ΝΔ επιχειρεί να προσθέσει ένα ακόμα λιθαράκι στο οικοδόμημα των προηγούμενων, κρύβεται και ο σπόρος μιας νέας υποβάθμισης, μιας νέας επιδείνωσης στους όρους σπουδών των φοιτητών και τους όρους δουλειάς των πανεπιστημιακών δασκάλων και ερευνητών και των άλλων εργαζομένων στα πανεπιστήμια της χώρας.

Είναι καταφανές ότι η στρόφιγγα της χρηματοδότησης και η σύνδεση της κάνουλας με την αξιολόγηση αποτελούν ένα ακόμα εργαλείο για την εισαγωγή νέων ταξικών φίλτρων στα πανεπιστήμια. Δεν θα περίμενε, εξάλλου, κανείς κάτι διαφορετικό από την οποιαδήποτε αστική κυβέρνηση και από τον οποιονδήποτε ιμπεριαλιστικό οργανισμό τύπου ΕΕ και ΟΟΣΑ.

Αυτό που όμως ίσως δεν φαίνεται τόσο εύκολα με την πρώτη ματιά, είναι ότι το εργαλείο αυτό συνδέεται με την επιδίωξη του κεφαλαίου για επιτάχυνση της ολοκλήρωσης των σπουδών διαφόρων κύκλων και τύπων (είτε με μείωση της διάρκειάς τους, είτε με μείωση του χρόνου παραμονής σε αυτούς). Ο ΣΕΒ εδώ και χρόνια επιμένει ότι είναι κομβικό ζήτημα, που πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα από τις εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις, η έλλειψη «προσφοράς» συγκεκριμένων δεξιοτήτων από το επιστημονικά ειδικευμένο εργατικό δυναμικό σε σχέση με τη «ζήτηση» των μεγαλοεπιχειρηματιών για αυτές. Η πλέον ενδεδειγμένη για αυτούς λύση είναι η ένταση της πολυκατηγοριοποίησης των σπουδών και η περαιτέρω ενίσχυση των κάθε είδους διετών προγραμμάτων (σαν κι αυτά που εισήγαγε ο ΣΥΡΙΖΑ και επιθυμεί να βελτιώσει η ΝΔ), εξ αποστάσεως κ.λπ., με στόχο την πιο γρήγορη ευθυγράμμιση της «προσφοράς» με τη «ζήτηση» των δεξιοτήτων που ζητούν σήμερα τα μονοπώλια με βάση τους όρους κερδοφορίας τους. Οσοι δεν μπαίνουν στα πανεπιστήμια (κάτι που λύνεται για το κεφάλαιο με τη ρύθμιση του αριθμού των εισακτέων) και όσοι δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στο τμήμα εισαγωγής (όσοι π.χ. θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις σπουδές μην μπορώντας να πάρουν μετεγγραφή και όσοι δεν ολοκληρώνουν εντός του προβλεπόμενου χρόνου τις σπουδές τους), θα είναι έτσι άμεσα διαθέσιμοι για να ενισχύσουν αυτήν τη μορφή «εσωτερικής κινητικότητας» (όπως ανέφερε πρόσφατα και η υπουργός Παιδείας σε σχέση με τους «αιώνιους» φοιτητές, ως έναν από τους πυλώνες των αλλαγών στην Ανώτατη Εκπαίδευση). Επιδιώκεται, έτσι, να προωθηθεί και με τη σύνδεση της χρηματοδότησης με την αξιολόγηση ένας ακόμα στόχος που τίθεται στο πλαίσιο της διαδικασίας της Μπολόνια, δηλαδή η βελτίωση στους δείκτες της περίφημης «κινητικότητας», στόχο που υιοθετούν όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις.

Η διεθνής πείρα επιβεβαιώνει τα παραπάνω. Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ (αλλά και στην Αγγλία, που ξεχωρίζει λόγω Brexit, όπως και στη Νορβηγία κ.α.), το σύστημα της αξιολόγησης και πιστοποίησης της ποιότητας (που είναι ενιαίο για δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα) συνδέεται επίσης και με το μοίρασμα της κρατικής χρηματοδότησης. Στην Αγγλία, μάλιστα, στο ενιαίο σύστημα αξιολόγησης - χρηματοδότησης εντάσσονται και κάθε είδους προγράμματα της αποκαλούμενης «μη τυπικής εκπαίδευσης», δηλαδή διάφορα workshops, διαλέξεις, συνέδρια, σεμινάρια κ.λπ.

Ενάντια στη στρατηγική του κεφαλαίου, για τη διασφάλιση της ποιότητας της προοπτικής των αποφοίτων

Το νομοσχέδιο της ΝΔ αποτελεί ένα ακόμα σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση ολοκλήρωσης του «Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης», «χτίζοντας» πάνω σε όσα έκαναν και προετοίμασαν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Στην ούγια φέρει τη σφραγίδα της στρατηγικής του κεφαλαίου και της ΕΕ, που γράφει «ενιαία αξιολόγηση όλων των ιδρυμάτων με τα κριτήρια της αγοράς, με τα οποία είναι ταυτισμένη η ποιότητα στον καπιταλισμό» και στα ψιλά γράμματα (δεν) γράφει ότι με αυτά εξοβελίζονται τελείως οι σύνθετες σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες, οι ανάγκες της επιστήμης και των λειτουργών της, οι σύγχρονες ανάγκες των σημερινών φοιτητών και αυριανών αποφοίτων.

Το ΚΚΕ έχει αναδείξει, προτού καν θεσμοθετηθεί η ΑΔΙΠ το 2005, ότι ο μηχανισμός της αξιολόγησης στην αστική Εκπαίδευση - και όχι μόνο - αποτελεί «δούρειο ίππο» (ή, αν προτιμάτε, «πολιορκητικό κριό») για την πιο επιθετική προώθηση των αναδιαρθρώσεων που επιθυμεί σε κάθε φάση το κεφάλαιο, με συνέπειες που πληρώνει ο λαός: Απολύσεις και ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, ένταση της πολυκατηγοριοποίησης και της ταξικότητας, αναπροσανατολισμός και υποβάθμιση του περιεχομένου κ.λπ.

Από την αφετηρία αυτή πηγάζει και η κάθετη αντίθεσή μας σε κάθε κρίκο των αλυσιδωτών προσαρμογών των πανεπιστημίων που επιχειρούν οι αστικές κυβερνήσεις της χώρας, οι οποίες μπορούν να συνοψιστούν στη σταδιακή μετατροπή τους σε επιχειρήσεις παραγωγής και τμηματικής διάχυσης της επιστημονικής γνώσης. Κρίκος σε αυτήν την αλυσίδα είναι και αυτό το νομοσχέδιο της ΝΔ.

Η σύγχρονη πείρα από τη χώρα μας και διεθνώς επιβεβαιώνει την εκτίμηση του ΚΚΕ ότι στο έδαφος της επιχειρηματικής λειτουργίας, της αξιολόγησης με βάση την αποδοτικότητα, της προσαρμογής των προγραμμάτων σπουδών στα κελεύσματα της αγοράς θα ενταθούν η ανισομετρία, οι διαφορετικές ταχύτητες ανάπτυξης επιστημονικών αντικειμένων, τμημάτων, σχολών.

Η αξιολόγηση των πανεπιστημίων στη βάση των επιδόσεών τους ως προς τέτοιους δείκτες αποδοτικότητας όχι μόνο δεν διασφαλίζει την ποιότητά τους, από την άποψη των σύγχρονων αναγκών των φοιτητών και ευρύτερα του λαού, αλλά διασφαλίζει ότι η προοπτική των αποφοίτων και η ανάπτυξη της επιστήμης μέσα στα ιδρύματα θα προχωρούν πισθάγκωνα δεμένες στο λαβύρινθο των μπουντρουμιών που χτίζει η εξουσία του κεφαλαίου, για όσους με τη δουλειά του χεριού και του μυαλού τους παράγουν τον πλούτο ολόκληρης της κοινωνίας.

Η αντίληψη του ΚΚΕ για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων έχει στον πυρήνα της τη διαρκή αναβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης, με βάση τις απαιτήσεις που εγείρουν οι ανάγκες της κοινωνίας για την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί ο κάθε εργαζόμενος, ανεξάρτητα από την επιστημονική του ειδίκευση, και να συμβάλει στην ικανοποίησή τους με βάση και αυτή. Μια ποιότητα, δηλαδή, που ορίζεται από ένα οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο που δεν οικοδομείται με γνώμονα τα συμφέροντα του κεφαλαίου, αλλά όσων σήμερα καταδυναστεύονται από αυτά. Ενα πλαίσιο που δεν ξεχωρίζει παιδιά και αποπαίδια και δεν κατηγοριοποιεί την προοπτική των εργαζομένων με βάση την κατηγοριοποίηση των σπουδών τους.

Κι αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να διαμορφωθεί αν το κίνημα δεν βρει σήμερα, αντιπαλεύοντας τη στρατηγική του κεφαλαίου, τη δύναμη να γκρεμίσει τους τοίχους αυτού του λαβύρινθου.

Οι θέσεις του ΚΚΕ μπορούν και πρέπει να γίνουν όπλο στα χέρια του κινήματος για το αντιπάλεμα της στρατηγικής του κεφαλαίου, για την ανάπτυξη της οργανωμένης συλλογικής διεκδίκησης των φοιτητών για ολόπλευρη επιστημονική μόρφωση, που θα οδηγεί σε επαγγελματική αποκατάσταση με βάση το πτυχίο, με σύγχρονα εργασιακά και μισθολογικά δικαιώματα.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

1. Βλ. αναλυτικά το άρθρο του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ με τίτλο «Διακήρυξη της Μπολόνια: 20 χρόνια μετά», ΚΟΜΕΠ τ. 1/2019

2. Βλ. αναλυτικά το άρθρο του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ με τίτλο «Οι εξελίξεις σχετικά με την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών στα ΑΕΙ», ΚΟΜΕΠ τ. 4/2016 και «Πτυχία - κολάζ γνώσεων και δεξιοτήτων, με τη σφραγίδα της ΕΕ», «Ριζοσπάστης» 22 Μάη 2019.


Τμήμα Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

Διαμαρτυρία από τους σπουδαστές Δημοσίων ΙΕΚ

Σε νέα παράσταση διαμαρτυρίας στο υπουργείο Παιδείας προχωρά σήμερα Τετάρτη στις 10.30 το πρωί ο Σύλλογος Σπουδαστών Δημοσίων ΙΕΚ Αττικής. Οι σπουδαστές επιδιώκουν να πάρουν απαντήσεις στα αιτήματά τους που αφορούν τους όρους σπουδών τους. Ειδικότερα, ζητούν: Να δοθεί πάσο για όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς στους σπουδαστές, χωρίς όριο ηλικίας. Σύγχρονα εργαστήρια, εξοπλισμό και αναλώσιμα για όλα τα Δημόσια ΙΕΚ, δωρεάν συγγράμματα με ευθύνη του υπουργείου Παιδείας. Να μπει τέλος στην απλήρωτη και ανασφάλιστη πρακτική.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ