ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Δεκέμβρη 2016
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΥΠΡΙΑΚΟ
Μπλεγμένο στη δίνη σφοδρών ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών

Μια σύντομη ιστορική αναδρομή

Ιούλης 1974: Η εισβολή της Τουρκίας εγκαινιάζει μια περίοδο ακόμα μεγαλύτερων περιπετειών για τον κυπριακό λαό
Ιούλης 1974: Η εισβολή της Τουρκίας εγκαινιάζει μια περίοδο ακόμα μεγαλύτερων περιπετειών για τον κυπριακό λαό
Η σημερινή φάση στην οποία βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά ότι το ζήτημα είναι στενά δεμένο με την εξέλιξη σφοδρών ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, που αφορούν τον έλεγχο του μεγάλου φυσικού πλούτου όλης της περιοχής, αλλά και την κρίσιμη γεωγραφική θέση του νησιού, που βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων. Το σημερινό έντονο ενδιαφέρον ισχυρών ιμπεριαλιστικών κέντρων (π.χ. ΗΠΑ) για ένα συμβιβασμό που θα «επανενώνει» την Κύπρο, όπως και η μεγαλύτερη «καρτερικότητα» που φαίνεται ότι χαρακτηρίζει άλλες δυνάμεις (όπως η Ρωσία), συνδέεται με την ανάπτυξη συγκρουόμενων επενδυτικών αλλά και γεωπολιτικών σχεδιασμών τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και συνολικά στη Μέση Ανατολή.

Μέρα με τη μέρα εντείνονται ολόπλευρα οι μεθοδεύσεις για να σκύψει ο κυπριακός λαός το κεφάλι στις «εναλλακτικές» που του σερβίρουν ως μονόδρομο οι ιμπεριαλιστές και τα επιτελεία του κεφαλαίου σε Κύπρο, Τουρκία, Ελλάδα κ.τ.λ. Είτε με την ολοκλήρωση των συνομιλιών που επιταχύνονται για μια νέα λύση με δύο «συνιστώντα κρατίδια», είτε με την αποτυχία ενός συμβιβασμού και την ενεργοποίηση «σχεδίων Β'», όπως η μεγαλύτερη ή μικρότερη ακόμα και προσάρτηση (όπως εκβιάζει η Αγκυρα) των Κατεχόμενων στην Τουρκία, το αποτέλεσμα επί της ουσίας θα είναι ίδιο, δηλαδή διχοτόμηση, ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή του νησιού σε φονικές κόντρες αντίπαλων μονοπωλίων.

Ως ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής και κατοχής τμήματος μιας χώρας από ξένο στρατό εδώ και 42 χρόνια, το Κυπριακό μπαίνει σήμερα σε νέα φάση όξυνσης. Σε μια περίοδο που, καθόλου τυχαία, κλιμακώνονται γενικότερες «κόντρες» στην περιοχή μας και που ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα ανασυντάσσουν δυνάμεις και επαναξιολογούν συμμαχίες, καθορίζοντας τις προτεραιότητές τους και το πώς μπορούν να καπηλευτούν την αγωνία του κυπριακού λαού για ειρήνη και ευημερία.

* * *

Το έδαφος για τη δημιουργία δύο κρατών στρώθηκε από τη δεκαετία του 1960, με την τουρκική αστική τάξη να χρησιμοποιεί μεθοδευμένα και τη δράση εθνικιστικών δυνάμεων και στις δύο πλευρές, αλλά και με τις ίδιες τις διεθνείς Συνθήκες (βλ. επόμενο θέμα) που συνόδευσαν την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, προβλέποντας «εγγυήτριες δυνάμεις» και ξένες στρατιωτικές βάσεις και δυνάμεις στην - υποτίθεται - ανεξάρτητη πατρίδα του κυπριακού λαού. Οι διαρκείς υποχωρήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς οδήγησαν τελικά να έχει μετατραπεί σήμερα η πρόταση για Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, που αρχικά αποτελούσε θέση τακτικής, σε θέση αρχής για μια υποτιθέμενη λύση.

Το Σχέδιο «Ανάν» έδωσε νέα ώθηση στο διαμελισμό του νησιού, άνοιξε ένα νέο γύρο σκληρών παζαριών στη νεότερη ιστορία. Η απόρριψή του (τον Απρίλη του 2004) από τον κυπριακό λαό έγινε αφετηρία νέων ενδοϊμπεριαλιστικών και ενδοαστικών διεργασιών. Στο φόντο και των νέων δεδομένων που δημιουργεί η αναιμική καπιταλιστική ανάκαμψη, ή και στασιμότητα ή υποχώρηση σε πολλές χώρες, η «λύση» του Κυπριακού σήμερα γεννά προσδοκίες σε πολλά μονοπώλια για νέες χρυσοφόρες μπίζνες, ειδικά μετά την ανακάλυψη σημαντικών ενεργειακών κοιτασμάτων στην ευρύτερη «γειτονιά» της Ανατολικής Μεσογείου.

Η ένταξη της Κύπρου το 2004 στην ΕΕ όχι μόνο δεν επιβεβαίωσε τις υποσχέσεις και προσδοκίες όσων δυνάμεων επέμειναν να βλέπουν νέους συμμάχους και υποστηρικτές για την επανένωση του νησιού. Αντίθετα. Η Κύπρος εγκλωβίστηκε ακόμα πιο βαθιά σε επιδιώξεις αντίπαλων μονοπωλιακών συμφερόντων, οι δυνάμεις αυτές μεγάλωσαν τις αυταπάτες και τη λαϊκή επανάπαυση, αύξησαν τους επιχειρηματικούς ομίλους, που συμπεριέλαβαν τον πλούτο του κυπριακού λαού στις δικές τους ληστρικές επιδιώξεις.

Το Φλεβάρη του 2014, η Κοινή Ανακοίνωση Αναστασιάδη - Ερογλου εμφανίστηκε ως αφετηρία μιας νέας, ελπιδοφόρας περιόδου συνομιλιών, ωστόσο το ίδιο το περιεχόμενό της δεν άφηνε περιθώρια για αληθινή αισιοδοξία, από την πλευρά των λαϊκών συμφερόντων. Ρητά αναφερόταν σε «δύο συνιστώντα κρατίδια», που «θα ασκούν πλήρως και οριστικά όλες τις εξουσίες τους, χωρίς επεμβάσεις από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση», δίνοντας παράλληλα το σύνθημα το Κυπριακό να γίνει βάση για ευρύτερα παζάρια. Καθόλου τυχαία, η τουρκική προκλητικότητα κλιμακώθηκε, με πιο χαρακτηριστική τη δέσμευση τμήματος της κυπριακής ΑΟΖ (Οκτώβρης 2014) από την Τουρκία (!), για να κάνει σεισμογραφικές έρευνες το τουρκικό πλοίο «Μπαρμπαρός» (αναγγέλλοντας ουσιαστικά σχέδια και πιθανών γεωτρήσεων).

Τον Απρίλη του 2015, αναζωπυρώθηκαν οι προσπάθειες εφησύχασης και παραπλάνησης του κυπριακού λαού, όταν με την εκλογή του κεντροαριστερού Μουσταφά Ακιντζί στην «προεδρία» του ψευδοκράτους, ουσιαστικά όλες οι πολιτικές δυνάμεις σε Ελλάδα και Κύπρο (πλην ΚΚΕ) μίλησαν για «θετική εξέλιξη», θολώνοντας την αλήθεια, δηλαδή ότι δεν αλλάζει η ταξική, αντιδραστική και αντιλαϊκή αφετηρία από την οποία η τουρκική πλουτοκρατία (όπως αντίστοιχα κάνει βέβαια και η ελληνική, η κυπριακή) θα διεκδικεί πλεονεκτήματα στην περιοχή.

Ο ίδιος ο Ακιντζί, βέβαια, είχε ξεκαθαρίσει ότι «ομοσπονδιακή Κύπρος» σημαίνει «δύο ίσα ιδρυτικά κράτη» και ότι το αέριο μπορεί να γίνει αιτία ακόμα και στρατιωτικής αναμέτρησης. Στην περίπτωση που τα κοιτάσματα του φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο «δεν χρησιμοποιηθούν με λογικό τρόπο, μπορεί να αποτελέσουν στοιχείο απειλής και επιπλέον να γίνουν αιτία πολέμου, ενώ εάν χρησιμοποιηθούν συνετά, μπορεί να δημιουργηθεί μια επωφελής κατάσταση για όλους», έλεγε το Σεπτέμβρη του 2015.

Σήμερα, οι πυρετώδεις διεργασίες αποτυπώνονται στο νέο χρονοδιάγραμμα και ειδικά τη Διάσκεψη για την Ασφάλεια, που προγραμματίστηκε να ξεκινήσει στις 12 Γενάρη στη Γενεύη και έχει ήδη δώσει το σύνθημα για ένα ακόμα πιο σκληρό παζάρεμα, όχι μόνο όλων των πλευρών του Κυπριακού, αλλά και ταυτόχρονα πολλών άλλων «καυτών» θεμάτων που αφορούν την περιοχή (όπως Συριακό, Ελληνοτουρκικά αλλά και σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας). Οι οποίες, βέβαια, ούτε ακυρώνουν τις βαθιές ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, ούτε και μπορούν να επιφυλάξουν τίποτα θετικό για το λαό της Κύρου αλλά και όλης της περιοχής.


Οι τρεις διεθνείς Συνθήκες

Το «νήμα» των σημερινών επικίνδυνων εξελίξεων πάει πίσω στο 1960, στους όρους ίδρυσης της «ανεξάρτητης» Κυπριακής Δημοκρατίας

Η προδιαγεγραμμένα επικίνδυνη πορεία των εξελίξεων αποτυπώνεται στις ίδιες τις τρεις διεθνείς Συνθήκες που συνόδευσαν την ίδρυση της «ανεξάρτητης» Κυπριακής Δημοκρατίας, το 1960. Αν και τυπικά το Νησί παύει να είναι βρετανική αποικία, ο ρόλος του βρετανικού κεφαλαίου διασφαλίζεται, καταρχάς με τις δύο στρατιωτικές βάσεις που διατηρεί το Ηνωμένο Βασίλειο. Επιπλέον, τα ίδια τα «δικαιώματα» που αποκτούν Ελλάδα και Τουρκία στο κυπριακό κράτος, ουσιαστικά ναρκοθετούν την ίδια την ανεξαρτησία του, όπως αποτυπώνεται και στη διακριτή στρατιωτική παρουσία των δύο πλευρών.

  • Η λεγόμενη «Συνθήκη Εγκαθίδρυσης» υπογράφτηκε μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Ελλάδας, της Τουρκίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Στις μόλις 4 από τις 119 σελίδες της, που αφιερώνει για το νέο «ανεξάρτητο» κράτος, ξεκαθαρίζει ότι από τα εδάφη του εξαιρούνται οι περιοχές σε Ακρωτήρι και Δεκέλεια, όπου «φυτεύτηκαν» οι βρετανικές στρατιωτικές βάσεις, που «θα παραμείνουν στην κυριαρχία του Ηνωμένου Βασιλείου». Οι υπόλοιπες σελίδες είναι γεμάτες παραρτήματα και διευκρινίσεις για τις διευκολύνσεις, που το «ανεξάρτητο» κράτος πρέπει να παράσχει για αυτές τις «δύο περιοχές».

Σημειωτέον ότι στις 4 σελίδες περιλαμβάνονται και διευκρινίσεις ότι «η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεργάζεται πλήρως με το Ηνωμένο Βασίλειο για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της αποτελεσματικής λειτουργίας των στρατιωτικών βάσεων... και για να απολαμβάνει το Ηνωμένο Βασίλειο πλήρως τα δικαιώματα που παρέχει αυτή η Συνθήκη». Ορίζεται ακόμα ότι «Κυπριακή Δημοκρατία, Ελλάδα, Τουρκία και Ηνωμένο Βασίλειο αναλαμβάνουν (την ευθύνη) να ανταλλάσσουν συμβουλές και να συνεργάζονται για την κοινή άμυνα της Κύπρου». Θυμίζουμε ότι κανείς από όσους πρωταγωνιστούν ή αγωνιούν για τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις δεν θέτει θέμα κατάργησης της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης και των βρετανικών βάσεων.

  • Η «Συνθήκη Εγγυήσεως» υπογράφτηκε μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Ελλάδας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Τουρκίας. Είναι η συνθήκη που φορτώνει και ...ξένους χωροφύλακες στο σβέρκο του κυπριακού λαού, ορίζοντας ότι οι τρεις χώρες «εγγυώνται την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας». Μεταξύ άλλων, προβλέπει ρητά: «Στο βαθμό που κοινή ή συντονισμένη δράση αποδειχθεί ότι δεν είναι δυνατή, καθεμιά από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις διατηρεί το δικαίωμα να αναλάβει δράση με μόνο στόχο την αποκατάσταση της κατάστασης που δημιούργησε η παρούσα Συνθήκη».

Η συνθήκη αυτή διασφάλισε το πάτημα για την εισβολή της Τουρκίας το 1974, που βέβαια επικαλέστηκε και την κατάσταση στην οποία είχε πρωτοστατήσει η ελληνική χούντα και το πραξικόπημα του Σαμψών. Ετσι κατέλαβε το 37% του Νησιού.

  • Η «Συνθήκη Συμμαχίας» υπογράφτηκε μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας, Ελλάδας και Τουρκίας. Είναι αυτή που προβλέπει τη συγκρότηση στρατιωτικών αγημάτων Ελλάδας και Τουρκίας στην Κύπρο, με δύναμη 950 και 650 ατόμων, αντίστοιχα. Προβλέπει ότι τα τρία μέρη «αναλαμβάνουν την ευθύνη να συνεργάζονται για την κοινή τους άμυνα» και αναγγέλλει τη δημιουργία τριμερούς στρατηγείου (Tripartite Headquarters) για το σκοπό αυτό.

Μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι «ο πρόεδρος και ο αντι- πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενεργώντας σε συμφωνία, μπορούν να αιτηθούν από την ελληνική και την τουρκική κυβέρνηση να αυξήσει ή να μειώσει το ελληνικό και το τουρκικό στρατιωτικό άγημα». Ακόμα, προβλέπει «Επιτροπή» από τους υπουργούς Εξωτερικών των τριών χωρών ως «το ανώτατο πολιτικό σήμα της Τριμερούς Συμμαχίας».


Η πείρα από το «σχέδιο Ανάν»

Από πορεία αλληλεγγύης στον κυπριακό λαό που οργάνωσε το ΚΚΕ τον Απρίλη του 2004
Από πορεία αλληλεγγύης στον κυπριακό λαό που οργάνωσε το ΚΚΕ τον Απρίλη του 2004
Ενδεικτικό των οδυνηρών συνεπειών που έχουν για τον κυπριακό λαό οι λύσεις που υπαγορεύει ο «ρεαλισμός» των ιμπεριαλιστών ήταν το «σχέδιο Ανάν». Η αρχική του εκδοχή παρουσιάστηκε στις 11 Νοέμβρη 2002 και πήρε το όνομά του από τον τότε ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν. Ο κυπριακός λαός το απέρριψε στα δημοψηφίσματα που έγιναν στις 24 Απρίλη 2004 (οι Ελληνοκύπριοι κατά 75,9% και οι Τουρκοκύπριοι κατά 35%).

Στο «σχέδιο» δεν γινόταν η παραμικρή αναφορά στην τουρκική εισβολή και κατοχή. Αναφερόταν στην Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία (την οποία θα αποτελούσαν δύο «συνιστώντα ισότιμα κράτη») που θα είχε τη μορφή συνεταιρισμού μη επιδεχόμενου διάλυσης, έστω και αν τα συνιστώσα μέρη κρίνουν πως δεν «προχωρά».

Στις αρμοδιότητες των «συνιστώντων κρατών» περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, η δημόσια ασφάλεια, η επιβολή του νόμου και της τάξης. Η οικονομική δραστηριότητα σε τομείς όπως αλιεία, γεωργία, βιομηχανία, εμπόριο.

Το «σχέδιο» προέβλεπε απόσυρση κατά φάσεις των κατοχικών στρατευμάτων, με ένα χρονοδιάγραμμα που ξεπερνούσε το 2018 (δηλαδή την επόμενη 14ετία). «Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία», Ελλάδα και Τουρκία προβλεπόταν ότι θα αναθεωρούν κάθε τρία χρόνια το πρωτόκολλο παραμονής στρατευμάτων στο Νησί με τελικό σκοπό την πλήρη αποχώρησή τους, χωρίς όμως να προβλέπεται ολοκληρωτική αποστρατιωτικοποίηση του Νησιού. Μάλιστα, προβλεπόταν άφιξη ελληνικών στρατευμάτων ισάριθμων με τα τουρκικά που θα παρέμεναν και από κοινού θα μειώνονταν σταδιακά. Σε πρώτη φάση προβλεπόταν διάλυση της Εθνικής Φρουράς (σ.σ. οι Ενοπλες Δυνάμεις της Κύπρου) και απομάκρυνση των όπλων τους με παράλληλη ανάπτυξη και «προσαρμογή» των ελληνικών και τουρκικών δυνάμεων. Προβλεπόταν, μεταξύ άλλων, η παραμονή «ειρηνευτικής αποστολής» του ΟΗΕ που θα επόπτευε την εφαρμογή της συμφωνίας και θα παρέμενε «για όσο διάστημα η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, με τη συναίνεση και των δύο συνιστωσών Πολιτειών, δεν αποφασίσει διαφορετικά».

Χαρακτηριστικά ήταν και άλλα σημεία, όπως π.χ. η πρόβλεψη για συμμετοχή και «μη Κυπρίων» στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Η στάση ελληνικών και κυπριακών κομμάτων

Ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Τάσσος Παπαδόπουλος κάλεσε στις 7/4/2004 σε καταψήφιση του «σχεδίου Ανάν».

Το ΑΚΕΛ προχώρησε σε έκτακτη Παγκύπρια Συνδιάσκεψη στις 14/4/2004, όπου η ΚΕ εισηγήθηκε το κόμμα να ζητήσει αναβολή της διεξαγωγής των δημοψηφισμάτων με στόχο την αντικειμενική παρουσίαση του «σχεδίου» στο λαό και την περαιτέρω διαπραγμάτευση, προσθέτοντας ότι εφόσον αυτά δεν γίνουν το ΑΚΕΛ θα καταψηφίσει το «σχέδιο». Η Συνδιάσκεψη υπερψήφισε την εισήγηση με 64,8% έναντι 34,3%.

Το ΔΗΚΟ τάχτηκε κατά του «σχεδίου», με το επιχείρημα ότι «το παιχνίδι ήταν στημένο» και ότι η μεθοδολογία και γενικά οι χειρισμοί του ΟΗΕ οδηγούσαν στην εκπλήρωση στο ακέραιο των προσδοκιών της Τουρκίας.

Η ΕΔΕΚ τάχτηκε επίσης κατά του «σχεδίου», μιλώντας για παρέκκλιση από διάφορα ουσιώδη θέματα που έθετε η ελληνοκυπριακή πλευρά και για «αρνητικές πρόνοιες», όπως η παραμονή στρατευμάτων, η παραμονή των εποίκων κ.τ.λ. Κατά του «σχεδίου» τάχθηκαν και τα περισσότερα από τα μικρότερα ελληνοκυπριακά κόμματα, όπως το ΚΕΑ, οι Νέοι Ορίζοντες, οι Οικολόγοι Περιβαλλοντιστές.

Από την άλλη μεριά, ο «Δημοκρατικός Συναγερμός» (ΔΗΣΥ) τάχτηκε υπέρ του «σχεδίου Ανάν». Το ίδιο έκαναν και άλλα κόμματα όπως οι «Ενωμένοι Δημοκράτες» του πρώην Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Γ. Βασιλείου. Το σκεπτικό τους ήταν, μεταξύ άλλων, ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη π.χ. οι δηλώσεις Ανάν ότι η επιλογή που έχει ο κυπριακός λαός είναι το «σχέδιο» ή καμία λύση.

Στην Ελλάδα, το ΚΚΕ ήταν το μόνο κόμμα που, με κριτήριο τα συμφέροντα των λαών αποκάλυψε το σύνολο των ιμπεριαλιστικών εκβιασμών και μεθοδεύσεων, κάλεσε σε καταψήφιση του «σχεδίου».

Εκ μέρους της ΝΔ, μετά τη δημοσιοποίηση της τελικής (5ης) εκδοχής του «σχεδίου», στις αρχές Απρίλη 2004, ο τότε πρωθυπουργός (Κώστας Καραμανλής) δήλωνε ότι «δεν κατέστη δυνατόν να επιτευχθεί μια συμφωνημένη λύση», αποτυπώνοντας και τη δυσαρέσκεια τμημάτων του ελληνικού κεφαλαίου για ένα συμβιβασμό δυσμενή για τα δικά του συμφέροντα. Ωστόσο, σημαντικά στελέχη του κόμματος όπως η Ντόρα Μπακογιάννη είχαν στηρίξει το «σχέδιο» από την πρώτη στιγμή με το επιχείρημα ότι «είναι το καλύτερο που μπορούμε να έχουμε» και ότι αν απορριφτεί, η Κύπρος απειλείται με «απομόνωση».

Το ΠΑΣΟΚ, που, όταν ανακοινώθηκε η πρώτη εκδοχή του «σχεδίου» (11 Νοέμβρη 2002) ήταν στην κυβέρνηση, διά στόματος του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη πανηγύριζε για «πολύ σημαντική μέρα» και επισήμαινε ότι «δεν είναι ορθή μια αποσπασματική αποτίμηση της σημασίας της κάθε ρύθμισης χωριστά. Αυτό που έχει σημασία είναι η συνολική ισορροπία, στην οποία αυτό το Σχέδιο με τη διαπραγμάτευση μπορεί να οδηγήσει τελικά», παραπέμποντας στο ευρύτερο αλισβερίσι που σηματοδοτούσε το «σχέδιο». Μόλις στις 13 Νοέμβρη το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ τασσόταν «ομόφωνα» υπέρ του «σχεδίου» «ως βάση για διαπραγμάτευση».

Ο ΣΥΝ (πρόγονος του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ) είχε ταχτεί υπέρ του «σχεδίου», με το επιχείρημα ότι πρόκειται για «σχέδιο του ΓΓ του ΟΗΕ και έχει το πράσινο φως του Συμβουλίου Ασφαλείας και που γίνεται σε γενικές γραμμές δεκτό και από την ΕΕ» (δηλώσεις του τότε προέδρου του κόμματος Ν. Κωνσταντόπουλου). Πρωτοστάτησε, μάλιστα, στην αισχρή επίθεση κατά του ΚΚΕ με το επιχείρημα ότι «αποπροσανατολίζει το λαό και τείνει να ευθυγραμμιστεί με ακραίους εθνικιστικούς κύκλους».


Το «παζάρι» δυναμώνει διαρκώς

Τα βλέμματα στραμμένα στις επαφές του Γενάρη, στην Ελβετία

Μετά τη «μη κατάληξη» των συναντήσεων Αναστασιάδη - Ακιντζί που έγιναν το Νοέμβρη στο Μοντ Πελεράν στην Ελβετία, αναζωπυρώθηκαν με νέα ορμή οι διεργασίες για να μη χαθεί η - όπως επιμένουν πολλά αστικά και ιμπεριαλιστικά επιτελεία - «ιστορική ευκαιρία» για μια «λύση». Την 1η Δεκέμβρη ανακοινώθηκε χρονοδιάγραμμα νέων εντατικών επαφών.

Στις 9 Γενάρη θα γίνει συνάντηση των δύο πλευρών με στόχο στις 11 να ανακοινωθεί χάρτης με συμφωνία για το Εδαφικό. Στην ίδια συνάντηση, βέβαια, θα συζητηθούν όλα τα «εκκρεμούντα θέματα» και μάλιστα «με διασταυρούμενη διαπραγμάτευση».

Στις 12 του μήνα θα ξεκινήσει «Διάσκεψη για την Ασφάλεια» χωρίς χρονοδιάγραμμα και με «την πρόσθετη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων». Εχει, επίσης, διευκρινιστεί ότι «άλλα εμπλεκόμενα μέρη θα προσκληθούν εφόσον κριθεί απαραίτητο».

Τα κεφάλαια των «Εγγυήσεων» και της «Ασφάλειας» είναι τα πιο κρίσιμα, αφού αλληλεπιδρούν με την παρουσία που επιδιώκουν στην ευρύτερη περιοχή ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα. Μην ξεχνάμε τη σημασία που ήδη έχει η Κύπρος στην πορεία των στρατιωτικών επεμβάσεων στη Μέση Ανατολή (βάση γαλλικών, βρετανικών μαχητικών), αλλά και τις «ειδικές συμφωνίες» που έχουν υπογραφεί για τη χρήση λιμανιών και αεροδρομίων με χώρες όπως η Ρωσία. Ξεχωρίζει εδώ και καιρό το «ενδιαφέρον» των ΗΠΑ, που πρωτοστατούν για τη διαμόρφωση διαφόρων «εναλλακτικών» στο «σύστημα εγγυήσεων» που πλέον θεωρείται «αναχρονιστικό».

Μεταξύ άλλων, συζητιέται: Η «προσαρμογή» των τουρκικών εγγυήσεων έτσι ώστε π.χ. να διατηρηθούν «μόνο» για το τουρκοκυπριακό «συνιστών κρατίδιο». Διάφορα χρονοδιαγράμματα και «τρόποι» για σταδιακή αποχώρηση μέρους των κατοχικών στρατευμάτων, χωρίς να αποκλείεται ακόμα και η δημιουργία τουρκικής στρατιωτικής βάσης (μάλιστα αξιοποιείται το επιχείρημα ότι κανείς δεν σκοπεύει να πειράξει τις βρετανικές βάσεις). Η ταυτότητα της «πολυεθνικής δύναμης» που φαίνεται ότι θα κληθεί να επιτηρεί την εφαρμογή της όποιας συμφωνίας, για την οποία συζητιέται ο πρωταγωνιστικός ρόλος του ΟΗΕ, αλλά και της ΕΕ, ακόμα και του ΝΑΤΟ.

Για την παραπλάνηση του λαού αξιοποιείται συστηματικά το «παραμύθι» της «αξιοποίησης» των υδρογονανθράκων, του μεγάλου δηλαδή φυσικού πλούτου που ήδη σχεδιάζεται πώς θα αξιοποιηθεί για τα κέρδη ισχυρών μονοπωλίων. Ο ανταγωνισμός σε όλη τη «γειτονιά» θα οξυνθεί κι άλλο, η «διείσδυση» της ρωσικής «Ροσνέφτ» στην περιοχή, με την εξαγορά του 30% του γιγάντιου κοιτάσματος «Ζορ» στην αιγυπτιακή ΑΟΖ, δεν είναι καθόλου τυχαία.

Οι εξελίξεις ήδη «τρέχουν». Ο συμβιβασμός που επιδιώκεται εγκυμονεί πολλούς κινδύνους για όλους τους λαούς στην περιοχή, και τον ελληνικό. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ πρωτοστατεί στο αντιλαϊκό παζάρεμα, προσδοκώντας αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου του ντόπιου κεφαλαίου και εκφράζοντας προθυμία να συνεισφέρει σε συνολικότερα «βρώμικα» σχέδια των ιμπεριαλιστών. Το θέμα δεν είναι απλά να καταργηθεί το σημερινό σύστημα εγγυήσεων, όπως επαναλαμβάνει πρώτος και καλύτερος ο ΥΠΕΞ, Ν. Κοτζιάς, αλλά και τι θα το αντικαταστήσει. Οι συζητήσεις για «σύμφωνα φιλίας» και νέα «τρίγωνα συνεργασίας» καταγράφουν την ετοιμότητα για επιτάχυνση διαφόρων σχεδιασμών υπέρ της μίας ή της άλλης μερίδας του κεφαλαίου, εγκλωβίζοντας τους λαούς σε ακόμα πιο ληστρικές και φονικές «κόντρες» εκμεταλλευτών.

Σε αυτό το πλαίσιο έγινε μεσοβδόμαδα και η συνάντηση Τσίπρα - Αναστασιάδη, αποτυπώνοντας «έντονες» διεργασίες. Επίσης, ο Αναστασιάδης είχε συναντήσεις με υψηλόβαθμους αξιωματούχους της ΕΕ και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες (π.χ. την Αγκελα Μέρκελ). Η Λευκωσία εξέφρασε «απόλυτη ικανοποίηση» για το αποτέλεσμα των επαφών και πρόσθεσε ότι η ΕΕ εκφράζει «ετοιμότητα για συμμετοχή στην πολυμερή διάσκεψη που θα ξεκινήσει στις 12 Ιανουαρίου», χαρακτηρίζοντας την καλύτερη ασφαλιστική δικλίδα για τον κυπριακό λαό το ότι η Κύπρος θα μείνει μέλος της Ενωσης και μετά τη λύση.


Κείμενα: Αναστασία ΜΟΣΧΟΒΟΥ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ