ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Ιούλη 2011
Σελ. /32
ΥΓΕΙΑ
Για το σχέδιο συγχωνεύσεων των δημόσιων μονάδων Υγείας

Αρθρο από επεξεργασία του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ

Το σχέδιο της κυβέρνησης για τις «συγχωνεύσεις» αποτελεί σημαντικό μέρος των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στο χώρο της Υγείας. Υπηρετεί την ανάγκη του εκσυγχρονισμού και της προσαρμογής του συστήματος Υγείας - Πρόνοιας στις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου για στήριξη της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας, για εξασφάλιση ακόμα πιο φτηνής εργατικής δύναμης.

Στο απυρόβλητο παραμένουν η ανεργία, οι άθλιες συνθήκες εργασίας, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, η μόλυνση του περιβάλλοντος, η διατροφή. Δηλαδή, όλοι αυτοί οι παράγοντες που απορρέουν από το ίδιο το κοινωνικοοικονομικό σύστημα και που ευθύνονται για την επιδείνωση της υγείας του λαού.

Πρόκειται για ένα σχέδιο που υπηρετεί έναν τύπο ανάπτυξης του δημόσιου συστήματος Υγείας, που έχει ενισχυμένα περισσότερο από πριν τα χαρακτηριστικά της εμπορευματοποίησης των παρεχόμενων υπηρεσιών και της επιχειρηματικής δράσης, αφήνοντας ένα μεγαλύτερο πεδίο επιχειρηματικής δράσης στο ιδιωτικό κεφάλαιο.

Η πρώτη φάση της υλοποίησης του σχεδίου των συγχωνεύσεων, όπως έχει ανακοινωθεί, θα περιλαμβάνει ορισμένης έκτασης μέτρα, όπως κατάργηση ή ενοποίηση κλινικών, εργαστηρίων και μονάδων και σε επόμενη φάση, μέσα από τη λειτουργία των δημόσιων υγειονομικών μονάδων με τους επιχειρηματικούς κανόνες, θα διαμορφωθούν και θα «ωριμάσουν» τα επόμενα μέτρα. Στη βάση αυτή και με ενισχυμένο το κριτήριο της δυνατότητας οι δημόσιες υγειονομικές μονάδες να ανατροφοδοτούν οικονομικά τη λειτουργία τους, θα αξιολογούνται αν είναι «βιώσιμες» ή όχι.


Η βασική επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, πάνω στην οποία στηρίζει τα παραπάνω μέτρα, είναι ότι υπάρχει μια μη ορθολογική ανάπτυξη των δημόσιων μονάδων υγείας στις διάφορες περιοχές της χώρας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλά νοσοκομεία και κλινικές διαφόρων ειδικοτήτων μέσα σ' αυτά που δε χρειάζονται.

Ολη αυτή η επιχειρηματολογία, περί μη ορθολογικής ανάπτυξης, ανεξάρτητα αν υπάρχουν και κάποιες τέτοιες περιπτώσεις, στην ουσία θέλει να συσκοτίσει την προσπάθεια της κυβέρνησης να μειώσει τις δημόσιες μονάδες Υγείας.

Τα κριτήρια των συγχωνεύσεων - δείκτες αξιολόγησης

Οι δείκτες που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση δεν αφορούν μόνο τον άμεσο σχεδιασμό, αλλά θα αποτελούν δείκτες αξιολόγησης σε μόνιμη βάση, από τους οποίους θα εξαρτάται η διατήρηση, η κατάργηση ή συγχώνευση ενός νοσοκομείου, μιας κλινικής ή ενός εργαστηρίου.

Από τα οριζόμενα κριτήρια - δείκτες φαίνεται ότι για τη «βιωσιμότητα» μιας υγειονομικής μονάδας δε θα αρκεί η δυνατότητα της αυτοχρηματοδότησής της, αλλά ένα σύνολο κριτηρίων που θα κρίνουν αν μια υγειονομική μονάδα μπορεί να είναι «κερδοφόρα».

Αντίστοιχη αξιολόγηση θα γίνεται και στο προσωπικό των μονάδων υγείας, από την οποία θα εξαρτάται ένα μέρος των αποδοχών (παραγωγικότητα), ακόμα και η διατήρηση της δουλειάς του ή όχι. Η σημερινή εξάρτηση της πρόσληψης και πληρωμής των επικουρικών και η πληρωμή ενός μέρους των εφημεριών, από τα έσοδα των νοσοκομείων από τα νοσήλια και τα απογευματινά ιατρεία, αποτελούν μια μικρογραφία του σχεδιασμού που προβλέπει τη γενικευμένη λειτουργία τους ως «αυτοτροφοδοτούμενων οικονομικών μονάδων», δηλαδή ως επιχειρήσεων.


Η αξιολόγηση του συστήματος Υγείας και των επιμέρους μονάδων του πρέπει να γίνεται σε κάθε περίπτωση. Δεν αποτελεί, όμως, μία «ουδέτερη» διαδικασία. Εχει άλλο περιεχόμενο και στόχευση η αξιολόγηση της λειτουργίας του συστήματος Υγείας όταν έχει σαν κριτήριο να συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα και στην επιχειρηματική δράση όπως συμβαίνει σήμερα, και άλλο όταν επιδιώκει να υπηρετεί τις κοινωνικές ανάγκες.

Οι δείκτες αξιολόγησης των μονάδων Υγείας που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση ταυτίζονται με τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια λειτουργίας μιας επιχείρησης. Γι' αυτό η κριτική μας εστιάζεται όχι αν πρέπει να γίνεται αξιολόγηση ή όχι, αλλά στο χαρακτήρα της και την αποστολή της, για ποιο σκοπό γίνεται και ποιος ωφελείται απ' αυτήν.

Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς δείκτες αξιολόγησης, π.χ., μία υγειονομική μονάδα μπορεί να χαρακτηριστεί «αντιπαραγωγική» και η περαιτέρω χρηματοδότησή της «σπατάλη», παρόλο ότι η λειτουργία της καλύπτει υπαρκτές κοινωνικές ανάγκες. Ενα παράδειγμα είναι η ανάπτυξη δημόσιων μονάδων αιμοκάθαρσης. Είναι σημαντικό για τους ασθενείς αυτούς που έχουν ανάγκη αιμοκάθαρσης κάθε 2 -3 μέρες, να υπάρχει μονάδα κοντά στον τόπο κατοικίας. Με τα κριτήρια κόστους - οφέλους, θα είναι «αντιπαραγωγική» η παραπέρα ανάπτυξη πανελλαδικά τέτοιων δημόσιων μονάδων και ιδιαίτερα σε περιοχές απομακρυσμένες, που ενδεχομένως είναι «μικρός» ο αριθμός αυτών των ασθενών. Εδώ εκφράζεται η αντίθεση ανάμεσα στο κόστος - όφελος και στο κοινωνικά αναγκαίο. Η σοβαρότατη σημερινή ανεπάρκεια σε δημόσιες μονάδες τεχνικού νεφρού πριμοδοτεί τη συνεχή ανάπτυξη του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα, όπως συμβαίνει και σε πολλούς άλλους τομείς των υπηρεσιών Υγείας.

Το σχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση υπάρχει σαν εμπειρία στη Γαλλία (ρύθμιση Σαρκοζί 2007 για τη Γενική Μεταρρύθμιση των Δημόσιων Πολιτικών (RGPP) όπου το αρμόδιο υπουργείο εισηγήθηκε το κλείσιμο μαιευτικών κλινικών των δημόσιων νοσοκομείων που πραγματοποιούν λιγότερους από 300 τοκετούς ετησίως, θεωρώντας ότι κοστίζουν υπερβολικά ακριβά. Το ίδιο ίσχυσε και για τις χειρουργικές κλινικές, οι οποίες οφείλουν να πραγματοποιούν περισσότερες από 1.500 πράξεις ετησίως.

Στο σχεδιασμό της κυβέρνησης περιλαμβάνεται και η αξιοποίηση διεθνών επιχειρηματικών ομίλων, οι οποίοι ειδικεύονται στον τομέα της «λειτουργικής ανασυγκρότησης» των νοσοκομείων, με εφαρμογή προγραμμάτων που στοχεύουν σε πιο «αποτελεσματικές μεθόδους εργασίας» που θα μειώνουν το κόστος μέσω της ανταποδοτικότητας. Με αυτές εκπαιδεύονται οι εργαζόμενοι να συμμετέχουν ενεργά στους στόχους της επιχείρησης και να τους υιοθετούν σα δικούς τους. Προτείνουν, μάλιστα, ως «ιδανική μέθοδο, αυτήν της ανάστροφης πυραμίδας» μοντέλο που πρωτοεμφανίστηκε από τη General Motors, το οποίο «καλλιεργεί το όραμα της συμμετοχής», χωρίς, μάλιστα, οι «εργαζόμενοι να ξεχνάνε το ρόλο τους». Προσπαθούν, δηλαδή, να πείσουν τους εργαζόμενους να σκέφτονται από τη σκοπιά των συμφερόντων του εργοδότη, σα να βρίσκονται στην ανώτερη βαθμίδα της ιεραρχίας, στην κορυφή της πυραμίδας.

Η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης για την «αξιολόγηση»

Στο ζήτημα της αξιολόγησης, η κυβέρνηση παρουσιάζει έναν καταιγισμό «στοιχείων» και «μελετών», προκειμένου να στηρίξει την «αντιπαραγωγικότητα» του μεγαλύτερου μέρους των δημόσιων νοσοκομείων (χαμηλή πληρότητα των νοσοκομειακών κλινών, μείωση των εξωτερικών ασθενών), όπως επίσης τον αυξημένο «μέσο όρο ημερών νοσηλείας», καθώς και το υψηλό μέσο «κόστος» νοσηλείας. Διάφοροι σύλλογοι γιατρών, επιστημονικές ιατρικές εταιρείες κ.λπ., απέδειξαν με ατράνταχτα στοιχεία τις αλχημείες που έκανε το υπουργείο με τα στοιχεία, προκειμένου να στηρίξει την πολιτική του. Π.χ., η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι υπάρχουν πανελλαδικά 956 κρεβάτια ΜΕΘ, με πληρότητα 75% και στην Αττική 371 κρεβάτια με πληρότητα 80%. Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Εντατικής Θεραπείας (ΕΕΕΘ), το σύνολο των κρεβατιών ΜΕΘ (λειτουργούντα και κλειστά) είναι 681 πανελλαδικά και στην Αττική 167. Καθημερινά υπάρχει λίστα αναμονής στο ΕΚΑΒ από 3 έως 30 ασθενείς για να μεταφερθούν σε κάποια ΜΕΘ. Ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, οι δημόσιες ΜΕΘ είναι μόνιμα υπερπλήρεις, με αποτέλεσμα σημαντικός αριθμός ασθενών να εξαναγκάζεται να νοσηλευτεί σε ιδιωτικές ΜΕΘ με τεράστια οικονομική επιβάρυνση. Επιπλέον, η αναλογία μεταξύ νοσηλευτών και ασθενών στις ΜΕΘ είναι κάτω από τα διεθνή επίπεδα. Υπάρχει ένας νοσηλευτής για τρεις ασθενείς, ενώ απαιτείται ένας νοσηλευτής για έναν ή δύο ασθενείς.

Η κυβέρνηση, με το επιχείρημα ότι με το σχέδιό της θα μειωθεί το «κόστος» των δήθεν «αντιπαραγωγικών» μονάδων και οι πληρωμές τους, συνεπώς θα ωφεληθούν απ' αυτό οι ασθενείς, ουσιαστικά εκβιάζει τα λαϊκά στρώματα, προκειμένου να αποδεχτούν τη μείωση των δημόσιων υποδομών και, ταυτόχρονα, τη λειτουργία όσων απομείνουν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.

Η εξοικονόμηση πόρων, ο εξορθολογισμός και το νοικοκύρεμα που επικαλείται η κυβέρνηση εντάσσεται στην προσπάθειά της να εξασφαλίσει τη συναίνεση των λαϊκών στρωμάτων, δημιουργώντας τους ενοχές ότι δήθεν καταναλώνουν υπηρεσίες υγείας, φάρμακα κ.λπ. παραπάνω απ' αυτά που δικαιούνται και που αντέχει το κράτος. Επιδιώκει να περάσει το ιδεολόγημα ότι η προστασία της υγείας αποτελεί ατομική ευθύνη και ότι οι υπηρεσίες Υγείας πρέπει να παρέχονται στο μεγαλύτερο μέρος τους σε ανταποδοτική βάση.

Είναι χαρακτηριστικός ο μηχανισμός επιβάρυνσης των εργαζομένων στη φαρμακευτική δαπάνη: Οι μειώσεις των τιμών των φαρμάκων όχι μόνο δε μεταφράζονται σε μείωση των πληρωμών από τους ασφαλισμένους, αλλά σε αύξησή τους, αφού ταυτόχρονα εκατοντάδες ευρέως χρησιμοποιούμενα φάρμακα τα έβγαλε η κυβέρνηση από τη λίστα που αποζημιώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία. Οι ασφαλισμένοι πληρώνουν το 100% της τιμής αυτών των φαρμάκων, ενώ συνεχίζουν να πληρώνουν και το 25% της τιμής των υπόλοιπων. Ετσι μειώνεται η φαρμακευτική δαπάνη για το κράτος, αφού συμμετέχει στη δαπάνη για λιγότερα φάρμακα, αλλά αυξάνεται για τους ασφαλισμένους.

Η κυβέρνηση μιλάει για αυξημένο «μέσο κόστος» νοσηλείας. Κατ' αρχήν η διαμόρφωση του «κόστους» νοσηλείας καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις τιμές που καθορίζουν τα μονοπώλια προμήθειας φαρμάκων, υγειονομικού υλικού, βιοϊατρικής τεχνολογίας, καθώς και οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις παροχής ρεύματος, τηλεπικοινωνιών κ.λπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και τα προς μεταμόσχευση ανθρώπινα όργανα δε μεταφέρονται από τις ιδιωτικές αεροπορικές εταιρείες εάν δεν πληρωθούν τα μεταφορικά.

Η κυβέρνηση, ενώ παίρνει όλα τα μέτρα για την ανάπτυξη της επιχειρηματικής δράσης και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, από την άλλη μεριά επικαλείται την αύξηση «του κόστους νοσηλείας», για να μεταφέρει, όμως, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του «κόστους» στους ασθενείς και τα ασφαλιστικά ταμεία. Το «μέσο κόστος» που επικαλείται, σε συνδυασμό πολλές φορές με τον αυξημένο «μέσο όρο ημερών νοσηλείας» αποκρύπτουν ότι άλλες είναι οι ανάγκες νοσηλείας ενός απλού και άλλες οι ανάγκες ενός σύνθετου περιστατικού, π.χ. ενός καρκινοπαθή, ενός πολυτραυματία, και άλλες ενός σχετικά απλού παθολογικού ή χειρουργικού περιστατικού. Η κυβέρνηση εμφανίζει, π.χ., τον «Ευαγγελισμό» να έχει το υψηλότερο «μέσο κόστος νοσηλείας» δημιουργώντας την εντύπωση της «σπατάλης», όταν το συγκεκριμένο νοσοκομείο είναι γνωστό ότι περιθάλπει σύνθετα περιστατικά, διαθέτει πλήθος ειδικών τμημάτων νοσηλείας και μηχανημάτων. Το ίδιο ισχύει και για το ογκολογικό νοσοκομείο «Αγιος Σάββας», όταν είναι γνωστό ότι αυτό, αντικειμενικά, χρησιμοποιεί ακριβή τεχνολογία και φάρμακα. Και τα δύο νοσοκομεία ενοχοποιούνται επίσης για την πάνω από το μέσο όρο «μέση διάρκεια νοσηλείας», όταν, λόγω του είδους των περιστατικών που νοσηλεύουν, πάντα θα έχουν περισσότερες μέρες νοσηλείας. Αποκρύπτει, επίσης, το γεγονός της τεράστιας έλλειψης βιοϊατρικής τεχνολογίας (αξονικούς, μαγνητικούς τομογράφους, κ.λπ.), που συμβάλλουν στην καθυστέρηση στις διαγνώσεις. Αυτό πριν απ' όλα σχετίζεται με την έγκαιρη αντιμετώπιση των ασθενών και δευτερευόντως έχουν αξία οι «ημέρες νοσηλείας».

Η κυβέρνηση δεν είναι ότι δε γνωρίζει αυτήν την αντικειμενική πραγματικότητα. Η επιμονή της, όμως, στην προβολή αυτών των στατιστικών στοιχείων πιθανόν να αποτελεί την προετοιμασία για να γίνει αποδεκτή, ως αναγκαιότητα, η διαφοροποιημένη τιμολόγηση των θεραπευτικών κατηγοριών, (π.χ., πιο ακριβά νοσήλια για καρκινοπαθείς ή πολυτραυματίες) για να καλύπτεται το υψηλό «κόστος» λειτουργίας των νοσοκομείων.

Επικαλείται η κυβέρνηση τη «χαμηλή πληρότητα» και ιδιαίτερα στα περιφερειακά νοσοκομεία. Κατ' αρχήν, η λειτουργία ενός νοσοκομείου δεν μπορεί να κρίνεται, όπως ενός ξενοδοχείου, με βάση την «πληρότητα». Π.χ., ένα νοσοκομείο πρέπει πάντα να διαθέτει κενά κρεβάτια σε κλινικές και Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, για να αντιμετωπίσει έκτακτα περιστατικά. Είναι γνωστό ότι και σήμερα αναβάλλονται ακόμα και τακτικά χειρουργεία, γιατί δεν υπάρχουν κενά κρεβάτια σε ΜΕΘ.

Η κυβέρνηση συνειδητά δεν αναφέρει τα προβλήματα που δημιουργούνται από τις περικοπές, με αποτέλεσμα την έλλειψη σε ειδικότητες γιατρών και σε άλλο προσωπικό, την έλλειψη υποδομών, μηχανημάτων κ.λπ. Οταν υπάρχουν τραγικές ελλείψεις σε ένα νοσοκομείο, είναι δεδομένο ότι δεν μπορεί να νοσηλεύσει περιστατικά, ακόμα και απλά, αλλά και οι ασθενείς να μην αισθάνονται σιγουριά και να απευθύνονται σε μια πιο οργανωμένη κεντρική μονάδα Υγείας. Π.χ., ο δείκτης «της πληρότητας» ενός νοσοκομείου κρύβει ότι σε ορισμένες δημόσιες περιφερειακές μαιευτικές κλινικές δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ο τοκετός, γιατί το νοσοκομείο δε διαθέτει εφημερεύοντα παιδίατρο ή ΜΕΘ νεογνών.

Συνέπειες σε ασθενείς και εργαζόμενους από την πολιτική των συγχωνεύσεων

Το σχέδιο των συγχωνεύσεων είναι γεγονός ότι θα δημιουργήσει λιγότερες και ισχυρότερες από πλευράς επιχειρηματικότητας δημόσιες μονάδες Υγείας. Η συρρίκνωσή τους, που σημαίνει λιγότερα διαθέσιμα κρεβάτια, θα δημιουργήσει πρόσθετα εμπόδια στη νοσοκομειακή περίθαλψη των λαϊκών στρωμάτων.

Η κυβέρνηση κρύβει τις τεράστιες ελλείψεις τόσο στην περιφέρεια, όσο και στα μεγάλα αστικά κέντρα (ΜΕΘ, ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΑ, ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΕΣ, ΚΕΝΤΡΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Κ.ΛΠ.), που με τις συγχωνεύσεις τα προβλήματα θα πολλαπλασιαστούν. Παράδειγμα αποτελεί το ΑΧΕΠΑ που προκειμένου να «συνενωθούν» οι δυνάμεις, όπως λέει η κυβέρνηση, έκλεισαν τη μια ΜΕΘ που είχε 5 κρεβάτια για να λειτουργήσει καλύτερα η δεύτερη ΜΕΘ με τα 10 κρεβάτια. Στην πράξη, κατάργησε 5 κρεβάτια ΜΕΘ, τη στιγμή που υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις. Ο σχεδιασμός για τελική μείωση των νοσοκομειακών κρεβατιών κατά 28,5 % σημαίνει περιορισμό από τα 35.000 στα 25.000 κρεβάτια. Εάν υπολογίσουμε ότι το 20% απ' αυτά σχεδιάζεται τελικά να αξιοποιηθούν από τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, ουσιαστικά πρόκειται για περιορισμό των κρεβατιών για τους ασφαλισμένους στο 50%.

Ηδη, με τα μέτρα που κατ' αρχήν έχουν δημοσιοποιηθεί, προβλέπεται μείωση των 35.000 λειτουργούντων δημόσιων κρεβατιών κατά 3.000 περίπου, επιπλέον παράδοση 550 κρεβατιών στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες για εκμετάλλευση, κατάργηση 330 κλινικών και μείωση 701 γιατρών πανελλαδικά.

Αρνητική συνέπεια στην υγεία για τα λαϊκά στρώματα θα υπάρξει και από το γεγονός ότι θα έχουν στη διάθεσή τους λιγότερες μονάδες Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης, αφού έχει ανακοινωθεί ότι περίπου 132 παραρτήματα του ΙΚΑ θα κλείσουν. Επίσης, ήδη, συζητιέται οι ασφαλισμένοι που υπάγονται στον Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) να πληρώνουν το σημερινό 5ευρω στις ιατρικές επισκέψεις. Ταυτόχρονα με τη μείωση των συμβεβλημένων γιατρών στον ΕΟΠΥΥ, ασθενείς που δε θα βρίσκουν έγκαιρα ραντεβού θα αναγκάζονται να πληρώσουν εξ ολοκλήρου την επίσκεψη σε μη συμβεβλημένους γιατρούς.

Οι νέες περικοπές που έχουν εξαγγελθεί για το 2011 ύψους 1 δισ. 300 εκατ. ευρώ και επιπλέον 350 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο, μέχρι και το 2015, σημαίνουν ότι αντικειμενικά ένα μέρος των δημόσιων μονάδων Υγείας δε θα μπορέσει να εξασφαλίσει έσοδα από την πώληση των υπηρεσιών του και αναγκαστικά θα κλείσει. Αλλες μονάδες θα προσανατολίσουν τη λειτουργία τους σε τομείς που μπορεί να είναι πιο «κερδοφόροι», υποβαθμίζοντας άλλους, που όμως είναι απαραίτητοι για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των ασθενών στην ίδια υγειονομική μονάδα.

Με τη λογική του «εξορθολογισμού» και της «εξοικονόμησης πόρων», η κυβέρνηση προωθεί και τις συγχωνεύσεις στα δημόσια προνοιακά ιδρύματα. Μειώνει, δηλαδή, το δημόσιο τομέα και κατ' επέκταση τη χρηματοδότησή του και, ταυτόχρονα, καθιερώνει την πληρωμή μέσω των νοσηλίων από τα ασφαλιστικά ταμεία. Με δεδομένο ότι τα Ταμεία υποχρηματοδοτούνται από το κράτος, μειώνονται τα έσοδά τους από τις εισφορές λόγω της ανεργίας, της μείωσης των μισθών και των εισφοροαπαλλαγών των επιχειρήσεων, τελικά τα νοσήλια θα αναγκάζονται να τα πληρώνουν οι ίδιοι οι ασθενείς των προνοιακών ιδρυμάτων. Στην ίδια λογική προωθούν και την πληρωμή από ένα μέρος της σύνταξης των νοσηλευόμενων στα ιδρύματα χρόνιων πασχόντων και ψυχικά ασθενών.

Επειδή το κεφάλαιο ενδιαφέρεται να διατηρείται η εργατική δύναμη σε κατάσταση που να μπορεί να την εκμεταλλευτεί, αλλά το ίδιο να μη συμβάλλει στη δαπάνη, θα πολλαπλασιαστούν οι τρόποι και οι μορφές, με αυστηροποίηση των κριτηρίων, που θα παρέχονται ορισμένες υποτυπώδεις παροχές (μέσω ΜΚΟ, φιλανθρωπικών οργανώσεων, κοινωνικών επιχειρήσεων της κοινωνικής οικονομίας και με πιο ενεργό ρόλο της τοπικής διοίκησης) στα πιο εξαθλιωμένα στρώματα, που τα επόμενα χρόνια θα αυξάνονται, ως αποτέλεσμα των κυβερνητικών μέτρων και της οικονομικής κρίσης. Επομένως, πέρα από τη συρρίκνωση των δομών Υγείας και την ενίσχυση της επιχειρηματικής τους δράσης, θα γίνει πιο εμφανής και η ταξική διαφοροποίηση ανάμεσά τους. Ισως η απόφαση για νοσηλεία των απόρων σε τέσσερα συγκεκριμένα νοσοκομεία και, ταυτόχρονα, η χορήγηση υποχρεωτικά αντιγράφων φαρμάκων αποτελεί το προμήνυμα αυτού του φαινομένου.

Η επιχειρηματική λειτουργία των μονάδων Υγείας απαιτεί χαμηλή τιμή της εργατικής δύναμης των εργαζομένων στην Υγεία. Γι' αυτό επεκτείνεται ο θεσμός του επικουρικού προσωπικού, γενικεύονται οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, θεσμοθετούνται οι ελαστικές σχέσεις εργασίας στα νοσοκομεία και σε όλες τις δημόσιες δομές Υγείας.

Συνδεδεμένος με την παραπέρα ανάπτυξη της επιχειρηματικής δράσης είναι ο σχεδιασμός για επέκταση της άσκησης ιδιωτικού έργου των γιατρών του δημόσιου συστήματος Υγείας, που, εκτός των άλλων, αποτελεί και προσπάθεια δημιουργίας συμμαχιών, προκειμένου να στηριχτεί η προώθηση των αντιλαϊκών μέτρων της κυβέρνησης.

Επίσης, στην ίδια κατεύθυνση, είναι και η σχεδιαζόμενη αλλαγή του τρόπου έναρξης της ειδικότητας στους γιατρούς. Αυτό που επιδιώκουν είναι η δημιουργία μιας μεγάλης μάζας γιατρών με περιορισμένο επίπεδο ειδίκευσης, ή, όπως λέγονται, «δεξιότητες», και με δυνατότητες που θα περιορίζονται στο επίπεδο των απλών ιατρικών πράξεων. Ενα επίπεδο «ειδίκευσης» που να κοστίζει στο κράτος φτηνά για να αποκτηθεί. Ταυτόχρονα, πριμοδοτείται η διαμόρφωση μιας μικρής ελίτ γιατρών με υψηλή εξειδίκευση.

Η ομαδοποίηση της λειτουργίας των νοσοκομείων και των προνοιακών ιδρυμάτων σχετίζεται και με την εφαρμογή του καθεστώτος των περιφερόμενων εργαζομένων από μονάδα σε μονάδα, προκειμένου να καλυφθούν οι ελλείψεις σε προσωπικό.

Τελικά, η πολιτική των συγχωνεύσεων αναδεικνύει την ανάγκη αντιπαράθεσης των δυο δρόμων ανάπτυξης και απ' αυτήν τη σκοπιά κάνουμε κριτική και διαμορφώνουμε το πλαίσιο συσπείρωσης και των στόχων πάλης.

Η προβολή των θέσεων του ΚΚΕ για το Ενιαίο, Καθολικό, αποκλειστικά Δημόσιο, Δωρεάν σύστημα Υγείας - Πρόνοιας συνοδεύεται με τα επίκαιρα αιτήματα σε σχέση με το σχέδιο συγχωνεύσεων:

Καμία κατάργηση ή συγχώνευση δημόσιου νοσοκομείου και μονάδας πρόνοιας, υγειονομικής μονάδας του ΙΚΑ, Κέντρου Υγείας και καμία κατάργηση νοσοκομειακού κρεβατιού.

Κριτήριο για μας είναι η πλήρης κάλυψη των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και όχι το κόστος και το κέρδος των υγειονομικών μονάδων.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ