Η επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας δεν έκρυψε τους λόγους του ενθουσιασμού της, καθώς συνέχισε: «Παράδειγμα, στο θέμα του Κοσσόβου, όπου θα υπάρχουν εξελίξεις, πιστεύουμε ότι είναι ένας ώριμος τομέας για συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας... Εχουμε μια στρατηγική πορεία μπροστά μας»...
Ακριβώς σ' αυτό το φόντο πρέπει να αναζητηθούν οι λόγοι της «αιφνίδιας» κινητικότητας για την ονομασία της ΠΓΔΜ. Η κυβέρνηση της ΝΔ, εννοείται σε ευθεία συνεννόηση με την κυβέρνηση των ΗΠΑ που «ελέγχει» τον ειδικό διαμεσολαβητή του ΟΗΕ Μ. Νίμιτς, συμφώνησε να κλείσει «τώρα» το ζήτημα-«αγκάθι» με τα Σκόπια, ακριβώς για να αναδείξει τον «πρωταγωνιστικό ρόλο» της στα Βαλκάνια. Η περιοχή των Βαλκανίων αποκτά ξανά σπουδαιότητα για τα σχέδια επέκτασης των ΗΠΑ προς τη Ρωσία και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής. Οι ΗΠΑ «επιστρέφουν» στα Βαλκάνια δημιουργώντας νέες βάσεις (Βουλγαρία, Ρουμανία) και προτεκτοράτα (Κόσσοβο, ΠΓΔΜ, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, κ.ο.κ.), ως προγεφυρώματα των ιμπεριαλιστικών εξορμήσεων.
Στο πλαίσιο αυτό μεθοδεύτηκε το εσπευσμένο κλείσιμο της ονομασίας της ΠΓΔΜ, με την πρόταση Νίμιτς ως την καλύτερη δυνατή λύση. Σαν έτοιμος από καιρό ο Κ. Καραμανλής, πριν καλά καλά φτάσει στην Αθήνα η επιστολή του μεσολαβητή του ΟΗΕ, είχε ήδη έτοιμη την απαντητική επιστολή του (όχι προς τον ΟΗΕ, αλλά) προς τον Τζορτζ Μπους. «Προσωπικά, είμαι έτοιμος να στηρίξω μια συμφωνία τώρα», χαρακτηρίζοντας την πρόταση Νίμιτς ως «μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας».
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι από τη στιγμή που η προτεινόμενη ονομασία (Republika Makedonijia-Skopie) είναι ένας «αξιοπρεπής συμβιβασμός», τα υπόλοιπα γκρίζα σημεία της πρότασης Νίμιτς θα αντιμετωπιστούν στην πράξη. Το κύριο για την κυβέρνηση παραμένει η ονομασία της ΠΓΔΜ, ανεξάρτητα απο τις γενικώτερες αρνητικές αλλαγές που μεθοδεύονται στην περιοχή με αλλαγές συνόρων.
Η ελληνική κυβέρνηση πιστεύει ότι έκανε το καθήκον της ως προς την ΠΔΓΜ συμφωνώντας με την ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου, αλλά παίζει με τη φωτιά. Και αυτό θα το πληρώσει ο λαός, γι'αυτό πρέπει να πληρώσει την ίδια με το νόμισμα που της αξίζει, απεγλωβιζόμενος απο την πολιτική της, και συγκροτώντας το δικό του μέτωπο πάλης κατά της κυρίαρχης πολιτικής.
Μπορεί φραστικά ο Γ. Παπανδρέου να κατηγορεί την κυβέρνηση για «λάθος χειρισμούς», για «αδράνεια» και «αδυναμία», αλλά επί της ουσίας συνηγορεί στην απόλυτη ευθυγράμμισή της με τα ιμπεριαλιστικά σχέδια των ΗΠΑ στην περιοχή, αφού αυτή αποτελεί συνέχεια της πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.
Η αμερικανόπνευστη πρόταση Νίμιτς ήρθε πέντε μήνες μετά την αναγνώριση από την Ουάσιγκτον της ΠΓΔΜ ως «Μακεδονίας». Μια μονομερής αναγνώριση, για την οποία ο Γ. Παπανδρέου δεν είπε κουβέντα. Αλλωστε, δεν τόλμησε να ασκήσει ίχνος κριτικής όταν ο πρωθυπουργός απέστειλε στον Τζ. Μπους την επιστολή με την οποία δήλωνε ότι είναι έτοιμος να στηρίξει την πρόταση Νίμιτς.
Ηταν αυτός, βέβαια, που από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών τόνιζε ότι «τα συμφέροντα της Ελλάδας συμπίπτουν με τα συμφέροντα των ΗΠΑ». Τον προηγούμενο Μάρτη οι σύνεδροι του ΠΑΣΟΚ την έκαναν επίσημη θέση του κόμματός τους, όταν τα συμφέροντα των ΗΠΑ ταυτίζονται με τον πόλεμο και τις επεμβάσεις. Ο Γ. Παπανδρέου είναι αυτός που απροκάλυπτα είχε δηλώσει ότι δεν έχει ταμπού και δεν τον ενοχλεί η αλλαγή των συνόρων, αρκεί, όπως είχε υποστηρίξει, να γίνει με «βελούδινο» τρόπο.
Σήμερα το ΠΑΣΟΚ από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και έχοντας συνδράμει τα μέγιστα, ώστε οι ιμπεριαλιστές να έχουν πετύχει ένα μέρος των στόχων τους, διεκδικώντας τον τίτλο του καλύτερου εκφραστή του «νεοταξικού δόγματος», συνεχίζει ακάθεκτο στην ίδια ρότα αδιαφορώντας αν μια τέτοια στάση μπορεί να προκαλέσει νέες πολεμικές συγκρούσεις...
Οι αποφάσεις των ιμπεριαλιστών, οι στοχεύσεις τους που επιμελώς κρύβονται πίσω από «προτάσεις» τύπου Νίμιτς, δείχνουν ότι οδηγούν σε μια πορεία ελεγχόμενης αποσταθεροποίησης τη Βαλκανική. Μπορεί ο Γ. Παπανδρέου να ζητά μια «αξιοπρεπή λύση» γύρω από την ονομασία της ΠΓΔΜ, αλλά σε καμιά περίπτωση το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να αντιταχθεί στους γενικότερους σχεδιασμούς αλλαγής συνόρων από τους ιμπεριαλιστές. Την ίδια στιγμή, λοιπόν, που ο Γ. Παπανδρέου εμφανίζεται δήθεν να ...αμφισβητεί την πρόταση Νίμιτς, κορυφαία στελέχη του κόμματός του, όπως ο πρώην γραμματέας Μ. Χρυσοχοΐδης και ο Π. Μπεγλίτης, ανοίγοντας τους «ασκούς του Αιόλου» και φτιάχνοντας νέα σενάρια, επαναφέρουν τις δηλώσεις του αρχηγού τους, με το να τονίζουν ότι δεν έχουν «ταμπού» με τις αλλαγές των συνόρων... Δυναμιτίζοντας το κλίμα με τον κίνδυνο να μπουν σε αμφισβήτηση και τα ελληνικά σύνορα, τη στιγμή μάλιστα που έχει προηγηθεί ελληνική στρατιωτική παρουσία τόσο στο Κόσσοβο όσο και στην ΠΓΔΜ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αντίδραση των λαών της περιοχής.
Μπροστά, λοιπόν, στους νέους κινδύνους που εμφανίζονται στα Βαλκάνια, η μόνη ρεαλιστική απάντηση είναι η μαζική αντίσταση του ελληνικού λαού, όλων των λαών της Βαλκανικής, στους σχεδιασμούς της «νέας τάξης πραγμάτων» και η απαγκίστρωση των λαϊκών στρωμάτων από την κυρίαρχη πολιτική.
Ολο αυτό το διάστημα που το «Σκοπιανό» βρίσκεται στο επίκεντρο της επικαιρότητας, στελέχη του ΣΥΝ σε κάθε ευκαιρία επαναλαμβάνουν δηλώσεις, το πνεύμα των οποίων αποτυπώθηκε πολύ καλά στην «Αυγή» (10/4/2005), όταν στο πρωτοσέλιδό της διακήρυτττε: «Η αριστερά πρώτη (και μόνη) έδειχνε το δρόμο τότε»! Και στις μέσα σελίδες: «Επρεπε να φτάσει το 2005, να μας στριμώξουν οι διεθνείς εξελίξεις και συσχετισμοί σε πολλά, για να "στρίψουν" τα δύο κόμματα του δικομματισμού και να συνεργήσουν σε μια συμβιβαστική λύση για το όνομα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Με την ίδια άνεση που υποδαύλιζαν τότε έναν αδιέξοδο - και επικίνδυνο - εθνικισμό... έρχονται να ανακαλύψουν σήμερα ό,τι έπρεπε να έχουν ήδη υιοθετήσει πριν από πολλά χρόνια. Γνώριζαν το λάθος. Γνώριζαν τα αδιέξοδα, στα οποία οδηγούσαν την εξωτερική πολιτική».
Συνεχίζοντας, μάλιστα, ο συντάκτης διερωτάτο, αν οφείλουν εξηγήσεις και αν θα τολμήσουν να βγάλουν συμπεράσματα από το σοβαρότατο πολιτικό τους λάθος! Μιλάμε για κάτι περισσότερο από υποκρισία. Ο ΣΥΝ, στις αρχές της δεκαετίας του '90, είχε απολύτως ταυτιστεί με τα δύο άλλα κόμματα. Αυτά, που σήμερα καταγγέλλει, τότε τα υιοθετούσε και τα στήριζε. Εχει μερίδιο ευθύνης για την υποδαύλιση του εθνικιστικού παροξυσμού.
Τότε μόνο το ΚΚΕ δεν υπέγραψε, προβλέποντας τα αδιέξοδα, όπου θα οδηγούσε η συγκεκριμένη απόφαση. Επισημαίνοντας πως το κύριο ήταν οι επεμβάσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ, προειδοποιώντας για τους μεγάλους κινδύνους, που απειλούσαν την ειρήνη και τους λαούς των Βαλκανίων.
Οι του ΣΥΝ φιγουράριζαν στα εθνικιστικά συλλαλητήρια σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και αλλού. Δίπλα και μαζί με τους μητροπολίτες, τους βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, βρίσκοταν και συναγωνίζονταν σε «εθνική» έξαρση και τα δικά του στελέχη και βουλευτές...
Στο εθνικιστικό συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης δεν ήταν που έκανε ο Λ. Κύρκος τη διαβόητη δήλωση, αναφερόμενος στο ΚΚΕ: «Είμαστε όλοι εδώ ...πλην Λακεδαιμονίων»;
«Επρόκειτο, έλεγε, για μια τεράστια λαϊκή εκδήλωση που τη χαρακτήριζε η έντονη ευαισθησία απέναντι σε οποιαδήποτε προσπάθεια αμφισβήτησης των συνόρων της ελληνικής Μακεδονίας, πλαστογράφησης της ιστορίας, υφαρπαγής της ιστορικής κληρονομιάς» («Αυγή», 14-2-1992).
Και όμως, ο Λ. Κύρκος δήλωνε στην κρατική τηλεόραση την προηγούμενη βδομάδα πως αντιτάχτηκε στα «γελοία συλλαλητήρια του εθνικισμού» και, μάλιστα, από τους πρώτους!!! Ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει τότε το ΚΚΕ, ως «απολίθωμα», που αρνείται να κατανοήσει τα μηνύματα της νέας εποχής!
Αλλά και ο Π. Λαφαζάνης έλεγε τότε: «Οι θέσεις της κ. Αλ. Παπαρήγα δεν είναι ένα απλό επεισόδιο. Πρέπει να έχουμε επίγνωση ότι αποτελούν επιστροφή σε καταστάσεις του '30 και του '50.
Να καταδικάσουμε τους προπηλακισμούς, αλλά να τονίσουμε τη διαφωνία μας στην ουσία των θέσεων που εξέφρασε. Διότι οι θέσεις αυτές παραπέμπουν σε παλαιοδιεθνιστικές» («Αυγή», 11-3-1992).
Κι αφού έτσι έχει η πραγματικότητα - που σήμερα την τοποθετούν με το κεφάλι κάτω - τα ερωτήματα που η «Αυγή» απευθύνει στο δικομματισμό αφορούν και την Κουμουνδούρου.
Φυσικά, εδώ δεν πρόκειται για αδυναμία της μνήμης, αλλά για σκόπιμη αποσιώπηση και διαστρέβλωση μιας πραγματικότητας, την οποία συνδιαμόρφωσαν.
Η απόφαση της ΚΠΕ, το Μάη του '96, για εκείνη την περίοδο, εκτιμούσε πως αν και σε πρώτη φάση εσφαλμένα προσέγγισαν το θέμα, αυτό ελάχιστη σημασία έχει, καθώς «η ορθή προσέγγιση στελεχών του κόμματος συνέβαλε καθοριστικά στη μετέπειτα αλλαγή πλεύσης». Κι αφού «καθάρισαν» με την παραπάνω εκτίμηση, την ποιότητα της οποίας μπορούν να εκτιμήσουν οι αναγνώστες, ο ΣΥΝ απεφάνθη πως αυτό που απαιτείται είναι ένα βαλκανικό Ελσίνκι, διεύρυνση της ΕΕ με όλες τις βαλκανικές χώρες. Θέση, η οποία μεταφράστηκε το 1999, μετά τη λήξη των βομβαρδισμων της Γιουγκοσλαβίας, σε ένθερμη στήριξη του ιμπεριαλιστικού «Συμφώνου Σταθερότητας» στα δυτικά Βαλκάνια, στην οποία παραμένει έως σήμερα, επιμένοντας, παρά τα όσα έχουν μεσολαβήσει, να βλέπει μόνο τον «αμερικάνικο δάκτυλο» πίσω από τα διαδραματιζόμενα στην περιοχή, απενοχοποιώντας την ΕΕ και προβάλλοντάς την ως φάρμακο διά πάσαν νόσο.