ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Απρίλη 2005
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Με το βλέμμα στους «χορηγούς»

Γρηγοριάδης Κώστας

Για όσους παρερμήνευσαν τη ρήση του υφυπουργού Πολιτισμού, Π. Τατούλη, «όχι στον κρατικοδίαιτο πολιτισμό», και καλοπροαίρετα φαντάστηκαν ότι θα κοπούν οι επιχορηγήσεις σε «ημέτερους» παράγοντες, ένα χρόνο μετά την εκλογή της ΝΔ στη διακυβέρνηση της χώρας, ήρθε η ώρα της αλήθειας.

Στο αίτημα για οικονομική στήριξή τους, η Εθνική Πινακοθήκη και το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης εισέπραξαν τη «συμπάθεια» της κυβέρνησης και την προτροπή να απευθύνονται σε χορηγούς!

Μετά τη ρητή διαβεβαίωση από τον υφυπουργό του Πολιτισμού ότι οι οικονομικές περικοπές δε θα αφορούν ζωντανούς φορείς με έργο και παρουσία, αλλά αυτούς που «τρώνε» σε βάρος του κοινωνικού συνόλου και του κρατικού κορβανά, υπήρχε η ψευδαίσθηση σε πολλούς στο ΔΣ του ΕΕΤΕ - παρόλο που το ΥΠΠΟ είχε χρέη προς το ΕΕΤΕ από το 2003 - ότι το ΥΠΠΟ θα εκπληρώσει τις θεσμικές του υποχρεώσεις. Η ψευδαίσθηση αυτή διαλύθηκε όταν, στη συνάντηση που ακολούθησε (μετά την πολύμηνη αδιαφορία του υπουργείου στις κρούσεις του ΕΕΤΕ για τα χρόνια θέματα των εικαστικών), ξεκαθαρίστηκε προς τους εικαστικούς: Το ΥΠΠΟ θα καλύπτει μόνο τα «ανελαστικά» του ΕΕΤΕ. Για δραστηριότητες σημαντικές πολιτιστικές το ΕΕΤΕ πρέπει να βρει χορηγούς.

Είναι, όμως, τόσο αθώα αυτή η προτροπή να απευθυνθούν οι φορείς στους χορηγούς; Ετσι απλά σημαίνει ότι κάποιοι έμποροι χρηματοδοτούν πολιτιστικές δραστηριότητες; Φυσικά, όχι. Γιατί, υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον πολίτη που δίνει ένα ποσό σ' ένα φορέα για την οικονομική του ενίσχυση και στο «χορηγό», ο οποίος επιλεκτικά χρηματοδοτεί δραστηριότητες για την προβολή του, τη διαφήμιση (και τη φοροδιαφυγή του).

Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια - και αυτό απλώνεται - κάποιοι επενδυτές αγοράζουν ολόκληρα κέντρα παραγωγής και διακίνησης τέχνης (θέατρα, σκηνές, σινεμά, στούντιο), καθορίζοντας, πλέον, και την ίδια την παραγωγή της και μετατρέποντας τους καλλιτέχνες σε προλετάριους του κάθε είδους.

Οταν η πολιτεία «νίπτει τας χείρας της» απέναντι στη συνταγματική της υποχρέωση για τη στήριξη των τεχνών και επαφίεται στους χορηγούς, σημαίνει πως στην ουσία το υπουργείο Πολιτισμού αντί να δημιουργεί υποδομές για εκείνο το περιβάλλον που χρειάζεται, ώστε ελεύθερα να αναπτύσσονται η καλλιτεχνική έρευνα και έκφραση, αφήνει το χώρο των τεχνών να αλώνεται από αλλότρια συμφέροντα. Επιτρέπει στον κόσμο του μεγαλοκεφαλαίου να παρεισφρέει και να παρεμβαίνει πλέον άμεσα στην ίδια την παραγωγή της τέχνης. Γιατί, ο κάθε χορηγός δε δίνει στα τυφλά χρήματα σε κανέναν. Χρηματοδοτεί εκείνες τις δράσεις που θα τον προβάλλουν και που θα είναι ιδεολογικά ανώδυνες, ή χρηματοδοτεί δράσεις προς συγκεκριμένη ιδεολογική κατεύθυνση.

Είναι φανερό, λοιπόν, ότι όταν ένας συλλογικός φορέας ή κάποιος δημόσιος θεσμικός φορέας, παίρνει το δρόμο της αναζήτησης χορηγών σαν μοναδική σανίδα σωτηρίας, βάζει πολύ νερό στο κρασί του. Ξέρει ότι δε θα μπορέσει να πραγματοποιήσει ό,τι είναι «εκτός ενδιαφέροντος» των χορηγών. Μ' άλλα λόγια αυτολογοκρίνεται.

Εχουμε τα δραματικά φαινόμενα, σε σπουδαία Δημόσια Ιδρύματα, όπως η Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, αντί «πινακίου φακής», για μια χορηγία δηλαδή, να βάζει στο εκπαιδευτικό της πρόγραμμα την ίδια τη διαφήμιση του χορηγού.

Είναι φανερό πού οδηγούν την Τέχνη οι εξελίξεις. Σημαντικοί πολιτικοί φορείς, όπως το ΕΕΤΕ, περιορίζουν την όποια έκφρασή τους, βάζοντας μεγάλο μέρος των αναγκών τους στο περιθώριο. Απ' την άλλη, το κράτος, με δημόσια χρήματα, χρηματοδοτεί ιδιώτες για πολιτιστική δράση. Το Μέγαρο Μουσικής απομυζά μεγάλο ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού για τον πολιτισμό. Ο Σύνδεσμος Αιθουσών Τέχνης (οι έμποροι τέχνης) χρηματοδοτείται απ' το ΥΠΠΟ για τη διοργάνωση της έκθεσής του «ART ATHINA», που βάζει το στίγμα του εμπορίου της τέχνης για την πορεία των τεχνών σήμερα.

Ομως εκεί που η πολιτεία θα έπρεπε να ήταν παρούσα, είναι επιδεικτικά απούσα, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο σε κάθε λογής ιδιωτικά συμφέροντα. Ετσι δεν ενεργοποιεί το θεσμό της «Πανελλήνιας Καλλιτεχνικής Εκθεσης». Το ΕΕΤΕ έχει εξαθλιωθεί οικονομικά, με αποτέλεσμα να έχει αναστείλει πολλές από τις δράσεις του. Το ΥΠΠΟ δεν ανοίγει τα χαρτιά του στο πάγιο αίτημα του εικαστικού κόσμου για καθολική λύση του ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού, καθώς και για το γεμάτο πληγές θέμα της Τέχνης στο δημόσιο χώρο. Το ΥΠΠΟ δε δίνει την απαιτούμενη λύση στο μεγάλο πρόβλημα που έχει προκύψει με το νόμο που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ, το 2002, για τις «τιμητικές» συντάξεις και ο οποίος στέλνει τους καλλιτέχνες στο ΤΕΒΕ.

Στα θέματα κρατικών εκπροσωπήσεων σε διεθνείς εκθέσεις (Μπιενάλε κλπ.) στο πάγιο αίτημα του κλάδου των εικαστικών να λειτουργούν αξιοκρατικοί θεσμοί με διαφάνεια, ανοιχτές προσκλήσεις ή επιλογή μετά από δημόσια κρίση, με βάση το υποβαλλόμενο έργο και όχι τις προσωπικές γνωριμίες, το ΥΠΠΟ αναθέτει σε κάποιους παράγοντες να επιλέξουν τους καλλιτέχνες εν λευκώ. Διαιωνίζεται, λοιπόν, το καθεστώς του «μπάρμπα απ' την Κορώνη», που και η προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε εφαρμόσει, διορίζοντας «κομισάριο» που αποφάσιζε εν λευκώ...

Απαντώντας στις σχετικές ερωτήσεις, ο κ. υφυπουργός ισχυρίστηκε πως οι διευθυντές των εκθέσεων αυτών «έτσι ορίζουν». Ετσι μάθαμε ότι ένας διευθυντής μιας έκθεσης είναι ισχυρότερος από τον υπουργό Πολιτισμού μιας χώρας... Πάντως, αφήνοντας στην άκρη το φαιδρό του πράγματος, ο κ. υφυπουργός φάνηκε να θέλει να εναρμονιστεί, πλήρως, με τις «τάσεις» στο διεθνές εμπόριο της τέχνης.

Βέβαια, αν αναλογιστούμε τις αποφάσεις, το 2003, της Συνόδου των υπουργών Πολιτισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τη «δημιουργία ή έστω και την επινόηση ενιαίας πολιτιστικής ταυτότητας» για την προώθηση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, τις αποφάσεις για τη στήριξη της πολιτιστικής βιομηχανίας, της «οικονομίας του ελεύθερου χρόνου» και για την άρση των περιορισμών για την τέχνη στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, είναι φανερό πως οι χορηγίες και η εναπόθεση της διακίνησης (και της «παραγωγής» ακόμα) του καλλιτεχνικού έργου στο ιδιωτικό κεφάλαιο, αποτελούν όλα τις όψεις του ίδιου νομίσματος: Το κράτος, πλέον, απλά «διευκολύνει» τη διείσδυση του κεφαλαίου στο χώρο της τέχνης, σαν καλός υπηρέτης. Το τίμημα θα είναι μεγάλο, για την τέχνη, τους ανθρώπους της και την κοινωνία στο σύνολό της.

Γι' αυτό θα πρέπει να αναπτυχθεί ένα πλατύ διεκδικητικό κίνημα για τον πολιτισμό. Να τεθεί, ξανά, η απαίτηση για το 2% του κρατικού προϋπολογισμού για τον πολιτισμό. Να διεκδικηθούν κρατικοί θεσμοί για τη διαχείρισή του, χωρίς αυταπάτες.

Ο λαός, οι εργαζόμενοι έχουν τη δύναμη να διεκδικήσουν και να επιβάλουν τις δικές τους πολιτιστικές αξίες, σε αντιπαράθεση με το μεγάλο κεφάλαιο, στηρίζοντας το προοδευτικό, το αυθεντικό καλλιτεχνικό έργο, διεκδικώντας τη μόρφωση, την καλλιτεχνική παιδεία, αναπτύσσοντας την ερασιτεχνική δημιουργία, στα πλαίσια ενός πλατιού μορφωτικού μαζικού πολιτιστικού κινήματος.


Της
Εύας ΜΕΛΑ*
*Η Εύα Μελά είναι ζωγράφος - χαράκτρια



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ