Οταν το 1998 οι συζητήσεις γι' αυτό το θέμα ήταν στην επικαιρότητα, το τμήμα δασολογίας και φυσικού περιβάλλοντος της σχολής γεωτεχνικών επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, προειδοποιούσε: «η Πυροσβεστική δε διαθέτει την ανάλογη επιστημονική γνώση συμπεριφοράς των δασικών πυρκαγιών, γιατί δεν έχει γνώσεις δασικής οικολογίας, διαχείρισης και οικολογίας της φωτιάς, διαχείρισης δασών και φυσικού περιβάλλοντος, δασικής νομοθεσίας, τοπογραφίας. Παράλληλα δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει το βασικό παράγοντα των δασικών πυρκαγιών, την επικινδυνότητα».
Επίσης υπογράμμιζε ότι τα δάση είναι ενιαίοι χώροι, ο τρόπος διαχείρισής τους αδιάσπαστος και η Δασική Υπηρεσία διαθέτει την τεχνογνωσία για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Επεσήμαινε, μάλιστα, ότι το Πυροσβεστικό Σώμα δε διαθέτει την κατάλληλη τεχνογνωσία και υλικοτεχνική υποδομή, που για να αποκτηθεί, χρειάζονται πολλά χρόνια.
Οι απόψεις αυτές είχαν διατυπωθεί σε έγγραφο και είχε τεθεί σε γνώση της κυβέρνησης.
Σε αυτό αναφέρονταν:
1. Ο δασικός χώρος είναι ενιαίος και αδιάσπαστος και έτσι πρέπει να διαχειρίζεται.
2. Η πυροπροστασία (πρόληψη και καταστολή των πυρκαγιών της χώρας) αποτελεί μέρος της διαχείρισης, ανάδειξης και αειφορικής ανάπτυξης των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος.
3. Η Δασική Υπηρεσία είναι η καθ' ύλη αρμόδια υπηρεσία για τη διαχείριση των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος, γιατί διαθέτει εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, που έχει εμπειρία και γνώση στην αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
4. Η ΔΥ διαθέτει την κατάλληλη τεχνογνωσία και υλικοτεχνική υποδομή, εξαιτίας της προστασίας (πρόληψη και καταστολή των πυρκαγιών) και διαχείρισης των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος.
5. Οι δασολόγοι και οι δασοπόνοι είναι οι μόνοι επιστήμονες που διδάσκονται στο μοναδικό στη χώρα μας τμήμα δασολογίας του ΑΠΘ και στα ΤΕΙ αντίστοιχα, την οικολογία της φωτιάς, τη συμπεριφορά της σε ανοιχτούς χώρους και όχι σε κλειστούς, τη μετεωρολογία, την κλιματολογία, τη δασική οικολογία, τη διαχείριση και προστασία των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος, τη δασική οδοποιία, τη δασική πολιτική, τη δασική νομοθεσία κλπ. Αρα, η υλικοτεχνική υποδομή που είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών (πρόληψη -καταστολή) πρέπει να σχεδιάζεται και να διαχειρίζεται από τη ΔΥ.
Πέρα από τα παραπάνω πρέπει να τονιστεί ότι η συμπεριφορά της φωτιάς σε ένα δάσος παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες, εξαιτίας της σύνθεσης και της δομικής συγκρότησης του πολύπλοκου δασικού οικοσυστήματος (διαφορές ταχύτητας του ανέμου μέσα και έξω από το δάσος, διαφορά σχετικής υγρασίας, πυκνότητα και κατακόρυφη διαμόρφωση κρασπέδων, σύνθεση της δασικής βλάστησης κλπ.).
Στην ανακοίνωση το ΚΚΕ τόνιζε τις εκρηκτικές διαστάσεις που παίρνει η καταστροφή των δασών στην Ελλάδα και πρότεινε την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων προστασίας. Ανέφερε δε ότι σήμερα απουσιάζει ένα συνολικό πλαίσιο δασοπροστασίας, αντιπυρικής πρόληψης και αποτελεσματικής παρέμβασης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το ΚΚΕ επισημαίνει ότι οι τεράστιες ελλείψεις σε υποδομές προστασίας, σε προσωπικό και και μέσα, η διάλυση των δασικών υπηρεσιών, η καθυστέρηση δημιουργίας δασικού κτηματολογίου, δεν είναι ανεπάρκεια, αδιαφορία ή ανικανότητα των κυβερνήσεων. Σε παλιότερη ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ τονιζόταν ότι: «Είναι πολιτικές επιλογές για να μπορούν κάθε φορά τα μεγάλα οργανωμένα συμφέροντα να υλοποιούν τα σχέδια αισχροκέρδειας με τη γη, σε συνδυασμό με τη λιτότητα στις δαπάνες για την προστασία του περιβάλλοντος».
Αλλωστε, η κυβερνητική πολιτική υλοποιώντας και κατευθύνσεις της ΕΕ προσαρμόζει και τα δάση στην οικονομία της αγοράς. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έχουν τεράστιες ευθύνες, γιατί όλα αυτά τα χρόνια με την πολιτική τους παρέδωσαν τα δάση στο έλεος των καταπατητών, των οικοπεδοφάγων, όλων αυτών που θησαυρίζουν από την εμπορευματοποίηση της γης.
Ακόμα και προχτές το μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής Σπ. Στριφτάρης παρουσιάζοντας τη θέση του Κόμματος με αφορμή τις υπό εξέλιξη πυρκαγιές, τόνιζε ότι τις πυρκαγιές τις προκαλούν ανθρώπινα χέρια και όχι τυχαία γεγονότα. «Τα εγκληματικά αυτά χέρια τα οπλίζει η πολιτική της κυβέρνησης, που καθημερινά νομιμοποιεί καταπατήσεις που γίνονται σε καμένες δασικές και δημόσιες εκτάσεις, επιβραβεύει την αισχροκέρδεια που γίνεται με τη γη, αδιαφορεί για την αναδάσωση, διαθέτει ψίχουλα για τη δημιουργία υποδομών προστασίας των δασών και από τις πυρκαγιές, στα πλαίσια των προγραμμάτων σύγκλισης μέχρι τώρα και διατηρησιμότητας στο μέλλον».
Τα μέτρα που πρότεινε από το 1999 ακόμα το ΚΚΕ ήταν:
1. Πλήρης και ακριβής καταγραφή των καμένων εκτάσεων. Κήρυξη όλων ως αναδασωτέων, χωρίς εξαιρέσεις. Καμία αλλαγή στις χρήσεις γης.
2. Αμεση αντιμετώπιση με τα απαραίτητα τεχνικά και δασοτεχνικά έργα και μέτρα, ώστε να περιοριστούν οι επιπτώσεις από την καταγραφή του δάσους (πλημμύρες, κατακρημνίσεις, αύξηση θερμοκρασίας κλπ).
3. Λεπτομερής σχεδιασμός αναδάσωσης, διαχείρισης του δάσους και αντιπυρική προστασία, με κύριο βάρος στην πρόληψη και την οργάνωση των επίγειων δυνάμεων. Οχι βοσκή στα καμένα δάση.
4. Εφαρμογή του τεκμηρίου υπέρ του δημοσίου σε όλες τις ευαίσθητες περιοχές. Εναντίωση σε κάθε προσπάθεια ιδιωτικοποίησης της διαχείρισης των δασών και των δασικών εκτάσεων.
5. Αμεση ολοκλήρωση και εφαρμογή του δασικού κτηματολογίου. Απαγόρευση εγκατάστασης νέων οικοδομικών συνεταιρισμών. Απαλλοτρίωση, με την καταβολή αποζημίωσης από το κράτος, των δασών και δασικών εκτάσεων που ανήκουν νόμιμα σε οικιστικούς συνεταιρισμούς σε όλα τα δάση.
6. Η πολεοδόμηση είναι έργο του κράτους και δεν μπορεί να γίνεται από ιδιώτες που κερδοσκοπούν πάνω στη γη και στα δάση της χώρας.
7. Αμεση ενίσχυση των δυνάμεων πυροπροστασίας για διαρκή φύλαξη - επιτήρηση των ευαίσθητων περιοχών.
8. Καθαρισμός των ευαίσθητων περιοχών, διάνοιξη των απαραίτητων δασικών οδών, κλείσιμο των επικίνδυνων χωματερών. Βελτίωση των υποδομών.
9. Αμεση ενίσχυση των δυνάμεων πυρόσβεσης, με την κάλυψη των αναγκών σε τεχνικά μέσα κυρίως επίγεια και με κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό.
10. Αναβάθμιση του ρόλου της δασικής υπηρεσίας.
11. Είναι απαραίτητη η συγκρότηση ενιαίου φορέα δασοπροστασίας, που θα περιλαμβάνει όλο το φάσμα της (σύμφωνα με τις προτάσεις των φορέων, όπως το ΓΕΩΤΕΕ, η δασολογική σχολή του ΑΠΘ κ.ά.).
12. Δραστική αύξηση της χρηματοδότησης για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων και του φυσικού περιβάλλοντος (1% για αναδασώσεις και 1% για επενδύσεις στα δάση).
Κατάργηση όλης της αντιδασικής νομοθεσίας και οριστική απόσυρση των νομοσχεδίων του ΥΠΕΧΩΔΕ και του Υπουργείου Γεωργίας.
Το θεσμικό πλαίσιο είναι μια άλλη απόδειξη για τις προθέσεις των κυβερνήσεων. Αντί να προστατέψει τα δάση, ανοίγει δρόμους στους οικοπεδοφάγους, στους εργολάβους και στους καταπατητές. Το ελληνικό κράτος από τη δεκαετία του 1930 έφτιαχνε νόμους... Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για την προστασία του δασικού πλούτου της Ελλάδας έγινε με το Σύνταγμα του 1975, όπου η προστασία των δασών διατυπώθηκε ως συνταγματική επιταγή.
Ομως το 1979 ψηφίστηκε ο ν.998 «περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας». Ρυθμίσεις που άνοιξαν το δρόμο για την οικοπεδοποίηση των δασών, βαφτίζοντας χορτολιβαδικές 15 εκατομμύρια δασικών εκτάσεων. Σε αυτόν το νόμο αναφερόταν και η σύνταξη δασικού κτηματολογίου. Μόνο που τα συνεργεία που συγκροτήθηκαν σιγά - σιγά χάθηκαν. Μάλιστα το 1997 το Συμβούλιο της Επικράτειας είχε εκδώσει καταδικαστική απόφαση για τις παραλείψεις του υπουργείου Γεωργίας να καταρτιστεί τα δασικό κτηματολόγιο. Τρία χρόνια πριν είχε ψηφιστεί ο ν.248/76 για την καταγραφή του δασικού χώρου, αλλά έμεινε ανενεργός.
Το 1985 ήρθε ο νόμος 1541 περί «αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων» που παραχωρούσε την εκμετάλλευση δασών σε συνεταιρισμούς. Δυο χρόνια μετά ο ν.1734 περί βοσκότοπων, αποχαρακτηρίζει 52 εκατομμύρια στρέμματα δασικών εκτάσεων που τα βαφτίζει βοσκοτόπια. Τέσσερα χρόνια μετά ο νόμος κρίνεται αντισυνταγματικός από το Συμβούλιο της Επικράτειας.
Εκτός από αυτά υπάρχει και η διαδικασία σύνταξης του δασολογίου. Οι δασικοί χάρτες συντάσσονται στο πλαίσιο του Εθνικού Κτηματολογίου (ν.2664/98), αλλά θα ολοκληρωθούν μετά από πολλά χρόνια. Αρχικά ο νόμος προέβλεπε τη μη καταγραφή των χορτολιβαδικών εκτάσεων. Μετά από αντιδράσεις περιελήφθηκαν και αυτές, αλλά αποφασίστηκε να μην αναρτηθούν στους δασικούς χάρτες. Το υπουργείο Γεωργίας μεταβάλλει συνεχώς τις προδιαγραφές σύνταξης...
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να προσθέσουμε τα νομοσχέδια -«πυρσοί» που έρχονται στη Βουλή κατά τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου. Τέτοιο ήταν το νομοσχέδιο του Στ. Τζουμάκα που τελικά το απέσυραν. Στα χνάρια του βαδίζει σχέδιο νόμου του Γ. Ανωμερίτη, το οποίο νομιμοποιεί καταπατήσεις που έχουν γίνει διαχρονικά στα δάση και στις δασικές εκτάσεις, δίνει τίτλους κυριότητας σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν είχαν κυριότητα και αλλάζει τη διαδικασία των πράξεων χαρακτηρισμού προς το χειρότερο. Με αυτόν τον τρόπο ανοίγει η όρεξη πολλών.
ΣΑΜΟΣ (του απεσταλμένου μας Χρήστου ΜΑΝΤΑΛΟΒΑ).-
Η κυβερνητική αδιαφορία για όποιους και ό,τι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της οικονομίας της αγοράς και τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου, ήταν ο βασικός λόγος της καταστροφής μέρους της Σάμου, από την πυρκαγιά που κατάκαιε το νησί για οχτώ περίπου μέρες.
Αυτή είναι η βασική διαπίστωση που βγήκε από τις δεκάδες συνομιλίες που είχαμε με τους αγρότες του νησιού και με υπηρεσίες υπεύθυνες για το γεωργικό και δασικό πλούτο της περιοχής. Ισως αυτή η διαπίστωση να φαίνεται κατ' αρχάς υπερβολική, αλλά η προσεχτική ανάλυση των δεδομένων επιβεβαιώνει την προαναφερθείσα άποψη.
Δεδομένο πρώτο: Η επίσημη κυβερνητική πολιτική στοχεύει πάντοτε στην ανάπτυξη εκείνων των παραγωγικών τομέων που αποφέρουν κέρδη στο μεγάλο κεφάλαιο. Ενας από αυτούς είναι και ο τουρισμός, που από πίσω του βρίσκονται μεγάλα τουριστικά γραφεία και εταιρίες που κατέχουν ξενοδοχειακές μονάδες. Η μετατροπή της Σάμου σε έναν τουριστικό ξερόβραχο δεν είναι, λοιπόν, μη αναμενόμενη. Αλλωστε, οι περιοχές στις οποίες καταστράφηκαν δάση και καλλιέργειες και που θα μπορούν να αξιοποιηθούν τουριστικά δεν είναι λίγες.
Δεδομένο δεύτερο: Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει για τον τουρισμό, δεν ισχύει το ίδιο για τα δάση και τις μικρές αγροτικές καλλιέργειες, που δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα της αγοράς. Χαρακτηριστική ήταν η φράση του αγρότη Γ. Βογιατζή, «αν πραγματικά ενδιαφέρεσαι για κάτι, σχεδιάζεις και προβλέπεις. Ομως, αυτό δεν το μπορείς να το κάνεις ατομικά μέσα σε μια κοινωνία, αλλά συλλογικά. Κάτι τέτοιο δεν έγινε». Με άλλα λόγια, υπάρχει πλήρης κυβερνητική αδιαφορία για την προστασία των καλλιεργειών και του δάσους και, όπως αποδείχτηκε, δεν υπήρχε κανένα σχέδιο επέμβασης και συντονισμού των δυνάμεων πυρόσβεσης. Εξάλλου, ο δασάρχης Σάμου υπογράμμισε ότι τα κονδύλια που λαμβάνει η υπηρεσία για την προστασία του δάσους είναι περιορισμένα.
Η κυβέρνηση δεν έβαλε τη φωτιά, αλλά είναι εκείνη που δεν έκανε ουσιαστικά τίποτα για να την προλάβει. Πριν ακόμα γίνει καταγραφή των ζημιών, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Π.Βαρδίκος και ο νομάρχης Θ. Θαλασσινός, που υποστηρίχτηκε από τη ΝΔ, σε έγγραφό τους προς τον πρωθυπουργό, αναφέρουν ότι το ύψος των ζημιών για αγρότες, κτηνοτρόφους και μελισσοκόμους είναι μόλις 4 δισ., ενώ το συνολικό κόστος αποκατάστασης της καταστροφής υπολογίζεται περίπου στα 15 δισ.
Ομως, τι θα πρωτοκαλυφθεί, όταν μόνο οι άμεσες ορατές συνέπειες είναι οι εξής:
Οι αγρότες, πάντως, μπροστά στην κυβερνητική αδιαφορία, ετοιμάζονται να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, οργανώνοντας λαϊκές συνελεύσεις στα χωριά για να αναλάβουν δράση.