ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 16 Ιούνη 2016
Σελ. /24
Για το Εθνικό Δίκτυο Τηλεϊατρικής

Με αφορμή τη συζήτηση που έγινε πρόσφατα στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής με θέμα «Η τηλεϊατρική στην υπηρεσία της κοινωνίας»

Το σύστημα της τηλεϊατρικής προβλέπεται να λειτουργήσει με το ήδη υπάρχον ελλιπέστατο ιατρικό προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων και των μονάδων ΠΦΥ
Το σύστημα της τηλεϊατρικής προβλέπεται να λειτουργήσει με το ήδη υπάρχον ελλιπέστατο ιατρικό προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων και των μονάδων ΠΦΥ
Στις 25/05/2016 συνεδρίασε η Επιτροπή Ερευνας και Τεχνολογίας της Βουλής με θέμα «Η τηλεϊατρική στην υπηρεσία της κοινωνίας». Ουσιαστικά, η συζήτηση αφορούσε στην παρουσίαση της μέχρι τώρα πορείας του Εθνικού Δικτύου Τηλεϊατρικής (ΕΔΙΤ), το οποίο υλοποιείται πιλοτικά από τις αρχές του έτους σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου.

Στη συζήτηση συμμετείχαν, εκτός από τους εκπροσώπους των κομμάτων, η διοικήτρια της 2ης ΥΠΕ (Πειραιάς - Βόρειο και Νότιο Αιγαίο), ο διοικητής του Εθνικού Κέντρου Επιχειρήσεων Υγείας (ΕΚΕΠΥ), ο εκτελών χρέη διοικητού του ΓΚΝ Νίκαιας - Αγίας Βαρβάρας, ο προϊστάμενος του τμήματος Πληροφορικής του ΓΝ Σύρου, ένας αγροτικός γιατρός από το Καστελόριζο και εκπρόσωπος του γγ Δημόσιας Υγείας.

Ορισμένα στοιχεία για το δίκτυο

Η χρηματοδότηση του ΕΔΙΤ έγινε από το ΕΣΠΑ 2007-2013 και αφορούσε την προμήθεια και εγκατάσταση του συστήματος, δηλαδή το τεχνικό μέρος (μονάδες, εξοπλισμός). Για τη συνέχιση της χρηματοδότησής του, έχει επίσης ενταχθεί στο ΕΣΠΑ 2014-2020. Ανάδοχος είναι ο ΟΤΕ, σε συνεργασία με την Intracom και την Cisco (εταιρεία πληροφοριακών συστημάτων).

Αποτελείται από 43 μονάδες - σταθμούς τηλεϊατρικής, εκ των οποίων οι 30 είναι τοποθετημένοι σε Κέντρα Υγείας (ΚΥ) ή Περιφερειακά Ιατρεία (ΠΙ) νησιών, οι 13 είναι τοποθετημένοι σε 5 νοσοκομεία νησιών (Ρόδος, Σάμος, Χίος, Μυτιλήνη, Σύρος) και σε 7 νοσοκομεία στην Αττική («Ασκληπιείο», «Τζάνειο», «Θριάσιο», «Μεταξά», Νίκαιας, «Αττικόν», ΨΝΑ) και ένας είναι εγκατεστημένος στο ΕΚΕΠΥ.

Στόχος είναι το δίκτυο να λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο, 7 μέρες τη βδομάδα, 365 μέρες το χρόνο. Προς το παρόν δε λειτουργεί έτσι. Επίσης, προς το παρόν εξυπηρετεί τακτικά, προγραμματισμένα ραντεβού - περιστατικά και τηλεκπαίδευση (σεμινάρια) και όχι έκτακτα περιστατικά.

Χρήστες του συστήματος είναι όσοι γιατροί (των νοσοκομείων, των ΚΥ και των ΠΙ που εμπλέκονται στο πρόγραμμα) επιθυμούν να συμμετέχουν σε αυτό και πιστοποιούνται. Η διοικήτρια της 2ης ΥΠΕ ανέφερε ότι ο αριθμός των μέχρι τώρα πιστοποιημένων γιατρών είναι 155, 63 γιατροί νοσοκομείων και 92 γιατροί ΚΥ και ΠΙ. Πρόκειται για καρδιολόγους, παιδίατρους και χειρουργούς. Ωστόσο, σε άλλο σημείο της ομιλίας της ανέφερε ότι οι πιστοποιημένοι γιατροί είναι 270. Ο στόχος είναι να επεκταθούν τόσο ο αριθμός των γιατρών όσο και οι ειδικότητες.

Μέχρι στιγμής, έχουν πραγματοποιηθεί 35 τηλεραντεβού (δηλαδή προγραμματισμένα ραντεβού από απόσταση ασθενούς και γιατρού) και 963 τηλεσυνεδρίες (δεν διευκρινίστηκε στη συζήτηση τι αφορούν, πιθανόν θα περιλαμβάνουν οποιαδήποτε μορφή απομακρυσμένης επικοινωνίας μεταξύ γιατρών, π.χ. για ιατρικές συμβουλές).

Εργαλείο υποκατάστασης των ελλείψεων

Το σύστημα προβλέπεται να λειτουργήσει με το ήδη υπάρχον ελλιπέστατο ιατρικό προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων και των μονάδων ΠΦΥ. Συγκεκριμένα, η διαδικασία κλεισίματος και πραγματοποίησης τηλεραντεβού γίνεται ως εξής: Στέλνεται αίτημα από το σταθμό κάποιου ΚΥ σχετικά με ένα περιστατικό, παραλαμβάνεται το αίτημα από το σταθμό του νοσοκομείου, δηλώνεται η διαθεσιμότητα τόσο της συγκεκριμένης ειδικότητας όσο και της δυνατότητας να πραγματοποιήσει το ραντεβού και κατόπιν κλείνεται ραντεβού.

Στο έδαφος αυτών των δραματικών ελλείψεων των δημόσιων Μονάδων Υγείας, τόσο σε προσωπικό όσο και σε εξοπλισμό, δε θα μπορεί να εξασφαλιστεί πάντα ούτε καν η ελάχιστη βοήθεια στον ανειδίκευτο, πρόσφατα απόφοιτο της Ιατρικής, αγροτικό γιατρό να διαχειριστεί από τα πιο απλά έως τα πιο σοβαρά προβλήματα υγείας των κατοίκων των απομακρυσμένων περιοχών.

Για παράδειγμα, τι ακριβώς θα γίνεται στην περίπτωση που ασθενείς «διαγιγνώσκονται από μακριά» με κάποιο πρόβλημα υγείας, αλλά δεν υπάρχει στο συγκεκριμένο μέρος ειδικευμένος γιατρός της κατάλληλης ειδικότητας ή δεν υπάρχει ή δε λειτουργεί το απαραίτητο ιατρικό μηχάνημα ή δεν υπάρχουν στο ιατρείο τα κατάλληλα φάρμακα;

Πολύ περισσότερο, τι ακριβώς θα γίνεται στην περίπτωση των περιστατικών που χρήζουν άμεσης ή και επείγουσας βοήθειας, όταν δεν υπάρχει εξειδικευμένος γιατρός, κατάλληλο μηχάνημα ή διαθέσιμο ασθενοφόρο ή και ελικόπτερο του ΕΚΑΒ για τη μεταφορά του ασθενούς; Τι θα γίνει αν κάποιος άνθρωπος, για παράδειγμα, πάθει έμφραγμα; Πώς μέσω της τηλεϊατρικής θα γίνει η θρομβόλυση και η αγγειοπλαστική (που απαιτούνται σε αυτήν την περίπτωση), χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό και το εξειδικευμένο προσωπικό;

Στόχος η μείωση των κρατικών δαπανών στην Υγεία

Κοινή συνιστώσα των παρεμβάσεων στη συνεδρίαση ήταν η προβολή της τηλεϊατρικής ως εργαλείου που αφενός θα συμβάλει στην υλοποίηση του στόχου για «εξοικονόμηση πόρων και ορθολογική χρήση των δαπανών» και αφετέρου στην αντιμετώπιση των οξυμένων προβλημάτων που προκαλούν οι τεράστιες ελλείψεις σε γιατρούς και λοιπό υγειονομικό προσωπικό, εξοπλισμό, διαγνωστικά μέσα κ.λπ. των κρατικών Μονάδων Υγείας των νησιωτικών περιοχών.

Οπως αναφέρθηκε στη συνεδρίαση, «θα ενισχύσει τη φυσική παρουσία των γιατρών, θα αυξήσει τις δυνατότητες των Κέντρων Υγείας των νησιών και έτσι θα αναβαθμίσει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών Υγείας στους κατοίκους και επισκέπτες των νησιών».

Καταρχήν, δεν υφίσταται «φυσική παρουσία γιατρού» και «δυνατότητες των Κέντρων Υγείας των νησιών», γιατί οι ελλείψεις σε ιατρικό προσωπικό στις νησιωτικές περιοχές είναι εκρηκτικές. Υπάρχουν ΚΥ, ακόμα και νοσοκομεία στα νησιά, χωρίς βασικές ειδικότητες ή χωρίς καν ειδικευμένο γιατρό, ή είναι μόνος του ο αγροτικός γιατρός, όπως για παράδειγμα στο Καστελόριζο, όπως ανέφερε και ο αγροτικός γιατρός της περιοχής, ο οποίος συμμετείχε στη συνεδρίαση. Πολλές Μονάδες Υγείας δεν έχουν καν βασικό εξοπλισμό ή ακόμα και αναλώσιμα.

Ουσιαστικά, αξιοποιούνται οι δυνατότητες της τεχνολογίας ως εργαλείο συγκάλυψης των τραγικών ελλείψεων σε υποδομές και προσωπικό των κρατικών Μονάδων Υγείας, λόγω της μείωσης των κρατικών δαπανών για την Υγεία, ως υποκατάστατο ουσιαστικά της φυσικής παρουσίας του γιατρού.

Αυτό, άλλωστε, προκύπτει και από την ίδια τη συζήτηση, όπου πίσω από τις διακηρύξεις και τα μεγάλα λόγια, όλοι αναγνώριζαν την άθλια κατάσταση που επικρατεί στις κρατικές Μονάδες Υγείας σε πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο επίπεδο (νοσοκομεία) και ταυτόχρονα υποστήριζαν την αναγκαιότητα για «εξοικονόμηση πόρων και ορθολογική χρήση δαπανών». Δηλαδή, στήριζαν τη μείωση των κρατικών δαπανών για την Υγεία, στην οποία μπορεί να συμβάλει η τηλεϊατρική, και παράλληλα να ικανοποιούνται δήθεν οι λαϊκές ανάγκες για δημόσιες υπηρεσίες Υγείας.

Μάλιστα, σε έρευνα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ με τίτλο «Το μέλλον των θέσεων εργασίας», έγινε αναφορά στο πώς η χρήση των νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία οδηγεί στη μείωση θέσεων εργασίας, ενώ εκτιμάται ότι μεταξύ των κλάδων που θα υποστούν τις μεγαλύτερες απώλειες θέσεων είναι αυτός της Υγείας, λόγω αύξησης της χρήσης της τηλεϊατρικής.

Από αυτή τη σκοπιά, όχι μόνο δεν αναβαθμίζεται η παροχή υπηρεσιών Υγείας, αλλά αντίθετα διατηρείται και εδραιώνεται και μάλιστα «με τη βούλα της επιστήμης», όπως αυτή αξιοποιείται στον καπιταλισμό, το υπάρχον απαράδεκτο καθεστώς λειτουργίας των κρατικών Μονάδων Υγείας.

Πλευρές που ενέχουν σοβαρούς κινδύνους

Πολλές φορές, μάλιστα, στο έδαφος αυτών των ελλείψεων, η υλοποίηση τηλεϊατρικών εφαρμογών μπορεί να γίνεται ανορθόδοξα κι επικίνδυνα. Για παράδειγμα, η παροχή υπηρεσιών Υγείας και η αντιμετώπιση ιατρικών περιστατικών να μη γίνεται ούτε καν μέσω του αγροτικού γιατρού, αλλά μέσω διαφόρων άλλων επαγγελματιών Υγείας (νοσηλευτές, επισκέπτες Υγείας κ.ά.) ή και μη επαγγελματιών Υγείας, όπως το διοικητικό προσωπικό ή και οποιονδήποτε άλλον.

Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, αναφέρθηκε ότι υπάρχει νομοθετικό κενό ως προς αυτό, το οποίο πρέπει να αρθεί. Συγκεκριμένα, το νομικό πλαίσιο λειτουργίας της τηλεϊατρικής (άρθρο 66 παρ. 16 του Ν. 3984/2011) ορίζει ότι η χρήση τέτοιων εφαρμογών πρέπει να γίνεται μόνο υπό την ευθύνη και την επίβλεψη του θεράποντος ιατρού.

Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε στη συνεδρίαση, «οι χρήστες δεν μπορεί να είναι μόνο γιατροί, αλλά και νοσηλευτές και διοικητικό προσωπικό, καθώς και ομάδες του γενικού πληθυσμού που δεν έχουν ιατρική παιδεία, αλλά μπορούν να αποκτήσουν δεξιότητες πολύτιμες γι' αυτά τα νησιά μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα» (π.χ. καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση σε άρρωστο). Συγκεκριμένα, η διοικήτρια της 2ης ΥΠΕ ανέφερε: «Η καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να μοιάζει πολύ εξειδικευμένος ως όρος, αλλά υπάρχουν συμπτώματα που μπορεί να τα αναγνωρίσει και κάποιος μη γιατρός και να κάνει και παρέμβαση».

Δηλαδή, κάποιος άνθρωπος που δεν έχει καν στοιχειώδεις γνώσεις ιατρικής, αλλά μόνο κάποιες δεξιότητες που θα έχουν αποκτηθεί μέσα από ολιγοήμερα σεμινάρια, να διαχειρίζεται από τα πιο απλά έως τα πιο επείγοντα περιστατικά υγείας, με βάση τα συμπτώματα που ο ίδιος θα αναγνωρίσει.

Λες και το σύμπτωμα από μόνο του αποτελεί ασφαλή ένδειξη για το είδος της πάθησης, τη στιγμή που για τη διάγνωση ακόμα και από εξειδικευμένο γιατρό, απαιτείται να ληφθούν υπόψη μια σειρά από παράγοντες και κυρίως να υπάρχουν τα κατάλληλα διαγνωστικά μέσα. Αυτό κι αν είναι υποκατάσταση του γιατρού, υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών Υγείας και προφανώς αυξημένη επικινδυνότητα.

Επίσης, πώς ακριβώς θα εξασφαλιστεί - όπως ισχυρίστηκαν οι ομιλητές στην Επιτροπή - «η συνεχής εκπαίδευση των γιατρών που υπηρετούν σε απομακρυσμένες περιοχές και ως εκ τούτου δεν έχουν τη δυνατότητα να βρίσκονται σε νοσοκομειακό περιβάλλον», χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό, τα διαγνωστικά μέσα, χωρίς ειδικευμένους γιατρούς;

Με άλλες προϋποθέσεις στην υπηρεσία του λαού

Αναδεικνύεται ότι εντός του πλαισίου της καπιταλιστικής οικονομίας, οι εφαρμογές της τηλεϊατρικής δεν μπορούν να αξιοποιηθούν με μαζικό, απρόσκοπτο και ουσιαστικό τρόπο υπέρ του λαού.

Για να γίνει αυτό, απαιτείται μια ριζικά διαφορετική οργάνωση της οικονομίας και της παραγωγής, που θα λειτουργεί με αποκλειστικό κριτήριο την εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών και αντίστοιχα ενός ριζικά διαφορετικού συστήματος Υγείας. Σε αυτές τις συνθήκες μπορεί να αναπτυχθεί ο τομέας της τηλεϊατρικής, με τρόπο που να λειτουργεί συμπληρωματικά στην παροχή υπηρεσιών Υγείας, έχοντας θετικά αποτελέσματα για τους ασθενείς και όχι ως υποκατάστατο.

Να είναι, δηλαδή, ενταγμένος σε πλήρως αναπτυγμένες, αποκλειστικά κρατικές και δωρεάν υπηρεσίες Υγείας - Πρόνοιας, μέσω Κέντρων Υγείας, Περιφερειακών Ιατρείων, Νοσοκομείων και Μονάδων Πρόνοιας, επαρκώς στελεχωμένων με το απαραίτητο ιατρικό, νοσηλευτικό και άλλο εξειδικευμένο προσωπικό. Με ιδιαίτερο προσανατολισμό στον τομέα της επείγουσας ιατρικής, σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχημάτων (με την εγκατάσταση συστημάτων και μονάδων τηλεϊατρικής στο ΕΚΑΒ), φυσικών καταστροφών (πυρκαγιές, σεισμούς), σε πλοία.


Της Χριστίνας ΜΑΤΣΙΑΚΑ*
* Η Χριστίνα Ματσιακά είναι μέλος του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ