ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Μάρτη 2015
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η υποκρισία της «περήφανης στάσης» των αστικών κυβερνήσεων

Το παράδειγμα της Αργεντινής

Απεργιακή κινητοποίηση στην Αργεντινή τον Αύγουστο του 2014, με τους εργαζόμενους μπλοκαρισμένους από την αστυνομία
Απεργιακή κινητοποίηση στην Αργεντινή τον Αύγουστο του 2014, με τους εργαζόμενους μπλοκαρισμένους από την αστυνομία
Οι επιλογές της αστικής κυβέρνησης της Αργεντινής σχετικά με τη διαχείριση του κρατικού χρέους της χώρας, παρουσιάστηκαν παλιότερα από μια σειρά δυνάμεις στην Ελλάδα ως μια εναλλακτική πολιτική, ως ένα παράδειγμα «μεγάλης μάχης» δήθεν «υπέρ του λαού». Θυμίζουμε ότι, τον περασμένο Αύγουστο, το ζήτημα αυτό έγινε αντικείμενο αντιπαράθεσης ανάμεσα στην τότε συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και το ΣΥΡΙΖΑ, που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση.

Τα θυμηθήκαμε όλα αυτά με αφορμή τις εξελίξεις της σημερινής διαπραγμάτευσης της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με την «τρόικα των θεσμών» (ΕΕ, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΔΝΤ) για λογαριασμό των συμφερόντων του κεφαλαίου, που την ντύνει με εθνικιστικές και πατριωτικές κορόνες για υπερήφανη στάση αξιοπρέπειας, με στόχο να στρατεύσει το λαό στους στόχους αυτής της διαπραγμάτευσης.

Ωθηση στην καπιταλιστική κερδοφορία

Αυτά τα 14 χρόνια, σε επίπεδο κυβερνητικής διαχείρισης στην Αργεντινή εφαρμόστηκαν όλες οι βασικές διαφορετικές αστικές προσεγγίσεις, τόσο στη νομισματική όσο και στη δημοσιονομική πολιτική.

Πριν την κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, που εκδηλώθηκε το 2001, εφαρμόστηκε η περιοριστική συνταγή του φιλελεύθερου Ντομίνγκο Καβάγιο, η οποία «κλείδωσε» την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος πέσο με το δολάριο, επιτάχυνε τις ιδιωτικοποιήσεις και πήρε μέτρα περιορισμού του πληθωρισμού. Η πολιτική του δεν μπόρεσε να αποτρέψει την περιοδική εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης, που συνοδεύτηκε με τη διόγκωση του κρατικού χρέους, το οποίο έφτασε στο 165% του ΑΕΠ το 2002. Η ανεργία ξεπέρασε τότε το 19%, η απόλυτη εξαθλίωση μεγάλου μέρους του λαού απογειώθηκε και εφαρμόστηκε η μερική απαγόρευση πρόσβασης στις καταθέσεις.

Με την πρώτη κυβέρνηση του Νέστορ Κίρσνερ, το 2001, η Αργεντινή κήρυξε στάση πληρωμών για το κρατικό χρέος, ύψους 100 δισ. δολαρίων, υποτίμησε το νόμισμά της και στη συνέχεια προχώρησε σε δύο αναδιαρθρώσεις του χρέους της, το 2005 και το 2010. Με την εσωτερική υποτίμηση που πραγματοποιήθηκε, οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα της χώρας φορτώθηκαν τα βάρη της κρίσης. Ταυτόχρονα, με συμφωνία όλων των αστικών κυβερνήσεων, ο λαός συνέχισε να υπομένει το βάρος ενός μεγάλου μέρους του κρατικού χρέους, για το οποίο δεν ευθύνεται, ούτε ωφελήθηκε από τη δημιουργία του.

Η Αργεντινή αναγνώρισε και αποπλήρωσε το χρέος της προς το ΔΝΤ το 2006, ενώ το 2014 συμφώνησε να αποπληρώσει τα χρέη της προς το λεγόμενο «Κλαμπ του Παρισιού» (δηλαδή τους πιστωτές της, ανάμεσά τους οι ΗΠΑ, Γερμανία, η Γαλλία κ.ά.).

Αυτήν την περίοδο της «αλλαγής», υπήρξε νέα σημαντική άνοδος του πληθωρισμού, αυξήθηκε η ψαλίδα ανάμεσα στην αύξηση της παραγωγικότητας και στον πραγματικό μισθό. Αυξήθηκε ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης σε κλάδους όπως ο χάλυβας, όπου κυριαρχούν οι όμιλοι «Tenaris», «Ternium» («Siderar»), στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπου έχουν δημιουργήσει εργοστάσια μια σειρά μονοπωλιακοί όμιλοι («Peugeuot» - «Citroen», «Renault», «Ford», «Fiat», «Mercedes») ή ο κλάδος της βιομηχανίας τροφίμων, όπου δραστηριοποιείται ο όμιλος «Arcor», ένας από τους μεγαλύτερους σε κεφαλαιακή αξία ομίλους της χώρας, ή ο όμιλος «Molinos Rio de la Plata», ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αλεύρων.

Την περίοδο μετά τη χρεοκοπία του 2001 η Αργεντινή βελτίωσε τις εξαγωγές, αξιοποιώντας την υποτίμηση του πέσο και τη σημαντική αύξηση της ζήτησης σόγιας από την Κίνα. Φυσικά, όλα τα προαναφερόμενα δεν απέτρεψαν τη νέα εκδήλωση ύφεσης στην καπιταλιστική οικονομία το 2014, που θα συνοδευθεί και με νέα αύξηση της ανεργίας.

Ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις Κίρσνερ προχώρησαν σε σημαντικές οικονομικές συμφωνίες με Κίνα, Ρωσία αλλά και μονοπωλιακούς ομίλους των ΗΠΑ. Υπέγραψαν με την Κίνα συμφωνία δανεισμού ύψους 7,5 δισ. δολαρίων για την αναβάθμιση των σιδηροδρομικών υποδομών και την κατασκευή υδροηλεκτρικών φραγμάτων. Υπέγραψαν με τη Ρωσία συμφωνίες στους τομείς της Ενέργειας και των Επικοινωνιών. Ταυτόχρονα, έχουν ήδη προχωρήσει σε συμφωνία με τον ισχυρό αμερικανικό όμιλο της «Chevron» για την εκμετάλλευση των πλούσιων ενεργειακών σχιστολιθικών κοιτασμάτων (Vaca Muerta) και προσπαθούν να προσελκύσουν και άλλους ξένους επενδυτές.

Στο πλαίσιο των νέων επενδυτικών σχεδίων στην Ενέργεια, η κυβέρνηση της Αργεντινής προχώρησε και στην απομάκρυνση απ' την κρατική εταιρεία ενέργειας YPF της ισπανικής «Repsol», την οποία επίσης συμφώνησε να αποπληρώσει.

Ολες οι προαναφερόμενες ενέργειες δεν έφεραν, όπως γίνεται κατανοητό, καμία ουσιαστική αλλαγή για τα λαϊκά στρώματα αλλά την άοκνη προσπάθεια της αργεντίνικης αστικής κυβέρνησης να θωρακίσει την ανταγωνιστικότητα του εγχώριου κεφαλαίου στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, αναβαθμίζοντας τη σχέση της με την Κίνα και τη Ρωσία. Οπως, βεβαίως, δεν έφεραν καμιά αποδέσμευση της Αργεντινής από τις διεθνείς συμφωνίες, τους διεθνείς οικονομικούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, όπως το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα κ.ά.

Το κυβερνητικό παζάρι με τους «γύπες»

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, πρέπει να ερμηνευθεί και η στάση της κυβέρνησης της Αργεντινής απέναντι στα «αρπακτικά» επενδυτικά ταμεία (vulture funds), τους λεγόμενους «γύπες», που βρίσκεται από πέρσι σε αντιπαράθεση και παζαρεύει για την τιμή αποπληρωμής των κρατικών ομολόγων. Στα μέσα του Ιούνη 2014, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αρνήθηκε να εξετάσει μια τελευταία προσφυγή της Αργεντινής, επικυρώνοντας απόφαση του Εφετείου της Νέας Υόρκης, που την καταδίκαζε να πληρώσει 1,33 δισεκατομμύρια δολάρια στα κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds) «NML Capital» και «Aurelius Management» αμερικανικών συμφερόντων, που εκπροσωπεί ο Πολ Σίνγκερ, γνωστός χρηματοδότης των Ρεπουμπλικάνων στις ΗΠΑ, ο οποίος στηρίχθηκε σε απόφαση του αμερικανικού ομοσπονδιακού δικαστηρίου (απόφαση του δικαστή Τόμας Γκρίζα), αφού τα συγκεκριμένα ομόλογα διέπονται από το αμερικανικό δίκαιο.

Τα καπιταλιστικά αυτά ιδρύματα ανήκουν στο 7% των πιστωτών που δεν είχαν μπει στη διαδικασία «κουρέματος», που έγινε το 2005 και το 2010, και που διεκδικούν ομόλογα που κατέχουν στο ακέραιο, επιδιώκοντας να πάρουν πίσω μαζί με τους τόκους ως και 1.600% παραπάνω. Ετσι, βρίσκονται σχεδόν μια δεκαετία σε δικαστική διαμάχη με τις αστικές κυβερνήσεις, που δηλώνουν με κάθε τρόπο ότι θα αποπληρώσουν τα δάνεια και θα τηρήσουν τις δανειακές υποχρεώσεις αλλά διαπραγματεύονται λίγο πιο ευνοϊκούς όρους.

Πρόσφατα, μάλιστα, προχώρησε σε διακανονισμό με το λεγόμενο «Κλαμπ του Παρισιού» (ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία, Ιαπωνία), που κατέχει χρέος 9,7 δισ. δολαρίων, και δεσμεύτηκε ως το Μάη του 2015 να έχουν πληρωθεί 1,15 δισ. δολάρια.

Η κίνηση της αργεντίνικης κυβέρνησης να κάνει το διακανονισμό με το «Κλαμπ του Παρισιού» θεωρήθηκε από το δικαστή Γκρίζα παράνομη, αφού προηγούμενη απόφαση προβλέπει την ταυτόχρονη πληρωμή τόσο των δανειστών που μπήκαν στο «κούρεμα», δηλαδή το 93%, όσο και των υπόλοιπων που δεν μπήκαν, δηλαδή των αμερικανικών hedge funds, και όχι την επιλεκτική πληρωμή. Ετσι, ζήτησε να ακυρωθεί πληρωμή της αργεντίνικης κυβέρνησης, 539 εκατομμυρίων δολαρίων, που πήγαν στην τράπεζα «Bank of New York Melon» (από ένα σύνολο 832 εκατομμυρίων δολαρίων, με το υπόλοιπο όμως να πηγαίνει σε άλλες τράπεζες εκτός ΗΠΑ).

Η κίνηση αυτή χαρακτηρίστηκε από την κυβέρνηση της Αργεντινής απαράδεκτη και διεκδικεί να την αλλάξει, προβάλλοντας ότι θέλει να αποπληρώσει το χρέος, κάτι, βεβαίως, που επωμίζονται τα λαϊκά στρώματα.

Η αστική διαχείριση θηλιά για τα λαϊκά στρώματα

Οι εξελίξεις αποδεικνύουν περίτρανα ότι στα πλαίσια των ενδοαστικών αντιθέσεων, είτε υπάρχουν συμβιβασμοί είτε αντιπαραθέσεις, η κατάσταση θα γυρίζει στην ίδια αφετηρία και θα καλείται ο λαός να πληρώνει τα βάρη με κάθε τρόπο. Η αστική κυβέρνηση της Αργεντινής και όσοι τη στήριξαν ή συναίνεσαν στην καλλιέργεια αυταπατών, ισχυρίζονταν όλη την περασμένη δεκαετία ότι δήθεν απάλλαξαν το λαό από χρέος, ότι η χώρα ξέφυγε από τη χρεοκοπία και «χτύπησε το χέρι γερά στο τραπέζι», «διαπραγματεύτηκε σκληρά». Το τι όφελος είχε αυτή η διαπραγμάτευση για λογαριασμό των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, αρκεί να ρίξει κανείς σήμερα, μετά από 14 χρόνια, μια ματιά στην κατάσταση στην Αργεντινή, τη μεγάλη φτώχεια, την ανεργία, το χτύπημα των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων που συνεχίζεται αλλά και την απογοήτευση που υπάρχει, παρά το γεγονός ότι η αστική κυβέρνηση συνεχίζει τις ψευτο-πατριωτικές και εθνικιστικές κορόνες ενάντια στους ξένους τοκογλύφους. Ομως, η καπιταλιστική οικονομία έχει αντικειμενικούς κανόνες. Οι εξελίξεις στην Αργεντινή μπορούν να χρησιμεύσουν για να βγουν συμπεράσματα και από την πλευρά των εργατών, των εκμεταλλευόμενων στρωμάτων. Από τα παζάρια των αστών δεν έχουν να περιμένουν απολύτως τίποτε. Οσες διευθετήσεις και αν πετύχει το κεφάλαιο της πατρίδας τους στις σχέσεις του με άλλες ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες και ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, δε θα ωφεληθεί ο λαός.


Δ.Κ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ