ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Μάρτη 2015
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Περί «έντιμου συμβιβασμού»...

Καθώς προχωρούν τα παζάρια με τους «εταίρους» για την «εξειδίκευση» της αντιλαϊκής συμφωνίας της 20ής Φλεβάρη, αλλά και για τη νέα συμφωνία που επιδιώκεται να την ακολουθήσει μετά τον Ιούνη, τα στελέχη της κυβέρνησης όλο και πιο συχνά αναφέρονται στην επιδίωξη ενός «έντιμου συμβιβασμού». Καθόλου τυχαία, αντίστοιχη αναφορά έκανε και ο πρωθυπουργός, Αλ. Τσίπρας, μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, Μ. Σουλτς, την προηγούμενη Παρασκευή, ενώ το έδαφος έχουν προετοιμάσει με πολλούς τρόπους όλο το προηγούμενο διάστημα τα επιτελεία του συστήματος, π.χ. με σχετικά ερωτήματα σε δημοσκοπήσεις, αναλύσεις στα αστικά ΜΜΕ κ.ά.

Το ζήτημα εδώ για το λαό είναι να μπορέσει να διακρίνει ανάμεσα στον πραγματικό συμβιβασμό που επιδιώκει η κυβέρνηση για λογαριασμό του εγχώριου κεφαλαίου, στα παζάρια με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, και στην προσπάθεια που καταβάλλεται, από την άλλη, να παρουσιαστεί στα λαϊκά στρώματα η συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής ως ένας «προσωρινός, αλλά αναγκαστικός συμβιβασμός για να αποφευχθούν τα χειρότερα», «για να κερδηθεί χρόνος» κ.ο.κ.

Η κυβέρνηση, διαπραγματευόμενη για τα συμφέροντα των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων, πραγματικά επιδιώκει έναν «έντιμο συμβιβασμό» ανάμεσα στα συμφέροντα αυτά και τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή της ελληνικής αστικής τάξης στις διακρατικές συμμαχίες του κεφαλαίου, στο φόντο μάλιστα των οξυμένων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, με την εντεινόμενη συμμετοχή των ΗΠΑ σε αυτούς τους ανταγωνισμούς, σε κόντρα με τη Γερμανία.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό κεφάλαιο διεκδικεί μια «χαλάρωση» της περιοριστικής πολιτικής, μια «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, έτσι ώστε να μπορέσει να εξασφαλίσει περαιτέρω κρατική ενίσχυση, με «ζεστό» χρήμα και κάθε είδους άλλες «διευκολύνσεις», στις επενδύσεις του, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς του. Ανταποκρινόμενη σε αυτήν την επιδίωξη - και καθώς η ελληνική καπιταλιστική οικονομία αντιπροσωπεύει ένα σχετικά μικρό μέγεθος σε ό,τι αφορά τη Ζώνη του Ευρώ - η κυβέρνηση επιχειρεί να συντονιστεί με άλλες κυβερνήσεις, στην Ευρωζώνη και όχι μόνο, που επιδιώκουν αντίστοιχες προσαρμογές στο μείγμα της αστικής διαχείρισης, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι τα συμφέροντα των αστικών τάξεων που εκπροσωπούν είναι ποτέ δυνατό να ταυτιστούν πλήρως.

Η περιβόητη αναζήτηση «έντιμου συμβιβασμού» επομένως, για την οποία μάλιστα επισημαίνεται ότι γίνεται προσπάθεια για να «κερδηθεί χρόνος», στην πραγματικότητα αναφέρεται στην προσπάθεια που καταβάλλει η κυβέρνηση, ώστε οι προτεραιότητες του εγχώριου κεφαλαίου να κερδίσουν έδαφος στην «εξειδίκευση» του τρέχοντος μνημονίου και πολύ περισσότερο στο μνημόνιο που ετοιμάζουν για μετά τον Ιούνη (με την επίγνωση, βέβαια, που πάντα έχουν οι αστοί, ότι ο όποιος συμβιβασμός ενδεχομένως επιτευχθεί, θα φέρει τη «σφραγίδα» της ανισομετρίας που αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο των λυκοσυμμαχιών του κεφαλαίου)...

Την ίδια ώρα βέβαια, η όλη ιστορία της αναζήτησης «έντιμου συμβιβασμού» παρουσιάζεται στο λαό με ένα πολύ διαφορετικό, αποπροσανατολιστικό περιεχόμενο. Στην προπαγάνδα της κυβέρνησης, αλλά και μιας σειράς αστικών επιτελείων που αναλαμβάνουν να την υποστηρίξουν, καλλιεργείται η εντύπωση ότι η κυβέρνηση αναζητά έναν συμβιβασμό ανάμεσα στα «φιλολαϊκά» μέτρα που εκείνη επιθυμεί να πάρει και στα αντιλαϊκά μέτρα που επιχειρούν να επιβάλουν οι δανειστές. Κάπως έτσι, η αντιλαϊκή συμφωνία της 20ής Φλεβάρη και οι περιβόητες «δημιουργικές ασάφειες», για τις οποίες γίνεται λόγος, παρουσιάζονται σαν ένας «προσωρινός, αναγκαίος συμβιβασμός» και σαν μια διαρκής «διελκυστίνδα» που διεξάγεται ανάμεσα στα λαϊκά συμφέροντα και στο «σκληρό συντηρητικό κατεστημένο της Ευρωζώνης»...

Στην πραγματικότητα, βέβαια, καμία «διελκυστίνδα» δεν διεξάγεται σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα και τις ανάγκες του λαού, ακριβώς γιατί αυτές, ανεξαρτήτως μείγματος διαχείρισης, δε «χωράνε» στην πολιτική διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ακριβώς για αυτό, καμιά από τις πλευρές των εξελισσόμενων παζαριών δε θέτει καν το ζήτημα της αναπλήρωσης των τεράστιων απωλειών του λαού στα χρόνια της κρίσης, πόσο μάλλον το ζήτημα της κάλυψης των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών. Ακριβώς γι' αυτό, στη συμφωνία της συγκυβέρνησης με τους «εταίρους» δεν υπάρχει καμιά «δημιουργική ασάφεια» σε ό,τι αφορά τη ρητή αποδοχή του πυρήνα του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου που διαμορφώθηκε τα προηγούμενα χρόνια, στη διάρκεια της «μνημονιακής περιόδου», ικανοποιώντας πάγιες απαιτήσεις του κεφαλαίου, διατυπωμένες στα ντοκουμέντα της ΕΕ (αλλά και άλλων οργανισμών του κεφαλαίου, τύπου ΟΟΣΑ), πολλά χρόνια πριν από την κρίση.

Η κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, ανεξαρτήτως του ύψους του χρέους και των ελλειμμάτων, του μείγματος διαχείρισης, της ύπαρξης μνημονίων ή τρόικας, επιβεβαιώνει ότι κανένας «συμβιβασμός» δεν μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στα συμφέροντα του κεφαλαίου και τα συμφέροντα των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, κανένας τέτοιος «έντιμος» και «φιλολαϊκός συμβιβασμός» δεν μπορεί να προκύψει από τα παζάρια εντός των τειχών της ΕΕ και της εξουσίας των μονοπωλίων.


Αυτά μπορούμε, αυτά κάνουμε...

Τα στελέχη της συγκυβέρνησης όταν τους ασκείται κριτική για τα περίφημα μέτρα για την ανθρωπιστική κρίση που είναι ακόμα πιο πίσω και από αυτά τα ψίχουλα που είχαν υποσχεθεί στο Πρόγραμμά τους λένε «έχετε δίκιο όμως αυτά μπορούμε αυτά κάνουμε σήμερα, αργότερα που θα μπορέσουμε θα κάνουμε και αυτά που πραγματικά θέλουμε». Πρόκειται για υπεκφυγή της συγκυβέρνησης. Πρώτα απ' όλα αυτά που υποτίθεται ότι θέλουν να κάνουν δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτά που υπόσχονταν στο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Αυτό είναι το «όριό» τους τίποτα περισσότερο. Αυτό βεβαίως συμβαίνει γιατί δυο καρπούζια δεν χωράνε στην ίδια μασχάλη, έτσι λοιπόν όταν στη διπλανή σελίδα του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης απαριθμούνται δεσμεύσεις προς το κεφάλαιο, τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, την ΕΕ, τότε είναι λογικό ότι για τους εργαζόμενους μένουν απλώς τα ψίχουλα.

Και τελικά ακόμα και αυτές οι εξαγγελίες της Θεσσαλονίκης εξανεμίστηκαν, προκειμένου η κυβέρνηση να αντεπεξέλθει στις δημοσιονομικές ανάγκες σε όφελος του κεφαλαίου. Στη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου στις αρμόδιες κοινοβουλευτικές Επιτροπές, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Φίλης έκανε την εξής ...διευκρίνιση: «Σήμερα δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το θέμα της ακραίας φτώχειας με τα χρήματα που υπάρχουν αποτελεσματικά, και γι' αυτό έχουμε εντάξει, επαναλαμβάνω, στην τετράμηνη συμφωνία, για πρώτη φορά, το θέμα της ανθρωπιστικής κρίσης (...) Από την έκβαση της τετράμηνης συμφωνίας και κυρίως της μεγάλης συμφωνίας για την ανάπτυξη, σε μεγάλο βαθμό κρίνεται και η ιστορία της αντιμετώπισης της ακραίας φτώχειας». Τι λέει δηλαδή; Οτι όλα εξαρτώνται από τη νέα συμφωνία (βλέπε νέο μνημόνιο) με τους δανειστές και δεν αποκλείεται να προκύψει και άλλο «κούρεμα»...

Ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκης, εξάλλου, την περασμένη Παρασκευή σε συνέντευξή του στο πλαίσιο οικονομικού φόρουμ, που διοργανώθηκε από το ίδρυμα «The European House: Ambrosetti» στο Κόμο της Β. Ιταλίας, είπε: «Οσο διαρκούν οι διαπραγματεύσεις, θα πρέπει να αναστείλουμε προσωρινά ή να καθυστερήσουμε κάποιες από τις εξαγγελίες. Θα το κάνουμε για να δώσουμε εμπιστοσύνη στους Ευρωπαίους εταίρους μας».

Βεβαίως έξω από κάθε σκέψη της συγκυβέρνησης είναι η ανάκτηση απωλειών και δικαιωμάτων που χάθηκαν τα προηγούμενα χρόνια αφού ακόμα και την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων την παραπέμπει στις ελληνικές καλένδες.

Ομως και εκεί που υποτίθεται ότι πετάει κάποιο ψίχουλο, έχει φροντίσει να υπάρχουν «αντισταθμιστικά» για το κεφάλαιο. Για παράδειγμα, οι εκπρόσωποι του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, στην τελευταία συνάντησή τους με τον υπουργό Εργασίας, συνέδεσαν χωρίς περιστροφές τη σταδιακή αύξηση του κατώτερου μισθού με την εξασφάλιση από το κράτος χαμηλών ασφαλιστικών εισφορών. Κάτι που, όπως φαίνεται, η κυβέρνηση εξετάζει αφού οι εκπρόσωποι των τουριστικών επιχειρήσεων χαρακτήρισαν τη συνάντηση εποικοδομητική και έκαναν λόγο για «σύγκλιση απόψεων»...

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι κατανοητό ότι οι «παροχές» της συγκυβέρνησης δεν αποτελούν ορισμένα μικρά βήματα στην κατεύθυνση της ανάκτησης των απωλειών, δεν αποτελούν μέρος μιας διαδικασίας έστω σταδιακής αποκατάστασης δικαιωμάτων και εισοδημάτων αλλά είναι ενταγμένα σε ένα πλαίσιο αποδοχής μειωμένων απαιτήσεων και υποβαθμισμένων εργατικών-λαϊκών δικαιωμάτων. Γι' αυτό το πρόβλημα δεν αφορά το πότε θα υλοποιηθούν κάποια μέτρα αλλά την συνολική κατεύθυνση της πολιτικής, τις ιεραρχήσεις και τα κριτήρια της συγκυβέρνησης που δεν διαφέρουν στην ουσία από αυτά που είχε και η προηγούμενη.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ