ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 15 Φλεβάρη 2020 - Κυριακή 16 Φλεβάρη 2020
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΡΙΖΑ
«Αυτοκριτική» με το βλέμμα σε νέες παγίδες εγκλωβισμού του λαού

Eurokinissi

Με το κείμενο «απολογισμού» των χρόνων της διακυβέρνησής του ανά χείρας και με το βλέμμα στην προσπάθεια να επανέλθει στη διακυβέρνηση, αυτή τη φορά ως «κορμός» μιας «προοδευτικής» σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης, συνεδριάζει το Σαββατοκύριακο η ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο «απολογισμός» έρχεται να υπηρετήσει την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να πάρει ξανά το χρίσμα στην κυβερνητική εναλλαγή, δηλώνοντας ότι τώρα είναι πιο έμπειρος και έτοιμος να επανέλθει στη διακυβέρνηση, χωρίς τις αδυναμίες, τις «αυταπάτες» και τα «λάθη» της πρώτης θητείας.

Αυτά τα χαρακτηριστικά του τα αναγνωρίζει βέβαια και η αστική τάξη, που εκτίμησε τις υπηρεσίες του ως κυβέρνησης, αλλά συνεχίζει να τις εκτιμά και ως «εποικοδομητικής αντιπολίτευσης». Και γιατί να μην το κάνει, αφού υπηρέτησε με συνέπεια το στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της ιμπεριαλιστικής εμπλοκής, ενώ σήμερα συνεχίζει να ανταγωνίζεται τη ΝΔ στα ίδια ακριβώς πεδία.

Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το κύριο άρθρο μεγάλης εφημερίδας πριν από μερικές μέρες, που διαπίστωνε για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «απέκτησε κρίσιμη μάζα εμπειριών τα προηγούμενα χρόνια, έφαγε τα μούτρα του στην πρώτη φάση, αλλά στη συνέχεια πειθάρχησε σε ένα σχήμα πολιτικής και τέλος πάντων κουτσά - στραβά κατάφερε να σταθεροποιήσει τα δημόσια οικονομικά και να επιλύσει ένα χρονίζον εθνικό θέμα».

Απευθύνει μάλιστα και «συστάσεις» για πιο θεαματική βελτίωση, που θα τον φέρει πιο κοντά στη διεκδίκηση μιας νέας κυβερνητικής θητείας, γράφοντας: «Τώρα οφείλει να προετοιμαστεί κατάλληλα για τη νέα διεκδίκησή του, να ανανεώσει το κόμμα και την επιτελική ομάδα του, να διευρύνει τους ορίζοντές του και τον διεθνή κύκλο επαφών του, και μαζί να παρακολουθήσει τα συγγενή πολιτικά ρεύματα, κοινώς να αυτοβελτιωθεί».

Αυτόν ακριβώς το στόχο υπηρετεί ο «αυτοκριτικός» απολογισμός του ΣΥΡΙΖΑ, με τον οποίο διαμορφώνει ταυτόχρονα το έδαφος για «στενότερες επαφές» με ένα πιο διευρυμένο ακροατήριο, που έβλεπε με δυσπιστία να επιβιώνουν «κατάλοιπα» από το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Γι' αυτό άλλωστε, στο κείμενο που θα τεθεί για έγκριση από την ΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ «ξορκίζει» περίπου ως «ανέφικτες» και «υπέρμετρες προσδοκίες» πολλές από τις εκτιμήσεις και διακηρύξεις των προηγούμενων ετών, ενισχύοντας το προφίλ του ως σύγχρονου κόμματος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, διεκδικώντας και το ανάλογο εκλογικό ακροατήριο από τη ΝΔ.

Μοχλός διεργασιών

Η «αυτοκριτική» αυτού του είδους που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί και ως μοχλός για τις διεργασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη με άλλες δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, για το ενδεχόμενο κυβέρνησης με πυρήνα τον ίδιο. Σ' αυτό συμβάλλει και το γεγονός ότι οι επόμενες βουλευτικές εκλογές θα γίνουν με τον εκλογικό νόμο που ο ίδιος ψήφισε και ευνοεί κυβερνήσεις συνεργασίας.

Με έναν τέτοιο ορίζοντα, ήδη έχει φουντώσει η συζήτηση για «στροφή» που κάνει το ΚΙΝΑΛ, στο φόντο «προσωπικών» επαφών κορυφαίων στελεχών των δύο κομμάτων αλλά και της φημολογίας περί συμφωνημένου «μορατόριουμ» ανάμεσά τους, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο.

Η προσπάθεια αυτή, όπως και εκείνη για τον «επαναπατρισμό» ενός κόσμου που ψήφισε ΝΔ στις προηγούμενες εκλογές, πλαισιώνονται από διεργασίες και κινητικότητα στο εργατικό κίνημα, στην Τοπική Διοίκηση, σε χώρους νεολαίας, εκεί όπου στο μάτι μπαίνουν τα «ερείσματα» του ΚΙΝΑΛ στους χώρους αυτούς και η «τεχνογνωσία» στη «γείωση» της αντιλαϊκής πολιτικής και στην ενσωμάτωση εργαζομένων και λαϊκών στρωμάτων.

Οι εξελίξεις αυτές σίγουρα θα επιδράσουν και στον ευρύτερο οπορτουνιστικό χώρο, ενισχύοντας τη λογική του «καλού ΣΥΡΙΖΑ» πριν από το 2015 και του «κακού ΣΥΡΙΖΑ» μετά.

Οποια πέτρα κι αν σηκώσεις

Σ' αυτό τα πλαίσιο εντάσσονται και μια σειρά από «πρωτοβουλίες» με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να παρέμβει όπου βλέπει να διαμορφώνονται εστίες αγωνιστικής ανάτασης, από τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας μέχρι τις εργασιακές σχέσεις και την άθλια κατάσταση στην Υγεία. Στην πραγματικότητα, όμως, ανταγωνίζεται τη ΝΔ «στα σημεία» της ίδιας αντιλαϊκής πολιτικής και προβάλλει την ικανότητά του να διασφαλίζει την «κοινωνική ειρήνη», με διαφορετικές αναλογίες στο «καρότο» και στο «μαστίγιο» απ' ό,τι η σημερινή κυβέρνηση.

Ολο αυτό προσπαθεί να το πουλήσει ως «προοδευτική» τάχα διαχείριση, απέναντι στον «νεοφιλελευθερισμό» της ΝΔ. Στα μέτωπα όμως όπου ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να τεκμηριώσει τις διαφορές του με τη ΝΔ, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις θα βρεις από κάτω και δικούς του νόμους που θωρακίζουν την αντιλαϊκή στρατηγική. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  • Στα Εργασιακά, ζητάει την «επαναφορά του κατώτατου μισθού» (από το... 2021), ως συμβολή στην «άνοδο της παραγωγικότητας», ενώ ως κυβέρνηση διατήρησε τον κατώτατο και «υποκατώτατο» μισθό στα άθλια επίπεδα της ΠΥΣ του 2012, ενεργοποίησε τον κατάπτυστο νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου, εμπλούτισε το αντεργατικό οπλοστάσιο με νέους νόμους, τους οποίους διατηρεί και επεκτείνει η ΝΔ, επειδή δίνουν τη δυνατότητα στην εργοδοσία να παρακάμπτει ακόμα και αυτές τις σχετικές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, τραβώντας προς τα κάτω τον μέσο μισθό, στο σύνολο της οικονομίας. Γι' αυτό το αντεργατικό πλαίσιο, που είναι και δικό του δημιούργημα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν λέει φυσικά τίποτα.
  • Στο Ασφαλιστικό, καλεί τους εργαζόμενους να υπερασπιστούν τον νόμο Κατρούγκαλου, τον οποίο όμως η ΝΔ έρχεται να θωρακίσει με τον νόμο Βρούτση και να τον αξιοποιήσει ως εφαλτήριο για το επόμενο βήμα προς την ιδιωτικοποίηση της Ασφάλισης και το σύστημα των τριών πυλώνων. Η συμβολή του νόμου Κατρούγκαλου στην κλιμάκωση της αντιασφαλιστικής επίθεσης έχει αναγνωριστεί από τους επιχειρηματικούς ομίλους και αποτελεί βάση για παραπέρα κλιμάκωση.
  • Στην Υγεία, καταγγέλλει την άθλια κατάσταση στα νοσοκομεία, παριστάνοντας πως δεν ξέρει τίποτα για την υποχρηματοδότηση και την υποστελέχωση, τις γενικευμένες ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, την αύξηση των πληρωμών για τα λαϊκά στρώματα, τη συγχώνευση και το κλείσιμο κλινικών και δομών Υγείας, τον παραπέρα κατακερματισμό του δημόσιου συστήματος, στο πλαίσιο της στρατηγικής ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης, που με συνέπεια υπηρέτησε ως κυβέρνηση και σήμερα τα στηρίζει επί της ουσίας, «παίζοντας» με τις αναλογίες ανάμεσα στην ιδιωτικοοικονομική λειτουργία του δημόσιου συστήματος Υγείας, τη δράση των ιδιωτών και τις συμπράξεις μεταξύ των δύο.
Ο λαός έχει πείρα

Αυτό είναι επομένως το «νήμα» που συνδέει τον ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική που συνεχίζει και εντείνει σήμερα η ΝΔ. Σε πολλές περιπτώσεις, άλλωστε, αυτήν την πολιτική την υπερασπίζεται ως δικιά του και κατηγορεί τη ΝΔ ότι «τα βρήκε όλα έτοιμα», όπως κάνει τώρα για τα μειωμένα επιτόκια στα κρατικά ομόλογα, ή για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, την εμπλοκή δηλαδή στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια.

Ο λαός έχει πια πείρα και γνώση. Στα αδιέξοδα που εντείνει η πολιτική της ΝΔ, απάντηση δεν είναι η νέα εκδοχή των χρεοκοπημένων παραμυθιών του ΣΥΡΙΖΑ, που υπηρετεί την ίδια στρατηγική για λογαριασμό του κεφαλαίου, αλλά το δυνάμωμα της οργάνωσης και η κλιμάκωση της πάλης για σύγχρονους όρους δουλειάς και αμοιβής, κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων, ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών, σε σύγκρουση με την πολιτική αυτή.


Β.


Πατριδογνωμόνιο
Εξ όνυχος τον λέοντα

Πριν από καμιά τριανταριά χρόνια έως και την αρχή του εικοστού πρώτου αιώνα, στην ειδησεογραφία και στην κοινωνιολογία της παρέας που καταγραφόταν και παρουσιαζόταν επιστημονικοφανώς σαν κάτι σοβαρότερο απ' αυτό που ήταν, δηλαδή επίκαιρο κουβεντολόι, κυριαρχούσε η λέξη φαινόμενο. Αυτοκόλλητη ταμπελίτσα που κόλλαγε παντού. Φαινόμενο το παίξιμο στο χρηματιστήριο, φαινόμενο το κούρεμα μοϊκάνα, φαινόμενο η χρήση συντομογραφιών. Φαινόμενο ως κι η μπιρίμπα σε κάθε σπίτι και οι ντισκοτέκ με ελληνικά τραγούδια. Κι ύστερα περάσαμε στα χοντρά, που ναι πάντα τα πολιτικά, όπως π.χ. το φαινόμενο Αλέξης ως και το άθλιο φαινόμενο ΧΑ. Ολα ένας αχταρμάς σε σεντονιάδες κειμένων που νομοτελειακά, λόγω εξάπλωσης της διαδικτυακής επικοινωνίας, μετεξελίχθηκε στο... φαινόμενο του χαρτοπόλεμου των τεμαχισμένων απόψεων σε αναρτήσεις, τουιτεράκια και λεζαντούλες της νέας εικονολατρίας του «instagram».

Δεν είναι η λέξη που κακοποιήθηκε. Είναι η σκέψη που ακρωτηριάστηκε ή δηλητηριάστηκε τόσο, όσο απαιτήθηκε για να γίνονται παγκόσμιες ρευματοειδείς συνεδριακές ψευδοσυζητήσεις, γύρω από «το φαινόμενο της φτώχειας» ή «το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής». Κι εδώ είναι που χρειάζεται κανείς απομεινάρια της δημόσιας διαλεκτικής του περασμένου αιώνα, για να κατανοήσει θλιβερές και επικίνδυνες αντιφάσεις, που συνθλίβουν σήμερα τη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας, επιτρέποντας την αδράνεια ως μόνη απάντηση στη φαινομενολογία των ημερών. Το φαινόμενο της φτώχειας, για παράδειγμα, κρίθηκε και γενικευμένα αναγνωρίστηκε ως αιτία για το θάνατο κάποιων νεαρών από αυτοσχέδιο μαγκάλι, πριν από κάποια χρόνια. Πάει καιρός τώρα, που μετράμε μια δυο πυρκαγιές τη βδομάδα, σε σπίτια και διαμερίσματα, με θύματα συνήθως ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, που προσπάθησαν να ζεσταθούν ή και να φωτίσουν χώρο με κεριά, λόγω κομμένου ηλεκτρικού. Τώρα, όμως, δεν υπάρχει φαινόμενο. Ούτε φτώχεια. Ούτε γέροι. Ενα απλό άθροισμα είναι. Μια συγκυρία επαναλαμβανόμενων μεμονωμένων περιστατικών.

Το σημαντικό φαινόμενο έγινε ασήμαντη πραγματικότητα. Και η κοινή νοημοσύνη, ο πάλαι ποτέ σε μόνιμη πολιτική ανεπάρκεια κοινός νους, αυτός ο απαραίτητος οικείος μας υποτάσσεται στο φόβο της τεχνητής νοημοσύνης, που εμφανίζεται άθλια και ως όραμα κοινοκτημοσύνης.

Οι συνέπειες αυτής της εξέλιξης, τρομάρα μας, είναι θλιβερά σοβαρές. Κι οδηγούν σε επιτακτική ανάγκη να αναζητηθεί μια νέα σύγχρονη διαλεκτική μορφολογία και διαδικασία, που να επιτρέπει στις μάζες να διεκδικούν απαντήσεις σε απαιτητικότερες ερωτήσεις. Και στη θεωρία και στην πράξη. Δηλαδή, να ασκούν επικοινωνιακή πολιτική κι όχι μόνον να την υφίστανται.

Αναρωτιόμουνα, λόγου χάρη, τις προάλλες πώς μπορεί να ανοίξει μια σοβαρή συζήτηση πάνω στην πρότασή μας για την αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος, όχι μόνον με πολιτικούς όρους, αλλά και εκ των πραγμάτων επικοινωνιακούς. Κι αυτό γιατί είμαστε, θέλοντας και μη, ενώπιος ενωπίω με μια κοινή γνώμη, που βρίσκει, μετά από ομοιογενή βομβαρδισμό της, φυσική ως πρώτη είδηση την ανεύρεση μιας εφτάχρονης μετανάστριας, που τελικά φυγαδεύτηκε στη Γαλλία από τον πατέρα της, και δεν εξαφανίστηκε όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, που έγινε από θύμα δράστης, μετά από συντονισμό υπηρεσιών και τηλεόρασης. Σ' αυτήν την κοινή γνώμη, που χειραγωγημένη αναρωτιέται χύμα αν είναι ο βιολογικός πατέρας, αν η μητέρα πέθανε ή ζει, αν ο δικηγόρος έκλαψε γνήσια, πόσο καλό ήταν το πλαστό διαβατήριο, πώς ξεπέρασε τον έλεγχο στο αεροδρόμιο, κι αν είναι καλύτερο τελικά το τηλεοπτικό ή το πολιτικό φως στο τούνελ, πώς να θέσει κανείς ζητήματα όπως η διαδικασία ασύλου του Δουβλίνου, η παροχή ταξιδιωτικών εγγράφων στους πρόσφυγες, η ακύρωση της Συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας και όλα τα σοβαρά συναφή;

Ισως να βοηθούσε εκείνο το παμπάλαιο... εξ όνυχος τον λέοντα. Δηλαδή να καταπιαστούμε με το ξερίζωμα του νυχιού ενός φαινομενικά ανώδυνου ολοκληρωτισμού, πριν γιγαντωθεί ξανά το γνωστό μας φασιστικό λιοντάρι. Αλλιώς θα πρέπει να περιμένουμε τη στιγμή, που το πλωτό φράγμα στο Αιγαίο θα βουλιάξει κάνα ψαροκάικο ή κάποιο σκυλί της αστυνομίας θα κυνηγήσει το σκυλάκι κάποιου στα Εξάρχεια, που αγνοούσε ότι ο κολλητός του εγγονού του είχε κρύψει μια δόση άσπρης στο κολάρο του κανίς, γιατί κι ο ...καπιταλισμός φαινόμενο είναι!


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ