ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Σεπτέμβρη 2014
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΜΑΝΟΣ ΛΟΪΖΟΣ
Η δημιουργία του έχει ριζώσει στις καρδιές όλων

Τριάντα δύο χρόνια από το θάνατο του μεγάλου δημιουργού

Η δημιουργία του έχει ριζώσει στις καρδιές όλων και των νέων. Τον θυμόμαστε και τον τραγουδάμε πάντα. Στην καθημερινότητά μας, στις εξόδους, στις συναυλίες, στις διαδηλώσεις. Τον θυμόμαστε όμως και τον τραγουδάμε κάθε χρόνο την ίδια μέρα. Σχεδόν πάντα 17 Σεπτέμβρη πέφτει μέσα στις φεστιβαλικές εκδηλώσεις της ΚΝΕ, εκτός από φέτος που είναι παραμονή της έναρξης. Τριάντα δύο χρόνια συμπληρώνονται στις 17 Σεπτέμβρη από το θάνατο του Μάνου Λοΐζου, του μελωδού της ψυχής μας, του καλλιτέχνη που, στο σύντομο διάβα του από τη ζωή, πρόσφερε μια μεγάλη σε ποιότητα δημιουργία. Ο αιφνίδιος, πρόωρος θάνατός του αναμφίβολα άφησε ένα μεγάλο, δυσαναπλήρωτο κενό στην ελληνική μουσική δημιουργία. Ο θάνατος τον βρήκε σε ηλικία μόνο 45 χρόνων, το 1982, τη μέρα που ξεκινούσε στην Αθήνα το Φεστιβάλ ΚΝΕ - «ΟΔΗΓΗΤΗ» και η πικρή είδηση του θανάτου του σκόρπισε απέραντη θλίψη στους συντρόφους του, στο λαό που τον αγάπησε και τον τραγούδησε...

Ο Μάνος Λοΐζος υπήρξε μια από τις σημαντικότερες δυνάμεις του νεοελληνικού τραγουδιού, καταθέτοντας μουσική μεγάλης έμπνευσης και ταυτόχρονα οικεία και κοσμαγάπητη. Λάτρης του λυρισμού, όπως έχει πει ο Μίκης Θεοδωράκης, «ήταν μια πλαγιά πολύχρωμα λουλούδια που έλαμπαν, καθώς τα χτυπούσε ο ήλιος. Και θα λάμπουν για πάντα και πιο πολύ, όσο θα υπάρχει και θα λάμπει στον κόσμο αυτός ο μοναδικός ήλιος: Η καρδιά του ανθρώπου».

Το έργο του παραμένει ζωντανό, συνεχίζει να φωλιάζει στις καρδιές και να συνεπαίρνει με την ίδια δύναμη εδώ και χρόνια. Ποιος, άραγε, δεν έχει τραγουδήσει κομμάτια, όπως το «Αχ χελιδόνι μου», «Αλλο τίποτα δε μένει», «Λιώνουν τα νιάτα μας», «Τσιμινιέρα», «Το μερτικό μου απ' τη χαρά», «Η μέρα εκείνη δε θ' αργήσει», «Το νανούρισμα», «Ο γέρο - νέγρο Τζιμ», «Τέλι τέλι», «Γερνάς και σκοτεινιάζει», «Πρώτη Μαΐου», «Τσε», «Σ' ακολουθώ», «Μη με ρωτάς», «Η κουτσή κιθάρα», «Ο δρόμος», «Τρίτος παγκόσμιος», «Τίποτε δεν πάει χαμένο» και τόσα άλλα;

Τραγούδια που αποκτούν ολοένα και περισσότερους φίλους, που τα μοιράζονται και τα ξαναμοιράζονται γενιές ολόκληρες. Τραγούδια που τραγουδιούνται με απίστευτο ενθουσιασμό, πάθος και αγάπη. Γιατί, πολύ απλά, η μουσική αυτή δημιουργία, που προέρχεται από το ταλέντο αυτού του ανθρώπου, από την ευαισθησία, την ποιότητα, τη φρεσκάδα, την αίσθηση ελευθερίας, την αλήθεια, την ομορφιά, είναι μια δημιουργία παλλόμενη, ζωντανή, που πρωτοείδε το φως μέσα στη δεκαετία του '60, των Λαμπράκηδων, των συνεχών διαδηλώσεων για το 114, των δυναμικών φοιτητικών, κοινωνικών και πολιτικών αγώνων και που έπεφτε σα δροσιά στους διψασμένους για ομορφιά, αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη. Ενα έργο που μας προσκαλεί και μας ξαναπροσκαλεί να αφουγκραστούμε τους χτύπους της καρδιάς του, που είναι οι χτύποι της δικής μας καρδιάς.

Πορεύτηκε στο πλάι του ΚΚΕ

Στρατευμένος αγωνιστής, ο Μ. Λοΐζος και με το έργο και τους αγώνες του πορεύτηκε στο πλάι του ΚΚΕ, παλεύοντας για μια δίκαιη κοινωνία. Η στράτευση για τον ίδιο ενσαρκωνόταν στη «διαρκή εξυπηρέτηση της κοινωνικής συνείδησης», όπως έλεγε ο ίδιος. «Πρέπει να υπάρχει στρατευμένη τέχνη, γιατί μέσα στο δρόμο αυτής της σχολής μπορούν να βγουν αριστουργηματικά έργα. Αλλά το πιο σπουδαίο είναι ότι η στρατευμένη τέχνη είναι ένας ελάχιστος φόρος τιμής στις χιλιάδες των φτωχών παιδιών που πεινάνε, αγωνίζονται και σκοτώνονται καθημερινά».

Και το απέδειξε μέσα από πολλούς κύκλους τραγουδιών του, αφυπνίζοντας το κοινό και, παράλληλα, προσφέροντας γνήσια αισθητική απόλαυση.

«Οσο η σιωπή είναι χρυσός/ τόσο του νέγρου ο ιδρώς/ για το λευκό είν' θησαυρός/ στράφι του νέγρου ο θυμός/ Καιρός το παραμύθι να τελειώνει/ τη δύναμή μας ο λευκός να νοιώσει/ ν' ακούσει της οργής μας την κραυγή/ Λευκέ θέλω κι εγώ να ζήσω/ κι αν συ λευκός, νέγρος εγώ/ άνθρωπος ίσος με ίσο». («Κι αν συ λευκός, νέγρος εγώ», στίχοι: Γιάννης Νεγρεπόντης, μουσική: Μάνος Λοΐζος, πρώτη εκτέλεση: Μαρία Φαραντούρη)

Τα «Νέγρικα», ο σπουδαίος αυτός κύκλος τραγουδιών του Μάνου Λοΐζου (σύνθεση) και του Γιάννη Νεγρεπόντη (στίχοι), στον οποίο εντάσσεται και το παραπάνω τραγούδι, αποτελούν καρπό των πολιτικών και μουσικών αναζητήσεων των δύο δημιουργών αλλά και του εξαιρετικά φορτισμένου πολιτικού κλίματος των μέσων της δεκαετίας του '60, που σφραγίστηκε από δυναμικούς φοιτητικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.

Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα κορυφαία έργα του, εκείνα που μας κάνουν ν' αφουγκραζόμαστε τους πόθους και τα πάθη του κόσμου μας, κατέχουν τα «Νέγρικα»: «Ο νέγρος ο ζωγράφος», «Ο γέρο νέγρο Τζιμ», «Τι έχουν να χωρίσουνε», «Προσευχή», «Στον πόλεμο ο Τζο», «Κρίμα σε σένα νέγρο Μπιγκ», «Για δυο δολάρια», «Η πόρνη η Τζέιν», «Ο δικαστής ο Μπερντ», «Κι αν συ λευκός, νέγρος εγώ». Σε αυτόν τον κύκλο τραγουδιών, που αναφέρεται στον αγώνα επιβίωσης των μαύρων της Αμερικής, βρίσκουν καλλιτεχνική έκφραση η ιδεολογική του στράτευση στα ιδανικά του κομμουνισμού, η ευαισθησία του σε ό,τι αφορά τους ταπεινούς και τους καταφρονεμένους, η αλληλεγγύη του στους αγωνιζόμενους σε όλο τον κόσμο για ισότητα και αξιοπρέπεια... Ο Μάνος Λοΐζος δεν είχε καμία ψευδαίσθηση για το ρόλο του ιμπεριαλισμού. Την ξεκάθαρη θέση του την εκφράζει στη συνέντευξή του, στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή» (27/12/1966), με αφορμή την παρουσίαση των συγκεκριμένων τραγουδιών: «Τα γρανάζια του ιμπεριαλισμού, με την εξουθενωτική εκμετάλλευση εκατομμυρίων ανθρώπων, βρίσκονται σε τρομακτική υπερλειτουργία στις δυτικές χώρες. Τα αποτελέσματα είναι σε όλους γνωστά: Ο πόλεμος του Βιετνάμ, το φυλετικό, το Κυπριακό, η αναβίωση του φασισμού σε πολλές χώρες, ο κίνδυνος της δικτατορίας στον τόπο μας. Το τεράστιο τέρας που άλλοτε λέγεται φασισμός, άλλοτε μιλιταρισμός και άλλοτε δημοκρατία δυτικού τύπου -που δεν είναι τίποτ' άλλο παρά προσωπεία του ιμπεριαλισμού- στέκεται από πάνω μας απειλητικό. Και η αντίδρασή μας είναι να τα ξεσκεπάσουμε και να φωνάξουμε μ' όλη μας τη δύναμη ενάντιά τους - μια και η ζωή μας είναι άμεσα συνδεδεμένη μαζί τους. Είμαστε πια συνειδητοί, "γνωρίζουμε"».


ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Η κάτω βόλτα

1. Ο Σαμαράς δεν είναι μοιραίο πρόσωπο. Δεν υπάρχει πάνω του ούτε ένα ψήγμα από τραγικό. Θυμίζει αετονύχη δικηγόρο με δυνατές γνωριμίες, συνηθισμένο στην επίδειξη ζήλου στα λείψανα του παλιού κόσμου που τον ανέδειξαν. Κάθε μέρα τα γεγονότα τον διαψεύδουν, αλλά καταφέρνει με τους γνωστούς ευγενείς τρόπους να δώσει στον πολίτη να καταλάβει πως, αν έχει άλλα σχέδια κατά νου, απλά θα φάει το κεφάλι του. Οι ρίζες του δόλου που υπηρετεί χάνονται μέσα στο χρόνο, έχοντας προκαλέσει ανείπωτες συμφορές, τις οποίες ο κύριος Αντώνης διατηρεί σαν καλές αναμνήσεις.

2. Επιρρεπής στο θέαμα, ο πολίτης αφήνεται στη δίνη του, στη στιλιζαρισμένη φόρμα του, στο καθολικό ψέμα του, ελπίζοντας ότι από αυτή την ένωση θα χρυσωθεί το χάπι της πραγματικότητας, και όσα τον βασανίζουν θα εξαφανιστούν.

3. Η πολιτική σκηνή βασίζεται πάνω σε μια μάταιη επίδειξη λογομαχίας με έντονα στοιχεία αυθαιρεσίας και παραπλάνησης ανάμεσα σε μνημονιακούς και Συριζαίους. Αποτέλεσμα; Κενό και γενικευμένη παθητικότητα.

4. Χωρίς εσωτερική ζωή και εντελώς απροετοίμαστος για το ταξίδι του στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ο πολίτης γύρισε την πλάτη του σε όλα όσα έδιναν νόημα στη ζωή του και αφέθηκε. Εγινε δεκτός στην Ευρώπη για φιλανθρωπικούς λόγους, με τη γνωστή κατάληξη: Τον έστυψαν και τώρα τον κρατάνε όμηρο.

5. Κυνηγώντας τον ίσκιο του, ο πολίτης πιστεύει ότι, αν καταφέρει να τον πιάσει, θα γίνει αυτεξούσιος. Παράξενη η εικόνα του - γεμίζεις λύπη: Από μακριά θυμίζει σκυλί που κυνηγάει την ουρά του.

6. Το καθεστώς, γνωρίζοντας όσο κανείς άλλος την πτώση και τη χαμηλή αυτοεκτίμηση που έχει ο πολίτης, του χαρίζει ορισμένα παιχνίδια για να ξεχαστεί: Η υποψηφιότητα του Προέδρου παίρνει το χαρακτήρα μεταφυσικού σήματος μέσα στο χάλι του και γίνεται αιτία για μια καινούργια ενατένιση της ζωής του.

7. Κάθε λόγος έξω από τον τηλεοπτικό γεμίζει αποστροφή τον πολίτη. Του φαίνεται δυσδιάκριτος, σκοτεινός, γιατί τον οδηγεί μελαγχολικά στα καθήκοντά του. Η περιβόητη καθεστωτική δημοσιογραφία καλά τα κατάφερε. Εγωκεντρική, φαντασμένη, περιφέρεται αναξιόπιστη, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να στηρίξει κάθε αγριότητα της εξουσίας. Ενας αηδιαστικός συνδυασμός νεοφιλελεύθερων και αριστερών τσαρλατάνων κάθε μέρα τρομάζουν και διχάζουν τον πολίτη, προσπαθώντας να τον προσηλυτίσουν πολιτικά για λογαριασμό των αφεντικών τους.

8. Ο κυνισμός με τον οποίο αντιμετωπίζει το καθεστώς τον πολίτη θυμίζει συμπεριφορά αρχιάτρου στρατού, χοντροκομμένη φάρσα, γιατί ο πολίτης πρέπει να υποδυθεί τον ασθενή, να μασκαρευτεί τον μετανοημένο και να πείσει την κυβέρνηση ότι από εδώ και εμπρός ο μόνος της ζωής του σκοπός είναι η εγκράτεια. Να δηλώσει ότι είναι σωστό οι φωστήρες της Ευρώπης να μην τον έχουν σε μεγάλη υπόληψη εξαιτίας της κραιπάλης που είχε επιδοθεί στην προηγούμενη ζωή του. Οτι θα πορεύεται αγόγγυστα παρέα με ψυχώσεις, ταλαντεύσεις και εγκεφαλικά, περιμένοντας την πανηγυρική στιγμή που επιτρέπεται να επανέλθει στην πραγματικότητα.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ