ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Αυγούστου 2011
Σελ. /24
ΔΙΕΘΝΗ
ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ
Η δήθεν «νέα εποχή» κατοχυρώνει την κατοχή

Η κατοχή παραμένει, όσο εξυπηρετεί τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα
Η κατοχή παραμένει, όσο εξυπηρετεί τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα
Σε μιαν ατέλειωτη αιματοχυσία έχει εξελιχθεί ο 10ετής πόλεμος του Αφγανιστάν, με την υποτιθέμενη «απελευθέρωση», που ισχυρίζονται ότι προωθούν οι αμερικανο-ΝΑΤΟικές κατοχικές δυνάμεις. Παρά τις δηλώσεις για δήθεν «αποχώρηση» των κατοχικών δυνάμεων, συνεχίζεται η κατοχή. Η «δημοκρατία» που επιβάλλουν με τα όπλα οι κατοχικές δυνάμεις έχει εκτοξεύσει τους αριθμούς όσον αφορά τους θανάτους αμάχων, ενώ ταυτόχρονα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα θωρακίζουν την εξουσία τους στο κράτος και τις επενδύσεις του «ανοικοδομούμενου Αφγανιστάν».

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπάρακ Ομπάμα, δεδομένων των εσωτερικών αντιδράσεων για την οικονομία και την απαίτηση για μείωση των κρατικών δαπανών, που έκαναν τους Αμερικανούς να καταδικάζουν την ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Αφγανιστάν, ανακοίνωσε την «αποχώρηση» μέρους των αμερικανικών κατοχικών στρατευμάτων, μέχρι τα μέσα του 2012. Η ανακοίνωση ακολούθησε σειρά δηλώσεων τόσο του πρώην επικεφαλής των κατοχικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν και νυν επικεφαλής της CIA, στρατηγού Ντέιβιντ Πετρέους, όσο και του αρχηγού του αμερικανικού στρατού, ναυάρχου Μάικ Μιούλεν, περί αποδυνάμωσης του μετώπου και κινήσεις που θέτουν σε κίνδυνο την επιτυχή κατοχική πορεία.

Η κατοχή παραμένει και μετασχηματίζεται

Ωστόσο η πολυσυζητημένη «αποχώρηση» αφορά την έξοδο από το Αφγανιστάν των 33.000 από τους 100.000 Αμερικανούς - μόνο - κατοχικούς στρατιώτες. Ο κύριος όγκος των στρατευμάτων, 70.000 κατοχικού στρατού, παραμένουν και θα συνεχίσουν να επιχειρούν, μέχρι το 2014 και μετά. Τα σενάρια της «αποχώρησης» αναιρούν οι ίδιοι οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ, καθώς επίσης και των ΗΠΑ. Χαρακτηριστικές ήταν οι δηλώσεις του γγ του ΝΑΤΟ, Αντερς Φον Ράσμουσεν, που ξεκαθάρισε από την αρχή της «συμφωνίας» για προσπάθεια δήθεν «τερματισμού του πολέμου» του 2014, ότι η «Συμμαχία» δεν εγκαταλείπει το Αφγανιστάν, αντίθετα θα παραμείνει «όσο χρειαστεί», προκειμένου να μην επιστρέψει η χώρα στα χέρια των «ισλαμιστών» και να παγιωθεί η δημοκρατία, με τρόπο που να μπορούν οι αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας να χειριστούν την κατάσταση.

Στην πραγματικότητα, ο γγ του ΝΑΤΟ ξεκαθάρισε ότι η κατοχή στο Αφγανιστάν δεν πρόκειται να τερματιστεί ποτέ όσο εξυπηρετεί τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα σε μία τόσο κρίσιμη γεωστρατηγική περιοχή, καθοριστικής σημασίας όσον αφορά τους ενεργειακούς δρόμους. Μία περιοχή που ήταν στο στόχαστρο των ιμπεριαλιστών πάντα και με ιδιαίτερη ένταση όταν το Αφγανιστάν με τη βοήθεια και των σοσιαλιστικών χωρών επιχείρησε να κάνει ένα βήμα μπροστά ξεπερνώντας το σκοταδισμό της μπούργκας. Από τότε, τη δεκαετία του του '80, οι Αμερικάνοι, ιδιαίτερα, ιμπεριαλιστές εκπαίδευσαν, εξόπλισαν και χρηματοδότησαν αφειδώς τους «Ταλιμπάν», οι οποίοι, επί της ουσίας, μέχρι σήμερα εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους, δίνοντας «δικαιολογία» στην κατοχή. Ακόμα και σε ενδεχόμενη «αποχώρηση» του στρατού, ως δυνάμεων κατοχής, η μετάβαση του ελέγχου του Αφγανιστάν στις τοπικές δυνάμεις δεν αναμένεται να επιφέρει αλλαγές, δεδομένου ότι οι αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας είναι ελεγχόμενες από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και επιχειρούν με βάση τις εντολές των κατοχικών δυνάμεων.

Αντίστοιχη είναι και η τοποθέτηση των ΗΠΑ, που ξεκαθαρίζουν σε όλους τους τόνους ότι «δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν», δίνοντας σαφές στίγμα ότι η οργάνωση του κράτους και η ανοικοδόμηση είναι ξεκάθαρο ότι θα παραμείνει στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που θα επωφεληθούν ακόμα περισσότερο την επόμενη μέρα του πολέμου.

Νέοι παίκτες διεκδικούν μερίδιο

Την ίδια στιγμή, στο παιχνίδι μπαίνουν και νέοι διεκδικητές στη λεία μιας χώρας που η εξαθλίωση και η φτώχεια του λαού, μετά από 10 χρόνια πολέμου, «χτυπάει κόκκινο». Ρωσία, Τουρκία και Κίνα έχουν εκφράσει ξεκάθαρο ενδιαφέρον, με τον εγκάθετο πρόεδρο των κατοχικών δυνάμεων, Χαμίντ Καρζάι, να τους «κλείνει το μάτι», επιχειρώντας να επωφεληθεί αξιοποιώντας τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Η Κίνα, από την πλευρά της, έχει ήδη εξασφαλίσει την εκμετάλλευση ορυχείων του Αφγανιστάν, καθώς οι επιχειρήσεις «Jiangxi Copper Co» και «China Metallurgical Group Corp» επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τα τεράστια κοιτάσματα χαλκού στο Aynak νότια της Kαμπούλ. Για την εκμετάλλευση αυτού του τεράστιου κοιτάσματος επενδύουν 4 δισ. δολάρια. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μέχρι τώρα μη στρατιωτική επένδυση στο Αφγανιστάν.

Το πεδίο ανταγωνισμού δείχνει «λαμπρό», μετά και τις ανακοινώσεις γεωλόγων που αναφέρουν ότι εντόπισαν στο βόρειο Αφγανιστάν πλούσιο κοίτασμα πετρελαίου, που μπορεί να δώσει 1,8 δισ. βαρέλια, με τον υπουργό Ορυχείων της χώρας να καλεί «επενδυτές» αναφέροντας ότι το αφγανικό υπέδαφος διαθέτει περισσότερες πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, από όσο υπολογίζεται. Το «ενδιαφέρον» ενισχύει και αμερικανική μελέτη, σύμφωνα με την οποία το υπέδαφος του Αφγανιστάν διαθέτει πλούσια κοιτάσματα σιδήρου, λιθίου, χαλκού και χρυσού αξίας περίπου ενός τρισ. δολαρίων. Φυσικά, δεν μπορεί να θεωρήσει κανείς τον προαναφερόμενο πλούτο της χώρας, ασύνδετο με την πολιτική των κατοχικών δυνάμεων στην περιοχή και την προσπάθειά τους να θέσουν τις βάσεις του κράτους με τρόπο που να εξασφαλίζεται η επ' άπειρον κατοχή.

Οι «Ταλιμπάν» διά μέσου Πακιστάν

Την ίδια στιγμή, οι κατοχικές δυνάμεις στρέφουν ξεκάθαρα πλέον το βλέμμα στην ένταξη του Πακιστάν στον πόλεμο, με αφορμή τους «Ταλιμπάν», που βρίσκουν «καταφύγιο» στη γειτονική χώρα. Στο Πακιστάν, ήδη, επιχειρούν αμερικανικές κατοχικές δυνάμεις από το Αφγανιστάν, με επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών, στο πλαίσιο της δήθεν «αποδυνάμωσης των Ταλιμπάν», ενώ εκκαθαριστικές επιχειρήσεις με αμερικανική καθοδήγηση πραγματοποιούν τα κυβερνητικά στρατεύματα, δημιουργώντας χιλιάδες νέους πρόσφυγες, σε μία χώρα που τη χαρακτηρίζει η διαφθορά και ο λαός ζει σε συνθήκες εξαθλίωσης. Στενές σχέσεις με το Πακιστάν οικοδομεί επίσης η Κίνα, εκφράζοντας την υποστήριξή της στην κυβέρνηση του Ισλαμαμπάντ, στην επιχείρηση εξόντωσης του Μπιν Λάντεν, ενώ παράλληλα το Πεκίνο προωθεί και την ενίσχυση της οικονομικής του εισόδου στη χώρα.

Οι «Ταλιμπάν», από την πλευρά τους, φροντίζουν να δυναμιτίζουν το κλίμα οξύνοντας τις επιθέσεις τους, δηλώνοντας ότι θα υπάρξει κλιμάκωση της βίας και συναγωνίζονται με τις δυνάμεις κατοχής στη σφαγή του λαού. Παράλληλα, δηλώσεις περί ετοιμότητας τόσο της αφγανικής κυβέρνησης, όσο και των ΗΠΑ και των ΝΑΤΟικών δυνάμεων, να ξεκινήσουν συνομιλίες «εθνικής συμφιλίωσης» με στόχο την «ειρήνευση» στο Αφγανιστάν, με τους «Ταλιμπάν», αποκαλύπτουν το ευρύτατο πλαίσιο των σχεδίων, που, φυσικά, δε θα αφήσουν στο περιθώριο τους «συμμάχους» «Ταλιμπάν». Τα σχέδια των συνομιλιών βασίζονται στην εξαγορά, όσων «μαχητών» το επιθυμούν, οι οποίοι θα έχουν μία εξασφαλισμένη θέση στην κυβέρνηση και τους θεσμούς του «νέου κράτους».

Ο αφγανικός λαός παραμένει εγκλωβισμένος μεταξύ δύο πυρών, «Ταλιμπάν» και κατοχικών δυνάμεων. Σκλάβος στην ίδια του τη γη, ο αφγανικός λαός καταλήγει να παρασύρεται κατά καιρούς από το ένα στρατόπεδο στο άλλο, σαν πιόνι μεταξύ των αντιπάλων, όσο οι «Ταλιμπάν» υπόσχονται «απελευθέρωση» από την κατοχή και οι αμερικανο-ΝΑΤΟικές κατοχικές δυνάμεις «εκδημοκρατισμό» και «απελευθέρωση» από τους «Ταλιμπάν». Συνένοχες διαχρονικά είναι και οι ελληνικές κυβερνήσεις που συμμετέχουν από την αρχή στο έγκλημα, στο πλαίσιο της αποστολής δυνάμεων υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ.


Αλεξάνδρα ΦΩΤΑΚΗ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ