ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 14 Ιούλη 2018 - Κυριακή 15 Ιούλη 2018 - 2η έκδοση
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΕ - ΗΠΑ
Προβληματισμός και περιθώρια για «εναλλακτικές» συνεργασίες

Ενδεικτική η συζήτηση στη Γαλλία, με αφορμή την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Διεθνή Συμφωνία με το Ιράν

6 Ιούλη 2018: Ρωσία και Κίνα, μαζί με τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις συζητούν τρόπους διατήρησης της Συμφωνίας με το Ιράν, χωρίς τις ΗΠΑ

Copyright 2018 The Associated

6 Ιούλη 2018: Ρωσία και Κίνα, μαζί με τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις συζητούν τρόπους διατήρησης της Συμφωνίας με το Ιράν, χωρίς τις ΗΠΑ
Η πρόσφατη Σύνοδος του ΝΑΤΟ, όπως και η τελευταία Σύνοδος του «G7», αλλά και όλες οι εξελίξεις που τα αστικά επιτελεία συμπυκνώνουν στη φράση «εμπορικός πόλεμος», δεν είναι παρά μερικές μόνο από τις εκδηλώσεις σοβαρών αντιθέσεων και ανταγωνισμών που βαθαίνουν ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ, τις βασικές συνιστώσες του λεγόμενου «ευρωατλαντικού άξονα» όπως διαμορφώθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι αντιθέσεις αυτές αναδεικνύονται και σε μια σειρά από άλλα πιο «επιμέρους» μέτωπα - που βέβαια είναι τμήμα των ευρύτερων ενδοϊμπεριαλιστικών συνεργασιών που επαναξιολογούνται - όπως αυτό που αφορά στην εφαρμογή της Διεθνούς Συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν (JCPOA) που υπέγραψε η συγκεκριμένη ασιατική χώρα το 2015 με ΗΠΑ - Ρωσία - Κίνα - Γερμανία - Γαλλία - Βρετανία αλλά και μαζί με την ΕΕ. Ολα όσα πυροδότησε η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία, τον περασμένο Μάη, είναι ενδεικτικά αποστάσεων που μεγαλώνουν ή μικραίνουν ανάμεσα σε διάφορες δυνάμεις, δημιουργώντας αντικειμενικά και περιθώρια για περαιτέρω σύσφιξη συνεργασιών.

Για παράδειγμα, στις 6 Ιούλη, οι υπουργοί Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) όλων των χωρών που υπέγραψαν τη JCPOA και παρέμειναν σε αυτή - δηλαδή Ρωσίας, Κίνας και των ισχυρότερων ευρωπαϊκών δυνάμεων όπως και της Ευρωένωσης συνολικά - συναντήθηκαν χωρίς τις ΗΠΑ και κατέληξαν σε Κοινό Ανακοινωθέν, επιβεβαιώνοντας τη δέσμευσή τους μεταξύ άλλων για τη «διατήρηση και προώθηση ευρύτερων οικονομικών και κατά τομέα σχέσεων με το Ιράν». Από τη μεριά του, ο Ιρανός ΥΠΕΞ, Μ. Ζαρίφ, ισχυρίστηκε μάλιστα πως «όλα τα μέλη, ακόμα και οι τρεις σύμμαχοι της Ουάσιγκτον (σ.σ. Βερολίνο, Παρίσι και Λονδίνο) δεσμεύθηκαν και έχουν την πολιτική βούληση να λάβουν μέτρα και να αντισταθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες».

Οι διαφωνίες Ευρωπαίων και Αμερικανών γύρω από το θέμα του Ιράν δεν αφορούν φυσικά μόνο το γεγονός ότι ισχυρά κράτη της ΕΕ έχουν σημαντικά επιχειρηματικά συμφέροντα, επενδύσεις, οικονομικές διασυνδέσεις με το Ιράν. Σχετίζονται και με γεωπολιτικά «παιχνίδια» και διεργασίες που συντελούνται στην περιοχή της Μ. Ανατολής στην οποία το Ιράν αποτελεί πολύ σημαντική περιφερειακή δύναμη.

Αναγνωρίζουν εχθρούς και φίλους

Δεν ήταν καθόλου τυχαίες οι δηλώσεις με τις οποίες οι αξιωματούχοι της ΕΕ είχαν υποδεχτεί, τον περασμένο Μάη, την απόφαση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν από τη JCPOA.

Ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, είχε σχολιάσει ότι «οι ΗΠΑ υπό διακυβέρνηση Τραμπ γυρίζουν την πλάτη σε πολυμερείς σχέσεις και στη φιλική συνεργασία με άλλα μέρη του κόσμου με αγριότητα που μας εκπλήσσει» και είχε προσθέσει ότι εναπόκειται στην ΕΕ «να πάρει τον μανδύα των ΗΠΑ» και να τις αντικαταστήσει καθώς «οι ΗΠΑ, ως διεθνής παράγοντας, έχουν χάσει σθένος και, ως εκ τούτου, μακροπρόθεσμα επιρροή».

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, είχε παρατηρήσει ότι «εκτός από γνωστές πολιτικές αλλαγές, όπως η άνοδος της Κίνας ή η επιθετική στάση της Ρωσίας, γινόμαστε μάρτυρες σήμερα ενός νέου φαινομένου: της ιδιότροπης απολυτότητας της αμερικανικής κυβέρνησης... Παρατηρώντας κανείς τις τελευταίες αποφάσεις του Προέδρου Τραμπ, κάποιος θα μπορούσε ακόμα και να σκεφτεί: "Με τέτοιους φίλους, τι να τους κάνεις τους εχθρούς";» Επίσης, ευχαρίστησε τον Αμερικανό Πρόεδρο, επειδή «χάρη σε αυτόν, ξεφορτωθήκαμε όλες τις αυταπάτες» και πρόσθεσε: «Η Ευρώπη πρέπει να κάνει ό,τι περνά από τη δύναμή της, για να προστατεύσει, παρά τη σημερινή (άσχημη) διάθεση, τον διατλαντικό δεσμό... Αλλά την ίδια στιγμή, πρέπει να είμαστε έτοιμοι για εκείνες τις περιπτώσεις στις οποίες θα πρέπει να ενεργήσουμε μόνοι μας...».

Ο Τουσκ ήταν αυτός που την περασμένη Τρίτη, κατά την υπογραφή Κοινής Διακήρυξης ΝΑΤΟ - ΕΕ, έκρινε σκόπιμο να απευθυνθεί στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ως εξής: «Αγαπητέ Πρόεδρε Τραμπ: Η Αμερική δεν έχει και δεν πρόκειται να έχει καλύτερο σύμμαχο από την ΕΕ. Σήμερα οι Ευρωπαίοι δαπανούν για την άμυνα πολύ περισσότερο από ό,τι η Ρωσία όσο και η Κίνα. Και νομίζω ότι δεν μπορείτε να αμφιβάλλετε, κ. Πρόεδρε, ότι αυτό αποτελεί επένδυση στην κοινή αμερικανική και ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια. Κάτι που δεν μπορεί να ειπωθεί με εμπιστοσύνη για τις ρωσικές και τις κινεζικές δαπάνες. Θα ήθελα σε αυτό το σημείο να κάνω δύο (ακόμα) επισημάνσεις.

Πρώτα απ' όλα, αγαπητή Αμερική, εκτίμησε τους συμμάχους σου, στην τελική δεν έχεις και τόσους.

Και, αγαπητή Ευρώπη, δαπάνησε περισσότερα στη δική σου άμυνα, γιατί όλοι εκτιμούν ένα σύμμαχο που είναι καλά προετοιμασμένος και εξοπλισμένος....» Επίσης, «συμβούλευσε» την αμερικανική ηγεσία ότι «πάντα αξίζει να γνωρίζεις: Ποιος είναι ο στρατηγικός σου φίλος; Και ποιο είναι το στρατηγικό σου πρόβλημα;»

Οι Κινέζοι δεν μένουν θεατές

Οι επισημάνσεις των Ευρωπαίων είναι πολύ χαρακτηριστικές για το πώς χτίζονται οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες. Πάνω στη βάση εύθραυστων συμβιβασμών που υπαγορεύουν οι εκάστοτε προτεραιότητες για την αντιμετώπιση «στρατηγικών προβλημάτων» ή την αξιοποίηση «στρατηγικών φίλων», των οποίων βέβαια η χρησιμότητα είναι λογικό να αξιολογείται τακτικά. Ειδικά όταν όλος ο κόσμος περνά «τεκτονικές αλλαγές», όπως έγραφαν διεθνή αστικά ΜΜΕ ενόψει της Συνόδου του ΝΑΤΟ.

Εξίσου ενδεικτικά είναι τα περιθώρια που γεννούν οι διατλαντικές αντιθέσεις για την ταχύτερη σύσφιξη συνεργασιών που ήδη προχωρούν. Εχει ενδιαφέρον ότι τη Δευτέρα 16 Ιούλη, ενώ ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, αναμένεται να συναντήσει τον Ρώσο ομόλογό του στο Ελσίνκι, την ίδια μέρα, αναμένεται να ξεκινήσει στο Πεκίνο η 20ή Σύνοδος Κορυφής ΕΕ - Κίνας.

Η συνεργασία ανάμεσα στις δύο αυτές πλευρές είναι λάθος να θεωρείται ότι αφορά μόνο τους αγωγούς ή τα λιμάνια που χτίζονται με τους «Δρόμους του Μεταξιού» (αν και - σημειώνουμε ξανά - και οι επενδυτικές προτεραιότητες συνδέονται πάντα και με γεωστρατηγικές επιδιώξεις). Ηταν πολύ ενδεικτική η «κρούση» που έκανε η Κίνα προς την ΕΕ - με αφορμή την επιβολή των εμπορικών δασμών από τις ΗΠΑ - για κοινή δράση κατά των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Μάλιστα, το αμερικανικό πρακτορείο «Reuters» σχολίασε ότι μόνο και μόνο η κίνηση αυτή του Πεκίνου είναι «εντυπωσιακή», δεδομένων των ισχυρών οικονομικών και στρατιωτικών δεσμών ΕΕ - ΗΠΑ, παραθέτοντας εκτιμήσεις Ευρωπαίου διπλωμάτη ότι «ο Τραμπ έχει διασπάσει τη Δύση και η Κίνα επιδιώκει να επωφεληθεί από αυτό».

Στις 9 Ιούλη, ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ - σχολιάζοντας την κοινή στάση Κίνας και ΕΕ στο θέμα της JCPOA και μπροστά στην 20ή Σύνοδο Κορυφής ΕΕ - Κίνας - είπε ότι «οι σχέσεις Κίνας - ΕΕ αναπτύσσονται τώρα με ηχηρή ορμή. Ο διάλογος και η συνεργασία ενισχύεται και επεκτείνεται σε όλα τα μέτωπα...».

Ενόψει και της Συνόδου «οι δύο πλευρές ανυπομονούν να θερίσουν γόνιμα αποτελέσματα, να αναπτύξουν σταθερά τους σινο-ευρωπαϊκούς δεσμούς και να κάνουν κοινές προσπάθειες για τη διαφύλαξη της πολυμέρειας, την προώθηση και τη διευκόλυνση του ελεύθερου εμπορίου και των ελεύθερων επενδύσεων», αλλά και για την «αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων και την υποστήριξη της παγκόσμιας ειρήνης, σταθερότητας και ανάπτυξης μέσα σε ένα σύνθετο και ευμετάβλητο διεθνές τοπίο».

Επιπλέον, ο Κινέζος αξιωματούχος έκανε λόγο για «σύνθετες και σοβαρές καταστάσεις» που δημιουργούνται και τόνισε ότι η Κίνα «έθεσε με πολύ καθαρό τρόπο» συγκεκριμένες προτάσεις, υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι «οι μεγάλες χώρες πρέπει να διαθέτουν αξιοπιστία και να αναλαμβάνουν τις ευθύνες που απορρέουν από αυτή...».

Και μια ενδιαφέρουσα συζήτηση στη Γαλλία

Ο προβληματισμός για τις αντιθέσεις ΕΕ - ΗΠΑ συνδέεται φυσικά με τις ενδοαστικές διεργασίες που συντελούνται στο εσωτερικό κάθε χώρας, ως προς τις καταλληλότερες συμμαχίες που θα προασπίσουν τη θέση της κάθε αστικής τάξης στη διεθνή σκακιέρα.

Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση που ξεκίνησε στη Γαλλία, με αφορμή την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη JCPOA. Τις πρώτες μέρες μετά τις ανακοινώσεις της Ουάσιγκτον και την επαναφορά των αμερικανικών κυρώσεων κατά του Ιράν (που επηρεάζει πολλαπλά πολλούς ευρωπαϊκούς κολοσσούς), οι διαμαρτυρίες ήταν του τύπου «οι ΗΠΑ δεν μπορεί να είναι ο "χωροφύλακας" της παγκόσμιας οικονομίας», όπως είπε ο ίδιος ο υπουργός Οικονομίας, Μπρουνό Λεμέρ. Στη συνέχεια, φωτίστηκε βαθύτερα η ανησυχία του γαλλικού κεφαλαίου αλλά και ότι αυτή δεν αφορά απλά τις μπίζνες του στο Ιράν.

Συγκεκριμένα:

-- Ο προερχόμενος από τους συντηρητικούς Ρεπουμπλικάνους, πρώην πρωθυπουργός της χώρας, Ζαν Πιερ Ραφαρέν, εκτίμησε ότι σήμερα χρειάζεται ένα «G4» (μια «Ομάδα των 4») που θα συναθροίζει Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Κίνα. Ο Ραφαρέν είπε ότι «αυτό που είναι παράγοντας πολέμου είναι η μονομερής απόφαση» των ΗΠΑ για αποχώρηση. «Σήμερα βλέπουμε καλά ότι υπάρχει ανάγκη για μια "G4" για το θέμα, με τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Ρωσία και την Κίνα... τέσσερις χώρες που έχουν κοινά οράματα σε αυτά τα θέματα... Αυτό σημαίνει ότι είναι απολύτως απαραίτητο να προσδιορίσουμε μια κοινή θέση» και «μια μεγάλη ευρασιατική οικονομία... είναι απαραίτητες νέες ιδέες: Αυτή η ευρασιατική ράχη πρέπει να ιδρυθεί».

-- Το για πολλά χρόνια κυβερνών «Σοσιαλιστικό Κόμμα» (PS) σε ανακοίνωσή του υποστήριξε ότι η αποχώρηση των ΗΠΑ «δείχνει ότι δεν αναλαμβάνουν πλέον σήμερα το ρόλο μιας δύναμης χρήσιμης στις κρίσιμες υποθέσεις του πλανήτη... Ο κόσμος θα είναι λιγότερο σίγουρος και η αποσταθεροποίηση της περιοχής ακόμα μεγαλύτερη...»

-- Αλλά και η πρόεδρος του «Εθνικού Συναγερμού» (όπως μετονομάστηκε το «Εθνικό Μέτωπο») Μαρίν Λεπέν χαρακτήρισε την απόφαση των ΗΠΑ «επικίνδυνη και επιβλαβή για την ειρήνη του κόσμου και τα συμφέροντα της Γαλλίας». Υποστήριζε ότι η αμερικανική απόφαση «αποσταθεροποιεί τη διεθνή οικονομία» και συνέχιζε: «Καταδικάζω όχι μόνο τη στάση του κ. Τραμπ, αλλά και τη δράση της γαλλικής διπλωματίας» που «αφήνεται στην αμερικανική κηδεμονία, χωρίς εναλλακτική. Αυτή η διπλωματία θέτει τους συμπολίτες μας σε κίνδυνο και απομακρύνει μια επιτυχημένη αγορά από την οικονομία μας. Σήμερα η "ρεάλ πολιτίκ" επιτάσσει να τελειώνουμε με τη νεο-συντηρητική ιδεολογία που είναι τόσο καταστροφική στην περιοχή και να υπερασπιστούμε επιτέλους τα συμφέροντα της Γαλλίας». Επίσης, τόνισε ότι «εκτός από την υπεράσπιση της πυρηνικής συμφωνίας» η Γαλλία έπρεπε να προτείνει στην Τεχεράνη, μεταξύ άλλων, και «την αποκατάσταση της αληθινής συνεργασίας ενάντια στην ισλαμιστική συνεργασία - που επεκτείνεται στη Συρία και τη Ρωσία - έτσι ώστε να αποτραπούν νέες επιθέσεις στο έδαφός μας...».



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ