Σε παρέμβασή του για το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων και παίρνοντας σαφή θέση υπέρ της άμεσης ενίσχυσης των μονοπωλίων, προκειμένου να κάνουν επενδύσεις, ο επικεφαλής του IIF, Τσ. Νταλάρα, δήλωσε τις προάλλες ότι τα 10 δισ. ευρώ που θα διατεθούν για το πρόγραμμα, «θα προτιμούσα να είχαν χρησιμοποιηθεί για απευθείας επενδύσεις στην ελληνική οικονομία». Σύμφωνα με τον Τσ. Νταράλα, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ελληνική υπηρεσία της «Φωνής της Αμερικής», «αυτό που έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα δεν είναι η περαιτέρω μείωση του ελληνικού χρέους, αλλά η αποδέσμευση των κονδυλίων που απαιτούνται για τη στήριξη του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών». Οπως μάλιστα είπε, «εάν είχαν ρίξει αυτά τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ στην ανάπτυξη επενδυτικών ευκαιριών, στην εκτέλεση έργων υποδομής, καθώς και στην εφαρμογή άλλων προγραμμάτων, τα οποία προβλέπονταν σε σχέδια που είχαν εκπονηθεί σε εποχές μεγαλύτερης οικονομικής ανάπτυξης, τότε νομίζω ότι η ελληνική οικονομία θα είχε οφέλη αρκετά νωρίτερα». Είναι φανερό ότι ο εκπρόσωπος των τραπεζιτών προκρίνει το μείγμα διαχείρισης της κρίσης με περισσότερα επεκτατικά στοιχεία, προκειμένου να διασφαλίσει τόσο τους τραπεζικούς ομίλους, τα ομόλογα των οποίων κινδυνεύουν με νέο κούρεμα, όσο βέβαια και τα επιχειρηματικά μεγαθήρια που βρίσκονται πίσω από τις τράπεζες και τα οποία διψούν για κρατικό χρήμα και στήριξη για να κάνουν επενδύσεις. Οπως είναι φανερό ότι απόψεις όπως αυτές που εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλα κόμματα στην Ελλάδα δεν προέκυψαν από παρθενογένεση, αλλά αντανακλούν τις απόψεις μερίδων της πλουτοκρατίας για το «κατάλληλο» μείγμα διαχείρισης της κρίσης. Αυτά που λένε και γράφουν τα στελέχη των τραπεζιτών και άλλων τμημάτων του κεφαλαίου, είναι αποκαλυπτικά για το ποια στρατηγική υπηρετεί το κάθε κόμμα που αναπαράγει τις διακηρύξεις τους.
Ούτε τη μνήμη των σφαγιασθέντων από τους ομοϊδεάτες τους στα Καλάβρυτα δε σέβονται οι εγχώριοι εθνικοσοσιαλιστές, αποδεικνύοντας περίτρανα ότι δε διστάζουν μπροστά σε τίποτα προκειμένου να πετύχουν τους βρώμικους στόχους τους. Η επαίσχυντη ανακοίνωση που εξέδωσε χτες η Χρυσή Αυγή για τη ναζιστική θηριωδία στα Καλάβρυτα αποτελεί μνημείο - αθλιότητας, βάναυση πρόκληση στις θυσίες, στους αγώνες και στην ιστορική μνήμη του λαού. Ταυτόχρονα όμως, συνιστά και καραμπινάτη ομολογία ότι είναι γνήσιο εθνικοσοσιαλιστικό και φασιστικό μόρφωμα. «Η σφαγή στα Καλάβρυτα ήταν ένα ειδεχθές έγκλημα πολέμου που η Χρυσή Αυγή καταδικάζει απερίφραστα και τιμά τη μνήμη των εκτελεσθέντων συμπατριωτών μας», σημειώνεται θρασύτατα στην ανακοίνωση των φασιστοειδών, η οποία πίσω από τη θλιβερή απόπειρα δημαγωγίας και τις μάσκες πατριωτισμού επιβεβαιώνει πανηγυρικά την ιδεολογική ταύτισή της με τον εθνικοσοσιαλισμό των Γκαίμπελ, Χίτλερ και άλλων. Βγάζει μάτι το γεγονός ότι δεν τολμά να κάνει την παραμικρή αναφορά στους θύτες της θηριωδίας που κομψά αποκαλεί έγκλημα πολέμου. Δεν τολμά δηλαδή να αναφέρει ότι η σφαγή των αμάχων έγινε από το επιτελείο της Βέρμαχτ ακριβώς γιατί αυτοί είναι οι ιδεολογικοπολιτικοί «πατέρες» τους. Ποτέ στη μέχρι τώρα ιστορία της η Χρυσή Αυγή δεν είχε βγάλει ανακοίνωση για τη σφαγή των ναζί στα Καλάβρυτα και τώρα που το έκανε, για δημαγωγικούς και ψηφοθηρικούς λόγους, «μαρτύρησε» τον πραγματικό λόγο. Είναι μια εθνικοσοσιαλιστική ναζιστική φασιστική οργάνωση, που πασχίζει να δυναμώσει για να παίξει καλύτερα το ρόλο της ως δύναμη κρούσης των καπιταλιστών ενάντια στο εργατικό - λαϊκό κίνημα.
Μέχρι πού μπορεί να φτάσει αυτό για τις λαϊκές οικογένειες, τους εργαζόμενους, τους άνεργους και τα παιδιά τους; Πρώτο και βασικό βήμα που χρειάζεται για να «σηκώσουμε το ανάστημά μας», να συνειδητοποιήσουμε ότι κανένας εργαζόμενος, κανένας φτωχός αγρότης ή αυτοαπασχολούμενος της πόλης και του χωριού δεν έχουμε την παραμικρή ευθύνη για την καπιταλιστική κρίση, πολύ περισσότερο για τα ελλείμματα και το χρέος. Αντίθετα, δικό μας χρέος είναι η ανυπακοή στην εξαθλίωση, η ταξική και διεκδικητική αλληλεγγύη, η κατάργηση στην πράξη όλων των βάρβαρων μέτρων. Να γίνει ο λαός ο εφιάλτης τους, να μην μπορούν να εφαρμόσουν τίποτα από όλα αυτά. Κανείς μόνος του δεν μπορεί να επιβάλει το δίκιο του. Χρειάζεται οργάνωση, συγκέντρωση δυνάμεων. Αυτό το ρόλο καλούνται να παίξουν οι Λαϊκές Επιτροπές σε κάθε γωνιά της χώρας, τα συνδικάτα, οι μαζικοί φορείς. Εκεί μπορεί κάθε λαϊκός άνθρωπος, κάθε νέος, να βρει αποκούμπι, να κουβεντιάσει για την κρίση και τα αίτιά της, να πάρει κουράγιο και να γιγαντώσει τη δύναμή του μέσα από τη συλλογική δράση. Ταυτόχρονα, θα σχεδιάζεται και η λαϊκή αντεπίθεση για την οριστική απαλλαγή από την εκμετάλλευση και τα αρπακτικά του πλούτου.