ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 14 Νοέμβρη 2018
Σελ. /24
ΝΕΟΛΑΙΑ
ΕΡΩΤΗΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ 12ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΝΕ
Τι σημαίνει «εκφυλιστική ιδεολογία και πολιτική» του ΣΥΡΙΖΑ για τους αγώνες του λαού και της νεολαίας;

-- Στις Θέσεις του ΚΣ αναφέρεται ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ υπονομεύει τους αγώνες του λαού και της νεολαίας με την εκφυλιστική του ιδεολογία και πολιτική και δεν διστάζει να τους καταστείλει». Τι ακριβώς εννοούμε με αυτό;

-- Σε αυτό το σημείο των θέσεων αναδεικνύεται, με μια αρκετά συμπυκνωμένη διατύπωση, η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ, η εργατική τάξη, ο λαός και η νεολαία να μη σκέφτονται και να μη διεκδικούν τις πραγματικά σύγχρονες, δικές τους ανάγκες στη δουλειά, στη μόρφωση, στη ζωή, αλλά να μειώσουν τις απαιτήσεις τους, να αποδεχτούν ως «εφικτό» και «ρεαλιστικό» μονάχα αυτό που συμφέρει τους εκμεταλλευτές τους. Φυσικά αυτή η προσπάθεια δεν αποτελεί πρωτοτυπία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά είναι διαρκής στόχος κάθε αστικής κυβέρνησης, κάθε αστικού κόμματος.

Το ιδιαίτερο στοιχείο που έχει η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με άλλες πολιτικές δυνάμεις είναι ότι δίνει έμφαση στο να παρουσιάσει την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης ως το «νέο», ως το «προοδευτικό», που γι' αυτόν το λόγο πρέπει να έχει την ολόπλευρη στήριξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος.

Πρόκειται για μέρος του διπολισμού και των πλαστών διλημμάτων που από κοινού τροφοδοτούν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ. Η τελευταία, παρουσιάζοντάς τον - όπως αναφέρεται και στις Θέσεις του ΚΣ - ούτε λίγο ούτε πολύ ως «κομμουνιστική δύναμη», του αποδίδει χαρακτηριστικά που δεν έχει, για να εμφανίζεται η ίδια ως η μόνη γνήσια αστική πολιτική δύναμη, και κυρίως για να φθείρει τον πραγματικό ταξικό αντίπαλο.


Σε όλα τα παραπάνω παίζει ιδιαίτερο ρόλο ο χαρακτήρας του ΣΥΡΙΖΑ ως αστικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος με οπορτουνιστική αφετηρία και καταβολές. Το γεγονός δηλαδή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αναλάβει να διαχειριστεί από κυβερνητικές θέσεις τα γενικά συμφέροντα της αστικής τάξης και να προωθεί την αντιλαϊκή πολιτική, ενώ μπορεί ακόμη να χρησιμοποιεί οπορτουνιστικά στοιχεία, αναφορές και φρασεολογία για να ενισχύει τα κάλπικα δίπολα και διλήμματα με τη ΝΔ, και να εγκλωβίζονται λαϊκές δυνάμεις στις αστικές επιδιώξεις.

Ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια πορεία χρόνων μεταλλάχθηκε από οπορτουνιστικό κόμμα σε κόμμα που θα αναλάμβανε την αστική διακυβέρνηση. Πώς πραγματοποιήθηκε αυτή η μετάλλαξη;

Η «ραχοκοκαλιά» του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ προέρχεται από τον «Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου», ο οποίος με τη σειρά του συγκροτήθηκε όταν ο ομώνυμος συνασπισμός κομμάτων μετατράπηκε το 1991 σε διακριτό πολιτικό φορέα, με την προσχώρηση σε αυτόν πολλών μελών και στελεχών που αποχώρησαν από το ΚΚΕ. Τα επόμενα χρόνια, ο Συνασπισμός και από το 2004 ο ΣΥΡΙΖΑ (ο οποίος αρχικά ήταν εκλογική συμμαχία οπορτουνιστικών κομμάτων) αποτελούσε τον βασικό φορέα του οπορτουνισμού στην Ελλάδα. Ως τέτοιος δρούσε σε ανοιχτή αντιπαράθεση με το ΚΚΕ, ενώ συστρατευόταν στις αστικές επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα, π.χ. υπερψήφιση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, συμμετοχή στα εθνικιστικά συλλαλητήρια του 1992 για το Μακεδονικό, ενθουσιασμός για τις αντεπαναστατικές ανατροπές της περιόδου 1989 - 1991, διαχρονική στήριξη του «κοινωνικού εταιρισμού».

Η μακρόχρονη αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος στο έδαφος της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης επιφύλασσε στον ΣΥΡΙΖΑ νέα καθήκοντα στην υπόθεση της υπεράσπισης του καπιταλισμού, μέσω της «αναβάθμισής» του σε κόμμα της αστικής διακυβέρνησης. Το γεγονός αυτό επέβαλε μια σειρά προσαρμογές σε όλα τα επίπεδα (μετατροπή σε ενιαίο κόμμα, προσέλκυση ΠΑΣΟΚογενών στελεχών, προσαρμογή των ιδεολογικών του αναφορών κ.λπ.), έτσι ώστε να μπορέσει να επιτελέσει με επάρκεια τον νέο του ρόλο. Μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης, τα αντιλαϊκά μέτρα που επέβαλε και η διαχείριση της κρίσης προς όφελος του κεφαλαίου επιτάχυναν τις προσαρμογές στον ΣΥΡΙΖΑ. Προϊόν αυτών των προσαρμογών ήταν η ανοιχτή πια στήριξη στρατηγικών επιλογών του κεφαλαίου, η υποχώρηση της όποιας φιλολαϊκής συνθηματολογίας, ο εκθειασμός της επιχειρηματικότητας, το πέρασμα από την «αντιμνημονιακή» ρητορική στη θέση ότι η υλοποίηση των μνημονίων είναι προϋπόθεση για να ανοίξει ο δρόμος για τη λαϊκή ευημερία, η ανοιχτή πλέον στήριξη και προώθηση των ΝΑΤΟικών και αμερικανικών συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή.

Πυρήνας αυτής της προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ είναι η προπαγάνδα ότι η άσκηση της αστικής διακυβέρνησης από ένα «αριστερό - προοδευτικό κόμμα», όπως αυτοχαρακτηρίζεται, αποτελεί τον βασικό μοχλό για να υπάρξουν πραγματικές αλλαγές στη ζωή της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας. Η λογική δηλαδή ότι δεν χρειάζεται να οργανωθεί ο αγώνας για τη διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών αλλά το κίνημα να στηρίξει μια «αριστερή» κυβέρνηση για την πραγματοποίησή τους. Η εμπειρία όμως των τελευταίων χρόνων επιβεβαιώνει ακριβώς το αντίθετο.

Με αυτήν την εκφυλιστική για το κίνημα ιδεολογία και πολιτική συνέβαλε για παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ - πριν καν αναλάβει την διακυβέρνηση, ως αξιωματική αντιπολίτευση - στη σημαντική υποχώρηση του κινήματος από το 2012 και μετά. Από την πρώτη στιγμή της διακυβέρνησής του έκανε προσπάθεια να γίνει ο λαός υποστηρικτής του ενός ή του άλλου μείγματος διαχείρισης στο πλαίσιο των ενδοαστικών και διεθνών ανταγωνισμών. Το κάλπικο δίλημμα του δημοψηφίσματος του 2015 το μετέφρασε στο μνημόνιο που από κοινού ψήφισε με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο παρουσιάστηκε ως «αγωνιστική» απάντηση στις προτάσεις των «θεσμών». Σε όλη την αντιλαϊκή πολιτική που ψήφισε και εφάρμοσε όλα αυτά τα χρόνια ως κυβέρνηση, έβαζε το μανδύα της «σύγκρουσης με το παλιό», με τα «κακώς κείμενα» των προηγούμενων κυβερνήσεων, την παρουσίαζε ως τα αναγκαία βήματα για τη «δίκαιη ανάπτυξη» που ο λαός «πρέπει υπομονετικά να προσμένει». Εν μέσω όλων αυτών, φυσικά, έμενε και μένει στο απυρόβλητο ο ταξικός χαρακτήρας αυτής της πολιτικής, του συστήματος που τόσο άριστα υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ.

Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα των τελευταίων μηνών αποτελούν: Η προβολή της εφαρμογής του νόμου Βρούτση, που είχαν ψηφίσει ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ως φιλολαϊκού μέτρου «επαναφοράς» των Συλλογικών Συμβάσεων. Το χτύπημα του δικαιώματος στην απεργία ως μέτρο «ενίσχυσης της δημοκρατικής λειτουργίας των σωματείων». Η διατήρηση των σχεδόν χιλίων μνημονιακών νόμων. Η δέσμευση για ματωμένα πλεονάσματα έως το 2060, ως η «μεταμνημονιακή εποχή» που θα είναι δήθεν υπέρ του λαού και της νεολαίας.

Στην ίδια κατεύθυνση, η εργασιακή ζούγκλα, με τους «υποκατώτατους» μισθούς και τις «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις, που εντείνεται με τα μέτρα που έχει ψηφίσει ή ετοιμάζει ο ΣΥΡΙΖΑ, παρουσιάζεται ως «εργασιακή ασφάλεια για τους δεκαεφτάρηδες και τους δεκαοχτάρηδες που ετοιμάζονται να μπουν στην παραγωγή». Το σχέδιο Γαβρόγλου για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση παρουσιάζεται ως βήμα «προοδευτικής αλλαγής» για το σχολείο, τη στιγμή που το μετατρέπει σε ακόμα πιο εξοντωτικό εξεταστικό κέντρο, υποβαθμίζοντας τον μορφωτικό του ρόλο, στεγνώνοντας και προσαρμόζοντας το περιεχόμενο της παρεχόμενης γνώσης στα μέτρα των απαιτήσεων της «αγοράς», των αφεντικών.

Αντίστοιχα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζεται ως υπερασπιστής της «δημόσιας και δωρεάν Παιδείας και του άρθρου 16», ενώ παράλληλα αναγνωρίζει και προωθεί τα ιδιωτικά κολέγια δίχρονων και τρίχρονων σπουδών, τη λειτουργία των ίδιων των πανεπιστημίων και ΤΕΙ ως επιχειρήσεων. Την ίδια στιγμή που αντιμετωπίζει τους φοιτητές με ΜΑΤ και δικαστήρια, που ταυτίζει τις φοιτητικές κινητοποιήσεις με φαινόμενα εγκληματικότητας (πόρισμα Παρασκευόπουλου), δε διστάζει να επικαλείται το «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα».

Το ίδιο συμβαίνει και με τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την αναθεώρηση του Συντάγματος, όπου η ενίσχυση της σταθερότητας της αστικής διακυβέρνησης και η αναστήλωση του κύρους του αστικού πολιτικού συστήματος προβάλλονται ως μέτρα «εμβάθυνσης της δημοκρατίας», ενώ στην πραγματικότητα αποτελούν μέτρα θωράκισης της εξουσίας του κεφαλαίου.

Την εικόνα συμπληρώνει ο πρωταγωνιστικός ρόλος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στη συνεχώς βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, στην ενίσχυση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στη χώρα μας, στην επέκταση του ΝΑΤΟ στην ευρύτερη περιοχή, που βαφτίζεται πολιτική διαμόρφωσης της Ελλάδας σε «πρωταγωνιστική δύναμη», σε «πυλώνα ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή», ενώ πρόκειται για μεγαλύτερη εμπλοκή σε εξελίξεις ιδιαίτερα επικίνδυνες για το λαό μας και τους λαούς της περιοχής.

Η υπονομευτική αυτή επίδραση του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει επίσης μία ατζέντα θεμάτων, θέσεων και παρεμβάσεων που θάβουν και αναποδογυρίζουν πλήρως την αλήθεια, για το ποια είναι τα σύγχρονα δικαιώματα, οι ελευθερίες, οι ανάγκες που πρέπει να προτάξει και κινητοποιηθεί για αυτές η νέα γενιά. Ετσι, για παράδειγμα, η θολή υπεράσπιση της «διαφορετικότητας» από τον ΣΥΡΙΖΑ στην ουσία της δεν αφορά την καταδίκη υπαρκτών φαινομένων ρατσισμού και περιθωριοποίησης απέναντι σε νέους ανθρώπους για τις επιλογές τους, αλλά εντάσσεται στη συνολική, συστηματική προσπάθεια να παρουσιαστεί ότι είναι παρωχημένη η πάλη για τις σύγχρονες ανάγκες μας και στο επίκεντρο θα πρέπει να μπουν «νέα» μέτωπα πάλης, αρκεί φυσικά να μη θίγουν την εξουσία των εκμεταλλευτών του λαού. Από το πεδίο της εκφυλιστικής ιδεολογίας και πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεφεύγει άλλωστε και η προβολή της χρήσης ναρκωτικών ως «ατομικής και ελεύθερης επιλογής», με δράσεις π.χ. από τη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ, τύπου «Yes We Can-nabis».

Η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να επιδρά στη συνείδηση και στάση νεανικών μαζών περνά σήμερα μέσα από διάφορα κανάλια. Από το πόστο πλέον της κυβέρνησης, οι δίοδοι πολιτικής - ιδεολογικής επίθεσης του ΣΥΡΙΖΑ στη νέα γενιά είναι περισσότερες: Υπουργεία, Περιφέρειες και δήμοι, ΜΜΕ, εφημερίδες, ΜΚΟ, καθηγητές σε σχολεία και πανεπιστήμια. Αυτή η επίδραση του ΣΥΡΙΖΑ ενισχύεται και μέσα από την πολιτική των συγκοινωνούντων δοχείων με το οπορτουνιστικό ρεύμα, από το «αντιμνημονιακό μέτωπο» στα χρόνια προτού γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το «μέτωπο προοδευτικών δυνάμεων» σήμερα.

Οσο όμως γράφει χιλιόμετρα το αντιλαϊκό «κοντέρ» της διαδρομής του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, τόσο χιλιάδες νέοι και νέες γύρω μας συγκεντρώνουν τη δική τους πείρα, που είναι πολύτιμη και μπορεί με τη δική μας παρέμβαση να γονιμοποιηθεί. Να είναι αυτή η πείρα βήμα και αφετηρία ώστε χιλιάδες νέοι να βγάλουν βαθύτερα συμπεράσματα, πως καμία αστική κυβέρνηση και κανένας «νέος σωτήρας» στο έδαφος του καπιταλιστικού συστήματος δεν θα βελτιώσουν τη ζωή τους, αν οι ίδιοι δεν πάρουν θέση μάχης, δυναμώνοντας το ΚΚΕ και την ΚΝΕ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ