ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 13 Ιούλη 2003
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Πατριδογνωμόνιο
Το θέρος που θερίζει αυταπάτες

Οδυνηρές φέτος οι διακοπές, ακόμη και για όσους κατάφεραν («κάνοντας το σκατό τους παξιμάδι», που έλεγε και η γιαγιά μου η συχωρεμένη για τις αναγκαίες θυσίες της καθημερινότητας) να ξεκλέψουν απ' το χάρο-αφεντικό λίγες μέρες για ανάσα. Κι είναι οι λίγοι, οι ελάχιστοι.

Ομως, σ' άδεια μαγαζιά, έρημα ταβερνάκια, ξενοδοχεία με το ένα τρίτο της πελατείας, πρώτη φορά εδώ και χρόνια συναντάς τουρίστες, που μετράνε και το λεπτό του ευρώ, αναθεματίζοντάς το κιόλας. Ξένους εργαζόμενους που συνειδητοποιούν, σχεδόν με τύψεις και απελπισία, πως αυτός ο φυσικός ελληνικός παράδεισος γίνεται απρόσιτος πρώτα για μας κι ύστερα αμέσως και για τους ίδιους.

Η εργοδοσία δείχνει τα δόντια της φέτος το καλοκαίρι. Τα παιδιά στα ξενοδοχεία, η τσακισμένη μαγείρισσα που 'χει κόρη της παντρειάς, δέχτηκαν τον εκβιασμό: Μείωση μισθού 10-15% κι έναρξη δουλιάς μ' ένα μήνα καθυστέρηση. Η φίλη μου η Φανή, δεκαοχτώ χρόνια στο ίδιο ξενοδοχείο «πολυτελείας», δουλεύει φέτος με τόση πίεση που περιμένει να πάει σπίτι της να κατουρήσει. Αλλιώς τ' αφεντικό συνοφρυώνεται. Δεκαοχτώ χρόνια δουλιάς για 250.000 δρχ. για ένα τετράμηνο-πεντάμηνο κι ύστερα 100 χιλιάρικα επίδομα ανεργίας. Πας ν' ανοίξεις κουβέντα και το μοτίβο εξαγριώνει. «Του χρόνου να δεις πόσο χειρότερα θα είναι», σου λένε όλοι. «Και μετά την Ολυμπιάδα θα πούμε το ψωμί ψωμάκι όλοι», συμπληρώνουν.

Υψηλός βαθμός συνείδησης ευθέως ανάλογος με μια υψηλότατη, παραλυτική μοιρολατρία. Στα χώματα που πάτησε και λέρωσε τα μπατζάκια του ο ιππότης της ΕΕ, ο καβαλιέρε Μπερλουσκόνι, εδώ κοντά στη Σαλονίκη, που πάρθηκαν όλες οι βάρβαρες αποφάσεις για τα απομεινάρια των πολιτικών και εργασιακών δικαιωμάτων, άμα πας να πεις μισή κουβέντα για τον «ανασχηματισμό», το «δράμα» του Λαλιώτη και την ...«ανταρσία» του Χατζηνικολάου, σε κοιτάζουν σαν ψυχοπαθή. Θα πεταχτεί και κανένας πικρόχολος και θα πετάξει το θερινό φετινό ανέκδοτο, «θα μας σώσει ο Μπίστης, ρε παιδιά, υπομονή».

Στενάζει και σαρκάζει διαφανέστατα τούτο το καλοκαίρι η πατρίδα. Η πανσέληνος φουσκώνει με μπουρίνια βρικολακιασμένες υποσχέσεις του πολιτικού κατεστημένου που αυτοκολακεύεται ότι επιβιώνει στις παρυφές μιας παρακμιακής υπερδύναμης. Τα παιδιά ζηλεύουν και λιμπίζονται ένα παγωτό, οι γεροντότεροι ένα ιαματικό λουτρό κι ο Χρυσοχοΐδης σίγουρα τις περσινές δόξες μιας «έξυπνης» βόμβας που έσκασε την κατάλληλη στιγμή στα χέρια του Ξηρού κι αποξηράνθηκε ο ψευτοσοσιαλισμός στα φυτώρια του Μίλερ.

Φέτος, το θέρος θερίζει αυταπάτες. Και δε θα βγει εύκολα βρίζοντας και φτύνοντας από μακριά τους φονιάδες του. Λίγες δυνάμεις μόνο χρειάζεται κανείς για να ανοίξει, με την πρώτη σταγόνα της βροχής, ο ποταμός εκείνος της λαϊκής οργής, που τώρα, λόγω εποχής, μοιάζει με βολική για την εξουσία καλοκαιρινή απάθεια και ραστώνη. Το κόστος ζωής έγινε κόστος επιβίωσης, δυσβάσταχτο ακόμα και για μια φλούδα από καρπούζι...


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ


ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υποκρισία και εμπαιγμός

Εντυπωσιάζει, από πρώτη ματιά, το περιποιημένο «πακέτο» των προτάσεων για τη «διαφάνεια» που παρουσίασε ο Κ. Καραμανλής δίπλα σε αυτό του Κ. Σημίτη. Εχει χάσει, βέβαια, την αρχική του λάμψη, τότε που μαζί με το ΠΑΣΟΚ μάς παρουσίαζαν το ίδιο «πακέτο» ως πανάκεια, αλλά επιμένει γιατί δε διαθέτει και τίποτα καλύτερο.

Το πακέτο περιλαμβάνει εύηχες και «ωραίες» προτάσεις, όπως «συγκρότηση ανεξάρτητης αρχής δημοσίων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών», «αναμόρφωση του σημερινού αδιαφανούς καθεστώτος προκήρυξης και ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων», «άρση του σημερινού απαράδεκτου ολιγοπωλίου στα δημόσια έργα», «αντικατάσταση του φαύλου συστήματος "μαθηματικού τύπου" που έχει οδηγήσει στη γιγάντωση της διαπλοκής στα δημόσια έργα», κ.ά.

Το πρόβλημα είναι ότι πρόκειται είτε για κοπανιστό αέρα είτε για προτάσεις που θέλουν να εξωραΐσουν ή να δώσουν άλλοθι (π.χ. ανεξάρτητη αρχή) στο σημερινό (σάπιο) καθεστώς. Καθεμία χωριστά ή όλες μαζί οι προτάσεις της ΝΔ δεν πρόκειται να φέρουν ούτε μια χαραμάδα «διαφάνειας» στο δημόσιο βίο ή, πολύ περισσότερο, να ανακόψουν τη διαπλοκή, όπως άλλωστε συμβαίνει μέχρι σήμερα. Οι θέσεις της καταντούν σκέτη υποκρισία, από τη στιγμή που η ηγεσία της ΝΔ υποστηρίζει μετά πάθους τις σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, την απελευθέρωση των αγορών, τις περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες... Οι πάντες γνωρίζουν ότι στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας δε χωράει ίχνος διαφάνειας, όπως και ότι η μοιρασιά της πίτας των έργων και προμηθειών γίνεται σε βαθύ σκοτάδι. Οι «μπίζνες» στον καπιταλισμό απεχθάνονται το «φως», ακριβώς γιατί πρόκειται για «κλεμμένα» και είναι φρόνιμο να μην προκαλούν...

Η ηγεσία της ΝΔ γνωρίζει πάρα πολύ καλά ότι δεν μπορεί να σταματήσει η διαδικασία μονοπώλησης των δημοσίων έργων αλλά και γενικότερα όλων των κλάδων της οικονομίας. Κι όμως, επιμένει να αναμασάει το ίδιο το παραμύθι και όποιος το καταπιεί.

Την ίδια τακτική, της ξεδιάντροπης δηλαδή προσπάθειας εξαπάτησης και εμπαιγμού των λαϊκών μαζών, ακολουθεί και απέναντι στα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα. Περιγράφει με γλαφυρό και παραστατικό τρόπο, χρησιμοποιώντας αφειδώς γνωστά στατιστικά στοιχεία, τα οξυμένα προβλήματα, προκειμένου να δημιουργήσει την αίσθηση ότι τα γνωρίζει και άρα «δεν είναι μακριά» από τις ασθενέστερες τάξεις. Την ίδια ώρα όμως παραπλανά το ακροατήριό της επιρρίπτοντας τις ευθύνες αποκλειστικά στην κυβέρνηση, ακριβώς για να εισπράξει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, αλλά αφήνει στο απυρόβλητο τη ρίζα του κακού: Τη νεοφιλελεύθερη πολιτική που υπηρετεί η ίδια από κοινού με την κυβέρνηση.

«Αποενοχοποίηση» του νεοφιλελευθερισμού

Η τακτική αυτή γίνεται εύκολα κατανοητή αν κάνει κάποιος τον κόπο και παρακολουθήσει μια ομιλία του προέδρου της ΝΔ που απευθύνεται σε λαϊκά στρώματα. Στην ομιλία του πρόσφατα στη Δάφνη, για παράδειγμα, δε δίστασε να αναφερθεί στο καυτό πρόβλημα της ακρίβειας, επιλέγοντας το παράδειγμα της τιμής του εμφιαλωμένου νερού. Είπε επί λέξει: «Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να βάλει ενδεικτική τιμή κατανάλωσης στο νερό στα 45 λεπτά. Η τιμή που το ίδιο το μπουκαλάκι επωλείτο πριν από ένα χρόνο ήταν 30 λεπτά. Δηλαδή, παρά τη διατίμηση, ο καταναλωτής πρέπει να υποστεί σε ένα βασικότατο αγαθό μια αύξηση της τάξης του 50%, μέσα σε ένα χρόνο». Και ενώ εύλογα περιμένει ο ακροατής να ακούσει ποιος ευθύνεται και τι θα κάνει η κυβέρνησή του, ο Κ. Καραμανλής συνέχισε ακάθεκτος περνώντας στην απαρίθμηση των επόμενων στατιστικών στοιχείων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αφορούσε στο ότι «μια μέση αστική(!) ελληνική οικογένεια για να πάει μια εβδομάδα διακοπές στα νησιά θα χρειαστεί 2.500-3.000 ευρώ»...

Η αλήθεια είναι ότι ο Κ. Καραμανλής δεν μπορεί να πει ούτε μια λέξη παραπάνω για το πρόβλημα της ακρίβειας. Και που το πιάνει στο στόμα του είναι πολύ. Απλά γιατί δεν μπορεί να καταγγείλει ότι η απελευθέρωση των τιμών και η ελεύθερη διαμόρφωσή τους από τους μηχανισμούς (μονοπώλια) της αγοράς, είναι η αιτία του προβλήματος της λεηλάτησης των λαϊκών εισοδημάτων. Πολύ περισσότερο που ως λύση για το πρόβλημα της ακρίβειας προτείνει την ...πλήρη απελευθέρωση της αγοράς, επιχειρώντας να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου και να βγάλει λάδι την «αγορά». Το ίδιο συμβαίνει και με την ανεργία, την Υγεία, την Παιδεία, την ατμοσφαιρική ρύπανση, κ.ο.κ. Η ηγεσία της ΝΔ βοηθάει όσο μπορεί στη συσκότιση των αιτιών και στην πρόκληση σύγχυσης, ώστε να μην ενοχοποιοιούνται ο νεοφιλελευθερισμός και ο καπιταλισμός. Ακόμα χειρότερα, τολμάει να προβάλλει το μοντέλο ενός, ανύπαρκτου, καπιταλισμού, που προσφέρει δήθεν ίσες ευκαιρίες όπου όλοι ζουν αρμονικά, προκειμένου να δείξει ότι διαθέτει όραμα, το οποίο όμως δεν είναι τίποτα περισσότερο από τη ζώσα εφιαλτική πραγματικότητα.

Ολα τα παραπάνω υποτάσσονται στην εκλογική στρατηγική της για την άνοδό της στην εξουσία. Η χωρίς όρια δημαγωγία και ο εμπαιγμός των λαϊκών μαζών προκειμένου να «μαζέψει» την οργή και αγανάκτηση του κόσμου, είναι το κυρίαρχο συστατικό της.

Είναι αυτονόητο ότι αλλιώς μιλάει όταν το ακροατήριό του αποτελείται από τα εκλεκτά μέλη του ΣΕΒ ή του ΚΟΜΙΤΙ των εφοπλιστών του Λονδίνου. Εκεί οι φιλολαϊκές μάσκες πέφτουν και αφήνουν να αποκαλυφθεί το αποκρουστικό και απάνθρωπο πρόσωπο της πολιτικής του.


Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ