Σήμερα οι προπαγανδιστικοί μύθοι της κυβέρνησης καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι, επιβεβαιώνοντας ότι ο νόμος 4387/2016 αποτελεί τη μέχρι σήμερα κορύφωση της αντιασφαλιστικής επίθεσης, καθώς ενσωμάτωσε όλες τις μέχρι τότε ανατροπές σε βάρος ασφαλισμένων και συνταξιούχων και καταδίκασε τις νέες γενιές να λαμβάνουν στο τέλος του εργασιακού τους βίου συντάξεις πτωχοκομείου.
Πίσω από τον κάλπικο καβγά ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ για το Ασφαλιστικό, η αλήθεια είναι ότι ο νόμος Κατρούγκαλου αφενός συνέχισε και κλιμάκωσε την επίθεση των κυβερνήσεων ΝΔ - ΠΑΣΟΚ στην Κοινωνική Ασφάλιση και αφετέρου όχι μόνο δεν «έκλεισε οριστικά το Ασφαλιστικό», αλλά μέσα από τις συνολικότερες παρεμβάσεις του στρώνει το έδαφος για τα νέα αντιασφαλιστικά χτυπήματα που απαιτεί το κεφάλαιο.
Μια πρόσθετη απόδειξη για το «τσεκούρι» που έφερε ο νόμος Κατρούγκαλου στις νέες συντάξεις είναι σε τελική ανάλυση και το τρέχον σίριαλ γύρω από τη λεγόμενη «προσωπική διαφορά» στις παλιές συντάξεις. Υπενθυμίζεται ότι η «προσωπική διαφορά» που ψηφίστηκε με τον νόμο Κατρούγκαλου, ήταν η διαφορά που θα προέκυπτε ανάμεσα στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις και στον επανυπολογισμό τους με το νέο νόμο.
Τότε, η κυβέρνηση υποσχόταν ότι η διαφορά αυτή δεν θα περικοπτόταν, αλλά θα εξομαλυνόταν σταδιακά, αφού οι παλιοί συνταξιούχοι δεν θα λάμβαναν τις ετήσιες αυξήσεις που θα έπαιρναν (όταν θα τις έπαιρναν...) οι νέοι συνταξιούχοι. Ομως, μόλις ένα χρόνο μετά, με τον νόμο 4472/2017, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ψήφισε την περικοπή και της «προσωπικής διαφοράς» από 1/1/2019, την οποία τώρα επιδιώκει, όπως λέει, να αναστείλει...
Ο υπολογισμός των παλιών συντάξεων, με βάση τους νέους συντελεστές που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου, δηλαδή με τον τρόπο που υπολογίζονται από εδώ και πέρα όλες οι νέες συντάξεις, οδηγεί σε πολύ χαμηλότερες συντάξεις, κάτω ακόμα και από τα επίπεδα των παλιών συντάξεων, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί ύστερα από τις αλλεπάλληλες περικοπές πριν από το 2016.
Την ίδια ώρα, η μείωση των νέων συντάξεων με τον νόμο Κατρούγκαλου είναι ακόμα μεγαλύτερη. Και είναι ακριβώς αυτές οι εξευτελιστικές συντάξεις του νόμου Κατρούγκαλου, μαζί με τις παλιές περικοπές, που εξασφαλίζουν σήμερα τα τεράστια πλεονάσματα στον ΕΦΚΑ, τα οποία, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, για το 2019 θα φτάσουν τα 4,1 δισ. ευρώ! Πρόκειται για πλεονάσματα βγαλμένα από το «αίμα» των συνταξιούχων και των ασφαλισμένων και όχι βέβαια από... τη «νοικοκυροσύνη» της κυβέρνησης, όπως διατείνονται στο υπουργείο Εργασίας.
Στην πραγματικότητα, ο νέος νόμος, με τη δημιουργία της «νέας αρχιτεκτονικής του Ασφαλιστικού», που έλεγε τότε ο αρμόδιος υπουργός, δεν προσέθεσε απλά κάποιες νέες περικοπές στις συντάξεις, δεν επέφερε μόνο ορισμένες νέες χειρότερες αλλαγές σε πλευρές της Ασφάλισης. Το βασικό με το νέο νόμο είναι ότι αυτός σε βάθος χρόνου διαμορφώνει τις βάσεις ενός νέου, ακόμα πιο αντιδραστικού Ασφαλιστικού, οι συνέπειες του οποίου γίνονται κάθε μέρα όλο και πιο ορατές.
Αυτό αφορά όλες τις παραμέτρους του νέου Ασφαλιστικού, που επιγραμματικά είναι:
Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε:
-- Την υπονόμευση της 15ετίας
-- Τις νέες εγκληματικές προϋποθέσεις για τις συντάξεις χηρείας
-- Τις ανατροπές στις αναπηρικές συντάξεις
-- Τις νέες αυξημένες εισφορές για μεγάλα τμήματα ασφαλισμένων
Και ενώ η κυβέρνηση προπαγάνδιζε τη μεγάλη «μεταρρύθμιση» που έφερε στο Ασφαλιστικό, κομπάζοντας για την «ισονομία» που έφερνε ο νόμος Κατρούγκαλου, στην Εκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που τον συνόδευε καταγράφονταν μία προς μία οι περικοπές που προέβλεπε.
Σύμφωνα με την Εκθεση, η οποία από τότε επιβεβαιώθηκε πλήρως, οι νέες αιματηρές περικοπές και η αύξηση των εισφορών, μόνο για την τετραετία 2016 - 2019, ξεπερνούν τα 8 δισ. ευρώ.
Συγκεκριμένα, οι απώλειες από τις περικοπές σε συνταξιούχους, παλιούς και νέους, ανέρχονται στα 6,016 δισ. ευρώ, ενώ οι πρόσθετες εισφορές στα 2,218 δισ. ευρώ.
Ειδικότερα, μόνο οι περικοπές στις επικουρικές συντάξεις στην τετραετία θα ξεπεράσουν το 1 δισ. ευρώ, ενώ οι περικοπές στα μερίσματα των δημοσίων υπαλλήλων τα 800 εκατ. ευρώ. Την ίδια ώρα, από τους μισθωτούς και με την αύξηση των εισφορών για το ΕΤΕΑ η κυβέρνηση θα αποσπάσει το ποσό των 1,251 δισ. ευρώ.
Πιο αναλυτικά, στο σκέλος των περικοπών, τα στοιχεία που καταγράφονταν στην Εκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και στη συνέχεια επιβεβαιώθηκαν στην πράξη, έχουν ως εξής:
Το άθροισμα των παραπάνω περικοπών, όπως περιγράφονται στην Εκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, φτάνουν τα 6,016 δισ. ευρώ.
Εξίσου καταστροφικός είναι ο νόμος Κατρούγκαλου και στο κομμάτι των εισφορών, επιβάλλοντας μεγάλες αυξήσεις στις εισφορές για εκατομμύρια ασφαλισμένους και ιδιαίτερα για τις νέες γενιές.
Από την ίδια Εκθεση προκύπτουν τα εξής στοιχεία:
-- Αύξηση των εισφορών για τις επικουρικές συντάξεις στους μισθωτούς και στους άλλους ασφαλισμένους που έχουν επικουρική ασφάλιση. Θα φτάσει στο ποσό των 1,251 δισ. ευρώ για τη συγκεκριμένη τετραετία.
-- Αύξηση εισφορών στους αγρότες. Η επιβάρυνση των αγροτών ανέρχεται στα 458 εκατ. ευρώ.
-- Αύξηση εισφορών αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών κατά 411 εκατ. ευρώ.
-- Αύξηση ορίου ασφαλιστέων αποδοχών, με επιπλέον επιβάρυνση 98 εκατ. ευρώ.
Ετσι, η συνολική αφαίμαξη των ασφαλισμένων μέσα από την αύξηση των εισφορών τους και μόνο για την τετραετία 2016 - 2019 φτάνει στα 2,218 δισ. ευρώ.
Οι ανατροπές και περικοπές του νόμου Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016) δεν ήταν οι μόνες που έφερε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, συνεχίζοντας την αντιασφαλιστική επίθεση των προκατόχων της.
Ηδη από το καλοκαίρι του 2015, με το 3ο μνημόνιο και τον νόμο 4336, είχε προϊδεάσει για τη συνέχεια στα χτυπήματα της Κοινωνικής Ασφάλισης.
Τον Ιούλη του 2015, προχώρησε στη σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και σε περικοπές στις αποδιδόμενες συντάξεις.
Ειδικότερα επιβλήθηκε για πρώτη φορά εισφορά για τον κλάδο Υγείας 6% στις επικουρικές συντάξεις και αύξηση από το 4% στο 6% στις κύριες.
Επιπλέον, διάταξη προέβλεπε ότι η κατώτερη κύρια σύνταξη αυτών που θα υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης θα είναι μειωμένη κατά 20%, από τα 486 ευρώ στα 392 ευρώ (ΙΚΑ). Με άλλη διάταξη κανένας νέος συνταξιούχος δεν θα λαμβάνει το λεγόμενο «προνοιακό τμήμα» της σύνταξης, αλλά μόνο αυτό που αναλογεί στις εισφορές του, αν δεν έχει συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας του.