ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 12 Ιούλη 2019
Σελ. /24
Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:
  • ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΟΜΙΣΙΟΝ - ΙΟΒΕ: «Προσδοκίες» επιτάχυνσης των «μεταρρυθμίσεων», με παρακαταθήκη το αντιλαϊκό έργο του ΣΥΡΙΖΑ
  • ΕΝΕΡΓΕΙΑ - ΑΠΟΡΡΙΜΑΤΑ - ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ: Σύμπλευση ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ που «βγάζει μάτι»
  • ΣΥΝΟΔΟΣ ΕΕ - ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ: Προχωρά η οικονομική και πολιτική διείσδυση της ΕΕ, για να αντιμετωπιστεί η Ρωσία
  • ΑΦΡΙΚΑΝΙΚΗ ΗΠΕΙΡΟΣ: Πεδίο πολύμορφης δράσης για τα ρωσικά μονοπώλια

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΟΜΙΣΙΟΝ - ΙΟΒΕ
«Προσδοκίες» επιτάχυνσης των «μεταρρυθμίσεων», με παρακαταθήκη το αντιλαϊκό έργο του ΣΥΡΙΖΑ

Copyright 2019 The Associated

«Πρέπει να είναι σαφές πως ο στόχος δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στην προ κρίσης "κανονικότητα", όπως συχνά περιγράφεται στον δημόσιο διάλογο, καθώς αυτή, μετά από μια αρχική περίοδο ενίσχυσης των εισοδημάτων, θα οδηγούσε και πάλι την οικονομία σε οπισθοδρόμηση και ενδεχομένως νέα κρίση». Αυτό επισημαίνεται στην τριμηνιαία έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), σύμφωνα με το οποίο ο ρυθμός ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία για το 2019 θα εμφανίσει ισχνό ρυθμό, της τάξης του 1,8%.

Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις «Θερινές Προβλέψεις» εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάκαμψης για το 2019 θα διαμορφωθεί σε 2,1%, καθώς μεταξύ άλλων, όπως αναφέρουν, «πέρα από τη θετική επίδραση της αύξησης των κατώτατων μισθών στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών (...), τα δημοσιονομικά μέτρα του Μαΐου θα μπορούσαν να συμβάλουν περαιτέρω στην ιδιωτική κατανάλωση» και βέβαια σε κάθε περίπτωση με «προϋπόθεση την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων».

«Ισχυρές προσδοκίες» για τους επιχειρηματικούς ομίλους

Σε κάθε περίπτωση, οι αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις περιγράφονται «με το νι και με το σίγμα» τόσο στη συμφωνία στο Γιούρογκρουπ όσο και στις εκθέσεις «ενισχυμένης εποπτείας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με κεντρικό άξονα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων, με την οποία διασυνδέονται και τα όποια ψίχουλα στους κατώτατους μισθούς.

Με βάση και τα παραπάνω, το ΙΟΒΕ διαπιστώνει: «Η εκλογική διαδικασία και η συνακόλουθη ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης δημιούργησαν εύλογα ισχυρές προσδοκίες για θετικές εξελίξεις στην οικονομία, με επιτάχυνση των ρυθμών μεγέθυνσής της και άνοδο της ευημερίας των νοικοκυριών». Και προσθέτει πως «υπάρχει η δυνατότητα για τη νέα ελληνική κυβέρνηση, σε συνεργασία και με τη νέα ευρωπαϊκή επιτροπή, να δρομολογήσουν την ισχυρότερη ανάπτυξη της χώρας», «προσδοκία» φυσικά που πατάει πάνω σε έναν ακόμα γύρο αντιλαϊκών μέτρων, πάνω στο «στρωμένο έδαφος» και τις «μεταμνημονιακές» δεσμεύσεις που αφήνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και με δεδομένη πάντα την «επισφαλή» εικόνα της καπιταλιστικής οικονομίας στην Ευρωζώνη και όχι μόνο.

Σε αυτό το φόντο, στο αντιλαϊκό τραπέζι «πέφτει» και η πρόταση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, με άξονα την αποδέσμευση κεφαλαίων για νέες παρεμβάσεις στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων. Παρουσιάζοντας τις «Θερινές Προβλέψεις» της Κομισιόν, ο επίτροπος Οικονομικών Π. Μοσκοβισί σημείωσε ότι «υπάρχουν οι δεσμεύσεις από τη συμφωνία του 2018 και κάθε πρόταση διαφοροποίησής της πρέπει να συζητιέται», ενώ αντίστοιχη παρέμβαση έκανε και η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ, διευκρινίζοντας πως «το πλαίσιο προϋποθέσεων παραμένει» ανεξάρτητα από εναλλαγές κυβερνήσεων και πως, σε κάθε περίπτωση, εκείνο που επείγει είναι η προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

Με στόχο το 40% των μέτρων για το κεφάλαιο που δεν πρόλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ

Η κυβέρνηση ΝΔ, από την πλευρά της, οικοδομώντας πάνω στις αντιλαϊκές παρεμβάσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ουσιαστικά στοχεύει στην κάλυψη του «επενδυτικού κενού» των 100 δισ. που εντοπίζει ο ΣΕΒ. Σ' αυτό το πλαίσιο, το επενδυτικό «μενού» της ΝΔ προβλέπει «ξεκάθαρο αδειοδοτικό και χωροταξικό σχέδιο, φιλικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον, χαμηλότερη και πιο δίκαιη φορολογία, ενίσχυση δημοσίων επενδύσεων, αξιοποίηση κοινοτικών πόρων και συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα», με άξονα δηλαδή το πρόγραμμα του ΣΕΒ και το «εναπομείναν» 40% των παρεμβάσεων που ζητάει.

Ανάμεσα σε άλλα η νέα κυβέρνηση ιεραρχεί τη μείωση του συντελεστή φορολογίας επιχειρήσεων (από 28% σε 20% σε δυο χρόνια), κάτι που σε ένα τμήμα του ήδη έχει προνομοθετήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, τη μείωση του φόρου επί των μερισμάτων (από 10% σε 5%), σε συνέχεια και εδώ της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ, κ.ά., ενώ προγραμματίζει και ειδικά κίνητρα για προσέλκυση επενδύσεων με διπλασιασμό του χρόνου για συμψηφισμό ζημιών και δυνατότητα υπεραποσβέσεων στο 200%.

Την ίδια ώρα, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ συμπλέουν και στο ζήτημα της διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, με βάση τον μνημονιακό νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου και με κριτήριο την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Σ' αυτό το φόντο, το πρόγραμμα της ΝΔ υπόσχεται αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό διπλάσιο από το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Οπως εκτιμούν, με αυτόν τον τρόπο ο κατώτατος μισθός θα φτάσει στα 730 ευρώ (από 650 ευρώ σήμερα) μέχρι το 2022. Πρόκειται για υπόσχεση σωρευτικής αύξησης 12% την ερχόμενη τριετία και - όπως προκύπτει από τα παραπάνω - με εκτιμώμενο ρυθμό ανάκαμψης 2% κατά μέσο όρο σε ετήσια βάση, εν μέσω βέβαια πακτωλού κερδοφόρων επενδύσεων και πολύπλευρων παρεμβάσεων για την ανάκαμψη των επιχειρηματικών ομίλων. Να σημειωθεί ότι ακόμα και με αυτές τις «προϋποθέσεις», στο τέλος της ερχόμενης 4ετίας (2022) ο κατώτατος μισθός (730 ευρώ), όπως επίσημα ομολογείται, θα παραμένει χαμηλότερος κατά 20 ευρώ από το επίπεδο όπου ήταν το έτος 2011 (750 ευρώ), και ενώ βέβαια ο μέσος μισθός συνεχίζει να κατρακυλάει.

Συμπληρωματικά, όπως τονίζει το ΙΟΒΕ, «τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας από μόνα τους οδηγούν μεσοπρόθεσμα σε μείωση αυτών των ρυθμών (ανάκαμψης), από την περιοχή του 2% προς αυτή του 1% (...) Με αυτό το δεδομένο, οι κινήσεις στην οικονομική πολιτική πρέπει να είναι αποφασιστικές και κατάλληλα στοχευμένες»...

«Δύσκολες» - όσο και γνωστές - επιλογές για τη φορολογία

Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση παρουσιάζει ως βασική «αιχμή» του προγράμματός της για την ενίσχυση του κεφαλαίου τις πρόσθετες φοροαπαλλαγές του, και μετά από ένα όργιο φοροληστείας απέναντι στο λαϊκό εισόδημα, η κυβέρνηση ΝΔ εξαγγέλλει τη μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή από το 22% σήμερα στο 9% για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ. Και ενώ βέβαια δεν είναι γνωστές οι τελικές διατάξεις, που ενδεχομένως να συνδυαστούν με άλλες «εξισορροπητικές» παρεμβάσεις, η «ελάφρυνση» ενός μισθωτού ή συνταξιούχου (χωρίς προστατευόμενα παιδιά) με ετήσιο εισόδημα στα 9.500 ευρώ - και με τη διατήρηση του σημερινού αφορολόγητου ορίου - θα διαμορφωθεί σε περίπου 110 ευρώ, ή περίπου 9 ευρώ το μήνα.

Σ' αυτό το φόντο, το ύψος της φοροληστείας ουσιαστικά παραμένει αμετάβλητο ακόμα και σε σχέση με τα επίπεδα του 2015, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στην κατακρεούργηση του αφορολόγητου ορίου, σε συνέχεια βέβαια αντίστοιχων παρεμβάσεων των προκατόχων της.

Το ΙΟΒΕ, από την πλευρά του, δείχνοντας πως με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο οι νέες φοροαπαλλαγές στους επιχειρηματικούς ομίλους θα φορτωθούν στις πλάτες του λαού, επισημαίνει πως «η μείωση των φορολογικών συντελεστών δεν μπορεί να είναι καθολική, γιατί θα οδηγούσε σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Απαιτούνται λοιπόν δύσκολες επιλογές», συμπληρώνοντας ότι «η μείωση των φορολογικών συντελεστών πρέπει να εστιαστεί στην ενίσχυση των κινήτρων για παραγωγή και αποταμίευση και όχι στην κατανάλωση». Την ίδια ώρα, γίνεται φανερή η επιχείρηση ανάληψης και «αντισταθμιστικών» μέτρων, καθώς, όπως λένε, «αν η φορολογία στα εισοδήματα απλοποιηθεί, ενοποιηθεί ανεξάρτητα από την πηγή και πολλές από τις εξαιρέσεις καταργηθούν, πολύ χαμηλότεροι συντελεστές θα απέφεραν τα ίδια έσοδα στα κρατικά ταμεία, ενισχύοντας την ανάπτυξη και χρηματοδοτώντας και ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για τους ασθενέστερους».

«Συμπερασματικά», το ΙΟΒΕ δείχνει προς την κατεύθυνση «διεύρυνσης» της φορολογικής βάσης, σημειώνοντας: «Οσο η φορολογική βάση είναι μικρή, οι φορολογικοί συντελεστές είναι εξαιρετικά υψηλοί, αποθαρρύνοντας την παραγωγική δραστηριότητα και τη φορολογική συμμόρφωση, σε έναν φαύλο κύκλο»...


Α. Σ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ