ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 12 Μάρτη 2017
Σελ. /32
Για την «ολοκλήρωση των ακαδημαϊκών χαρακτηριστικών» των ΤΕΙ

Τα ΤΕΙ είναι ιδρύματα της Ανώτατης Εκπαίδευσης που έχουν συγκλίνουσα πορεία εξέλιξης με τα Πανεπιστήμια. Με χρονική διαφορά μερικών δεκαετιών, η εξέλιξη των ΤΕΙ έχει ομοιότητες, αλλά και διαφορές, σε σχέση με την αντίστοιχη πορεία ιδρυμάτων που σήμερα έχουν εξελιχθεί σε πανεπιστημιακά.

Οι απόφοιτοι των ΤΕΙ, που συνήθως χαρακτηρίζονται ως «Τεχνολόγοι» (π.χ. Τεχνολόγοι Μηχανικοί, Τεχνολόγοι Υγείας), καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ειδικοτήτων και επαγγελματικών κατευθύνσεων.

Η εξέλιξη αυτών των ειδικοτήτων έχει προέλθει ιστορικά από πολλές και διαφορετικές παραδόσεις, όπως η μεγάλη και ταχεία διεύρυνση των δραστηριοτήτων πολλών επιστημονικών επαγγελμάτων, που δημιούργησε την ανάγκη για νέες, περισσότερο εξειδικευμένες ειδικότητες, η ανάδειξη εντελώς νέων επαγγελμάτων, η μετατροπή σε επάγγελμα διαφόρων ερασιτεχνικών δραστηριοτήτων, η σχετικά ταχεία εισαγωγή μηχανολογικής και ηλεκτρονικής τεχνολογίας σε παραδοσιακά επαγγέλματα.

Πολλές ειδικότητες «Τεχνολόγων» έχουν αντιστοιχηθεί σε περιόδους που η οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας στις βιομηχανικές κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες απαιτούσε έναν ενδιάμεσο κρίκο μεταξύ χειρωνακτικής και επιστημονικής εργασίας καθώς και μεταξύ εργασίας εκτέλεσης και εργασίας διεύθυνσης.

Τα ΤΕΙ ιδρύθηκαν το 1983 ως ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, διαδεχόμενα τα ΚΑΤΕΕ, ιδρύματα ενταγμένα στη διακριτή τότε βαθμίδα της Ανώτερης Εκπαίδευσης, που ακολουθούσαν ένα πρότυπο οργάνωσης σπουδών που είχε μελετηθεί από αμερικανικό ίδρυμα με χρηματοδότηση από τη Διεθνή Τράπεζα. Τις τελευταίες δεκαετίες τα ΤΕΙ ακολούθησαν μια πορεία θεσμικής αναβάθμισης, π.χ. ένταξη στην Ανώτατη Εκπαίδευση, θεσμοθέτηση της ερευνητικής δραστηριότητας, γενίκευση της τετραετούς φοίτησης, υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα του διδακτικού προσωπικού, αυτοδύναμη διοργάνωση μεταπτυχιακών σπουδών κ.λπ.

Ιδιαίτερα ο αριθμός των μεταπτυχιακών προγραμμάτων παρουσιάζει σήμερα σημαντική αύξηση. Σε σχέση με αυτή την εξέλιξη πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα:

Τα μεταπτυχιακά δεν οδηγούν σε διδακτορικό και συνεπώς ακρωτηριάζεται η ανάπτυξη της ερευνητικής δραστηριότητας.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές συχνά εκφυλίζονται σε προγράμματα συμπλήρωσης προπτυχιακών γνώσεων, που λείπουν από το πρόγραμμα βασικών σπουδών.

Πολλοί πτυχιούχοι προσανατολίζονται στα μεταπτυχιακά κυρίως για να εξασφαλίσουν ένα επιπλέον «ανταγωνιστικό χαρτί» στην «αγορά εργασίας».

Τα δίδακτρα συνιστούν κίνητρο για έσοδα στα υποχρηματοδοτούμενα ιδρύματα.

Εδώ και αρκετά χρόνια οι συνδικαλιστικοί φορείς και οι διοικήσεις των ΤΕΙ διεκδικούν τη θεσμική τους ολοκλήρωση, ως προς τα ακαδημαϊκά τους χαρακτηριστικά και ζητούν τη δυνατότητα αυτοδύναμης διοργάνωσης διδακτορικών σπουδών.

Σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του συνολικού έργου των ιδρυμάτων είναι:

-- Η υποχρηματοδότηση και η αντίστοιχη ανεπάρκεια ή «γήρανση» των υποδομών.

-- Ο πολύ μικρός αριθμός των μελών του διδακτικού προσωπικού σε σχέση με τις τυπικές, αλλά και ουσιαστικές εκπαιδευτικές ανάγκες των ιδρυμάτων.

-- Ο θεσμοθετημένα μεγάλος φόρτος διδακτικού έργου (πολλαπλάσιος των πανεπιστημίων) που συνοδεύεται από πολλά διοικητικά καθήκοντα.

Η συζήτηση για την εκτίμηση του ουσιαστικού ρόλου αυτού του «τεχνολογικού τομέα» της Ανώτατης Εκπαίδευσης στις σημερινές συνθήκες θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις εξελίξεις στις Επιστήμες και την ενσωμάτωσή τους στην παραγωγική διαδικασία. Σημαντικά στοιχεία αυτών των εξελίξεων είναι:

- Στη σύγχρονη Επιστήμη εξαλείφονται οι αυστηρές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ βασικών και εφαρμοσμένων επιστημών. Η επιστημονική γνώση είναι σύνθετη, διαμορφώνεται και συσσωρεύεται μέσω συνδυασμού πειραματικών, θεωρητικών και τεχνολογικών μεθόδων.

- Δημιουργούνται νέες επιστημονικές κατευθύνσεις μέσα από διαδικασίες σύνδεσης και σύνθεσης διαφορετικών επιστημονικών πεδίων.

- Η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας στις παραγωγικές διαδικασίες και στην παροχή υπηρεσιών είναι σήμερα ιδιαίτερα άμεση και εντατική.

- Η ραγδαία ενσωμάτωση της επιστημονικής γνώσης στα μέσα και στις διαδικασίες παραγωγής ασκεί συνεχώς όλο και μεγαλύτερη επίδραση στην οργάνωση της ανθρώπινης εργασίας, αλλά και στο χαρακτήρα της εργασίας. Προκαλεί εκτεταμένες ή και ριζικές αλλαγές στις επαγγελματικές ειδικότητες. Γίνεται αναγκαία η επέκταση της εργασίας που απαιτεί υψηλού επιπέδου επιστημονικές γνώσεις και γενικότερα η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της πνευματικής εργασίας και της εργασίας δημιουργικού χαρακτήρα. Η εργασία των τεχνολόγων έχει ολοένα και περισσότερο χαρακτήρα ελέγχου και ρύθμισης μηχανισμών και διαδικασιών της παραγωγής και των υπηρεσιών. Απαιτείται όλο και περισσότερο συνειδητή και υπεύθυνη προσέγγιση των προβλημάτων με θεωρητική γνώση, ικανότητα αφαίρεσης, σύνθεσης και αυτοτελούς προσαρμογής σε νέους εξελισσόμενους τομείς και σε εργασιακούς χώρους με πολλαπλές λειτουργίες και σύμφυση διαφορετικών επιστημονικών πεδίων.

Υπ' αυτό το πρίσμα διαφαίνεται ότι δεν είναι πλέον βάσιμος ο διοικητικός διαχωρισμός των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων σε ιδρύματα Τεχνολογίας (ή Εφαρμογών) και σε ιδρύματα πανεπιστημιακού χαρακτήρα.

Η Ανώτατη Εκπαίδευση, στο σύνολό της, πρέπει να εκπληρώνει κοινωνική αποστολή και να διαθέτει το υψηλότερο δυνατό επιστημονικό επίπεδο. Χρειάζεται να είναι ενιαία, με ισότιμα ιδρύματα, που δεν ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αλλά συνεργάζονται στην προαγωγή της επιστημονικής γνώσης και δεν υπόκεινται σε αναχρονιστικούς διαχωρισμούς (Πανεπιστημιακού και Τεχνολογικού τομέα). Η επιστημονική γνώση είναι αποτέλεσμα καθολικής εργασίας επιστημόνων διαφορετικών πεδίων.

Ολα τα ΑΕΙ, ανεξαρτήτως ονομασίας, πρέπει να έχουν ολοκληρωμένες ακαδημαϊκές λειτουργίες και θεσμική νομιμοποίηση για απονομή διδακτορικού τίτλου. Να διαμορφώνουν προγράμματα σπουδών με στόχους τη βαθιά, σφαιρική και συγκροτημένη γνώση του επιστημονικού αντικειμένου καθώς και την ικανότητα για ελεύθερη κρίση, πνευματική αυτονομία, αυτοτέλεια και δημιουργικότητα των αποφοίτων.

Βέβαια, η Επιστήμη, ως παραγωγική δύναμη, συνδέεται όλο και περισσότερο με τους κατόχους των παραγωγικών δυνάμεων. Οι όποιοι σχεδιασμοί για μετεξέλιξη συνολικά της Ανώτατης Εκπαίδευσης εντάσσονται σε ένα πλαίσιο που επιβάλλουν οι κατευθύνσεις της ΕΕ και έχουν ως στόχο την εξυπηρέτηση μιας οικονομικής ανάπτυξης με μοχλό την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, που απαιτούν εργαζόμενους (πτυχιούχους ή όχι) σε καθεστώς εργασιακής ευελιξίας, χαμηλών απαιτήσεων και πλήρους υποταγής ως προς τα εργασιακά και τα συνδικαλιστικά τους δικαιώματα. Τα επιστημονικά πεδία και αντικείμενα, που θα υπηρετούνται από τα προγράμματα σπουδών, θα προσανατολίζονται προς αυτό το στόχο ή και θα ορίζονται από αυτόν. Το κοινωνικό όφελος και οι πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας μένουν εκτός σχεδιασμού. Τα ίδια τα ιδρύματα μετεξελίσσονται σε κέντρα επιχειρηματικής δραστηριότητας που θα υπηρετούν το στόχο της συνεχούς αναζήτησης εσόδων και χρηματοδοτήσεων μέσω πολλών οδών: α) Προσέλκυση διαφόρων κατηγοριών εκπαιδευομένων «πελατών» (μεταπτυχιακών με δίδακτρα, ακροατών «διά βίου» σεμιναρίων με «ταρίφα ανά κεφαλή» κ.λπ.), β) προσέλκυση χορηγών και επιχειρηματικών συνεργατών για ημερίδες και συνέδρια, γ) πακέτα ψηφιακών μαθημάτων προς εμπορική διακίνηση καθώς και δ) συνεχές κυνηγητό «ανταγωνιστικών» ερευνητικών προγραμμάτων, συχνά με καθοριστική συμμετοχή των επιχειρηματικών ενδιαφερόντων, στα οποία θα εργάζονται νέοι επιστήμονες (υποψήφιοι διδάκτορες, μεταδιδάκτορες, «πανεπιστημιακοί υπότροφοι» κ.λπ.) σε συνθήκες οικονομικής και εργασιακής εξαθλίωσης. Για την πλειονότητα των πτυχιούχων προδιαγράφεται ο ρόλος του χαμηλού κόστους «ευέλικτου» δυναμικού.


Ιωάννης Κανδαράκης
ΚΟΒ ΤΕΙ Αθήνας

Για την παρέμβασή μας στα μικροαστικά στρώματα

Δυσκολίες υπάρχουν και, σε έναν βαθμό, είναι εντοπισμένες. Αλλωστε, δεν είναι και σημερινές.

Ποια είναι η ρίζα των δυσκολιών; Είναι, μήπως, η θέση των μικροαστικών στρωμάτων στην οικονομία, που τα κάνει δύστροπα, ασταθή στην οργανωμένη πάλη; Είναι οι ιδεολογικές τους καταβολές, που πηγάζουν από την κοινωνική τους θέση, και αναπαράγουν την ανυπομονησία, την απογοήτευση, τη μοιρολατρία;

Ολα αυτά ισχύουν και είναι γνωστά. Ομως, δεν έχουμε σκοπό να απαριθμήσουμε πλευρές της αντικειμενικής πραγματικότητας. Στόχος αυτής της παρέμβασης είναι να εμβαθύνει σε πτυχές του υποκειμενικού παράγοντα. Με την ευκαιρία του Συνεδρίου, ορισμένες επισημάνσεις.

Αν το ψάξουμε λίγο, δύο βασικές κατηγορίες δυσκολιών θα εντοπίσουμε, χωρίς να υποτιμάμε άλλες, δευτερεύουσας πάντως σημασίας. Δυσκολίες ανάλυσης και δυσκολίες καθοδήγησης. Η αντιμετώπιση των πρώτων αποτελεί προϋπόθεση, των δεύτερων είναι το ζητούμενο.

Πιο συγκεκριμένα.

Από πού προέκυψαν τόσο εκτεταμένα μικροαστικά στρώματα (κύρια της πόλης) και με τέτοια αντοχή στο χρόνο; Γιατί στην Ελλάδα (και σε μερικές ακόμα χώρες); Ποιες ανάγκες ανάπτυξης του καπιταλισμού καλύπτουν; Αποτελούν μορφή λανθάνουσας ανεργίας, αυτό που οι αστοί αναλυτές ονομάζουν «επιχειρηματικότητα ανάγκης», και σε ποιον βαθμό; Ποιο είναι το εκτόπισμά τους στην οικονομία, πώς επιδρά στις οικονομικές εξελίξεις; Πώς υλοποιείται η λειτουργία του κεφαλαίου στις μικροεπιχειρήσεις (τις επιχειρήσεις δηλαδή των αυτοαπασχολούμενων χωρίς προσωπικό και αυτών με 1-2 εργαζόμενους); Παράγεται αξία, και κατά συνέπεια υπεραξία, ή πρόκειται για μια προσωρινή, μεταβατική, ερμαφρόδιτη, δεν ξέρω εγώ τι, οικονομική μονάδα; Αν ισχύει το πρώτο οφείλουμε να μελετήσουμε τη λειτουργία των γενικών νόμων στη συγκεκριμένη περίπτωση. Αν ισχύει το δεύτερο πρέπει να αναδείξουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της οικονομικής «ασυνέχειας». Και τελικά το ζουμί, δηλαδή η πρόβλεψη (αν η ανάλυση δεν οδηγεί στην πρόβλεψη αποτελεί άγονο σχολαστικισμό). Πώς, σε ποιον βαθμό, σε ποιους κλάδους, έχουν προοπτική να επιβιώσουν τα μικροαστικά στρώματα;

Προφανώς, τα παραπάνω και άλλα που πιθανόν διέφυγαν, αποτελούν τίτλους μελετών, που δεν είναι πάντα εφικτό να ολοκληρωθούν, με βάση τις δυνατότητες και τις προτεραιότητες. Και η πρόοδος ανά τομέα μελέτης ποικίλλει, γύρω από έναν ανεπαρκή μέσο όρο, είναι αλήθεια. Το βασικό πρόβλημα όμως δεν βρίσκεται στη μελετητική δουλειά αυτή καθαυτή. Αυτό που λείπει είναι ένα σύγχρονο, συνεκτικό εργαλείο κατανόησης της πραγματικότητας των μικροαστικών στρωμάτων. Αν το έχεις, μπορείς να το ακονίσεις μελετώντας παραπέρα. Ενα εργαλείο που, σε τελική ανάλυση, δεν είναι τόσο πρόβλημα μελέτης, όσο απόφασης. Που θα διευκολύνει τη λύση προβλημάτων καθοδήγησης, για να πάμε παρακάτω.

Τι σημαίνει η φράση «παρέμβαση του Κόμματος στα μικροαστικά στρώματα»;

Προφανώς, είναι η τεκμηρίωση και η ανάδειξη των θέσεών μας για τα λαϊκά αυτά στρώματα, η ενδυνάμωση της αγωνιστικής αντιμονοπωλιακής προοπτικής, είναι ακόμα η δράση των κομμουνιστών στα σωματεία και το συνδικαλιστικό τους κίνημα.

Αναμφίβολα, όλα αυτά είναι στοιχεία της παρέμβασής μας.

Είναι όμως ολόκληρη η εικόνα; Σίγουρα όχι.

Για να είμαστε πιο ακριβείς, θα λέγαμε ότι «παρέμβαση στα μικροαστικά στρώματα» σημαίνει δουλειά για τη Συμμαχία. Και, μάλλον, αυτός θα ήταν πιο εύστοχος τίτλος για το σημείωμα αυτό.

Η Συμμαχία προϋποθέτει συμμάχους στα λαϊκά στρώματα, δεν θα ψάξουμε αλλού για συμμάχους.

Δεν είναι συγκόλληση κομματικών δυνάμεων, είναι πεδίο σύγκρουσης με την αστική ιδεολογία και πολιτική.

Δεν φυτρώνει αυθόρμητα στο έδαφος του καπιταλισμού (το αντίστροφο ο «κοινωνικός αυτοματισμός» ευδοκιμεί).

Η Συμμαχία είναι προϊόν επίμονης και επίπονης συνειδητής δράσης της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης. Ερχεται «απέξω» (από το Κόμμα) και μπολιάζει το εργατικό και όλο το λαϊκό κίνημα. Γι' αυτό χρειάζεται και η επιστημονική τεκμηρίωση, που λέγαμε και παραπάνω.

Τι σημαίνει αυτό στην πράξη.

Ας πάρουμε μια οποιαδήποτε Κομματική Οργάνωση οπουδήποτε στην Ελλάδα, που βάζει τα καθήκοντα στη σειρά. Καθήκον πρώτο, δουλειά στην εργατική τάξη. Σωστά. Καθήκον δεύτερο; Θα λέγαμε δουλειά για τη Συμμαχία, άρα παρέμβαση στα μικροαστικά στρώματα. Γίνεται έτσι; Οχι. Είναι εύκολο; Καθόλου. Προϋποθέτει υψηλό ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο λειτουργίας των οργάνων, που δεν είναι πάντα κατακτημένο. Αυτός όμως είναι ο δρόμος που οφείλουμε να περπατήσουμε.

Παρεμπιπτόντως, μια εργατική Κομματική Οργάνωση ασχολείται με τη Συμμαχία; Φυσικά. Στη Συμμαχία την ηγεσία έχει η εργατική τάξη, και η εδραίωσή της είναι σημαντική πλευρά της «πολιτικοποίησης» της δράσης μας στο εργατικό κίνημα. Ασε που οι μικροαστοί είναι τρυπωμένοι σε κάθε ρωγμή της οικονομικής βάσης.

Από μια άλλη πλευρά. Ποια είναι η ουσία της δράσης των μελών του Κόμματος στα μικροαστικά στρώματα; Να τραβήξουν ένα όσο μεγαλύτερο τμήμα τους στην προοπτική της εργατικής εξουσίας (την πλειοψηφία δεν γίνεται, ούτε είναι απαραίτητο) και να ουδετεροποιήσουν την πλειοψηφία, για να βρίσκει λιγότερα στηρίγματα η αστική τάξη. Δηλαδή, κάνουν δουλειά της εργατικής τάξης στα στρώματα αυτά. Οποιος νομίζει ότι μια τέτοια δράση είναι εύκολη και αυτονόητη, είναι «μακριά νυχτωμένος». Η παρέμβαση στα μικροαστικά στρώματα είναι σύνθετη, έχει απαιτήσεις και δεν γίνεται με τσαλαβουτήματα ούτε με τη γνωστή συνήθεια της στρουθοκαμήλου. Να, μια ακόμα υπογράμμιση της αναγκαιότητας της ανάλυσης.

Μήπως όμως μας χρειάζονται ξεχωριστές εξειδικευμένες Κομματικές Οργανώσεις των μικροαστών για να μας λύσουν το πρόβλημα; Σαφέστατα όχι. Οπου υπάρχουν σήμερα τέτοιες, τρύπες και αδυναμίες της παρέμβασής μας στο στρώμα μπαλώνουν, και με τον κίνδυνο των στεγανών και της μονομέρειας. Αν η δράση για τη Συμμαχία δεν γίνει υπόθεση όλου του Κόμματος, δεν λύνεται κανένα πρόβλημα.

Στο σημείωμα αυτό δεν διαχωρίζουμε τα μικροαστικά στρώματα της πόλης από αυτά της υπαίθρου, παρά τις διαφορές που υπάρχουν. Η μικρή ιδιοκτησία είναι πολύ πιο ισχυρή από τις όποιες διαφορές. Ο καπιταλισμός σήμερα κάνει τους αγρότες να μοιάζουν όλο και περισσότερο με τα συγγενικά τους στρώματα της πόλης. Και αυτό απαιτεί προσαρμογές. Για παράδειγμα, τι αξία έχει σήμερα το σύνθημα «η γη στους αγρότες», που αποτέλεσε τη βάση της εργατοαγροτικής συμμαχίας στην Οχτωβριανή Επανάσταση; Οι ενιαίες ρυθμίσεις στο Ασφαλιστικό και το Φορολογικό δεν είναι βίτσιο της κυβέρνησης, αντανακλούν πλευρές της προσαρμογής της αστικής πολιτικής.

Και, τέλος, να σχολιάσουμε μια άποψη, που συνήθως δεν διατυπώνεται ευθέως, αλλά προκύπτει εύκολα από τα μισόλογα. «Να μην τα πολυκοσκινίζουμε, γιατί ο καπιταλισμός θα ισοπεδώσει τα μικροαστικά στρώματα, και θα γλιτώσει και η εργατική τάξη από τον μπελά». Δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο καπιταλισμός στην Ελλάδα θα φέρει σε πέρας μέχρι τέλους αυτό το «καθήκον». Δεύτερον, το ποιοι και πόσοι βρίσκονται «απέναντι», σε κάθε καμπή της ταξικής πάλης, είναι κρίσιμος παράγοντας στρατηγικής σημασίας. Υπάρχει πλούσια εμπειρία, και απ' την καλή και απ' την ανάποδη.


Βασίλης Μαμάης
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ

Ο ρόλος των δυνάμεών μας στο εξωτερικό και τα νέα ζευγάρια

Επέλεξα να αναφερθώ στους Ελληνες μετανάστες στο εξωτερικό - τη δράση που αναπτύσσουμε - και στα νέα ζευγάρια, μιας και τα δύο θέματα αναφέρονται ακροθιγώς στις Θέσεις (Θ. 20 & 23).

Ως κομμουνιστές οφείλουμε να μελετάμε την εξέλιξη στην κινητικότητα του εργατικού δυναμικού. Θέλει βαθύτερη μελέτη και όχι απαξίωση, ειδικά όταν η μετανάστευση ως φαινόμενο παίρνει μαζικά χαρακτηριστικά και αποτελεί σκέψη «διεξόδου» στα μυαλά των νέων στην Ελλάδα.

Η μετανάστευση, κυρίως σε εποχή καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, δεν είναι μόνο ατομική επιλογή. Δεν είναι τυχαία η έξαρση του φαινομένου από την έναρξη της κρίσης. Το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα σε ωθεί σε αυτή, διευκολύνοντας τόσο την ντόπια κυβέρνηση να εμφανίσει μείωση της ανεργίας (1/2 εκατομμύριο περίπου νέων έχουν μεταναστεύσει την τελευταία 5ετία), να κατευνάσει πιθανές κοινωνικές εντάσεις, όσο και τους έξω καπιταλιστές να έχουν πιο φτηνό εργατικό δυναμικό, που πιέζει το εκεί ντόπιο και τις όποιες κατακτήσεις του.

Ακόμα κι όσοι θεωρούν αποκλειστικά επιλογή τους τη μετανάστευση, αυτή πηγάζει από ανάγκες που δεν ικανοποιούνται στη χώρα τους. Σύντομα αποδεικνύεται βέβαια ότι η «Γη της Επαγγελίας» είναι μια αυταπάτη, αφού βιώνουν ανάλογα προβλήματα και αδιέξοδα (υψηλός βαθμός εκμετάλλευσης, την εντατικοποίηση της εργασίας, την κατάργηση κοινωνικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων). Γι' αυτό μεγάλη ευθύνη έχουν τα κόμματα του ευρωμονόδρομου που σκόπιμα την καλλιεργούν.

Ο μετανάστης, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί, πρέπει να γίνει οργανωτής της πάλης για την ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας που αυτή τον ξεσπίτωσε. Αυτό χρειάζεται προετοιμασία των δυνάμεών μας και από την Ελλάδα, με συνεργασίες για το ρόλο μας στο εξωτερικό και τις δυνατότητες δράσης. Οτι ένας κομμουνιστής δεν χάνει την ιδιότητά του μόλις βγει από τα σύνορα.

Συγκεκριμένα, το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί τη 2η χώρα προορισμού στην Ευρώπη. Εδώ την τελευταία 5ετία η μετανάστευση έχει πάρει νέα χαρακτηριστικά. Δεν έρχονται πλέον μόνο για σπουδές, αλλά και αποκλειστικά για δουλειά (κυρίως 18-45 χρόνων).

Από τη μια, έρχονται ανειδίκευτοι εργάτες που συμπληρώνουν πολύ φτηνότερα το ντόπιο εργατικό δυναμικό. Σ' αυτό συμβάλλουν αρκετά τα δουλεμπορικά γραφεία στην Ελλάδα που στέλνουν μαζικά κόσμο σε δουλειές με άθλιες συνθήκες (χωρίς ωράριο κ αργίες, ανασφάλιστοι κ.ά.), τάζοντάς τους όμως λαγούς με πετραχήλια.

Από την άλλη, μεταναστεύει ειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό που καλύπτει την έλλειψη σε ντόπιο, αφού η πρόσβαση στη Γ/βαθμια Εκπαίδευση έχει αποβεί απαγορευτική οικονομικά για τον ντόπιο πληθυσμό.

Ο ρόλος των Οργανώσεων του ΚΚΕ στο εξωτερικό είναι σύνθετος, έχει διπλό χαρακτήρα. Πρώτον, συμβολή στην έκφραση αλληλεγγύης από το λαϊκό κίνημα στη Βρετανία (ντόπιους και μετανάστες) στην ταξική πάλη στην Ελλάδα.

Δεύτερον, επεξεργασία θέσεων και τρόπου παρέμβασης στο ντόπιο κίνημα της κάθε χώρας με βάση την επαναστατική στρατηγική του Κόμματος. Τι μεγαλύτερη συμβολή από αυτή για τα ντόπια ΚΚ και τη διαπάλη που γίνεται διεθνώς; Ετσι θα καταρρίψουμε στην πράξη επιχειρήματα του τύπου «το ΠΑΜΕ πάει καλά στην Ελλάδα γιατί άλλο η κατάσταση εκεί και άλλο εδώ». Βέβαια, αυτό θέλει πολύ μελέτη και ιδεολογικοπολιτική προετοιμασία από μέρους μας για να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις.

Μερικές σκέψεις για ζητήματα που μπορούμε να σηκώσουμε άμεσα είναι:

  • Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας για μόνιμη και σταθερή δουλειά (ΣΣΕ έχουν καταργηθεί από τις αρχές του 1990)
  • Καμία επιχειρηματική δράση στο σύστημα Υγείας: στη Βρετανία διαχωρίζουν τις υπηρεσίες ως ανταποδοτικές ή μη και ξεπουλάνε τμήματα που είναι κερδοφόρα για επιχειρήσεις παρόλο το δημόσιο χαρακτήρα Υγείας.
  • Βrexit: τα πρώτα θύματα των μεταρρυθμίσεων θα είναι οι μετανάστες, αφού στο όνομά τους θα χτυπηθούν εργασιακά δικαιώματα, κοινωνικές παροχές κ.ά. Να αναδειχτεί η αναγκαιότητα του συγχρονισμού της δράσης, ως απάντηση σε ρατσιστικές επιθέσεις.
  • Αποκάλυψη του ρόλου του εργοδοτικού συνδικαλισμού, έχοντας ως παράδειγμα το ξεπούλημα του αγώνα των ειδικευόμενων γιατρών το περασμένο καλοκαίρι.
  • Ιδιαίτερα ζητήματα Ελλήνων μεταναστών όπως η ανάγκη να υπάρχουν Ελληνες εκπαιδευτικοί για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία.

Ταυτόχρονα, η δικιά μας δράση να μην εξαντλείται σε δράσεις αλληλεγγύης ή συμπαράστασης στη μία ή την άλλη κινητοποίηση στην Ελλάδα - ή και σε ντόπιες -, με ανακοινώσεις και εξορμήσεις της Επιτροπής Αγώνα Νέων Μεταναστών (ΕΑΝΜ). Αυτό αυτόματα μας βγάζει στην απ' έξω, είτε από τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα που από ένα σημείο και μετά φαντάζουν μακρινά για πολλούς («τι μας νοιάζει στην Ελλάδα; Γι' αυτό φύγαμε, με το μπάχαλο που γίνεται» - ακούστηκε σε εξόρμηση για απεργία στην Ελλάδα /αγρότες πέρυσι), είτε από τα τεκταινόμενα εδώ (π.χ. μας ευχαριστούσαν οι ειδικευόμενοι γιατροί στις κινητοποιήσεις τους πέρυσι που «δείχναμε ενδιαφέρον» για το «αγγλικό» σύστημα Υγείας, λες και εμείς θα πάμε Ελλάδα για να γιατρευτούμε).

Οι ΕΑΝΜ πρέπει άμεσα να παίξουν πιο αποφασιστικό ρόλο στη δημιουργία επιτροπών σε χώρους δουλειάς. Αυτό θα δώσει πνοή στον αγώνα μας στη Βρετανία και θα δράσει ανασχετικά στην τάση για παραίτηση και απομάκρυνση από τον αγώνα.

Τέλος, να μου επιτραπεί η εξής επισήμανση: είναι σημαντική η έλλειψη αναφοράς στα νέα ζευγάρια (προτεινόμενη αναφορά σε Θ. 59 ή 60-61).

Θέσεις έχουμε - έχουν αναδειχθεί με εκδηλώσεις. Η μετανάστευση φαντάζει ως «διέξοδος» στα νέα ζευγάρια για δημιουργία οικογένειας. Πληθαίνουν τα παραδείγματα νέων ζευγαριών από Ελλάδα που έρχονται στη Βρετανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα σχολεία τα παιδιά από την Ελλάδα αυξάνονται κάθε χρόνο.

Να αναδείξουμε ότι σήμερα δεν αρκούν οι προσωπικές θυσίες που κάνουμε για να προσφέρουμε όσο περισσότερα γίνεται στο παιδί, στην οικογένεια. Μερικά ζητήματα που απασχολούν τα νέα ζευγάρια είναι:

  • Η Βρετανία είναι το παράδειγμα καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην Παιδεία: π.χ. το απαγορευτικό ύψος των διδάκτρων αποκλείει τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων.
  • Πανάκριβοι παιδικοί σταθμοί - ένας μισθός συνήθως δεν αρκεί.
  • Καλό σχολείο σημαίνει περιοχή με καλά - άρα ακριβά - σπίτια.
  • Αναχρονιστικός τρόπος τοκετού με μαία ή και στο σπίτι - με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται.

Πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται στα πλαίσια των ΕΑΝΜ για τα νέα ζευγάρια είναι θετικές και πρέπει να ενισχυθούν, αξιοποιώντας αντίστοιχη πείρα από Ελλάδα. Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να δείξουμε περισσότερη εμπιστοσύνη στο αίσθημα πρωτοβουλίας των συντρόφων.

Συμφωνώντας με τις Θέσεις, εύχομαι καλή επιτυχία στις εργασίες του Συνεδρίου.


Ευαγγελία Μητσιάκου
ΚΟΒ Ιδ. Υπαλλήλων, ΤΟ Βρετανίας

Για το ζήτημα της εξειδίκευσης στα ΑΕΙ

Μια από τις αδυναμίες του μέχρι τώρα τρόπου δουλειάς μας, όπως βάζουν και οι Θέσεις, είναι το ζήτημα της εξειδίκευσης, κατά πόσο θα γινόμαστε πιο ικανοί, ώστε από καλύτερες θέσεις να ζυμώνουμε την πρόταση του Κόμματος στην εργατική τάξη και τα παιδιά της. Ιδιαίτερα στους χώρους των ΑΕΙ, όπου ο αντίπαλος παρεμβαίνει πολύπλευρα, αξιοποιώντας μια σειρά μηχανισμούς, η επιμονή να δουλεύουμε με βάση το συγκεκριμένο, μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά στην παρέμβασή μας. Κρίκος για να μετρήσουμε βήματα στην παραπάνω κατεύθυνση είναι η σχέση ΚΟΒ - ΟΒ, η βοήθεια της αντίστοιχης ΚΟ. Η πείρα που έχουμε αποκομίσει από τη σχέση αυτή είναι θετική, με την αντίστοιχη βοήθεια για τη γνώση του χώρου, από καλύτερη θέση μπορούμε να ενοποιούμε ζητήματα, να φωτίζουμε την αιτία, να αναδεικνύουμε το τι πρέπει να κάνουμε. Μια τέτοια σχεδιασμένη δουλεία ξεμπλοκάρει την Οργάνωση, βοηθά ώστε η πρόταση του Κόμματος να φτάνει σε ακόμα περισσότερους νέους στις σχολές μας. Ζητήματα που απασχολούν στο χώρο, από το χαρακτήρα της έρευνας, το ρόλο των επιχειρήσεων που αλωνίζουν στις σχολές, τη διδακτική των επιστημών, βρέθηκαν στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Νέος κόσμος έστησε αυτί, νέοι ξεχώρισαν, οργανώθηκαν στην ΚΝΕ.

Παρόλο όμως τα βήματα που έχουν γίνει, πρέπει να μας προβληματίσει ότι τις περισσότερες φορές συνδέουμε την εξειδίκευση με ζητήματα που αφορούν κυρίως την αυτοτελή παρέμβαση. Οσο αναφορά τη δουλειά μας στο φοιτητικό κίνημα, πολλές φορές θεωρούμε πως η εξειδίκευση είναι μια ακόμα γραμμή σε ένα πλαίσιο πάλης ή η κινητοποίηση μπροστά σε κάποιο οξυμένο πρόβλημα σε ένα τμήμα. Ομως, όσες φορές ξεφύγαμε από αυτό, όπου ανοίγαμε ζητήματα που αφορούν τις εξελίξεις στους αντίστοιχους κλάδους της παραγωγής, όπου μεταφέραμε τη διαπάλη από τους χώρους αυτούς μέσα στο τμήμα, τότε ήταν που φτάσαμε σε περισσότερο κόσμο, που νέος κόσμος συσπειρώθηκε στη γραμμή μας. Για παράδειγμα, την περσινή χρονιά στους χώρους των Γεωτεχνικών, όπου μεγάλο μέρος των φοιτητών είναι από αγροτικές οικογένειες, μπροστά στις αγροτικές κινητοποιήσεις ανοίξαμε το ζήτημα μέσα στις σχολές. Ηρθαμε σε αντιπαράθεση με ιδεολογήματα που καλλιεργούνται μέσα από τα τμήματα, για το ρόλο της ΚΑΠ, για το ότι οι αγρότες έφαγαν τις επιδοτήσεις αντί να τις επενδύσουν σε νέες καλλιέργειες. Οταν βάλαμε στο επίκεντρο τα αιτήματα της Πανελλαδικής Επιτροπής των Μπλόκων, κόντρα στα αιτήματα των μεγαλοαγροτών, τότε ήταν που μετρήσαμε βήματα, νέος κόσμος συσπειρώθηκε κάτω από τη γραμμή που βάζουμε εμείς.

Ενα ακόμα βασικό ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει έχει να κάνει με το κατά πόσο βάζουμε στο επίκεντρο την ικανοποίηση των αναγκών του κάθε φοιτητή, το κατά πόσο βγαίνουμε μπροστά στο κάθε οξυμένο πρόβλημα, με γνώμονα τα παραπάνω. Αλλά εδώ υπάρχουν φορές που οι ανάγκες των φοιτητών μένουν γενικά ένα αίτημα και μόνο, χωρίς να αναδεικνύουμε τι είναι αυτό που μπαίνει εμπόδιο στην ικανοποίηση αυτών των αναγκών. Βέβαια, στις περιπτώσεις όπου ξεφεύγουμε από αυτό, που ανοίγει συνολικά η κουβέντα για το ποιος μπαίνει εμπόδιο στην ικανοποίηση των αναγκών αυτών, όταν δένεται με το ζήτημα της ανατροπής, όταν στο πλάι για τη δουλειά μας για το οξυμένο μπαίνει και η αυτοτελής παρέμβαση της ΚΝΕ, έχουμε άλλα αποτελέσματα στη δράση μας. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε χώρους που μπροστά σε κάποιο οξυμένο πρόβλημα δουλέψαμε με τον παραπάνω τρόπο, δεν συναντήσαμε τόσο έντονα την απογοήτευση, ακόμα κι όταν τα αιτήματα που είχαμε θέσει δεν ικανοποιήθηκαν. Παράλληλα, από την παραπάνω συνδυασμένη δουλειά προέκυψαν μια σειρά από νέοι με πρωτοπόρα δράση, οι οποίοι σε ένα βάθος χρόνου οργανώθηκαν στην ΚΝΕ.

Ενας τέτοιος τρόπος δουλειάς σχεδιασμένος, που να πατά στον κάθε χώρο ξεχωριστά, με γνώμονα τις ανάγκες του κάθε φοιτητή, είναι αυτός που μπορεί να μας βγάλει μπροστά, να πρωταγωνιστήσουμε σε αγωνιστικές διεργασίες στο φοιτητικό κίνημα, ακόμα και σε χώρους με λίγες οργανωμένες δυνάμεις, σε χώρους που γενικά πιστεύαμε ότι ποτέ τίποτε δεν θα γίνει. Χρειάζεται βέβαια να μας απασχολήσει και το εξής, ενώ υπάρχει μεγάλο κομμάτι κόσμου που συσπειρώνεται στο πλευρό μας στο κίνημα, ο κόσμος στον οποίο γίνεται δουλειά προετοιμασίας για ένταξη στην ΚΝΕ είναι πολύ λιγότερος. Υπάρχει φόβος με έναν κόσμο για το πώς θα πάμε να κάνουμε ένα βήμα παραπάνω μαζί του, φοβόμαστε μήπως μετά από μια κουβέντα για να οργανωθεί στην ΚΝΕ, φοβηθεί και δεν συσπειρώνεται μαζί μας ούτε στο κίνημα. Χρειάζεται να ξεπεράσουμε τέτοιους φόβους, να λάβουμε υπόψη μας από ποια αφετηρία ξεκινά ο κάθε νέος που συσπειρώνεται στο πλευρό μας και ανάλογα με συγκεκριμένο σχέδιο να δράσουμε αυτοτελώς.

Βασικό ζήτημα για την υλοποίηση των παραπάνω είναι ο έλεγχος, η ίδια μας η πείρα επιβεβαιώνει πως όταν ξεφεύγει από το οργανωτίστικο, όταν δένεται με το σχεδιασμό, μπορεί να γίνει όπλο στα χέρια μας για την ολόπλευρη ισχυροποίηση του δυναμικού μας, για τη σχεδιασμένη δράση, για την αποτίμηση της πείρας, για την επίτευξη των στόχων που θέτουμε.

Το Κόμμα μάς δίνει όλα τα εφόδια ώστε πιο θαρρετά να βγούμε μπροστά, να συμβάλουμε με όλες μας τις δυνάμεις, για την ισχυροποίηση του Κόμματος, για δυνατό εργατικό κίνημα και κοινωνική συμμαχία, για την εξουσία - το Σοσιαλισμό.


Γιώργος Χατζηγεωργίου
Μέλος του Περιφερειακού Γραφείου ΑΕΙ Θεσσαλονίκης



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ