ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Γενάρη 2017
Σελ. /24
ΕΥΕΛΙΚΤΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Αντεργατικό οπλοστάσιο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου

Αποσπάσματα από την εισήγηση της Δώρας Σκουτέρη, δικηγόρου, μεταπτυχιακής φοιτήτριας Δημοσίου Δικαίου στο ΕΚΠΑ, στην ημερίδα της ΤΟ Δικαιοσύνης της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ

Η ανάγκη των εργαζομένων για μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους είναι ασυμβίβαστη με τις ανάγκες του κεφαλαίου για εδραίωση και γενίκευση της εργασιακής «ευελιξίας»
Η ανάγκη των εργαζομένων για μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους είναι ασυμβίβαστη με τις ανάγκες του κεφαλαίου για εδραίωση και γενίκευση της εργασιακής «ευελιξίας»
Συνεχίζοντας την παρουσίαση της εκδήλωσης - ημερίδας που πραγματοποίησε η ΤΟ Δικαιοσύνης της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ στις 5/12/2016, με θέμα «Η πάλη για την προστασία της λειτουργίας και δράσης των σωματείων», ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει σήμερα αποσπάσματα από την εισήγηση της Δώρας Σκουτέρη, δικηγόρου, μεταπτυχιακής φοιτήτριας Δημοσίου Δικαίου στο ΕΚΠΑ, με θέμα τις «ευέλικτες μορφές εργασίας».

***

Η έννοια της ελαστικότητας, της ευελιξίας δεν είναι καινούρια στο εργατικό δίκαιο, καθώς αποκλίσεις στις μορφές της εργασίας από τις λεγόμενες βασικές ρυθμίσεις και τους κανόνες του εργατικού δικαίου, αλλά με όριο πάντα την απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιωμάτων, υπήρχαν ανέκαθεν.

Αυτό που πρέπει να σημειωθεί ωστόσο είναι το γεγονός ότι οι ελαστικές μορφές εργασίας τις τελευταίες δεκαετίες σε πολλές περιπτώσεις τείνουν να αντικαταστήσουν ή και να εξαλείψουν τη σχέση εργασίας με τη μορφή την οποία γνωρίζαμε, αποτελώντας ξεκάθαρα πλέον ένα ισχυρό οπλοστάσιο στα χέρια του εργοδότη για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, όπως λέγεται, και στην ουσία για την εξυπηρέτηση των αναγκών του κεφαλαίου και μόνο.

Τα είδη της «ευελιξίας» στις μορφές εργασίας

Ανάλογα με τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται στη θεωρία και στη νομολογία, υπάρχουν ποικίλες όψεις της ευελιξίας στην εργασία, καθώς παρουσιάζουν μία πρωτόγνωρη ευρηματικότητα να κάνουν την εμφάνισή τους. Ετσι, για παράδειγμα, αναφερόμαστε στην «εξωτερική ευελιξία», η οποία αφορά στις προσλήψεις και την εξαγωγή της μισθωτής εργασίας ή στην «εσωτερική ευελιξία», η οποία συνδέεται με τους όρους της εργασίας.

Αλλα είδη ευελιξίας αποτελούν, ενδεικτικά, η λεγόμενη «ρυθμισμένη ευελιξία», η «μονομερής ευελιξία» (έτσι οι ν. 3385/00, 2639/98, 2874/00 βλ. όμως ν. 3846/10 άρθρο 7, 3996/11 αρ. 4).

Μία διάκριση ανάλογα με το περιεχόμενο είναι, για παράδειγμα, η λεγόμενη «ολική ευελιξία», στην οποία δεν εφαρμόζεται καθόλου η εργατική νομοθεσία και μιλάμε πλέον για την κατάργησή της, η «νόμιμη ευελιξία», η οποία είναι η θεσμοθετημένη ευέλικτη εργασία, ή η «παράνομη», όπως π.χ. η συνδεόμενη με την αδήλωτη εργασία, η οποία και αποτελεί μία από τις χειρότερες μορφές ευελιξίας.

1. Μερική απασχόληση

Μία από τις σημαντικότερες μορφές της ευέλικτης εργασίας αποτελεί η λεγόμενη μερική απασχόληση. Οι υπέρμαχοι της ύπαρξης της μερικής απασχόλησης ισχυρίζονται, ανάμεσα σε άλλα επιχειρήματα, ότι η μορφή αυτή ευέλικτης εργασίας αποτελεί τάχα προϊόν επιλογής των εργαζομένων και δη των γυναικών... Στην περίπτωση αυτή, ισχυρίζονται ότι ο ρόλος του κράτους θα έπρεπε να επικεντρώνεται στη θέσπιση των όρων, δηλαδή στο πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις επιτρέπεται η μορφή αυτής της εργασίας. Αναγνωρίζουν, μεταξύ άλλων, την έγγραφη συμφωνία και την ειδική αιτιολόγηση ως απαραίτητο πρόκριμα για την τυπική εγκυρότητά της.

2. Συμβάσεις ορισμένου χρόνου με άλλη μορφή

Σύμφωνα με την οδηγία 2008/104, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το νόμο 4052/2012, επιτράπηκαν διάφορες μορφές ευελιξίας της εργασίας, π.χ. η δυνατότητα να συνυπάρχει προσωρινή και μερική απασχόληση, η αλλαγή του έμμεσου εργοδότη, του τόπου και του αντικειμένου της εργασίας, η δυνατότητα που παρέχει ο νόμος στον άμεσο εργοδότη να είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, ακόμη και χωρίς άδεια ή χωρίς ένα ελάχιστο κεφάλαιο (ν.4093/2012 άρθρο 123 παρ. 1 και παρ. ΙΑ 8,2).

Αλλες μορφές ευέλικτης εργασίας αποτελούν η μονομερώς επιβαλλόμενη εκ περιτροπής εργασία, με πρόσκληση (on call) για απασχόληση μερικών ωρών ή με κυμαινόμενο ωράριο, ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης. Αυτές οι μορφές εργασίας έχουν κριθεί αντισυνταγματικές, καθώς μετακυλίουν τον επιχειρηματικό κίνδυνο στον εργαζόμενο (με την έννοια της επιχειρηματικής ελευθερίας), ενώ στην πραγματικότητα, αυτόν τον κίνδυνο τον φέρει ο εργοδότης.

3. Σύμβαση εργασίας με δοκιμή

Η σύμβαση εργασίας με δοκιμή εξυπηρετεί τα συμφέροντα του εργοδότη και του δίνει την ευχέρεια να απολύσει τον εργαζόμενο αλλά όχι με τους όρους και τις προϋποθέσεις της απόλυσης. Στη Γαλλία, όπου ισχύει το προαναφερόμενο καθεστώς, δυνατότητα καταγγελίας της σύμβασης οποτεδήποτε έχει και το έτερο συμβαλλόμενο μέρος, κάτι το οποίο θεωρείται ως έκφραση της ελευθερίας των συμβάσεων. Σε συμφωνία με τα ανωτέρω βρίσκεται και ο νόμος 3899/2010 άρθρο 17 παρ. 5 Α, ο οποίος συνδέει τη σύμβαση αορίστου χρόνου με δοκιμαστική περίοδο ενός έτους, εντός του οποίου επιτρέπει αζημίως στον εργοδότη, εφόσον το κρίνει, να απολύσει τον εργαζόμενο.

4. Ενα άλλο είδος, διαφορετικό από τις λεγόμενες «ευέλικτες μορφές εργασίας», αποτελούν οι λεγόμενες «ατυπικές» συμβάσεις (atypical or non standard contracts), οι οποίες έχουν δυσμενέστερους όρους από εκείνους της τυπικής σύμβασης εξαρτημένης εργασίας και αμοιβές αναλογικά μικρότερες από αυτές της τυπικής σύμβασης εργασίας. Aτυπικές μορφές εργασίας, για τις οποίες δεν τηρούνται οι όροι των τυπικών συμβάσεων, αποτελούν η παροχή εργασίας χωρίς έγγραφη σύμβαση εργασίας, η απασχόληση λιγότερο από δέκα ώρες εβδομαδιαίως, οι συμβάσεις ετοιμότητας, η απασχόληση διάρκειας μικρότερης των έξι μηνών.

Ο αντεργατικός κατάλογος δεν έχει τέλος...

Σχετικά με τα ανωτέρω, στη θεωρία και στην πρακτική των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων αναπτύσσεται και η λεγόμενη αμφισβήτηση της νομικής φύσης της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, όπου με πρόσφατη απόφαση, αυτή αντιμετωπίζεται ως «ένα είδος εμπορικής σύμβασης», η οποία διέπεται από τους κανόνες των κοινών συμβάσεων. Αναθεωρημένη εμφανίζεται πλέον και η έννοια του εργοδότη.

Σε απάντηση των κατηγοριών που δεχόταν η λεγόμενη flexibility («ευελιξία») στις εργασιακές σχέσεις, γεννήθηκε η λεγόμενη flexicurity («ευελφάλεια» ή «ευελιξία με ασφάλεια»), με σκοπό, όπως είπαν, να παρέχει δήθεν περισσότερη ασφάλεια στην εργασία και δη στον εργαζόμενο, αλλά και να επιτρέπει τη συνέχιση της ευελιξίας με σκοπό τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στις αγορές...

Αλλα ζητήματα ευέλικτης εργασίας αποτελούν η ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας, οι συμβάσεις για εργασία τα Σαββατοκύριακα, η συμφωνία για αμοιβή συναρτώμενη με την παραγωγικότητα του εργαζομένου, η σύμβαση μισθωτού - μετόχου. Μορφή ευέλικτης σχέσης εργασίας είναι και η απόσπαση εργαζομένων, η κατάρτιση συμβάσεων έργου, οι οποίες υποκρύπτουν συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας, οι λεγόμενες υβριδικές μορφές απασχόλησης, όπως π.χ. οι εργαζόμενοι με μπλοκάκια.

Τα κέρδη του κεφαλαίου πάνε πακέτο με την ένταση της ανασφάλειας των εργαζομένων

Ολες αυτές οι μορφές συμβάσεων, οι οποίες εμφανίστηκαν πριν από την κρίση και αποσκοπούσαν στην «ευελιξία» των αγορών, όχι μόνο δεν αντιμετώπισαν την ανεργία, αλλά χειροτέρεψαν τις εργασιακές συνθήκες, ενίσχυσαν την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα των εργαζομένων, καθώς και την απεμπόληση δικαιωμάτων τα οποία είχαν κατακτηθεί από τους εργαζόμενους με αγώνες και αίμα...

Επίσης, αρωγοί στη στήριξη της ευέλικτης εργασίας αποτέλεσαν μεταξύ άλλων: Τα ζητήματα διαπραγμάτευσης του κατώτατου ορίου του μισθού, ο οποίος μέχρι το 2011 καθοριζόταν με ελεύθερες διαπραγματεύσεις από τις Εθνικές Γενικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, ενώ ήδη με τους ν. 3845/10, 3863/10, και 4024/11 κυρίαρχη θέση πλέον στις διαπραγματεύσεις είχαν οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Ο ν.4046/12, και η πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου 6/12, με την οποία ανεστάλη η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση που ίσχυε έως τότε και πετσόκοψε τον κατώτερο μισθό. Οι νόμοι 4093/12 και 4172/13 με τους οποίους διακρίθηκαν οι εργαζόμενοι στους άνω των 25 και κάτω των 25 ετών κ.λπ., με τις συνέπειες που είχε αυτή η διάκριση.

Ακόμη, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η λεγόμενη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, με τις επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε βδομάδα μικρότερη του πενθήμερου, και ο τρόπος που υπολογίζονται πλέον οι μέρες ανάπαυσης (με το λεγόμενο μέσο όρο εργασίας), η νέα μορφή της υπερωριακής εργασίας, της οποίας η έννοια πλέον δεν ταυτίζεται με την υπέρβαση του ημερήσιου χρόνου αλλά με την ετήσια υπέρβαση του χρόνου εργασίας, οι μέρες ανάπαυσης, οι οποίες δεν αποτιμώνται πλέον εβδομαδιαίως, αλλά αθροίζονται συμψηφιστικά, οι λεγόμενες ομάδες εργασίας και η λεγόμενη 4η βάρδια, η οποία αναπληρώνει τους εργαζόμενους σε βάρδια το χρόνο που αυτοί έπρεπε να αναπαύονται και έτσι αποδεσμεύεται ο χρόνος εργασίας την Κυριακή, όλα αυτά χτίστηκαν σταδιακά και μεθοδευμένα για την κατοχύρωση μεταξύ άλλων και των λεγόμενων ευέλικτων μορφών εργασίας...



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ