ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Δεκέμβρη 2005
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Στη μάχη με μπούσουλα τις πραγματικές μας ανάγκες

Εργαζόμενοι μιλάνε στο «Ρ» για το άγχος της επιβίωσης, αναδεικνύοντας σαν μονόδρομο την πάλη με το διεκδικητικό πλαίσιο του ΠΑΜΕ

1.300 ευρώ κατώτερο μισθό, 52 ευρώ κατώτερο μεροκάματο. Τα αιτήματα του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος γραμμένα στο πανό της Ομοσπονδίας Τροφίμων και Ποτών
1.300 ευρώ κατώτερο μισθό, 52 ευρώ κατώτερο μεροκάματο. Τα αιτήματα του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος γραμμένα στο πανό της Ομοσπονδίας Τροφίμων και Ποτών
Με την τελευταία διετή Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) που υπέγραψε η συμβιβασμένη πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, ο κατώτερος μισθός διαμορφώθηκε από το Σεπτέμβρη του 2005 στα 591,18 ευρώ και το αντίστοιχο μεροκάματο στα 26,41 ευρώ. Πρόκειται για αποδοχές πείνας για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσει κανείς την ένταση της εκμετάλλευσης (βλέπε αύξηση της παραγωγικότητας), αλλά και τα τεράστια κέρδη που καταλήγουν στα χρηματοκιβώτια των εργοδοτών, όπως αποδεικνύουν και οι τακτικοί ισολογισμοί τους.

Μπροστά στη μάχη για την υπογραφή της νέας ΕΓΣΣΕ, ο εργοδοτικός κυβερνητικός συνδικαλισμός σηκώνει δημαγωγικά τους τόνους, κάνοντας λόγο για διεκδίκηση αυξήσεων που... θα καλύπτουν τις απώλειες από τον πληθωρισμό και την εντεινόμενη ακρίβεια. Πάντα όμως με κριτήριο τη διατήρηση και αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, για να μη θιχτούν τα υπερκέρδη των εργοδοτών. Για την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ είναι αδιάφορο αν μια εργατοοικογένεια μπορεί έστω και να επιβιώσει με ένα μισθό πείνας. Πόσο μάλλον αν μπορεί να ικανοποιήσει ανάγκες που ξεπερνούν την επιβίωση και σχετίζονται με τη μόρφωση, την ψυχαγωγία, το δημιουργικό ελεύθερο χρόνο, τη δημιουργία οικογένειας από τους νέους και τις νέες.

Η ικανοποίηση των σύγχρονων και πραγματικών αναγκών των εργαζομένων στον πυρήνα των διεκδικήσεων του ΠΑΜΕ
Η ικανοποίηση των σύγχρονων και πραγματικών αναγκών των εργαζομένων στον πυρήνα των διεκδικήσεων του ΠΑΜΕ
Σήμερα στο «Ριζοσπάστη» μιλάνε εργαζόμενοι που ζουν από πρώτο χέρι την καθημερινή ένταση της εκμετάλλευσης, την αγωνία του μεροκάματου, το ζόρι να τα «βγάλουν πέρα», τον πλήρη εγκλωβισμό τους στη διαδρομή «σπίτι - δουλιά, δουλιά - σπίτι» αφού «δεν υπάρχουν χρήματα». Μιλάνε για τις σύγχρονες και πραγματικές τους ανάγκες, για την αναγκαιότητα αυτές να αποτελέσουν τον μπούσουλα των διεκδικήσεων όλης της εργατικής τάξης μπροστά στη μάχη της νέας ΕΓΣΣΕ. Και δηλώνουν αποφασισμένοι με τα αιτήματα του ΠΑΜΕ να κατέβουν την ερχόμενη Τετάρτη στην πανεργατική απεργία και στις συγκεντρώσεις που διοργανώνει το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Πίσω από τα κάγκελα της «Σεξ Φορμ», οι εργάτριες, μετά από 24 χρόνια δουλιάς, αμείβονται με 720 ευρώ...
Πίσω από τα κάγκελα της «Σεξ Φορμ», οι εργάτριες, μετά από 24 χρόνια δουλιάς, αμείβονται με 720 ευρώ...
Αλλοι παράγουν και άλλοι θησαυρίζουν

Ενώ στις αυξήσεις των μισθών αποτυπώνεται ο εμπαιγμός που υφίσταται η εργατική τάξη, τα κέρδη των επιχειρήσεων εκτοξεύονται όλο και σε μεγαλύτερα επίπεδα. «Ολα δείχνουν ότι υπάρχουν δυνατότητες να γίνει αυτό που λέει το ΠΑΜΕ, να πάει ο βασικός μισθός στα 1.300 ευρώ», υπογραμμίζει ο Λευτέρης, 25χρονος εργάτης σε αλουμινάδικο.

«Για παράδειγμα, η τεχνολογία συμβάλλει στην αύξηση της παραγωγικότητας κι αυτό φαίνεται απ' την κερδοφορία των επιχειρήσεων». Τα κέρδη όμως που αυγαταίνουν τα καρπώνονται οι εργοδότες. «Αφού ο εργαζόμενος τα παράγει, αυτός δε θα έπρεπε να τα πάρει;».

Οι μισθοί μένουν καθηλωμένοι, απ' την άλλη όμως τα πάντα εμπορευματοποιούνται, η ακρίβεια μαστίζει: «Μόνο για να πάω να παίξω μια ώρα μπάλα με τους φίλους μου, πρέπει να πληρώσω 30-35 ευρώ την ώρα... Εχουμε φτάσει να παρακαλάμε για καμιά υπερωρία...» τονίζει ο νέος εργάτης. Με το μεροκάματο να κυμαίνεται μόλις στα 29-30 ευρώ, η δημιουργία οικογένειας - ακόμα κι αν είναι επιθυμία για ένα νέο άνθρωπο - γίνεται άπιαστο όνειρο. «Οχι, δε σκέφτομαι να κάνω οικογένεια. Ζορίζομαι να τα βγάλω πέρα μόνος μου, πώς να τα βγάλω πέρα με μια οικογένεια;».

Ούτε σκέψη για οικογένεια

Ακούγοντας τον Λευτέρη να μιλά, ο Λεωνίδας, 45χρονος εργαζόμενος σε φαρμακαποθήκη, σχολιάζει: «Τώρα ένας νέος που παίρνει το βασικό μισθό των περίπου 600 ευρώ, πώς να κάνει οικογένεια; Αυτή η κατάσταση σε κάνει να βλέπεις τη ζωή διαφορετικά, να μην κοιτάζεις μπροστά...».

Μετά από 25 χρόνια δουλιάς, ο Λεωνίδας συγκεντρώνει μαζί με τη γυναίκα του 2.000 ευρώ συνολικά έσοδα, καλύπτοντας τα έξοδα ίσα-ίσα. Οταν ο γιος του ήταν μαθητής, η οικογένεια χρειαζόταν 500 ευρώ κάθε μήνα μόνο για τα φροντιστήρια. «Ευτυχώς που πέρασε εδώ, φαντάσου να ήταν στην επαρχία, να ήθελε έναν ολόκληρο μισθό... Ερχονται στιγμές που ένας γονιός λέει είναι λάθος που έκανα παιδιά. Γιατί το θέμα είναι να μπορείς να τους προσφέρεις κάτι...».

Τα περιθώρια διαρκώς στενεύουν, όλο και περισσότερες ανάγκες προστίθενται στη λίστα με τις «απαραίτητες περικοπές». «Παλιά πήγαινα εκδρομές, τώρα πηγαίνουμε μια φορά το χρόνο κι αυτό γίνεται σα να είναι κανένα κατόρθωμα». «Δωρεάν υγεία δεν υπάρχει. Αν σου τύχει κάτι σοβαρό, πρέπει να βάλεις το χέρι βαθιά στην τσέπη για να πληρώσεις. "Υγεία" είναι να μη σου τύχει τίποτα...».

Οι δυο εργαζόμενοι εστιάζουν στις συνέπειες της ανταγωνιστικότητας. «Υπάρχει κι η αντίληψη ότι στις μικρές βιοτεχνίες δεν υπάρχουν άλλες δυνατότητες», εξηγεί ο Λευτέρης αναφορικά με τις αυξήσεις των μισθών. Η ουσία βέβαια είναι πως στην κούρσα του ανταγωνισμού για την επιβίωση στην «ελεύθερη αγορά», ο χαμένος είναι πάντα ο εργαζόμενος... Απ' την άλλη, προσθέτει ο Λεωνίδας, «όσο μεγαλώνει η ανεργία, μεγαλώνει κι η πίεση. Σου τσαμπουνάνε συνέχεια αυτό το παραμύθι, ότι αυτά δίνουμε, άμα δε σ' αρέσει υπάρχουν κι άλλοι...». Ο ανταγωνισμός μεγαλώνει την πίεση κι οι επιχειρήσεις «πρέπει να κόψουν κι από πού θα κόψουν; Απ' τον εργαζόμενο», σημειώνει με μια πικρή ειρωνεία.

Στις 14 του μήνα, δεν αρκεί κάποιος να απεργήσει. «Είναι βασικό να 'ναι ο κόσμος με το ΠΑΜΕ, γιατί οι ίδιοι που λένε ότι τίποτα δε γίνεται, δείχνουν ότι πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο. Κι αυτό φαίνεται απ' τη στάση τους, απ' αυτό π.χ. που έγινε πρόσφατα, όταν ασφαλίτες παρακολουθούσαν σύσκεψη του ΠΑΜΕ. Είναι καταδικαστέα σαν κίνηση, αλλά είναι "χρήσιμη" για κάποια συμπεράσματα...» καταλήγει ο Λευτέρης.

Δεν είναι μόνο οι μισθοί...

«Πάγια τακτική είναι ο νέος κάποια στιγμή, μόλις βρει δουλιά, να φεύγει από τους γονείς του για να μείνει μόνος του. Απόφαση ιδιαίτερα δύσκολη με τους σημερινούς μισθούς πείνας. Στη δική μου περίπτωση έφυγε ο πατέρας μου από το σπίτι, καθώς κατάφερε να φτιάξει ένα εξοχικό και μένει εκεί μόνιμα». Αυτό μας είπε ο Φώτης Μεσάδος, ο οποίος εργάζεται τον τελευταίο 1,5 χρόνο σε μια επιχείρηση για 510 ευρώ μισθό το μήνα και εκλέχτηκε για πρώτη φορά στη διοίκηση του Συλλόγου Εμποροϋπαλλήλων Αθήνας.

Είναι από τους «τυχερούς»... που έχει γλιτώσει το νοίκι βέβαια, όπως λέει ο ίδιος, «δεν υπήρχε περίπτωση να μείνω μόνος μου στο νοίκι. Εδώ και τώρα δε βγαίνω που μοιράζομαι τα έξοδα με τον αδερφό μου». Οπως είπε χαρακτηριστικά, είναι ζήτημα να του περισσεύουν 100 ευρώ το 15νθήμερο. Η διασκέδαση, ένα σινεμά, ένα βιβλίο είναι πολυτέλεια και για τον Φώτη. «Εδώ δεν μπορώ εδώ και μήνες να αγοράσω δεύτερο παντελόνι», λέει.

Πριν από αυτή τη δουλιά ο Φώτης δούλευε σε ένα βιβλιοπωλείο, όπου έπαιρνε λίγο υψηλότερο μισθό. Ομως σήμερα, το να διεκδικείς τα δικαιώματά σου, να αντιστέκεσαι στις εργοδοτικές απαιτήσεις είναι απαγορευτικό και έτσι απολύθηκε. Εζησε την ανεργία «καλά στο πετσί του» για πολύ καιρό μετά το στρατό. Οπως και για μεγάλο χρονικό διάστημα δούλευε ανασφάλιστος και όχι κάθε μέρα, αλλά όποτε τον είχε ανάγκη ο εργοδότης.

«Πολλές φορές τώρα αν "σκάσουν" όλοι οι λογαριασμοί μαζί δανείζομαι από τους γονείς για να τα βγάλω πέρα και τα επιστρέφω σε δόσεις», σημειώνει και συνεχίζει, «πού να έχεις προσωπική ζωή. Δε γίνεται. Ενας νέος άνθρωπος με τέτοιο μισθό θέλει τουλάχιστον 200 - 250 ευρώ για να νοικιάσει μια άθλια γκαρσονιέρα. Δε βγαίνει με τίποτα. Εννοείται ότι δεν υπάρχει και προοπτική να κάνεις οικογένεια. Είναι απαγορευτικό».

Ο Φώτης υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα σήμερα δεν είναι μόνο οι χαμηλοί μισθοί αλλά και τα άθλια ωράρια που ψήφισαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, οι εργασιακές σχέσεις λάστιχο που ψήφισαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ για να εξυπηρετήσουν τους εργοδότες, η μερική απασχόληση, οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, κλπ. «Αυτό που εξηγούμε εμείς στους νέους εργαζόμενους είναι ότι δεν είναι νομοτελειακό να ζεις στα όρια της εξαθλίωσης, τονίζει. Δεν είναι νομοτελειακό, από τη μια, ο πλούτος που παράγουμε να συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων και, από την άλλη, οι μισθοί μας συνεχώς να μειώνονται, η φτώχεια να αγκαλιάζει όλο και περισσότερο κόσμο. Υπάρχει διέξοδος και αυτή είναι η συσπείρωση και ο αγώνας. Τα αιτήματα που προβάλλουμε σαν σωματείο, που συσπειρώνεται στις γραμμές του ΠΑΜΕ, απαντούν στις σύγχρονες ανάγκες μας. Γι' αυτά πρέπει να δώσουμε τη μάχη. Για σταθερή και πλήρη εργασία για όλους. Για 35ωρο - 7ωρο - 5νθήμερο. Για 1.300 ευρώ κατώτερο μισθό, κλπ.».

Δυο δουλιές, μισή ζωή...

Ο Στράτος Ασλάνης, 25 ετών, έφυγε από τη Μυτιλήνη με προορισμό την Αθήνα για να σπουδάσει και να βρει μια δουλιά. Βέβαια και για τον Στράτο, όπως και χιλιάδες ακόμα νέους, τα όνειρα μετατρέπονται σε έναν καθημερινό εφιάλτη, καθώς εργοδοσία και κυβερνήσεις έχουν «μεριμνήσει», ώστε οι νέοι να μπαίνουν στην αγορά εργασίας με τις χειρότερες σχέσεις εργασίας και με μισθούς πείνας.

Ο Στράτος τελείωσε μια ιδιωτική σχολή μαγειρικής και στη συνέχεια έπιασε δουλιά σαν μάγειρας στο ξενοδοχείο «ΔΕΛΦΟΙ», στο κέντρο της Αθήνας με 620 ευρώ μισθό. Νοικιάζει ένα διαμέρισμα με 300 ευρώ, ενώ τα πάγια έξοδα μηνιαίως, δηλαδή ΔΕΗ, τηλέφωνο, νερό και φαγητό φτάνουν τα 200 ευρώ - όπως μας είπε - και ίσως να τα ξεπερνούν. «Εκείνη την περίοδο - δηλαδή πριν περίπου δυο χρόνια - έκανα και δεύτερη δουλιά, αυτή του σερβιτόρου, για 25 ευρώ, χωρίς ένσημα βέβαια, γιατί δεν έβγαινα με τίποτα». Στην ερώτησή μας αν είχε προσωπική ζωή μάς απάντησε: «Οχι βέβαια. Εκτός ότι δεν έβγαινα οικονομικά για να πάω μια βόλτα, να κάνω κάτι, δεν μπορούσα γιατί δούλευα από το πρωί μέχρι το βράδυ σε δυο δουλιές».

Μετά από ένα χρόνο, ο εργοδότης του Στράτου αποφασίζει να πουλήσει το ξενοδοχείο και απολύει όλους τους εργαζόμενους, οι οποίοι επαναπροσλαμβάνονται από τον νέο ιδιοκτήτη. «Τώρα με βάση την προϋπηρεσία μου παίρνω 720 ευρώ μισθό και δουλεύω πρωί και απόγευμα. Αυτό δε μου επιτρέπει να κάνω άλλη δουλιά». Ακριβώς γι' αυτό το λόγο, όπως είπε ο Στράτος, προσπαθεί να περιορίσει ακόμα περισσότερο τα πάγια έξοδά του. Δε βγαίνει σχεδόν ποτέ βόλτα. Με τους φίλους του συναντιέται μόνο στο σπίτι του». Στην ερώτηση αν πηγαίνει διακοπές μάς είπε: «Οχι βέβαια». Την προοπτική της οικογένειας δε θέλει να τη σκέφτεται, όπως είπε χαρακτηριστικά.

Ο Στράτος είναι γραμμένος στο σωματείο του, στο Σύνδεσμο Ξενοδοχοϋπαλλήλων Αθήνας και συμμετέχει ενεργά στις δραστηριότητές του. «Εμείς, όπως και συνολικά οι εργαζόμενοι που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, διεκδικούμε σήμερα 1.300 ευρώ πρώτο μισθό. Είναι ένας μισθός που μας επιτρέπει να ζήσουμε αξιοπρεπώς. Εκεί που μας οδηγούν εμάς τους νέους ανθρώπους δεν πρέπει να πάμε. Πρέπει να αλλάξουμε δρόμο. Η συσπείρωση στα σωματεία μας, στο ΠΑΜΕ, ο αδιάκοπος αγώνας είναι αυτός που μπορεί να αλλάξει την κατάσταση».


Ρεπορτάζ:

Γιώτα ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΗ - Αναστασία ΜΟΣΧΟΒΟΥ

720 ευρώ μετά από 24 χρόνια δουλιάς!

«Δε βγαίνουμε οικονομικά...». Αυτό είναι το θέμα που μονοπωλεί την κουβέντα στα «πηγαδάκια» που στήνουν κάθε πρωί οι εργάτριες της «ΣΕΞ ΦΟΡΜ» στο εργοστάσιο. Δε μιλούν μόνο για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν μετά από 3 μήνες επίσχεσης εργασίας. Μιλούν για τα αδιέξοδα που βιώνει η σύγχρονη εργατική οικογένεια, οι μισθοί των εργαζομένων δεν επαρκούν να καλυφθούν - πολλές φορές - ούτε οι στοιχειώδεις ανάγκες...

Η Κατερίνα δουλεύει στη «ΣΕΞ ΦΟΡΜ» για 12 χρόνια, κι όμως, ο μισθός της, μόλις που ξεπερνά τα 700 ευρώ. «Ενα 15ήμερο το δίνω για το ενοίκιο... Ο άνδρας μου είναι οικοδόμος, μια δουλεύει, μια δε δουλεύει. Πολλές φορές τύχαινε να 'χουμε και κάτι ατυχήματα - ο σύζυγος είχε σπάσει το πόδι του στην οικοδομή - και να δουλεύω μόνο εγώ. Και μ' αυτά τα χρήματα να πρέπει να περνά ολόκληρη οικογένεια...», εξηγεί στον «Ρ». Τα 720 ευρώ φτάνει κι ο μισθός της Πόπης. Μετά από 24 ολόκληρα χρόνια σκληρής εργασίας, η ψυχαγωγία μοιάζει πολυτέλεια. «Οταν ήταν τα παιδιά μου μικρά, κι ας είχαμε πάρει δάνειο, πηγαίναμε σε κανένα ταβερνάκι πού και πού. Τώρα...»

Οι εργάτριες «τα βάζουν κάτω»: «Μια 4μελής οικογένεια θέλει το μήνα 600 ευρώ για τον μπακάλη, για λαϊκή, για το χασάπη... Επειτα είναι το ρεύμα, το τηλέφωνο, το νερό, τα κοινόχρηστα, θες 300 ευρώ γι' αυτά...». Οσο για το νοίκι, η Κατερίνα, που πληρώνει 300 ευρώ για ένα δυάρι, θεωρείται «τυχερή». Ευτυχώς, το σπίτι είναι παλιό, διαφορετικά είναι πια πολύ δύσκολο να βρεις δυάρι με νοίκι κάτω από 350 ευρώ, λένε.

Στο νυχτοκάματο για την επιβίωση

Ο Παναγιώτης, που δουλεύει στη «ΣΟΦΤΕΞ» εδώ και 17 χρόνια, μπορεί για ορισμένους να θεωρηθεί «προνομιούχος». Ο μισθός του είναι 1.100 ευρώ, εργάζεται όμως σε πιο αντίξοες συνθήκες απ' ό,τι οι συνάδελφοί του. «Δουλεύω οπωσδήποτε εφτά φορές το μήνα νύχτα. Από τις 10 το βράδυ ως τις 6 τα χαράματα», εξηγεί. Το ωράριό του είναι κυλιόμενο. «Ενα Σαββατοκύριακο το μήνα είμαι βράδυ, ένα πρωί, και ένα απόγευμα...». Οι «υψηλές» αμοιβές του Παναγιώτη δεν αρκούν ασφαλώς για να ικανοποιήσει ένας εργαζόμενος βασικές του ανάγκες. Οι σκληρές εργασιακές συνθήκες που επιβάλλουν συχνά οι «ανάγκες της παραγωγής», εξασφαλίζουν στον εργοδότη τεράστια κέρδη. Από την άλλη, ο εργαζόμενος σακατεύεται αργά αλλά σταθερά, απ' την έντονη καταπόνηση, απ' τις διαταραχές που μπορεί να προκαλέσει η νυχτερινή εργασία στον ύπνο κλπ. μετρώντας τα ψίχουλα που εισπράττει.

«Από την ημέρα που το εργοστάσιο κάηκε (το 1992) και μετά, ουσιαστικά δεν είχαμε αυξήσεις...» λέει ο Παναγιώτης. Σήμερα που η «ΣΟΦΤΕΞ» βρίσκεται πια σε χέρια ιδιωτών, η εργοδοσία απειλεί διαρκώς με απολύσεις, προκειμένου εργολαβικά συνεργεία να δουλεύουν με προσωπικό που θα αμείβεται με μισθούς πείνας.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ