ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 10 Φλεβάρη 2017
Σελ. /24
Για την ενίσχυση της συντροφικής συζήτησης στο Κόμμα

Στην εποχή που η οικονομική κρίση του καπιταλισμού δείχνει τα δόντια της και η διέξοδος προς όφελος του συστήματος, του κεφαλαίου, υποσκάπτει το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης, γενικότερα του λάου, η πάλη του κοινωνικού υποκειμένου (εργατική τάξη + κοινωνικοί σύμμαχοι) που αντικειμενικά έχουν συμφέρον για την ανατροπή του, φέρνουν στο προσκήνιο νέα σύνθετα προβλήματα για αυτούς, που πρέπει να πάρουμε υπόψη μας, για την ενίσχυση της ταξικής πάλης στη χώρα μας.

Η απαξίωση της εργατικής δύναμης εκφράζεται στην οικονομική κρίση, με χιλιάδες απολύσεις εργατών από το κλείσιμο επιχειρήσεων, με την κατακόρυφη υποτίμηση της τιμής της εργατικής δύναμης (μισθούς, ασφαλιστικά, εργασιακά δικαιώματα), με την αύξηση της ανεργίας.

Παράλληλα, τμήματα των μικρομεσαίων αδυνατούν να συνεχίσουν την οικονομική τους δραστηριότητα, με αποτέλεσμα να πλασάρονται στους εκατομμύρια ανέργους, μαζί με νέους επιστήμονες, που επιταχύνεται η προλεταριοποίησή τους, μέσα από τη λεγόμενη «απελευθέρωση» επαγγελμάτων και τη διείσδυση του μεγάλου κεφαλαίου σε τομείς παροχής υπηρεσιών και κοινωνικών δομών.

Ολα αυτά έχουν σαν αποτέλεσα να δυσκολεύει ακόμα περισσότερο η ζωή της εργατικής τάξης, των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, τα αδιέξοδα να μεγαλώνουν, η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα να γενικεύεται.

Αυτή η κατάσταση αντικειμενικά επιβαρύνει μέλη και στελέχη του Κόμματος, αφού και οι ίδιοι τμήμα της κοινωνίας, ζούνε στο πετσί τους και ίσως με χειρότερο τρόπο τις συνέπειες των αντιλαϊκών, αντεργατικών επιλογών, με στόχο την ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου.

Τα μέλη και τα στελέχη του Κόμματος σαν συνειδητό κομμάτι της πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, δρουν πρωτοπόρα, δραστήρια, με στόχο την κοινωνική απελευθέρωση, την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Οντας οργανωμένοι στο Κόμμα της εργατικής τάξης, είναι επιφορτισμένοι με σύνθετα καθήκοντα και απαιτητικότητα αναλόγως τη χρέωση, που απορρέουν από το γενικό πολιτικό καθήκον, της ανασύνταξης του εργατικού - συνδικαλιστικού κινήματος, τη συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας, για την αντεπίθεση.

Τα μέλη και τα στελέχη του Κόμματος πρέπει να ανταποκριθούν σε αυτό το πολιτικό καθήκον και η αφοσίωσή τους σε αυτό πρέπει να διαπερνά τις ζυμώσεις και διεργασίες που κάνουν. Να γίνεται με ζωντανό, ουσιαστικό τρόπο, όχι σαν ένα τυπικό καθήκον που πρέπει να διεκπεραιωθεί και σαν δείκτης να φιγουράρει σε κάποιο οργανωτικό σχεδιάγραμμα. Οχι ότι δεν χρειάζονται και αυτά, για να ξέρουμε πού είμαστε, τι κάνουμε, πώς προχωράμε, πού και σε ποιους ακουμπάει η πολιτική μας.

Οι ζυμώσεις του σήμερα, πέρα απ' όλα τα άλλα, πρέπει να έχουν στόχο τη χειραφέτηση του λαού από την αστική πολιτική, αστική ιδεολογία, για την ταξική ενότητα των εργαζομένων, τη συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας, σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

Πολλές φορές, ενώ υπάρχει συμφωνία για όλα τα παραπάνω, όταν είναι να προχωρήσουνε στη ζωή, με βάση το γενικό σχέδιο που έχει η κάθε Οργάνωση, υπάρχει δυσκολία.

Πολλά στελέχη, κυρίως Τομεακών Οργανώσεων, μέλη ΤΕ, Γραμματείς, Γραφεία ΚΟΒ, ενώ έχουν τη διάθεση να προσφέρουν, πολλές φορές είναι πίσω από τις απαιτήσεις που χρειάζεται η ταξική πάλη σήμερα. Και δεν μιλάμε για το πόσο μελετάνε την πολιτική του Κόμματος καθημερινά, συστηματικά, κατά πόσο αφομοίωσαν το Πρόγραμμα του Κόμματος, τη στρατηγική του, που είναι στοιχεία και αυτά και σίγουρα δεν είναι όλα λυμένα.

Αυτά τα στελέχη αποτελούν σημαντικό κρίκο της συνολικής - γενικής δουλειάς του Κόμματος, στην κατεύθυνση της ενιαίας πολιτικο-ιδεολογικής, οργανωτικής δράσης και παρέμβασης. Χωρίς αυτό να έρχεται σε αντιπαράθεση με άλλους τομείς δουλειάς, που πρέπει να όλα να δρουν αλληλένδετα και ενιαία, στο βασικό στόχο, στη συγκέντρωση λαϊκών δυνάμεων, σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, για την ανατροπή.

Σε πολλά από αυτά τα στελέχη και όντας νέα στην ηλικία, η καθοδήγησή τους δεν φτάνει μόνο στο να τους αναθέτουμε καθήκοντα και να ελέγχουμε απλά την υλοποίησή τους. Πρέπει να σταθούμε περισσότερο και κυρίως σε αυτό που λέγεται ατομική συντροφική συζήτηση και να μάθουν και αυτά να δουλεύουν έτσι με τους συντρόφους που καθοδηγούν.

Πολλά στελέχη που έχουν δυνατότητες, διάθεση, στην πορεία χάνονται ή, η προσφορά τους είναι μειωμένη από αυτό που μπορούν, σε σχέση με αυτό που είχαν δείξει στο παρελθόν.

Δυστυχώς η καθημερινότητα και κυρίως σήμερα με την οικονομική κρίση να είναι αμείλικτη, αυτό αντικειμενικά αγγίζει και της γραμμές μας σε μέλη και στελέχη του Κόμματος.

Δεν πρέπει να βγάζουμε εύκολα συμπέρασμα, αν η δουλειά συντρόφων μένει πίσω, ή δείχνουν στην πορεία μειωμένη διάθεση για προσφορά, που πολλές φορές τους αφήνουμε στην τύχη τους και στο τέλος τους χάνουμε εντελώς και δεν ξέρουμε τι κάνουν, ενώ πριν τους είχαμε (μέλη ΤΕ, υποψήφιοι βουλευτές του Κόμματος, σε ΔΣ εργατικών σωματείων, επαγγελματικών σωματείων, αγροτικών - κτηνοτροφικών συλλόγων, υποψήφιοι σε τοπικές εκλογές κ.ά.). Δεν πρέπει να χάνεται έτσι ένας σύντροφος, χρειάζεται άλλη αντιμετώπιση, τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ δεν είναι με ημερομηνία λέξεως, δεν είναι αναλώσιμα.

Χρειάζεται να το βασανίσουμε περισσότερο, να ενισχύσουμε την συντροφική συζήτηση, να συζητήσουμε με συντρόφους, στελέχη, πέρα από τις συνεδριάσεις οργάνων, ΓΣ, ΚΟΒ, πώς ζει ο σύντροφος, αν εργάζεται, αν τα βγάζει πέρα, μπορεί να πληρώσει το ρεύμα, το νερό, το τηλέφωνο, πώς είναι το οικογενειακό του περιβάλλον, αν υπάρχουν άλλα προβλήματα όπως υγείας, πώς τα αντιμετωπίζει κ.ά. Είναι σημαντικά στοιχεία, που έχουν να κάνουν με την ψυχοδομή των δυνάμεών μας, που πρέπει να πάρουμε υπόψη και στον σχεδιασμό πριν αναθέσουμε καθήκοντα και καταμερίσουμε δυνάμεις.

Πολλές φόρες τα προσωπικά ζητήματα που βασανίζουν έναν σύντροφο δεν έρχονται στην Οργάνωση. Βαραίνουν όμως τον σύντροφο που έχει καθήκοντα στην Οργάνωση να τρέξει.

Ο σύντροφος δεν ανταποκρίνεται στα καθήκοντα του Κόμματος ή ανταποκρίνεται με ελαφρά τη καρδία, αφού τα προσωπικά του θέματα - ζητήματα τον πάνε πίσω, ενώ θέλει να προσφέρει. Ετσι εκτίθεται αρνητικά, με αποτέλεσμα αυτό να μην βοηθάει τον σύντροφο και στην τελική κανέναν, γιατί η κριτική και η αυτοκριτική που θα γίνει ενδεχομένως σε κάποιο Οργανο η στην ΚΟΒ, γίνεται με πολλή υποκειμενισμό, χωρίς να υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα και πολλές φόρες πέφτει πολύ «μαστίγωμα» ή «αυτομαστίγωμα» και χάνουμε την ουσία και αυτό που θέλουμε να βγει από μια κριτική ή αυτοκριτική κομμουνιστικών αρχών.

Πιστεύω αν αυτά τα ζητήματα κυρίως οι Επιτροπές Περιοχών τα έπαιρναν περισσότερο υπόψη, θα είχαμε πολλαπλάσιο κέρδος και οφέλη για τους στόχους και τους σκοπούς του Κόμματος.


Σαββίδης Παναγιώτης
Κατερίνη


Για τους αστικούς εκσυγχρονισμούς

Στη θέση 28 γίνεται λόγος για τους αστικούς εκσυγχρονισμούς που, σποραδικά, προσπαθεί να κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό, όμως, που δεν αναφέρεται, είναι η στάση που πρέπει να κρατήσει το Κόμμα απέναντί τους.

Από τους αστικούς εκσυγχρονισμούς που προσπάθησε να προωθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτός που συζητήθηκε περισσότερο από όλους ήταν - με διαφορά - η επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια. Με αφορμή τη στάση του Κόμματος σε αυτό, θέλω να πω τα εξής:

Η αστική τάξη σχεδόν ποτέ δεν έχει ενιαία στάση απέναντι στους αστικούς εκσυγχρονισμούς. Υπάρχει το φιλελεύθερο στρατόπεδο (της «ανοιχτής και δημοκρατικής κοινωνίας») που τους προωθεί, αλλά υπάρχει και το συντηρητικό στρατόπεδο (του «Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια») που στέκεται εναντίον τους. Αυτά τα δύο στρατόπεδα συγκρούονται σκληρά σε μία σειρά κοινωνικών ζητημάτων και των εκσυγχρονισμών που φέρνουν στο προσκήνιο (χαρακτηριστική ήταν η συζήτηση που έγινε στη Βουλή για το σύμφωνο συμβίωσης). Η αναγνώριση της ύπαρξης των δύο αυτών στρατοπέδων - και, βασικά, της σύγκρουσής τους - είναι ζωτικής σημασίας. Λόγω αυτής της σύγκρουσης, η αστική τάξη μπορεί να εγκλωβίζει λαϊκές δυνάμεις, δημιουργώντας ένα πολύ ισχυρό ιδεολογικοπολιτικό δίπολο. Ο ρόλος των κομμουνιστών είναι να απαντάνε προωθητικά, αναδεικνύοντας τι εξυπηρετεί το κάθε στρατόπεδο. Αυτό είναι κάτι που ΔΕΝ έκανε το Κόμμα στο συγκεκριμένο θέμα, καθώς η επιχειρηματολογία του απαντούσε μόνο στη φιλελεύθερη γραμμή (και όχι απόλυτα σωστά). Δεν νομίζω πως ήταν συνεπές να κατηγορούνται για προώθηση της αστικής ιδεολογίας ΜΟΝΟ τα κόμματα που υπερψήφισαν, υπονοώντας ενδεχομένως πως η ΝΔ και οι ΑΝΕΛ (που το Κόμμα δεν κράτησε ιδιαίτερες αποστάσεις από την επιχειρηματολογία τους) συγκρούστηκαν... με την αστική τάξη! Φυσικά, ξεκαθαρίζω πως δεν εντόπισα την παραμικρή ομοιότητα ανάμεσα στη θέση του Κόμματος (στην οποία τηρήθηκε μέχρι κεραίας η πολιτική ορθότητα) και στις σκοταδιστικές απόψεις που εξέφρασαν η Εκκλησία και η Χρυσή Αυγή, όπως χυδαία υποστήριξαν ορισμένοι. Ομως, αυτό το βρίσκω πάρα πολύ αυτονόητο για να θεωρείται και άξιο συγχαρητηρίων.

Οι κυβερνήσεις που κάνουν αστικούς εκσυγχρονισμούς δεν είναι προοδευτικές. Την αστική τάξη εξυπηρετούν, σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις συμμετέχουν και το εργατικό κίνημα καταστέλλουν. Χαρακτηριστικά αναφέρω πως το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες (αναμφίβολα ο πιο προωθημένος αστικός εκσυγχρονισμός και πάγιο αίτημα του Κόμματος από την ημέρα της ίδρυσής του), στην Ελλάδα το κατοχύρωσε η κυβέρνηση Πλαστήρα τον Μάιο του 1952, η ίδια κυβέρνηση που, λιγότερο από δύο μήνες πριν, εκτέλεσε τον Νίκο Μπελογιάννη. Προσωπικά, δεν θεωρώ πως οι κομμουνιστές βουλευτές της ΕΔΑ, που υπερψήφισαν τότε, έδωσαν συγχωροχάρτι στον Πλαστήρα για το ανελέητο κυνήγι μελών και στελεχών του Κόμματος. Αντίστοιχα, θεωρώ πως μέλη και φίλοι του Κόμματος που διαφώνησαν με τη στάση του στο Σύμφωνο Συμβίωσης, δεν έδωσαν συγχωροχάρτι στον ΣΥΡΙΖΑ για το μνημόνιο και τους φόρους, ή στο Ποτάμι για τις - πρωτόγονα αντιλαϊκές - προτάσεις του στα Εργασιακά, ή στο ΠΑΣΟΚ για την πολιτική του τόσα χρόνια ως κυβέρνηση.

Οι ίδιες κυβερνήσεις ενδέχεται να χρησιμοποιούν, με περισσή υποκρισία, τους όποιους αστικούς εκσυγχρονισμούς για να παρουσιαστούν ως ριζοσπαστικές, που συγκρούονται με τις παρωχημένες αντιλήψεις των προκατόχων τους. Το ίδιο κάνει και ο ΣΥΡΙΖΑ, που αξίζει να αναφέρουμε ότι, ως κυβέρνηση, έχει κάνει τα εξής:

Εχει επιλέξει σαν κυβερνητικό εταίρο τους - πιο συντηρητικούς από τη ΝΔ - ΑΝΕΛ, βουλευτές των οποίων, πολύ συχνά, έχουν προβεί σε προσβλητικά σχόλια ενάντια σε ομοφυλόφιλους και μετανάστες.

Οχι απλά δεν θίγει καθόλου το ζήτημα διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας (όπως ορθά αναφέρει η θέση 34), αλλά έφτασε και στο σημείο να καθαιρέσει, με απαίτηση της Εκκλησίας, έναν υπουργό Παιδείας (Φίλης) που θέλησε να προωθήσει έναν απλό εκσυγχρονισμό στο ζήτημα των θρησκευτικών στα σχολεία.

Αφού αποφυλάκισε ΟΛΑ τα στελέχη της ναζιστικής Χρυσής Αυγής που κατηγορούνται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, τους περιέφερε στα στρατόπεδα των ακριτικών νησιών ως «δύναμη του έθνους».

Το Κόμμα, δυστυχώς, αντί να επικεντρώσει σε αυτά τα σημεία την κριτική του, επέλεξε να τα θίξει επιφανειακά.

Οι κομμουνιστές πρέπει να δείχνουν στο λαό πως το κομμάτι της αστικής τάξης που προωθεί αυτούς τους εκσυγχρονισμούς δεν διακατέχεται από κανένα αίσθημα «κοινωνικής δικαιοσύνης». Σκοπός του είναι ο καλύτερος δυνατός εγκλιματισμός της πολιτικής του στις μεταβολές που υφίσταται η κοινωνία. Ούτε μπορεί να νιώθει ικανοποιημένη η εργατική τάξη με αυτούς, ούτε, φυσικά, είναι «βήμα προς τον σοσιαλισμό». Ομως, αρκετές φορές, μέσω αυτών των εκσυγχρονισμών, ευνοούνται ορισμένες ομάδες που υφίστανται σκληρή διπλή καταπίεση από την αστική κοινωνία, όπως οι γυναίκες και οι μετανάστες. Προφανώς και δεν επηρεάζεται η γενικότερη καταπιεστική φύση του καπιταλισμού, ενώ η διπλή καταπίεση δεν εξαφανίζεται, απλά αμβλύνεται. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι στις ΗΠΑ οι Αφροαμερικάνοι έχουν πάψει να υφίστανται διακρίσεις, λόγω της κατάργησης των ρατσιστικών νόμων που ίσχυαν μέχρι την δεκαετία του 1970. Ομως, είναι σίγουρο πως η κατάργηση αυτών των νόμων βελτίωσε τη ζωή τους σε σημαντικό βαθμό. Ως εκ τούτου, οι κομμουνιστές έχουν χρέος να σταθούν θετικά απέναντι σε μέτρα που βάζουν έναν φρένο στη ρατσιστική αντιμετώπιση κάποιων ανθρώπων, αναδεικνύοντας παράλληλα όρια και τυχόν αντιδραστικές πτυχές. Κάτι το οποίο, βέβαια, ΔΕΝ έκανε το Κόμμα στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Η αλήθεια είναι πως οι αστικοί εκσυγχρονισμοί, αρκετές φορές, γίνονται όπλο στα χέρια της αστικής τάξης (ακόμα και του συντηρητικού κομματιού της, που τους πολέμησε λυσσαλέα όταν τέθηκαν επί τάπητος) για την προώθηση αντιλαϊκών σχεδίων. Ας σκεφτούμε πόσες φορές οι ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες (ΗΠΑ, ΕΕ και - κυρίως - Ισραήλ) έχουν χρησιμοποιήσει την (ασύγκριτα καλύτερη, σε σχέση με τις ισλαμικές χώρες) θέση των γυναικών στο εσωτερικό τους ως όχημα για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών τους σχεδίων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι τα κομμουνιστικά κόμματα αυτών των χωρών έπρεπε να εναντιωθούν στη θεσμική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών. Σημαίνει, όμως, ότι σε συνθήκες κυριαρχίας του καπιταλισμού, ακόμα και το πιο προοδευτικό μέτρο θα έχει ορισμένες αντιδραστικές πτυχές.

Κλείνοντας, θέλω να επισημάνω πως όταν το Κόμμα αρνείται να ασχοληθεί με ένα ζήτημα, δεν σημαίνει πως δεν ασχολούνται μαζί του τα επιτελεία της αστικής τάξης. Τόσο οι φιλελεύθεροι αστοί, όσο και οι μεταμοντέρνοι αριστεριστές, πάντα θα παραμονεύουν να τραβήξουν με το μέρος τους τα πιο προοδευτικά τμήματα του λαού. Και όταν το Κόμμα δεν βάζει κάπου τη δική του λογική, το έργο τους γίνεται κατά πολύ ευκολότερο.


Αλέξανδρος Οικονομίδης
ΤΟ Α' Αθήνας της ΚΝΕ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ