ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 10 Νοέμβρη 2018 - Κυριακή 11 Νοέμβρη 2018
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ
Το παρελθόν διδάσκει

Η αναπαλαίωση του πολιτικού συστήματος, προκειμένου να ανακόψει την τάση απαξίωσής του στη λαϊκή συνείδηση, αποτελεί ένα από τα βασικά ζητούμενα της συνταγματικής αναθεώρησης

Icon

Η αναπαλαίωση του πολιτικού συστήματος, προκειμένου να ανακόψει την τάση απαξίωσής του στη λαϊκή συνείδηση, αποτελεί ένα από τα βασικά ζητούμενα της συνταγματικής αναθεώρησης
Διαχρονικά η συνταγματική αναθεώρηση αξιοποιείται για να εξασφαλίσει την κατοχύρωση σε νόμο των εκάστοτε γενικών επιδιώξεων της αστικής τάξης. Και μάλιστα σε συνταγματικό νόμο, που έχει τυπικά αυξημένη ισχύ και στη συνείδηση ευρύτερων λαϊκών μαζών ενέχει τη θέση του υπέρτατου, υπερταξικού, προς όφελος όλης της κοινωνίας νόμου, αποκρύπτοντας τον βαθιά ταξικό του χαρακτήρα, τη σύμφυσή του με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις της αστικής τάξης.

Φυσικά υπάρχουν συγκλίσεις ή αποκλίσεις των αστικών κομμάτων τη συγκεκριμένη στιγμή, ως αποτέλεσμα και των αντιθέσεων μέσα στους κόλπους της ίδιας της αστικής τάξης, όμως, σε κάθε περίπτωση, η αναθεώρηση του Συντάγματος αντανακλά ή και προωθεί τις νέες κάθε φορά ανάγκες του κεφαλαίου. Σε αυτήν την κατεύθυνση, όσο και να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους, συμπλέουν ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα. Γεγονός που επίσης δεν συμβαίνει πρώτη φορά. Αποτυπώθηκε, για παράδειγμα, ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, κατά την οποία, η αναθεώρηση της συντριπτικής πλειοψηφίας από τα 79 συνολικά άρθρα έγινε δεκτή από τα 4/5 του συνολικού αριθμού των βουλευτών.

Η πείρα του 2001

Στην προμετωπίδα της συνταγματικής αναθεώρησης του 2001 βρίσκονταν οι ανάγκες του κεφαλαίου για κατοχύρωση και προώθηση της απρόσκοπτης ένταξης στην ΟΝΕ και την Ευρωζώνη, της απελευθέρωσης μιας σειράς κλάδων της οικονομίας από την κρατική καπιταλιστική ιδιοκτησία. Επίσης, προκειμένου να επιτυγχάνεται δημοσιονομική σταθερότητα για να προχωράνε τα παραπάνω, στόχευε στη δραστική μείωση των δαπανών της κοινωνικής πολιτικής που υλοποιήθηκε μεταπολεμικά λόγω των αναγκών της διευρυμένης καπιταλιστικής αναπαραγωγής, με δεδομένη βέβαια και την πίεση από τις κατακτήσεις της Σοβιετικής Ενωσης, που λειτουργούσαν σαν φάρος για τα εργατικά - λαϊκά κινήματα των χωρών όλου του κόσμου. Οι παραπάνω στόχοι, που αποτελούσαν κοινό τόπο για ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, είχαν ως αποτέλεσμα τη διευρυμένη συναίνεση στη συντριπτική πλειοψηφία των διατάξεων στη συνταγματική αναθεώρηση του 2001.

Την ίδια στιγμή, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ τέθηκαν στη συζήτηση μια σειρά από προτάσεις και παρατηρήσεις, η απόρριψη των οποίων, σε συνδυασμό με μια σειρά αλλαγές σε διατάξεις προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι παραπάνω κατευθύνσεις, επιβεβαίωνε με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο τη σαφή τάση αντιδραστικοποίησης στην πορεία αναθεώρησης των Συνταγμάτων.

Ενδεικτικά αναφέρουμε:

  • Την άρνηση κατοχύρωσης του δικαιώματος της απεργίας αλληλεγγύης και της πολιτικής απεργίας.
  • Την αναφορά ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν μπορεί να τάσσονται υπέρ του ενός ή του άλλου κόμματος σε εκδηλώσεις που έχουν σχέση με τα καθηκόντά τους.
  • Την απαγόρευση του δικαιώματος για απεργία στα Σώματα Ασφαλείας και στους δικαστικούς.
  • Την κατάργηση ως κύριας ποινής του θεσμού της εκτόπισης, αλλά τη διατήρησή της ως επικουρικής, ως παρεπόμενης ποινής, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν στην περίπτωση ποινικοποίησης μιας πολιτικής, συνδικαλιστικής δραστηριότητας.
  • Τη θέσπιση των λεγόμενων Ανεξάρτητων Αρχών, οι οποίες λειτουργούν ως όργανα νομιμοποίησης της εξουσίας και των συμφερόντων του κεφαλαίου.
  • Τη λεγόμενη αποκέντρωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με σαφή στόχευση τη μεταφορά του οικονομικού βάρους κοινωνικών λειτουργιών στις πλάτες του λαού μέσω της αύξησης της φορολογίας.
  • Αλλά και τη σύσταση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, η οποία απέβλεπε στη θεσμοθέτηση της «ταξικής συνεργασίας» με το προσχηματικό επιχείρημα της ισότιμης συμμετοχής των εκπροσώπων της εργοδοσίας και των εργαζομένων (στην ίδια γραμμή και τα περί καθορισμού του κατώτατου μισθού από τους «κοινωνικούς εταίρους» στην τωρινή πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ).
Η πείρα του 2008

Τον στόχο της περαιτέρω ενσωμάτωσης της Ελλάδας στις διαδικασίες της καπιταλιστικής ενοποίησης στο πλαίσιο της ΕΕ, της εξάλειψης κάθε εμποδίου για την απρόσκοπτη επιχειρηματική δράση ώστε να συσσωρεύεται μεγαλύτερος πλούτος στα χέρια των μεγάλων επιχειρήσεων, για τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων εξυπηρετούσαν οι προτάσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στη συνταγματική αναθεώρηση του 2008. Χαρακτηριστική ήταν, για παράδειγμα, η κοινή στόχευση για μεταφορά νέων αρμοδιοτήτων του κράτους στην Τοπική Διοίκηση με τη συνεπαγόμενη επιβάρυνση των λαϊκών στρωμάτων. Ακόμα και οι όποιες αντιθέσεις τους διατυπώνονταν στο έδαφος της καλύτερης ικανοποίησης των αναγκών των επιχειρηματικών ομίλων (η αντίθεση του ΠΑΣΟΚ για παράδειγμα στην αναθεώρηση του Αρθρου 24 για τον δασικό πλούτο, με την αιτιολογία ότι η προϋπάρχουσα αναθεώρηση την περίοδο της διακυβέρνησής του ήταν επαρκής για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του κεφαλαίου). Τελικά, αναθεωρήθηκαν μόλις τρία και περιορισμένης σημασίας άρθρα (απαλείφθηκε το επαγγελματικό ασυμβίβαστο των βουλευτών, αναθεωρήθηκαν τα σχετικά με την ψήφιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού και θεσπίστηκε η πρόβλεψη λήψης μέτρων όχι μόνο υπέρ των νησιωτικών αλλά και των ορεινών περιοχών).

Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι δεν προχώρησε η αναθεώρηση στο εύρος των αρχικών επιδιώξεων, λόγω και διαφοροποιήσεων ηγετικών στελεχών των κομμάτων αυτών, άνοιξε τη συζήτηση στα αστικά κόμματα για την αναθεώρηση της ίδιας της αναθεωρητικής διαδικασίας, όπως αυτή προβλέπεται στο Αρθρο 110 του Συντάγματος.

Αποπροσανατολισμός και ενσωμάτωση

Η όλη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση στόχο έχει, πέραν των αναγκών της αστικής τάξης για θεσμική θωράκιση της καπιταλιστικής οικονομίας και του πολιτικού συστήματος, να αποπροσανατολίσει τους εργαζόμενους, τα λαϊκά στρώματα από τους πραγματικούς υπεύθυνους της επίθεσης που δέχονται. Γι' αυτό επίσης παρουσιάζουν τα φαινόμενα διαφθοράς αποκομμένα απ' τη συγκεκριμένη βάση που τα γεννά, τη λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας, ώστε να βλέπουν οι εργαζόμενοι το δέντρο και να χάνουν το δάσος. Ταυτόχρονα, συνεχίζει να ζυμώνεται στη συνείδησή τους ο υπερταξικός χαρακτήρας του Συντάγματος, ώστε να αποτελέσει κοινό τόπο, να ταυτιστούν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα με τους στόχους και τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Στην ίδια ρότα φυσικά και η έναρξη από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ της διαδικασίας της συνταγματικής αναθεώρησης. Στόχο έχουν εν προκειμένω, χωρίς να υποτιμάμε και τη δημιουργία εντυπώσεων προεκλογικού και επικοινωνιακού χαρακτήρα, την εξασφάλιση μέσω νόμων συνταγματικής ισχύος της μεγαλύτερης κυβερνητικής σταθερότητας και της αναπαλαίωσης του πολιτικού συστήματος, προκειμένου να ανακόψει την τάση απαξίωσής του στη λαϊκή συνείδηση. Γιατί, όσο πιο σταθερές είναι οι αστικές κυβερνήσεις και γενικότερα το αστικό πολιτικό σύστημα, τόσο καλύτερα ενορχηστρωμένη είναι και η επίθεση απέναντι στη ζωή και τα δικαιώματα των εργαζομένων, του λαού, της νεολαίας.

Αλλά αυτή η πρεμούρα για κυβερνητική και πολιτική σταθερότητα, για ευρύτερες συναινέσεις μεταξύ των αστικών πολιτικών δυνάμεων, δείχνει εκτός των άλλων την ανησυχία της αστικής τάξης και των κομμάτων της για τη διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια. Γι' αυτό τρέχουν οι «φρόνιμοι» να μαγειρέψουν πριν πεινάσουν. Ομως η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα έχουν τη δύναμη να τους πάρουν την μπουκιά από το στόμα, να πουν την τελευταία λέξη. Βάζοντας στο επίκεντρο τις δικές τους ανάγκες, με οργάνωση και πάλη για την ικανοποίησή τους, απέναντι στα συμφέροντα της αστικής τάξης και των κομμάτων της, στην αντιλαϊκή καταιγίδα που συνεχίζεται. Με ισχυρό ΚΚΕ, να αντιτάξουν τη δική τους δύναμη, μια ισχυρή κοινωνική συμμαχία, που θα βάλει στο στόχαστρο και θα νικήσει τον πραγματικό αντίπαλο, την αστική τάξη και τους συμμάχους, το κράτος και τους νόμους της.


Της
Μαρίνας ΛΑΒΡΑΝΟΥ*
*Η Μαρίνα Λαβράνου είναι μέλος του Τμήματος Λαϊκών Ελευθεριών και Δικαιοσύνης της ΚΕ του ΚΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ