ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 1 Μάρτη 2011
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΕΑΦΕ ΓΙΑ ΤΑ 68 ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΠΟΝ
Δυο κόσμοι σε διαρκή σύγκρουση

Η ομιλία του Γιώργου Μαργαρίτη στην εκδήλωση

Στιγμιότυπο από την εκδήλωση
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση
Στις 2 Φεβρουαρίου του 1943, στα ερείπια του Στάλινγκραντ, τα υπολείμματα της 6ης Γερμανικής Στρατιάς και των λοιπών στρατευμάτων από τις χώρες - δορυφόρους του Αξονα συνθηκολόγησαν. Η μάχη του Στάλινγκραντ, ο πρώτος αποφασιστικός για την έκβαση του πολέμου θρίαμβος του Κόκκινου Στρατού και ολόκληρου του αντιφασιστικού στρατοπέδου, πέρασε έτσι στην Ιστορία. Και, ταυτόχρονα, η ναζιστική «Νέα Ευρώπη» και το Τρίτο Ράιχ άρχισαν να ξεθωριάζουν και να χάνονται εκεί όπου οι λαοί του κόσμου οδηγούν τελικά την κάθε απάνθρωπη θεωρία και πολιτική.

Στις 18 Φεβρουαρίου 1943, στον απόηχο των όσων έγιναν στο μακρινό Στάλινγκραντ, στο κατάμεστο Παλάτι των Σπορ (Sportpalast) του Βερολίνου, ο Γιόζεφ Γκαίμπελς εκφώνησε τον τρομερό λόγο του για τον «ολοκληρωτικό πόλεμο». Το Ράιχ είπε, η Ευρώπη, ο κόσμος και δύο χιλιάδες χρόνια «δυτικού» πολιτισμού απειλούνταν από την κόκκινη θύελλα που ερχόταν από τα ανατολικά.

Ανάμεσα στον ευρωπαϊκό κόσμο και στα Σοβιέτ - και τους Εβραίους, μαζί τα έβαζε αυτά - στεκόταν μόνο, υπερασπιστής όλων των αξιών, το Ναζιστικό Κόμμα και ο Γερμανός στρατιώτης. Διαμέσου του τελευταίου, ο γερμανικός λαός έχυνε το πολύτιμο αίμα του για να σώσει όχι μόνο τη Γερμανία, το Ράιχ, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη, ίσως και τον κόσμο. Φαινόταν αυτονόητο, με τη λογική του Γκαίμπελς, ότι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι όφειλαν να δουλέψουν σκληρά για να στηρίξουν το γερμανικό ηρωισμό.

Ο Γ. Μαργαρίτης, στο βήμα της εκδήλωσης
Ο Γ. Μαργαρίτης, στο βήμα της εκδήλωσης
Η ομιλία του Γκαίμπελς δεν ήταν απλά μία επιχείρηση ανόρθωσης του μαχητικού πνεύματος των Γερμανών. Ηταν πραγματικό σάλπισμα συναγερμού για τις άρχουσες τάξεις της Ευρώπης, για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Οι εφιάλτες του τελευταίου είχαν όλοι το ίδιο θέμα, τον ίδιο παρονομαστή: Την επικράτηση των μπολσεβίκων, της προλεταριακής επανάστασης. Η ταξική κυριαρχία ρίχθηκε στο τραπέζι και το μήνυμα έγινε αποδεκτό, λίγο ή πολύ σε κάθε γωνιά της ναζιστικής Ευρώπης. Ο ελληνικός καπιταλισμός δε θα μπορούσε να απουσιάζει από τη μεγάλη σταυροφορία.

Για τον ελληνικό καπιταλισμό η περίοδος της ναζιστικής κατοχής αποτέλεσε μία μεγάλη ιστορική ευκαιρία. Βαθιά τραυματισμένος από τις καταστροφές του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και την απώλεια των θέσεών του στον πρώην οθωμανικό χώρο ή στη Ρωσία, από την κρίση του 1932, βρήκε στις ευκαιρίες της νέας πολεμικής περιόδου τρόπους να πετύχει μία σοβαρή συσσώρευση κερδών και κεφαλαίου. Πολλές ευκαιρίες ανοίγονταν μπροστά του. Οι κατακτητές ήθελαν πρώτες ύλες, δημόσια - στρατιωτικά δηλαδή - έργα, την τροφοδοσία και την εξυπηρέτηση των στρατευμάτων τους.

Ακόμα και από την απόλυτη δυστυχία του λαού μπορούσε να βγει κέρδος. Η βοήθεια του «Ερυθρού Σταυρού», που άρχισε να φθάνει στα λιμάνια της χώρας από το φθινόπωρο του 1942, άφηνε αξιοσέβαστα κέρδη σε όσους απολάμβαναν τα λεγόμενα «έξοδα διανομής». Εξυπακούεται ότι τα αγροτικά προϊόντα που λεηλατούνταν «επίσημα» μέσα από την «υποχρεωτική συγκέντρωση», τη «δεκάτη», το «παρακράτημα» ή απλά τη «δέσμευση» ή την «επίταξη», έμπαιναν και αυτά στο παιχνίδι της «αγοράς» - «άσπρης» ή «μαύρης».

Το επιχειρηματικό πνεύμα της ελληνικής πλουτοκρατίας δε δυσκολεύτηκε να βρει κοινό πεδίο συνεννόησης και συνεργασίας με τους κατακτητές, τους Γερμανούς ιδιαίτερα. Οι τελευταίοι εξάλλου φάνηκαν εξαιρετικά γενναιόδωροι. Εχοντας ευτελίσει τη δραχμή μέσα από γιγαντιαίες αναλήψεις - είτε για τα «έξοδα» κατοχής, είτε για το διακρατικό δάνειο της Ελληνικής Πολιτείας (έτσι την έλεγαν την Ελλάδα τότε) προς το Ράιχ - δέχθηκαν να ρίξουν στο Χρηματιστήριο της Αθήνας χρυσό - αρπαγμένο από άλλους άτυχους, από εβραϊκές κοινότητες και λεηλατημένες πρωτεύουσες - έτσι ώστε τα κέρδη να μπορούν να αποθησαυρίζονται σε κάτι πιο σταθερό και αξιόπιστο. Με τον τρόπο αυτό, γέμισαν με τόνους χρυσού και αργύρου τα θησαυροφυλάκια των Ελλήνων πλουτοκρατών.

Η οικονομική συνεργασία αποδείχθηκε ότι μπορεί να φέρει και την πολιτική σύμπνοια. Οι στρατηγοί του 1941 - η κυβέρνηση Τσολάκογλου - είχε ήδη αντικατασταθεί από μία πιο «πολιτική» αντίστοιχη, εκείνη του γιατρού Λογοθετόπουλου. Το μεγάλο βήμα, όμως, ετοιμαζόταν και δεν ήταν παρά η ανάληψη, στο όνομα των κοινών συμφερόντων, της διακυβέρνησης της Ελληνικής Πολιτείας από καθαρά «πολιτικά» πρόσωπα, γνωστά από παλιά και έμπιστα στην ελληνική πλουτοκρατία.

Η κυβέρνηση Ιωάννη Ράλλη περίμενε στο παρασκήνιο μέχρι να περατωθούν οι «δυσάρεστες εκκρεμότητες»: Η πρώτη ήταν η εκτόπιση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στα στρατόπεδα του θανάτου (η διαδικασία της μεταφοράς άρχισε στις 15 Μαρτίου), η δεύτερη ήταν η πολιτική επιστράτευση - ο διά διατάγματος εξανδραποδισμός του ελληνικού λαού. Μετά από αυτά, ο Ράλλης και πολλοί «παλαιοί πολιτικοί» ήταν έτοιμοι να αναλάβουν τα καθήκοντά τους. Οπως και τα ανέλαβαν, στις 7 Απριλίου 1943.

***

Το γάντι αυτής της πολύμορφης πρόκλησης, αυτής της βάναυσης επίθεσης, το σήκωσε ο ελληνικός λαός και ειδικά ο λαός της Αθήνας. Το γάντι αυτής της πρόκλησης, το σήκωσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Οχι! Δεν πρόκειται για άθελη σύγχυση της γλώσσας! Για το ίδιο πράγμα μιλάμε.

Οι εργαζόμενοι της Αθήνας και του Πειραιά, αυτοί οι υποψήφιοι δουλοπάροικοι της «πολιτικής επιστράτευσης», πραγματικά ξεσηκώθηκαν: Κατέβηκαν σε απεργίες, κατέβηκαν σε διαδηλώσεις - δεκάδες χιλιάδες αντιμετώπισαν τους στρατούς της κατοχής και τα «ελληνικά» - τρομάρα μας - σώματα ασφαλείας της Αστυνομίας του Αγγελου Εβερτ - κατέλαβαν κυβερνητικά κτίρια, συγκρούστηκαν και μάτωσαν στους δρόμους. Από την άλλη πλευρά, τίποτε από αυτά δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς το πολιτικό, το ταξικό εργαλείο: Το Κομμουνιστικό Κόμμα και τις οργανώσεις του.

Το ΚΚΕ, οι μαζικές οργανώσεις του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, του ΕΑΜ, οι γεμάτοι ενθουσιασμό και πάθος αγωνίστριες και αγωνιστές της νεογέννητης Ενιαίας Πανελλαδικής Οργάνωσης Νέων, της ΕΠΟΝ, ανέλαβαν τη μετάπλαση της λαϊκής οργής σε οργανωμένο, πειθαρχημένο, άρα αποτελεσματικό και νικηφόρο, αγώνα. Πίσω από τις συντονισμένες προσυγκεντρώσεις, πίσω από τις απεργίες, πίσω από τις εφόδους στο υπουργείο Εργασίας, υπήρχε σχέδιο, υπήρχε επιτελικός μηχανισμός, έτσι όπως γίνεται - μόνο έτσι γίνεται - στις μεγάλες μάχες. Τα καθοδηγητικά όργανα του ΚΚΕ και του ΕΑΜ κατηύθυναν τη μάχη - και φυσικά, ιδιαίτερη μνεία οφείλουμε σε αυτόν, ο «υπεύθυνος» των κινητοποιήσεων, ο δάσκαλος Νίκος Πλουμπίδης...

***

Τι άλλαξε στις μεγάλες κινητοποιήσεις της 24ης Φλεβάρη και προπαντός της 5ης Μάρτη 1943, σε σχέση με το παρελθόν; Με ποιον τρόπο οι μικρές επιμέρους επιτυχίες ή αποτυχίες των προηγούμενων μηνών οδήγησαν σε μεγάλη μετωπική σύγκρουση και στην πρώτη «στρατηγική» νίκη των εργαζομένων, του κινήματος της Αντίστασης;

Πολύς δρόμος είχε διανυθεί στους προηγούμενους μήνες: Από τις πρώτες αμήχανες κινητοποιήσεις του 1941, από το «ΕΑΜ - τσαρούχι», τη στεφάνωση των ανδριάντων, τις παρελάσεις των αναπήρων πολέμου. Ηρθαν μετά οι κινητοποιήσεις για το ψωμί, για τους μισθούς, για τα συσσίτια. Οι οργανωμένες δυνάμεις του ΚΚΕ, ασήμαντες ποσοτικά, αριθμητικά στην αρχή, έδωσαν τον τόνο, έδειξαν τον δρόμο, μπήκαν μπροστά μεγαλώνοντας το βήμα τους μήνα με μήνα.

Και μετά, ξαφνικά άλλαξαν τα μεγέθη: 60.000 απεργοί των Σεπτέμβριο του 1942, δεκάδες χιλιάδες απεργοί και διαδηλωτές το Δεκέμβριο, με τη νεολαία, μαθητές και φοιτητές, να ενώνεται μαζικά και να ενοποιεί τους επιμέρους αγώνες των επιμέρους κλάδων. Να ενοποιεί με το αίμα της: Μήτσος Κωνσταντινίδης και Γιώργος Φίλης της ΟΚΝΕ, οι πρώτοι νεκροί.

Στις 24 Φεβρουαρίου και στον ξεσηκωμό της 5ης Μαρτίου, το μεγάλο σχολείο των προηγούμενων κινητοποιήσεων έδωσε τα αγωνιστικά του πτυχία: Ο λαός, οι εργαζόμενοι, η νεολαία γνώριζαν πλέον το δρόμο. Εκατό χιλιάδες διαδηλωτές τον Φεβρουάριο στις 24 - ανεπανάληπτες σκηνές έξαρσης και συγκίνησης στην κηδεία του Κωστή Παλαμά στις 28 -, ίσως διακόσιες χιλιάδες τον Μάρτιο. Σύνταγμα, Ομόνοια, Πολιτικό Γραφείο του πρωθυπουργού, υπουργεία, υπηρεσίες και ειδικά το υπουργείο Εργασίας όπου σχεδιαζόταν ο εξανδραποδισμός, όλα τα προπύργια του κατοχικού κράτους, έπεσαν.

Τι και αν η Αστυνομία Πόλεων - το μηχανοκίνητο, η Ειδική Ασφάλεια - αιματοκύλισαν τους διαδηλωτές σκοτώνοντας δέκα άτομα στην είσοδο του υπουργείου Εργασίας. Τι και αν οι κατακτητές έβγαλαν στους δρόμους τα τεθωρακισμένα. Μπροστά στον ενωμένο και οργανωμένο λαό, τα φοβερά όπλα των ισχυρών τίποτε δεν καταφέρνουν. Τα σχέδια για την «πολιτική επιστράτευση» αποσύρθηκαν.

Και ο Ράλλης, μαζί του σύσσωμη η ελληνική πλουτοκρατία, βρήκε μια ακόμα ευκαιρία να τονίσει στους εκλεκτούς του συνομιλητές - που τύχαινε να είναι οι κατακτητές και δυνάστες της Ελλάδας - την ανάγκη να του εμπιστευτούν την εγχώρια αντικομμουνιστική σταυροφορία, επιτρέποντάς του να κτίσει στρατό για να κτυπήσει με φωτιά και με σίδερο τους κομμουνιστές και τους αντάρτες. Οι κατακτητές, ακόμα και οι Ιταλοί που μόλις είχαν πάθει στρατιωτική πανωλεθρία στον Φαρδύκαμπο, είδαν την ιδέα θετικά: Ο δρόμος για τη συγκρότηση «Ταγμάτων Ασφαλείας» και παρακρατικών «εθνικών» αντικομμουνιστικών οργανώσεων, τύπου «Χ», άνοιξε διάπλατα. Ο ΕΔΕΣ της Αθήνας, ο Γονατάς, ακόμα και ο μακριά ευρισκόμενος Πλαστήρας, ανέλαβαν το πρακτικό μέρος του ζητήματος.

***

Την ίδια ημέρα, στις 5 Μαρτίου, που η Αθήνα αγωνιζόταν στους δρόμους, πολύ μακρυά, στη δυτική Μακεδονία, ολοκληρωνόταν η μάχη του Φαρδύκαμπου. Ενα ολόκληρο ιταλικό τάγμα με πυροβολικό, 600 πολεμιστές του φασιστικού Imperio, παραδόθηκε στον ΕΛΑΣ και στους εξεγερμένους αγρότες.

Ο απέναντι κόσμος δεν άλλαξε τις συνήθειές του: Στις 4 Φεβρουαρίου, στο Χρηματιστήριο της Σοφοκλέους, έγιναν ανάρπαστες οι 48.000 χρυσές λίρες και τα 1.250.000 χρυσά εικοσόφραγκα - αυτό το ματωμένο χρυσάφι - που έριξαν οι Γερμανοί για να ανταποκριθούν στις επιθυμίες της ελληνικής πλουτοκρατίας. Στις 28 Φεβρουαρίου πουλήθηκαν άλλες 63.000 λίρες, στις 2 Μαρτίου 33.000, στις 3 Μαρτίου 1.700.000 χρυσά εικοσόφραγκα...

Τελικά, στις 5 Μαρτίου 1943, πιστοποιήθηκε αυτό που ήδη πολλοί διαισθάνονταν και που οι κομμουνιστές δεν κουράζονταν να διακηρύσσουν. Η Ελλάδα, ο κόσμος, ήταν χωρισμένος στα δύο. Στον κόσμο του κέρδους, του καπιταλισμού, της εκμετάλλευσης, του ιμπεριαλισμού, της σφαγής και του πολέμου. Και στον κόσμο της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας, στον κόσμο της εργασίας, του πατριωτισμού, της ισότητας, της λαϊκής εξουσίας, του σοσιαλισμού τελικά. Γύρω από το όποιο υπουργείο Εργασίας, ο αγώνας ήταν πλέον για την πολιτική εξουσία. Και συνακόλουθα για την ανατροπή του παλιού και το κτίσιμο ενός καινούριου κόσμου.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ