ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Δεκέμβρη 2006
Σελ. /32
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Συμπεράσματα από τη μάχη των τοπικών εκλογών τον Οκτώβρη του 2006

Στις Επιτροπές Πόλεων και Περιοχών η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε για τα αποτελέσματα των ψηφοδελτίων συνεργασίας ανάμεσα στο ΚΚΕ, το ΔΗΚΚΙ, την Κομμουνιστική Ανανέωση και την Παρέμβαση Αριστερών Πολιτών διακρίθηκε από πνεύμα πολιτικής ωριμότητας και ευθύνης. Είναι προϊόν της προσπάθειας που καταβλήθηκε από την ΚΕ για να οργανωθεί και να καθοδηγηθεί η μάχη με τα συγκεκριμένα προβλήματα και τις δυσκολίες που είχε. Με τις ιδιαίτερες συνθήκες που υπήρχαν σε κάθε περιοχή λόγω της τοπικότητας των ψηφοδελτίων και της ποικιλίας που εμφανίστηκε κυρίως από δήμο σε δήμο. Ωστόσο, υπάρχει ανάγκη να αυξηθεί ακόμα περισσότερο το πνεύμα απαιτητικότητας και αυτοκριτικής από το σύνολο των στελεχών και των οργάνων. Πριν απ' όλα το ζήτημα αφορά την ίδια την ΚΕ ώστε να διασφαλίζεται (κάθε φορά που ζούμε τις εμπειρίες μιας μεγάλης πολιτικής μάχης είτε είναι εκλογές είτε γενικότερης σημασίας αγώνες) η δυνατότητα να βγαίνουν ολοκληρωμένα αντικειμενικά συμπεράσματα. Να καταπολεμήσουμε κάθε πνεύμα εφησυχασμού και ωραιοποίησης. Η ανησυχία να μας διακατέχει ως παράγοντας δημιουργικότητας και μαχητικότητας. Υπάρχει ανάγκη να ξεφύγουμε από μια τάση περιγραφής των προβλημάτων, διαπιστώσεων, οι οποίες είναι σωστές και αντικειμενικές, όμως δε δίνουν κάτι περισσότερο, όταν δε στρέφεται η προσοχή πώς θα λύσουμε προβλήματα, τι να βελτιώσουμε, τι να δοκιμάσουμε, πώς να προχωρήσουμε. Τι έστω να κάνουμε ώστε να αντιμετωπιστεί μια σύνθετη και δύσκολη κατάσταση σε μια πορεία.


Η εμπειρία που αποκτάται να εμπλουτίζει και να βελτιώνει τη δράση μας, να μη γυρνάμε δηλαδή σελίδα σε μια μάχη που προσφέρεται για να βγουν συμπεράσματα. Αλλά χρειάζεται στη συνέχεια να εξασφαλίσουμε να αξιοποιηθούν στον τρόπο δουλιάς η θετική πείρα, γενικότερα τα διδάγματα. Η εμπειρία να μετατρέπεται σε εφαλτήριο αισθητής βελτίωσης της καθοδηγητικής μας δουλιάς και του προσανατολισμού δράσης μας στο κίνημα, στην εργατική τάξη, γενικότερα στους εργαζόμενους.

Οι Κομματικές Οργανώσεις βγαίνουν από τη μάχη αυτή πιο έμπειρες και ώριμες πολιτικά, δίνεται η δυνατότητα να γνωρίσουμε πιο συγκεκριμένα τις δυνατότητές μας, αλλά και τις δυσκολίες και ελλείψεις που έχουμε εντοπίσει στο 17ο Συνέδριο και οι οποίες είναι ακόμα παρούσες και μπροστά μας.

Η ΚΕ θεωρεί ότι, ανεξάρτητα από τα τελικά συμπεράσματα για τα εκλογικά αποτελέσματα, χρειάζεται να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας σε ζητήματα της καθοδηγητικής μας δουλιάς που από μια άποψη δεν είναι καινούρια. Αναδείχτηκαν πιο ανάγλυφα λόγω και των ιδιαίτερων απαιτήσεων που έχουν οι τοπικές εκλογές στην εξειδίκευση και προσαρμογή της γενικής μας πολιτικής γραμμής κατά χώρο. Αυτή είναι η αφετηρία και στη συνέχεια βεβαίως η μελέτη των αριθμητικών αποτελεσμάτων, που έχουν τη δική τους αξία.

Τα νέα στοιχεία της εκλογικής μάχης

Η εκλογική μάχη περιείχε και νέα στοιχεία σε σύγκριση με εκείνη του 2002. Ηταν πιο καθαρά ενταγμένη στην ταξική πάλη και αυτό φάνηκε με τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στο δεύτερο γύρο. Πέρα από την εναλλαγή στη διακυβέρνηση, το κυριότερο στοιχείο ήταν ότι στα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν έγιναν πολύ σημαντικά βήματα στην εξέλιξη του θεσμού και την προσαρμογή του στο γενικότερο πλαίσιο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Το θεσμικό πλαίσιο έχει αλλάξει εδώ και χρόνια με αφετηρία το 1994. Απαιτήθηκε χρόνος για να εμπεδωθούν οι αλλαγές και να εξακριβωθούν συγκεκριμένα οι επιπτώσεις τους. Στην εκλογική μάχη αντιμετωπίσαμε μια διαμορφωμένη κατάσταση που γενικά την είχαμε συνειδητοποιήσει, όμως δεν είχε εξακριβωθεί συγκεκριμένα και μέσα από την εμπειρία της κάθε οργάνωσης.


Στην τωρινή εκλογική μάχη έγινε πιο διακριτό και μαζικό το φαινόμενο των συγκοινωνούντων δοχείων ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και το ΣΥΝ, η ταξική αντιμετώπιση του Κόμματος και των δυνάμεων που υποστηρίζαμε. Επίσης το φαινόμενο των αναχωμάτων. Ακόμα πιο ευκρινώς, και σε μεγαλύτερη κλίμακα σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, φάνηκε ο ρόλος των επιχειρηματιών και των επιχειρηματικών συμφερόντων στη στήριξη των συνδυασμών, αλλά και στη συμμετοχή εκπροσώπων τους στα ψηφοδέλτια.

Ανεξάρτητα τι πρόβαλλαν οι συνδυασμοί που στήριζαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο ΣΥΝ, οι λεγόμενοι αντάρτες και ανένταχτοι, το υπόβαθρο της πολιτικής προπαγάνδας ήταν στραμμένο στα θέματα της λεγόμενης περιφερειακής ανάπτυξης με άξονα την αξιοποίηση των ΚΠΣ. Καλλιεργήθηκαν προσδοκίες γύρω από την προβολή έργων τουριστικής ανάπτυξης, η οποία προβάλλεται ως εναλλακτική λύση στο κλείσιμο επιχειρήσεων, στη δήθεν αντιμετώπιση της ανεργίας γενικά και πιο ειδικά των νέων, των γυναικών. Αυτή η προπαγάνδα είχε κεντρικό άξονα την αναγκαιότητα των υποδομών σε οδικά και άλλα δίκτυα για την υλοποίηση τοπικών έργων που, όπως είναι γνωστό, ιεραρχούνται και συνδέονται με τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Οι εξελίξεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και ο ρόλος ιδιαίτερα των δήμων στις συμπράξεις με τους επιχειρηματίες, η επιδίωξή τους να διευρύνουν ακόμα περισσότερο και σε μεγαλύτερη κλίμακα τις αρμοδιότητές τους σε θέματα Παιδείας, Υγείας, Πρόνοιας, η δημιουργία προσωρινών θέσεων εργασίας σε συνδυασμό με το θεσμό των πολύχρονων συμβασιούχων, η πολιτική του ρουσφετιού, οδηγούν πλατιές λαϊκές μάζες να προσδοκούν λύση έστω και προσωρινά σε κάποια προβλήματά τους, μέσα από τις ατομικές διασυνδέσεις και γνωριμίες.

Βασικό συμπέρασμα που επιβεβαιώνεται και μέσα από τις τοπικές εκλογές


Οσο δεν κερδίζει μαζικά έδαφος η πάλη και η αναγκαιότητα των θυσιών για την εναλλακτική λύση στο επίπεδο της εξουσίας, τόσο αντίστοιχα θα κερδίζει έδαφος και θα καλλιεργείται η τάση του συμβιβασμού στο μικρότερο κακό. Βεβαίως, η κατανόηση αυτού του ζητήματος δε θα γίνει αυτόματα ούτε πολύ περισσότερο αυθόρμητα. Πρόκειται για μια διαδικασία λίγο πολύ μακροχρόνια, άλλοτε θα προχωρά αργά και βασανιστικά, άλλοτε θα δημιουργούνται προϋποθέσεις να γίνονται πιο γρήγορες και πιο αποτελεσματικές διεργασίες. Σε ό,τι μας αφορά, όσο δηλαδή εξαρτάται από εμάς, πρέπει ακόμα περισσότερο να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στον επιτελικό σχεδιασμό που στηρίζεται στη βαθιά γνώση της πραγματικότητας και των εξελίξεων. Στη συστηματική προσπάθεια να εξετάζουμε τη δουλιά μας αυτοκριτικά και κριτικά, να πραγματοποιούμε δημιουργικό και συστηματικό έλεγχο ώστε να κατακτούμε ένα υψηλότερο επίπεδο ωριμότητας. Το θέμα είναι να κατακτήσουμε την απαιτούμενη ικανότητα, στο έδαφος της πολύμορφης ιδεολογικοπολιτικής και μαζικής πάλης για τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, στο έδαφος της σταθερής δουλιάς για συσπείρωση δυνάμεων και συνεργασίες, να στοχεύουμε στην ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης. Να αποκτούν οι εργαζόμενοι εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, να αντέχουν στις δυσκολίες, να αποκτούν επιμονή και υπομονή, απαιτητικότητα από τους εαυτούς τους στην πορεία του αγώνα.


Στις εκλογές αναδείχτηκε ακόμα πιο έντονα ο ρόλος των τοπικών μέσων ενημέρωσης στην προβολή και στήριξη των συνδυασμών που κινούνται στα πλαίσια της κυρίαρχης πολιτικής, υπηρετούν το δικομματικό πολιτικό σύστημα, τη λογική των αναχωμάτων. Πρόκειται για τοπικά μέσα ενημέρωσης που είναι στην άμεση υπηρεσία των επιχειρηματικών συμφερόντων, ελέγχονται από τα κόμματα εξουσίας. Δε βάζουν μόνο εμπόδια στην προβολή των δραστηριοτήτων του Κόμματος, κυρίως διαμορφώνουν συγκεκριμένη συνείδηση και στάση σε ευρύτερες λαϊκές μάζες, καθώς πολλά από αυτά έχουν μεγάλη κυκλοφορία.

Απέναντι σ' αυτές τις εξελίξεις φάνηκε ακόμα πιο έντονα η δυσκολία μας, παρά το γεγονός ότι έχουμε κάνει σχετική πρόοδο, κάθε οργάνωση στο χώρο της, κατά δήμο, κατά νομαρχία, να έχει επεξεργαστεί ένα συγκροτημένο μακροπρόθεσμο πρόγραμμα δράσης και διεκδικήσεων που να αντιπαρατίθεται στην κυρίαρχη πολιτική και στις τοπικές της εκφράσεις. Το πρόγραμμα συμβάλλει στην οργάνωση της αντεπίθεσης, καλλιεργεί την αναγκαιότητα ρήξης και συνολικής ανατροπής, καλύπτει το σύνολο των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων, οργανώνει την αντιπαράθεση με όλους τους φορείς και παράγοντες που υλοποιούν τοπικά την κυρίαρχη πολιτική.

Στην εκλογική μάχη φάνηκε, ακόμα μια φορά, ότι τα καθοδηγητικά όργανα και η ίδια η ΚΕ δεν ασκούν - με βάση τις σύγχρονες απαιτήσεις - συστηματικό έλεγχο της δράσης στα όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Δεν ελέγχεται συστηματικά η δράση των εκλεγμένων και γενικότερα των χρεωμένων στον τομέα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ενώ αρκετοί από αυτούς δεν καθοδηγήθηκαν με πληρότητα. Δεν έχουν αφομοιώσει τις θέσεις του Κόμματος όλοι οι εκλεγμένοι στα όργανα αυτά, με βάση τις σημερινές απαιτήσεις και τις αλλαγές που έχουν γίνει. Πρόσθετη δυσκολία έχουμε λόγω των μικρών δυνάμεων που διαθέτουμε στα όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αφού σε πολλούς δήμους και νομαρχίες δεν είχαμε κανέναν εκλεγμένο.


Από την προηγούμενη εκλογική μάχη έως σήμερα, ενώ συμβάλαμε στην ανάπτυξη αγώνων και κινητοποιήσεων, δεν καταφέραμε να ασκήσουμε πίεση στους αντίστοιχους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δεν μπορέσαμε συστηματικά να ξεσκεπάσουμε το ρόλο τους. Βεβαίως, η προπαγάνδα που αναπτύξαμε έχει διαμορφώσει σήμερα μια σημαντική παρακαταθήκη, έχουμε έδαφος για πετυχημένη δουλιά από εδώ και εμπρός.

Το πρόβλημα δεν πρέπει να το δούμε ως ζήτημα δράσης μας στα όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Συνδέεται με το πρόβλημα που τέθηκε πολύ συγκεκριμένα στο 17ο Συνέδριο για τη δράση μας στο μαζικό κίνημα (Ντοκουμέντα, σελίδες 213-216) και πώς την προσανατολίζουμε στις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής και γενικότερα της λαϊκής οικογένειας (σελίδα 193), πώς συγκεντρώνουμε την προσοχή μας στη νεολαία και γενικότερα στις νέες ηλικίες, στα νέα ζευγάρια (Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για τη δουλιά του Κόμματος στη Νεολαία και τις Νέες Ηλικίες - Η Στήριξη της ΚΝΕ).

Η γενική μας πολιτική γραμμή ήταν σωστή, εμπλουτίστηκε θετικά με συγκεκριμένες θέσεις στα βασικά λαϊκά προβλήματα, έγινε προσπάθεια να αναπτυχθεί η πολιτική συνεργασία στις τοπικές εκλογές.

Καλύτερα από άλλη φορά καταφέραμε να εδραιώσουμε τον πολιτικό χαρακτήρα των εκλογών, το σύνθημα τιμωρίας του δικομματισμού στο χαρακτήρα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στα μεγάλα λαϊκά προβλήματα. Αναπτύξαμε τη σημασία της πολιτικής των συνεργασιών, τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που απαιτούνται σήμερα ώστε αυτή να ενισχύεται, να εδραιώνεται.

Το βοηθητικό κείμενο που ετοιμάσαμε για τα προβλήματα του λεκανοπεδίου Αττικής αποτελούσε ένα συγκεκριμένο υπόδειγμα γενικότερης αξιοποίησης για το πώς έπρεπε να τεθεί το πολιτικό ζήτημα στην εκλογική μάχη. Συνέβαλε να διαμορφωθούν κριτήρια για την παρέμβασή μας στα λαϊκά προβλήματα που συνδέονται με το χαρακτήρα του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ο «Ριζοσπάστης» συστηματικά με μικρά σημειώματα έδινε βοήθεια για συγκεκριμένα ζητήματα και προβλήματα. Ενημέρωνε για τις θέσεις μας, βοηθούσε στον τρόπο που πρέπει να γίνεται κριτική στις απερχόμενες τοπικές αρχές, στους υποψήφιους των άλλων κομμάτων. Αδύνατο στοιχείο παραμένει ότι και στην καθημερινή μας δράση και σε περίοδο προεκλογικής μάχης δεν αρθρογραφούν τα στελέχη που έχουν άμεση εικόνα και πιο συγκεκριμένη πείρα δουλιάς, ώστε το ιδεολογικο-πολιτικό μας μέτωπο να γίνεται πιο ζωντανό και ολοκληρωμένο μέσα από την ίδια τη ζωή, με πιο χειροπιαστά και χτυπητά παραδείγματα. Πρόκειται για ένα χρόνιο ελάττωμα, που δεν το έχουμε ακόμα αποβάλει. Η μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών δύσκολα γράφει, είτε γιατί λείπει η εξάσκηση, είτε γιατί υποτιμάται αυτή η πλευρά της δουλιάς μας, κάτω από το βάρος των σύνθετων πολιτικών και πρακτικών καθηκόντων.

Σε γενικές γραμμές καταβλήθηκε σοβαρή προσπάθεια από την ΚΕ και τα καθοδηγητικά όργανα των Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών για να καθοδηγηθεί και να προσανατολιστεί το κομματικό δυναμικό και οι υποψήφιοι σ' αυτήν την κατεύθυνση εξειδίκευσης και προσαρμογής, να αναπτυχθούν συνεργασίες όσο τουλάχιστον εξαρτιόταν και από τη δική μας προσπάθεια. Με τις ειδικές συνεδριάσεις των οργάνων και συσκέψεις στελεχών και μελών του Κόμματος, με ανοιχτές συγκεντρώσεις ή συσκέψεις, έγινε μια πιο συστηματική προσπάθεια τη χρονιά αυτή να ετοιμαστούν οι δυνάμεις μας. Εντοπίστηκαν σε πολλές περιπτώσεις λάθη, έγινε προσπάθεια διόρθωσης και βελτίωσης. Πολύ καλύτερα, σε σύγκριση με το 2002, έγινε ενιαία δουλιά για το νομαρχιακό και δημοτικό ψηφοδέλτιο, σε λιγότερες περιπτώσεις συναντήσαμε δυσκολίες κυρίως από συνεργαζόμενους.

Η σωστή γενική πολιτική γραμμή αποτελούσε τον αναγκαίο όρο για να δώσουμε τη μάχη, όμως απαιτούσε παραπέρα εξειδίκευση και προσαρμογή κατά δήμο και νομαρχία, ώστε να ακουμπάει στις εμπειρίες των μαζών, στις συγκεκριμένες εκφράσεις που έπαιρναν τα προβλήματα κατά χώρο. Η εξειδίκευση και προσαρμογή δεν επιτεύχθηκε παντού με τον κατάλληλο τρόπο. Σε αρκετές περιπτώσεις γινόταν μηχανιστική μεταφορά των θέσεων, είτε με γενικολογία, είτε γλιστρούσε στον τοπικισμό. Τα φαινόμενα αυτά σε ορισμένες περιπτώσεις εκφράζουν και λαθεμένες απόψεις, δείχνουν ότι ακόμα ένα σημαντικό μέρος στελεχών και μελών του Κόμματος επηρεάζεται από εμπειρίες και αντιλήψεις για τις τοπικές εκλογές και το θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που δεν αντιστοιχούν στις σύγχρονες συνθήκες.

Υπάρχει δυσκολία να χωνευτεί η γενική πολιτική κατεύθυνσή μας, η στρατηγική του Κόμματος, όταν δεν έχει προηγηθεί μια συστηματική, σχετικά πιο μακροχρόνια, προσπάθεια και κυρίως όταν η πρακτική μας δράση γύρω από τα λαϊκά προβλήματα στο κλαδικό και τοπικό επίπεδο είναι αδύνατη σε σχέση με τις απαιτήσεις και ευκαιριακή.

Πού συγκεκριμένα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας με βάση και τα συμπεράσματα της εκλογικής μάχης

1. Στην ποιότητα και την έκταση των δεσμών μας στον τόπο δουλιάς και κατοικίας με τα εργατικά και γενικότερα τα λαϊκά στρώματα, με ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια και με κριτήριο τη δράση μας για τα λαϊκά προβλήματα. Από εδώ εξαρτάται και η πρόοδος στην πολιτική συσπείρωσης και συνεργασίας που στηρίζεται στη δράση για την άνοδο της ταξικής πάλης.

2. Στην ανάγκη να διαμορφωθεί ενιαία αντίληψη για το σύγχρονο περιεχόμενο των λαϊκών αναγκών, στην καταπολέμηση του τυπικού διαχωρισμού των προβλημάτων σε προβλήματα δουλιάς και κατοικίας.

3. Στη συστηματική προσπάθεια για την οργάνωση των λαϊκών μαζών ώστε να αποκτούν πείρα συμμετοχής, να συσπειρώνονται σε αντιιμπεριαλιστικούς αντιμονοπωλιακούς στόχους. Ο προσανατολισμός αυτός είτε υπάρχει στη γενικότητά του, είτε κατανοείται μονομερώς, είτε επηρεάζεται από εμπειρίες και αντιλήψεις που σήμερα έχουν ξεπεραστεί από τις εξελίξεις.

4. Δεν αρκεί να ξέρουμε τα προβλήματα, χρειάζεται να ξέρουμε πώς δρα και πώς κινείται ο αντίπαλος, οι μηχανισμοί του, το σύνολο δηλαδή των παραγόντων που διαμορφώνουν την κοινωνική, την πολιτική συνείδηση. Να δούμε ότι οι παλιοί κομματάρχες αντικαθίστανται από τους δημάρχους και δημοτικούς συμβούλους, αντίστοιχα στους εκλεγμένους στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση.

Δεν πρέπει να αγνοούμε την επίδραση που έχει στην ψήφο το εκτεταμένο δίκτυο ρουσφετολογίας, φανερό και αθέατο. Ωστόσο, το κύριο και βασικό είναι το επίπεδο της πολιτικής συνείδησης, η κατανόηση της ουσίας του πολιτικού προβλήματος, η πείρα που αποκτάται από τη συμμετοχή και την ανάληψη προσωπικών ευθυνών από τους ίδιους τους εργαζόμενους στην οργάνωση της πάλης. Αυτές είναι βασικές προϋποθέσεις που καλλιεργούν την ηθική και πολιτική αντοχή στην αντιμετώπιση του ρουσφετιού, της κινδυνολογίας, της μοιρολατρίας. Το πρόβλημα αυτό φάνηκε στο γεγονός ότι δεν έγινε συστηματική προσπάθεια να συγκροτηθούν εκλογικές επιτροπές και εκεί που συγκροτήθηκαν δεν έπαιξαν τον ενεργό ρόλο τους στη διεύρυνση της επαφής μας, στο να προσεγγίσουμε ευρύτερες λαϊκές μάζες.

Δεν αρκεί να λέμε τις θέσεις μας και να αναπτύσσουμε την κριτική μας στις άλλες πολιτικές δυνάμεις, χρειάζεται ταυτόχρονα να ξέρουμε πώς επηρεάζονται τα λαϊκά στρώματα από τα επιχειρήματα του αντιπάλου, από τους ελιγμούς του. Πρέπει π.χ. να γνωρίζει η κάθε οργάνωση στο χώρο της ό,τι εμφανίζεται ως αναπτυξιακός προγραμματισμός, πώς χρησιμοποιούνται τα κονδύλια των ΚΠΣ. Τα διάφορα κοινοτικά προγράμματα, τι προωθεί η περιφέρεια, η νομαρχία, ο δήμος, ποια έργα γίνονται και για ποιο σκοπό, με ποιους όρους και προϋποθέσεις.

Να παίρνουμε υπόψη την προβολή ορισμένων θέσεων του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ που καλλιεργούν την αντίληψη ότι μπορεί να υπάρξει ανακούφιση με τις θέσεις για κατώτατο εγγυημένο εισόδημα και σύνταξη, για ανώτατο πλαφόν στα επιτόκια. Να πάρουμε υπόψη ότι διεθνώς και στη χώρα μας αναζητούνται συνεχώς «μείγματα» διαχείρισης που θα διαμορφώνουν συμμαχίες της αστικής τάξης και των κομμάτων της με τμήματα της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων. Η κατάκτηση μιας τέτοιας γνώσης δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση, καθώς δεν έχουμε δυνάμεις παντού, λείπουμε από αρκετούς χώρους, δεν έχουμε καταφέρει σε όλη την κλίμακα του Κόμματος να διαμορφώσουμε όρους μελέτης και έρευνας, ώστε να προσανατολίζεται η δράση μας στο σύνολο των όρων που εξελίσσονται. Θέλει προσανατολισμό ώστε να ψάχνουμε και να γνωρίζουμε πράγματα δεδομένα που δεν είναι εύκολο να τα γνωρίζουμε με μια πρώτη ματιά. Η αστική προπαγάνδα, ο ρεφορμισμός και ο οπορτουνισμός δεν αντιμετωπίζονται μόνο με συνθήματα, ούτε επαρκεί η ιδεολογική δουλιά και ο εξοπλισμός. Πρέπει να αντιμετωπίζονται μαχητικά και μέσα στο μαζικό κίνημα. Η κυρίαρχη πολιτική και τα ιδεολογήματα που χρησιμοποιεί απαιτούν βεβαίως έντονο ιδεολογικό αγώνα, πολύ πιο οξυμένο σε σχέση με το παρελθόν, όμως αυτός δε φθάνει από μόνος του, όταν δε συνδυάζεται, με βάση τις σημερινές απαιτήσεις, με τη δράση για την ανάπτυξη πάλης, για την οργάνωση των μαζών στη διεκδίκηση αιτημάτων και στόχων που αφορούν τα οξυμένα προβλήματα δουλιάς, συνθηκών ζωής, τις σύγχρονες δηλαδή ανάγκες των εργαζομένων. Οταν δε συνδυάζεται κατάλληλα με το σχεδιασμό της συσπείρωσης δυνάμεων στα διάφορα μέτωπα πάλης.

Η εκλογική μάχη ανέδειξε πιο συγκεκριμένα ορισμένα προβλήματα που χρειάζεται να τα αντιμετωπίσουμε με αποφασιστικότητα έως το επόμενο συνέδριο.

1. Την αναντιστοιχία ανάμεσα στην κοινωνική σύνθεση των γραμμών μας και τις εξελίξεις στην κοινωνικοταξική δομή και ιδιαίτερα στη σύνθεση της εργατικής τάξης.

2. Να πάρουμε υπόψη τις αλλαγές που γίνονται στον τόπο διαμονής, τα νέα αστικά κέντρα που συγκεντρώνουν πληθυσμό, όποιες αλλαγές συμβαίνουν στη διάταξη των βιομηχανικών επιχειρήσεων και στη χωροταξική κατανομή τους.

Το κυριότερο είναι ότι η πολιτική επαφή με τον περίγυρο αυτό δεν υπηρετείται μόνο με τη μορφή ευκαιριακής πολιτικής καμπάνιας. Η δουλιά σπίτι σπίτι, με το μοίρασμα υλικού κάτω από την πόρτα, ή, έστω, με μια συζήτηση στο πόδι, δε φέρνει σοβαρά αποτελέσματα. Δεν επαρκεί ούτε η μορφή της περιοδείας έξω και μέσα στους τόπους δουλιάς, καθώς δεν προσφέρεται για ουσιαστική αναλυτική συζήτηση. Να διευρύνουμε τους δεσμούς μας με κοινωνικοταξικά κριτήρια και ηλικιακά, αλλά και κριτήριο την ανάγκη εξειδίκευσης της δράσης στις γυναίκες, στα νέα ζευγάρια. Με την κατάλληλη προσαρμογή και εξειδίκευση στις ηλικίες 18-25 και στις ηλικίες 25-45, που αντιμετωπίζουν πιο οξυμένα προβλήματα, είναι μακριά από την επίδραση των αξιών της Εθνικής Αντίστασης και των κατοπινών αγώνων. Διακατέχονται από εμπειρίες και βιώματα της περιόδου νίκης της αντεπανάστασης.

Ο εργατόκοσμος απαιτεί από εμάς κάτι διαφορετικό, σε σύγκριση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Κυρίως, θέλει να μας βλέπει συνεχώς κοντά του, στα προβλήματά του, στις αγωνίες του. Ολόκληρες εργατικές οικογένειες, λαϊκά στρώματα, αφήνονται έρμαια στους μηχανισμούς και στην προπαγάνδα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, στην υποσχεσιολογία, στην καλλιέργεια κλίματος αναμονής ότι το άμεσο μέλλον θα είναι καλύτερο. Σε κάθε γειτονιά πρέπει να σκεφτούμε τρόπους επαφής και οργάνωσης, μορφές έκφρασης και εκδήλωσης αλληλεγγύης, που, βεβαίως, δεν έχουν καμία σχέση με τη λεγόμενη πολιτική της φιλανθρωπίας των χορηγών και της Εκκλησίας. Αναφερόμαστε σε τρόπους επικοινωνίας και οργάνωσης, που ο κάθε άνθρωπος, η κάθε λαϊκή οικογένεια δε θα νιώθει μόνη. Θα συνειδητοποιεί ότι η καλύτερη αλληλεγγύη αναπτύσσεται στους κόλπους του κινήματος.

3. Να εξασφαλίσουμε την ανάπτυξη και ανάδειξη του τύπου του στελέχους που απαιτούν οι σύγχρονες συνθήκες και η ανάγκη κατάκτησης μεγαλύτερης ικανότητας στην προώθηση της στρατηγικής του Κόμματος. Κριτήριο της απόδοσης του κάθε στελέχους είναι πόσο καταφέρνει να προσανατολίζει σωστά τη δράση του κομματικού δυναμικού, να βοηθά την ανάπτυξη της πρωτοβουλίας, να ωθεί στην άνοδο της οργάνωσης, της συσπείρωσης, της ανάπτυξης των αγώνων, της μαχητικής δράσης. Το 17ο Συνέδριο, ανάμεσα στα άλλα, έθεσε το ζήτημα ότι τα στελέχη πρέπει να συνδυάζουν πολλαπλές και ολόπλευρες ικανότητες και σ' αυτήν τη βάση να αποκτούν την εξειδίκευση που χρειάζεται στα συγκεκριμένα καθήκοντα χρέωσης. Δίχως γενικότερη θεώρηση των πραγμάτων, τη γενικότερη πείρα, δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί και η ικανότητα προσαρμογής και εξειδίκευσης.

Η ΚΕ να δώσει ακόμα μεγαλύτερη προσοχή στη βοήθεια των στελεχών, ώστε να συνδυάζουν τη συμμετοχή στην εσωκομματική δουλιά με τη δράση τους στο κίνημα. Να αυξήσουμε την απαιτητικότητα από τον εαυτό μας και τους συντρόφους που καθοδηγούμε στην κατάκτηση της συλλογικής και της προσωπικής γνώσης των προβλημάτων της ταξικής πάλης, της μαζικής πολιτικής δράσης. Ανεξάρτητα από τον ιδιαίτερο καταμερισμό δουλιάς, να μετέχουν όλα τα στελέχη ενεργά στη μαζική πολιτική προπαγάνδα. Να παρεμβαίνουν παντού, όπου οξύνεται η δυσαρέσκεια και η διεκδίκηση, είτε στον τόπο δουλιάς, είτε σε τόπο κατοικίας. Να βελτιώνουμε με πνεύμα δημιουργικής ανησυχίας την ικανότητα επικοινωνίας με τις λαϊκές μάζες του χώρου ευθύνης μας. Να δίνουμε βάρος όχι μόνο στην αύξηση της προσωπικής μας δράσης και συμβολής, αλλά, πάνω από όλα, να συμβάλλουμε στην ανάπτυξη της συλλογικής δουλιάς και πρωτοβουλίας. Να κατακτήσουμε, δηλαδή, κινητοποιητική και συσπειρωτική ικανότητα.

4. Δεν καταφέρνουμε να μελετάμε σε βάθος τις τάσεις που εμφανίζονται, να τις εντοπίζουμε έγκαιρα, ώστε έγκαιρα να διορθώνουμε, να επικεντρώνουμε εκεί που πρέπει. Το κύριο και βασικό είναι να αναπτύξουμε μεγαλύτερη ικανότητα στον εντοπισμό των διαθέσεων, πράγμα που δε θα το πετύχουμε προεκλογικά, αν δεν έχει προηγηθεί η συστηματική δουλιά με τις λαϊκές μάζες, η ανάπτυξη συστηματικών ιδεολογικοπολιτικών δεσμών στη δράση για τα λαϊκά προβλήματα. Είναι φανερό ότι η γενική καμπανιακή ευκαιριακή δουλιά δε μας βοηθάει να μπαίνουμε πιο βαθιά στο πώς σκέπτονται οι εργαζόμενοι, και, πριν απ' όλα, ο περίγυρός μας. Κριτήριο για την απόδοση του στελέχους, αλλά τελικά και του κάθε μέλους του Κόμματος, είναι πώς, στο μέτρο των ευθυνών του, μελετά συνεχώς την προσπάθεια που πρέπει να γίνει, ώστε να γίνονται θετικές διεργασίες στη συνείδηση των εργαζομένων, να δημιουργεί προϋποθέσεις και δυνατότητες απεγκλωβισμού των λαϊκών μαζών. Με αυτόν τον τρόπο, θα γίνεται δυνατό να συσπειρώνονται νέες δυνάμεις δίπλα στο Κόμμα, ή σε μέτωπα πάλης που προωθεί το Κόμμα. Ετσι, θα γίνεται δυνατό σε εκλογικές μάχες, σε αρχαιρεσίες, να διευρύνονται και τα ψηφοδέλτιά μας.

5. Αποκτά πρώτη σημασία η διάδοση του «Ριζοσπάστη», η κυκλοφορία του οποίου δεν ανέβηκε στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Είναι ζήτημα προσανατολισμού και σκληρής επίμονης προσπάθειας να κατανοηθεί ότι δίχως τον «Ριζοσπάστη» είναι αδύνατη η πετυχημένη προπαγάνδα, η ολόπλευρη γνώση στο σύνολο των προβλημάτων, ο προσανατολισμός και η εξειδίκευση στη μαζική δράση. Η χαμηλή κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη», η μη συστηματική μελέτη του ως καθημερινού οδηγού, αλλά και πηγής διαμόρφωσης του προσωπικού αρχείου του κάθε στελέχους και μέλους οδηγεί σε μιαν άγονη καμπανιακή πρόχειρη δουλιά, που δε φέρνει τα απαιτούμενα αποτελέσματα.

Εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος

Τα αριθμητικά αποτελέσματα σε ψήφους στις νομαρχίες και τους δήμους, ο συσχετισμός δύναμης που διαμορφώθηκε οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ διατηρούν ως άθροισμα, αλλά και το καθένα κόμμα χωριστά, υψηλή ικανότητα ποδηγέτησης και εγκλωβισμού της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων στη στρατηγική τους, παρά το γεγονός ότι έχουν οξυνθεί τα λαϊκά προβλήματα και είναι δεδηλωμένη η λαϊκή δυσαρέσκεια και αγανάκτηση. Δεν μπορεί να γίνουν θετικές διεργασίες και ανακατατάξεις, στο έδαφος των οποίων θα σημειωθεί μια αισθητή αύξηση της δύναμης και της ισχύος του Κόμματος, όσο δε διαμορφώνεται ένα διακριτό και δυναμικό εργατικό και λαϊκό ρεύμα, αποφασισμένο να έρθει σε ρήξη, να καταθέσει θυσίες και να οδηγήσει στην ανατροπή του σημερινού πολιτικού συσχετισμού, στην αμφισβήτηση της σημερινής πολιτικής υπέρ μιας αντικειμενικά διαφορετικής φιλολαϊκής εξουσίας. Η λαϊκή δυσαρέσκεια δεν είναι μόνον εγκλωβισμένη στα δύο κόμματα, παραμένει εγκλωβισμένη στην απογοήτευση, στην έλλειψη εμπιστοσύνης στη δύναμη της ταξικής πάλης, στην άγνοια ή και στο φόβο και την επιφύλαξη ότι ο άλλος δρόμος εξέλιξης είναι και ρεαλιστικός και αναγκαίος. Το ζήτημα δεν είναι να πειστεί όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος των εργατικών, των λαϊκών στρωμάτων για την αντιλαϊκότητα της πολιτικής της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά να πειστούν για την αναγκαιότητα ανατροπής τους.

Ο δικομματισμός, ταυτόχρονα, εμφανίζει ευάλωτα στοιχεία, που δεν πρέπει να τα υποτιμήσουμε, όπως: Εχει μεγαλώσει το ποσοστό του λαού που συμφωνεί ότι δεν υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα. Και τα δύο κόμματα είχαν έστω μια ορισμένη μείωση ψήφων και ποσοστών, σε σχέση με τις δημοτικές και βουλευτικές εκλογές. Η μείωση που εμφάνισε η ΝΔ δεν απορροφήθηκε από το ΠΑΣΟΚ, που είχε αυτόν το στόχο ώστε να εμφανίσει πορεία ανάκαμψης και διεκδίκησης της διακυβέρνησης. Το μεγαλύτερο μέρος της αποχής, εκεί που εμφανίστηκε, όπως και το μεγαλύτερο μέρος των άκυρων αφορούσε πριν απ' όλα τα δύο αυτά κόμματα. Ενα μέρος της δυσαρέσκειας προς τα δύο κόμματα του συστήματος εγκλωβίστηκε στα αναχώματα. Συνολικά, δηλαδή, εμφανίζονται τάσεις απεγκλωβισμού που όμως δεν είναι στέρεες, είναι δυνατόν να εγκλωβιστούν σε ρεφορμιστική και οπορτουνιστική κατεύθυνση στην πορεία, ή και να ανασταλούν, στο βαθμό που διαμορφώνεται κλίμα ντέρμπι με ό,τι συνεπάγεται για τη λεγόμενη κυβερνητική σταθερότητα.

Σήμερα, μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι το εκλογικό αποτέλεσμα περικλείει μια ορισμένη δυναμική ανόδου για το Κόμμα, πράγμα που κυρίως αντλείται ως συμπέρασμα από τα αποτελέσματα στο επίπεδο της υπερνομαρχίας, τις τάσεις, έστω και μικρής, ανόδου σε μια σειρά νομαρχίες. Η δυναμική υπάρχει στο γεγονός ότι έχει ανανεωθεί σημαντικά η εκλογική βάση του Κόμματος, ότι έχουμε μεγαλύτερα ποσοστά αύξησης στα εργατικά λαϊκά στρώματα και στις νέες ηλικίες 18-25 χρόνων, στις γυναίκες, σε λαϊκά στρώματα που έχουν υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο, σε τμήματα των αυτοαπασχολουμένων. Υποφέρουμε κυρίως στην αγροτιά, πράγμα που έχει και την αντικειμενική εξήγησή του, στις ηλικίες 45-55, στους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα, στις νοικοκυρές, που, επίσης, έχει την εξήγησή του ως φαινόμενο. Ταυτόχρονα, μπορεί να υπάρξει πιο αισθητή δυναμική.

Η ανοδική τάση δεν ήταν καθολική, καθώς έχουμε ποσοστιαία μείωση σε 22 νομαρχίες και μία υπερνομαρχία.

Από τους 907 δήμους και 120 κοινότητες, στηρίξαμε ψηφοδέλτια σε 409 δήμους και κοινότητες. Στην παρούσα εκλογική μάχη δεν επιλέξαμε συμμετοχή σε άλλα ψηφοδέλτια, πράγμα που το είχαμε κάνει σε 94 περιπτώσεις στην εκλογική μάχη του 2002. Πρόκειται για συνειδητή επιλογή, καθώς οι προηγούμενες συνεργασίες με τη μορφή της στήριξης και της συμμετοχής δε δικαιώθηκαν, και υποχρεωτικά δεν μπορούσαμε να επαναλάβουμε σήμερα τη στήριξη. Αποδείχτηκε η δύναμη ενσωμάτωσης που διαθέτει ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η πίεση αυξάνεται, όταν στηρίζουμε δυνάμεις με χαλαρά και τοπικιστικά κριτήρια, με τη λογική του μικρότερου κακού. Από την άποψη αυτή, δεν μπορούμε να κάνουμε σύγκριση ανάμεσα στον αριθμό των εκλεγμένων σε δήμους και κοινότητες το 2006 και στον αριθμό των 61 που εκλέξαμε το 2002. Γιατί από τους 61 δε στηρίξαμε φέτος τους 44, και σωστά κάναμε με βάση τη θητεία και το έργο τους.

Η εξαγωγή συμπερασμάτων για τα αποτελέσματα στους δήμους είναι πιο σύνθετη και περίπλοκη υπόθεση, καθώς, πέρα από το γενικό πολιτικό κριτήριο, βαραίνουν ο τοπικισμός και μια σειρά αντιλήψεις που έχουν σχέση με την προσδοκία της επίλυσης προβλημάτων σε ατομική βάση.

Εμφανίζονται ακόμα περισσότερες διαφοροποιήσεις από δήμο σε δήμο στην ίδια περιοχή και πόλη, όπως διαφορές υπάρχουν και στη διάταξη των ψηφοδελτίων. Δεν είναι εύκολο να εξαχθούν συμπεράσματα, σήμερα, μόνο αναδεικνύοντας τις τοπικές ιδιομορφίες και τα ιδιαίτερα στοιχεία της εκλογικής μάχης. Η άνοδος, η στασιμότητα ή μείωση του ποσοστού μας στους δήμους δεν αντανακλά πάντα θετικές ή αρνητικές πλευρές της δουλιάς στο συγκεκριμένο χώρο. Παρ' όλα αυτά, ανεξάρτητα αν σε ένα δήμο βαραίνουν οι υποκειμενικοί είτε περισσότερο αντικειμενικοί λόγοι, πρέπει να εμβαθύνουμε σε αυτά τα αποτελέσματα, να μην τα υποτιμήσουμε, να μην τα προσπεράσουμε.

Η ΚΕ θεωρεί ότι σήμερα δεν είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε σε βαθύτερη ανάλυση των αποτελεσμάτων που απέσπασε το Κόμμα, καθώς δεν πρέπει να μείνουμε απλά και μόνο στα αριθμητικά στοιχεία, τα οποία έχουν την αξία τους, αλλά δεν επαρκούν. Αποφάσισε τη συγκρότηση μιας επιτροπής, που με επιστημονικό τρόπο θα κάνει μια πιο ολοκληρωμένη μελέτη τόσο των εκλογικών αποτελεσμάτων, όσο και γενικότερα των τάσεων που διαγράφονται στην εκλογική επιρροή του Κόμματος, την κοινωνική και ηλικιακή σύνθεσή της, τις τάσεις στα αστικά κέντρα, μεγάλα και μικρά. Να συνεκτιμηθούν οι τάσεις που αφορούν την εκλογική επιρροή του Κόμματος με τις τάσεις που αφορούν τη γεωγραφική, κλαδική και ηλικιακή συγκέντρωση της εργατικής τάξης, των μικροαστικών στρωμάτων, την επίδραση των εξελίξεων της ΚΑΠ στην ταξική διάρθρωση και τις οικονομικές δραστηριότητες της υπαίθρου. Σε περιοχές που συγκεντρώνεται η εργατική τάξη, οι παραγωγικές και άλλες δραστηριότητες, στην ύπαιθρο ανάλογα και με τις εξελίξεις της ΚΑΠ, στα μικροαστικά στρώματα και, βεβαίως, οι τάσεις με βάση και την ηλικία.

Χρειάζεται ακόμα περισσότερο να σκύψουμε πάνω στους παράγοντες που επέδρασαν στη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος, είτε ως μείωση του ποσοστού μας, είτε ως στασιμότητα και χαμηλή δυναμική. Παράγοντες, που, βεβαίως, έχουν τη ρίζα τους στις γενικότερες αντικειμενικές δυσκολίες και στις υποκειμενικές μας ελλείψεις, παίζουν όμως ιδιαίτερο ρόλο στην προεκλογική περίοδο, αποκτούν μιαν ορισμένη αυτοτέλεια:

1. Από την εικόνα που διαμορφωνόταν σε όλη την πορεία της εκλογικής μάχης, αλλά και τα συμπεράσματα των οργανώσεων, βγαίνει σαφές συμπέρασμα ότι ένα μέρος των κομματικών δυνάμεων δεν μπήκε ενεργά στη μάχη έγκαιρα και με την ποιότητα δουλιάς που απαιτούνταν.

Το οργανωτίστικο πνεύμα δουλιάς στην καθοδήγηση, η καθοδήγηση με εντολές δε βοηθάει στην καλλιέργεια ευθύνης. Το ότι για μια ακόμη φορά δεν προχώρησε, όπως θα θέλαμε και κυρίως όπως απαιτούσε η μάχη, η συγκρότηση εκλογικών επιτροπών είναι απόδειξη ότι η δουλιά μας παίρνει καμπανιακό χαρακτήρα, δε δημιουργεί υποδομή. Μονόδρομος είναι η επιτελική σχεδιασμένη δουλιά, προσανατολισμένη στη διεύρυνση και ανανέωση του περίγυρου του Κόμματος με κοινωνικοταξικά και ηλικιακά κριτήρια, στις γυναίκες που ανήκουν στα εργατικά και τα άλλα λαϊκά στρώματα, η ιδεολογικοπολιτική θωράκισή του.

2. Εκεί που είχε καλλιεργηθεί ένα γενικότερο κλίμα αλλαγής δημάρχου, η πίεση στην άνοδο του ποσοστού του ψηφοδελτίου ήταν πολύ μεγάλη. Καλύτερα ποσοστά είχαμε εκεί που υπήρχαν τρεις συνδυασμοί, ενώ εκεί που υπήρχαν πολλοί υπήρχε μεγαλύτερη διάσπαση ψήφων.

3. Το ιδεολογικό μέτωπο με τον ΣΥΝ δεν ήταν παντού δυνατό και κυρίως ανάλογα επεξεργασμένο, στραμμένο και στους υποψήφιους και στους συνδυασμούς του. Υποτιμήθηκε το γεγονός ότι ο ΣΥΝ έχει μεγάλη συμμετοχή στους μηχανισμούς των δήμων, όπως και των νομαρχιών, καρπός της συνεργασίας του με το ΠΑΣΟΚ και της γενικότερης συναινετικής του πολιτικής στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Τα αποτελέσματα που σημείωσε ο ΣΥΝ απέχουν από τη θριαμβολογία που έχει αναπτύξει. Και σε δικά του ψηφοδέλτια εμφανίζονται φαινόμενα πτώσης. Το κύριο και βασικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τον ΣΥΝ, και που οφείλεται στη φύση και το χαρακτήρα του οπορτουνισμού, είναι η πολιτική συμμαχιών που εφάρμοσε, με συνεργασία αλλού με το ΠΑΣΟΚ, αλλού με τη ΝΔ, με αντάρτες της ΝΔ ή του ΠΑΣΟΚ. Τα περί «νέου ρεύματος» στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που με έπαρση προβάλλει ο ΣΥΝ, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, καθώς οι όποιες επιτυχίες σημείωσε καθορίστηκαν και από τη στήριξή του από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, δηλαδή από την πολιτική συνεργασιών εντός των τειχών του δικομματισμού.

Σε δήμους που ήταν ολοφάνερο ή υπήρχε διαμορφωμένη γνώμη ότι τα πράγματα κρίνονται ανάμεσα σε δύο ισχυρά ψηφοδέλτια ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ή και ψηφοδέλτια που είχαν έντονο ανταγωνισμό εξαιτίας της παρέμβασης επιχειρηματικών συμφερόντων, ενώ ταυτόχρονα δεν υπήρχε ελπίδα μιας δυναμικής μας παρουσίας, εκεί ορισμένοι ψηφοφόροι που ψήφισαν προηγούμενα τα ψηφοδέλτια που στήριζε το ΚΚΕ, προτίμησαν να γίνουν ρυθμιστές ποιος από τους δύο θα επιλεγεί. Αντίθετα, εκεί που εμφανιζόταν κάποια, έστω θεωρητική, δυνατότητα, ή υπήρχε ελπίδα για το δεύτερο γύρο, εκεί κρατήσαμε σχετικά υψηλά ποσοστά ή δεχτήκαμε μικρότερη πίεση. Υπήρχε θετικό κλίμα υπέρ μας, ανεξάρτητα της διακύμανσης των ποσοστών.

4. Θεωρούμε ότι λειτούργησε ως αρνητικός παράγοντας σε ένα τμήμα των ψηφοφόρων μας, ή και σε πιθανούς νέους ψηφοφόρους, η προπαγάνδα του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ για υπόγεια συνεργασία με τη ΝΔ. Αυτή η προπαγάνδα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Καρδίτσα και γενικότερα στη Θεσσαλία. Βεβαίως, αυτήν την κατηγορία την αντικρούσαμε με σθένος και επιχειρήματα, καθώς δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Οι κομματικές μας οργανώσεις στην Καρδίτσα και έως ένα βαθμό γενικότερα στη Θεσσαλία δεν μπόρεσαν να αντικρούσουν την επίδραση της προπαγάνδας αυτής στο βαθμό που χρειαζόταν.

5. Φαίνεται ότι έπαιξε ρόλο σε ορισμένες περιπτώσεις κατά πόσο είχαμε πετυχημένη επιλογή προσώπων ως επικεφαλής, κυρίως πόσο είχαν γίνει γνωστοί στο τοπικό επίπεδο με τη δράση τους. Οπως, επίσης, φαίνεται ότι έπαιξε έως ένα βαθμό ρόλο και η τάση ανανέωσης των προσώπων που κερδίζει έδαφος κάτω και από τη συγκεκριμένη προπαγάνδα που γίνεται. Το συμπέρασμα είναι ότι χρειάζεται, ιδιαίτερα στο επίπεδο του δήμου, να υπάρξει πολιτική ανάδειξης στελεχών στο μαζικό κίνημα, όχι απλά στελεχών δραστήριων, αλλά ικανών να εκλαϊκεύουν τη γραμμή μας, να έχουν πολύπλευρη γνώση των προβλημάτων και όχι μόνο να γνωρίζουν αυτά που συνδέονται με τη χρέωση και τον καταμερισμό που έχουν. Να κάνουν πολιτικοϊδεολογική δουλιά, να πρωτοστατούν βεβαίως στους αγώνες. Στελέχη ικανά να δουλεύουν με εργαζόμενους, με λαϊκά στρώματα. Δηλαδή, στελέχη με κομμουνιστικά χαρακτηριστικά και όχι βεβαίως διαμορφωμένα με βάση τα αστικά και μικροαστικά κριτήρια που καλλιεργούν τα άλλα κόμματα.

6. Θα συνεχίσουμε την κοινή δράση στα μέτωπα που ήδη έχουμε αναπτύξει με τις δυνάμεις και τους κοινωνικούς παράγοντες, τοπικές κινήσεις που συνεργαστήκαμε. Αυτό που, τελικά, θα κρίνει κάθε φορά την πορεία ενίσχυσης των συμμαχιών, είναι η πορεία ισχυροποίησης του Κόμματος, η αντιμετώπιση των χρόνιων αδυναμιών μας και, βεβαίως, η στοχοπροσήλωση στην πολιτική των συσπειρώσεων με όρους κινήματος.

7. Φαίνεται ότι έπαιξε αρνητικό ρόλο το εκλογικό σύστημα του 42%, που κατά περίπτωση ανέβαζε το θερμόμετρο της αντιπαράθεσης, ή οδηγούσε ψηφοφόρους από τον πρώτο γύρο να εκφράζουν επιλογή ανάμεσα στα δύο κόμματα.

Η δράση της ΚΝΕ

Δεν έγινε δυνατό, λόγω του Συνεδρίου της ΚΝΕ, της δράσης για την επιτυχία του Φεστιβάλ και των εκπαιδευτικών κινητοποιήσεων, να γίνει πιο συστηματική δουλιά, ώστε να εξοικειωθεί το δυναμικό της οργάνωσης με τις απαιτήσεις της εκλογικής μάχης. Υπάρχει ανομοιομορφία στην προσφορά της ΚΝΕ με βάση τις απαιτήσεις, που σε μεγάλο βαθμό εξαρτήθηκε και από το πώς οι κομματικές οργανώσεις είχαν εύστοχο, δουλεμένο προσανατολισμό για δουλιά στις νέες ηλικίες. Πέρα από τις αδυναμίες, βγαίνει το θετικό συμπέρασμα ότι εκεί που βοηθήθηκαν οι οργανώσεις της ΚΝΕ συνέβαλαν θετικά στο άνοιγμά μας στη νεολαία.

Αναδείχτηκαν, όμως, προβλήματα που έχουν εντοπιστεί και στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, δηλαδή οι αδύνατοι δεσμοί των συνοικιακών ΟΒ της ΚΝΕ με τα προβλήματα της γειτονιάς, τα τοπικά προβλήματα, όπως και η απόσταση που χωρίζει τα εργαζόμενα παιδιά, τους φοιτητές, σπουδαστές από το κίνημα στον τόπο κατοικίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, εμφανίστηκε το πρόβλημα του δισταγμού νέων ανθρώπων να κάνουν ανοιχτή πολιτική δράση στη γειτονιά κάτω από την πίεση του οικογενειακού περιβάλλοντος, ενώ αισθάνονται απαλλαγμένοι από αυτήν όταν δρουν στο πανεπιστήμιο ή στον κλάδο. Η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος και το 9ο Συνέδριο έχει επεξεργαστεί κατευθύνσεις, που πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή.

ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΝΟΝΤΑΣ

Είναι φανερό ότι πρέπει να κάνουμε πιο επιτελική, συγκεκριμένη την καθοδηγητική μας δουλιά στο μαζικό κίνημα, στην παρέμβασή μας στα τοπικά όργανα. Κυρίως, έχει αξία να βελτιωθεί η καθοδήγησή μας στη διεύρυνση και εμβάθυνση των δεσμών των ΚΟΒ με τις εργατικές, τις λαϊκές μάζες γενικότερα, όπως εκφράστηκε στο 17ο Συνέδριο. Να στοχοπροσηλώνεται, δηλαδή, η καθοδηγητική μας δουλιά στην ώθηση των κομματικών δυνάμεων να διευρύνουν τους δεσμούς μας με τις λαϊκές μάζες, με τις λαϊκές δυνάμεις που αναζητούν διέξοδο, με γνώμονα την οργάνωση της πάλης, αλλά και την ανάπτυξη πείρας που οδηγεί στη συνειδητοποίηση της ανάγκης για αντεπίθεση, ρήξη, δημιουργία του Μετώπου με στόχο την επίλυση του προβλήματος της εξουσίας. Μια τέτοια δουλιά απαιτεί μεγαλύτερη ιδεολογικοπολιτική ικανότητα και ιδεολογικοπολιτική στήριξη του αγώνα, καθώς έχουμε να κάνουμε με λαϊκές δυνάμεις που επιδιώκουν άμεσες λύσεις ή αρκούνται σε μικροπαροχές ή έχουν αυταπάτες ότι υπάρχουν λύσεις χωρίς να θιγεί ο συσχετισμός δύναμης. Ταυτόχρονα, δουλεύοντας με τέτοιες δυνάμεις, πρέπει να τις βοηθάμε να κατανοούν το μακρόχρονο χαρακτήρα του αγώνα και την ανάγκη συνολικής ρήξης. Η καθοδηγητική μας δουλιά να γίνει εξωστρεφής, με την έννοια να προσανατολίζει στην ταξική πάλη και στην οργάνωση των λαϊκών μαζών.

Κριτήριο της αποτελεσματικότητάς μας να είναι πόσο οργανωμένα και επιτελικά δουλεύουμε, πόσες νέες δυνάμεις μπαίνουν στη δράση, πώς οργανώνονται αυτές ώστε να μη σκορπάνε στην πορεία. Χρειάζεται να ξεπεράσουμε μια συνήθεια που έχουμε να δουλεύουμε με αυτούς που συμφωνούν μαζί μας, ή είναι στο πολύ κοντινό μας περίγυρο. Να τείνουμε, χάριν της ευκολίας και της συντομίας, να κάνουμε όλες τις δουλιές μόνοι μας. Δουλεύοντας με ευρύτερες δυνάμεις, έχουμε δυσκολίες να τις πείσουμε να προσαρμοστούν στη δική μας δοκιμασμένη εμπειρία, όμως αυτή είναι δουλιά υποδομής, αυτή δημιουργεί όρους μεγαλύτερης σταθερότητας στα αποτελέσματα. Η επαφή μας και η κοινή δράση μας με ευρύτερες δυνάμεις, που μπορεί να μας εκτιμούν όμως δε σκέπτονται το ίδιο με εμάς, θα μας δώσει μεγαλύτερη εμπειρία στην πειστική εκλαΐκευση της πολιτικής μας. Αυτά τα ζητήματα δεν τα θίγουμε πρώτη φορά, όμως ακόμα δεν έχουν περάσει στην καθοδηγητική μας δουλιά, δεν έχουν γίνει στοιχείο μαχητικής διαπαιδαγώγησης. Η δυναμική που σημειώθηκε στη μάχη των εκλογών, η επιβεβαίωση της πολιτικής μας γραμμής στην πράξη δεν μπορεί να εξαντληθεί μετρώντας τις ψήφους, που βεβαίως είναι δείκτης και της ικανότητας του Κόμματος. Πίσω από τους αριθμούς υπάρχει θετική πείρα, που δεν πρέπει να υποτιμηθεί γιατί στον ένα ή τον άλλο δήμο δεν είχαμε καλά αποτελέσματα, ούτε βεβαίως να οδηγήσει σε υποτίμηση των κραυγαλέων αδυναμιών και ελλείψεων που έχουμε να δουλεύουμε με επάρκεια με βάση τη δοκιμασμένη μας πολιτική γραμμή.

Ο αντίπαλος, με τους πολυπλόκαμους μηχανισμούς του, προσπάθησε να δείξει ότι το Κόμμα δεν μπόρεσε να προωθήσει τους στόχους του, ωστόσο δεν έφθασε στο σημείο να μιλήσει για υποχώρηση του Κόμματος. Ολες οι εκτιμήσεις που έχουν γίνει μιλάνε για τάση αύξησης του Κόμματος, επισημαίνουν, όμως, ότι δεν μπορέσαμε να κάνουμε κάποιο άλμα. Αυτό είναι σωστό, όμως τα αίτια δε βρίσκονται σ' αυτά που επισημαίνει ο αντίπαλος, αλλά σ' αυτά που εμείς προσπαθούμε να προσδιορίσουμε, χωρίς να κάνουμε αφαίρεση των αντικειμενικών δυσκολιών που είναι παρούσες και θα είναι παρούσες για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν πρέπει να χάσουμε καμία ευκαιρία, προκειμένου να περάσουμε επιθετικά σε ποιοτικό επίπεδο στη δουλιά μας.

9 Δεκέμβρη 2006

Η ΚΕ του ΚΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ