Τετάρτη 9 Ιούνη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ

Μόνιμες ανατροπές

Το ξερίζωμα κατακτήσεων της εργατικής τάξης, όσων έχουν απομείνει - όπως είναι ο σταθερός ημερήσιος χρόνος εργασίας - είναι μία από τις βασικές κατευθύνσεις τόσο του μνημονίου κυβέρνησης, ΕΕ, ΔΝΤ όσο και του νόμου για τις εργασιακές σχέσεις που ψηφίστηκε πρόσφατα. Οι ρυθμίσεις και τα μέτρα υπακούουν στην ανάγκη του κεφαλαίου να συμπιέσει την τιμή της εργατικής δύναμης, ώστε να αυξάνονται τα κέρδη του. Γι' αυτό και τα μέτρα που παίρνονται στο όνομα της αντιμετώπισης των ελλειμμάτων δεν είναι προσωρινά αλλά μόνιμα. Με την αντικατάσταση π.χ. των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης με συμβάσεις μερικής απασχόλησης ή άλλων μορφών ελαστικών εργασιακών σχέσεων, δεν πρόκειται να γεμίσουν τα κρατικά ταμεία ούτε να αντιμετωπιστεί το δημόσιο έλλειμμα. Ομως με την κατάργηση της σταθερής εργασίας και την επέκταση της «ευέλικτης», ενισχύεται η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου.

Μόνιμα ήταν και τα αντίστοιχα μέτρα που λαμβάνονταν και σε περιόδους καπιταλιστικής ανάπτυξης, ακριβώς για τον ίδιο λόγο. Για παράδειγμα, ο στρατός των εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων με μορφές προσωρινής απασχόλησης στο Δημόσιο και Ιδιωτικό Τομέα που διαρκώς μεγαλώνει δεν φτιάχθηκε σήμερα αλλά είναι αποτέλεσμα των πολιτικών που εφαρμόζουν εδώ και χρόνια οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, η εκ περιτροπής απασχόληση δεν εμφανίστηκαν τώρα, υπάρχουν από τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Στην κατεύθυνση αυτή επιχειρείται, σήμερα, η πλήρης κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας ώστε ο κάθε εργάτης να στέκεται πλέον μόνος του απέναντι στο κεφάλαιο. Εκτός διαδικασιών συλλογικής διεκδίκησης. Να δυσκολεύεται ακόμα περισσότερο να οργανωθεί και να παλέψει για τη βελτίωση της ζωής του. Να αναγκάζεται να αποδεχθεί ό,τι προστάζει το κεφάλαιο προκειμένου να εξασφαλίσει απλώς ένα κομμάτι ψωμί.

Για την πολιτική αυτή φέρει τεράστιες ευθύνες ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός, η ΠΑΣΚΕ, η ΔΑΚΕ, αλλά και η «Αυτόνομη Παρέμβαση» (ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ), που την αποδέχεται στο όνομα του εφικτού. Κάθε μία από αυτές τις παρατάξεις, θέλουν να πείσουν τους εργάτες ότι θα λύσουν τα προβλήματά τους αν συνεργαστούν με το κεφάλαιο. Ομως η πείρα των εργαζομένων δείχνει πως η λογική του «μικρότερου κακού» μόνο νέα βάσανα έφερε γι' αυτούς. Στη βάση αυτή στηρίζουν προτάσεις διαχείρισης, ενισχύοντας τη συζήτηση για την ανάπτυξη π.χ. της «πράσινης οικονομίας», ή για ανάπτυξη του λεγόμενου «παραγωγικού τομέα», αλλά εννοούν ανάπτυξη των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, δηλαδή διαιώνιση της εκμετάλλευσης.

Αυτή η πολιτική δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με μπαλώματα. Η συζήτηση για τα δικαιώματα των εργατών οδηγεί αναγκαστικά στη συζήτηση για το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό της ανάπτυξης. Στον καπιταλισμό κριτήριο για την παραγωγή του υλικού πλούτου είναι τα κέρδη του κεφαλαιοκράτη, που μεγαλώνουν όσο πιο φθηνή γίνεται η εργατική δύναμη. Για τους εργαζόμενους ανάπτυξη σε όφελός τους είναι αυτή χωρίς καπιταλιστές. Γι' αυτό και σήμερα η πολιτικοποίηση των αγώνων των εργαζομένων είναι απαραίτητη όσο ποτέ. Οι εργάτες πρέπει να έχουν στόχο την ανατροπή της πολιτικής που θεωρεί κόστος τα δικαιώματά τους, να παλέψουν για ανάπτυξη με επίκεντρο τα λαϊκά συμφέροντα. Τότε η σταθερή και με πλήρη δικαιώματα εργασία για όλους θα αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της Μεταλλουργίας, των Κατασκευών, του Τουρισμού, των Τηλεπικοινωνιών κτλ. με στόχο την ικανοποίηση των διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών.


Χρήστος ΜΑΝΤΑΛΟΒΑΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ