Στη θέση 23 των Θέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο γίνεται αναφορά στη συρρίκνωση του στρώματος της εργατικής αριστοκρατίας και στη διεύρυνση της διαφοροποίησης στο εσωτερικό της εργατικής τάξης. Με αφορμή αυτές τις αναφορές τίθεται το ερώτημα σε ποια υλική βάση λαμβάνουν χώρα τα παραπάνω.
Ωστόσο, το κριτήριο αυτό δεν αρκεί για την οριοθέτηση των δύο βασικών τάξεων της κοινωνίας. Πρέπει να συνυπολογιστούν και άλλα κριτήρια. Γι' αυτόν το λόγο ο Λένιν έδωσε τον εξής ορισμό των τάξεων: «Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους από τη θέση που κατέχουν μέσα σε ένα καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους (στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη σε νόμους) προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και από το μέγεθος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλειά της άλλης χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα σ' ένα καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής οικονομίας».
Στο μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού, αυτή η διαφοροποίηση μεγάλωσε ακόμα περισσότερο. Σε αυτήν την υλική βάση, εμφανίστηκε ένα στρώμα εργαζομένων το οποίο εξασφάλισε όρους ζωής και εργασίας πολύ καλύτερους από τη μεγάλη μάζα των εργαζομένων. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι οποιοδήποτε τμήμα εργαζομένων εξασφαλίζει, π.χ. ψηλότερους μισθούς, ανήκει στην εργατική αριστοκρατία. Για να προσδιοριστεί η εργατική αριστοκρατία πρέπει να υπολογιστεί συνδυασμένα το σύνολο των κριτηρίων που θέτει παραπάνω ο Λένιν για τις τάξεις και όχι απομονωμένα το ένα ή το άλλο κριτήριο. Για παράδειγμα, εκτός από το ύψος του εισοδήματος, πολύ σημαντικοί είναι και παράγοντες όπως ο εποπτικός ή μη χαρακτήρας της εργασίας ή ο τρόπος ιδιοποίησης σημαντικού μέρους του εισοδήματος (π.χ. «φακελάκια» και «λαδώματα» κάθε είδους, αμειβόμενα σεμινάρια ΓΣΕΕ, άμεση χρηματική και πολύμορφη υλική εξαγορά τμήματος εργαζομένων). Το παραπάνω προνομιούχο στρώμα εργαζομένων εμφανίζεται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον κρατικό τομέα.
Tο μέγεθος του στρώματος της εργατικής αριστοκρατίας δεν είναι σταθερό σε διαφορετικές περιόδους και σε διαφορετικές χώρες, αφού εξαρτάται από παράγοντες όπως η βαθμίδα ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων, η θέση της χώρας στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η φάση του οικονομικού κύκλου κ.λπ. Ετσι, ενώ αρχικά οι Μαρξ και Ενγκελς έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στην εργατική αριστοκρατία στην Αγγλία ως απόρροια του βιομηχανικού της μονοπωλίου στην παγκόσμια αγορά, με τη διαμόρφωση του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος, κατά τον 20ό αιώνα, διευρύνθηκε η υλική βάση της εργατικής αριστοκρατίας τόσο στην πλειοψηφία των καπιταλιστικών κρατών (ανεξαρτήτως της θέσης τους στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα) όσο και στο εσωτερικό του κάθε κράτους.