Κυριακή 7 Σεπτέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Ο ΧΟΡΤΑΤΟΣ ΛΕΕΙ ΨΩΜΙ...

(κι ο νηστικός ψωμάκι)

ΚΑΙ το ψωμί ο «άρτος ημών ο επιούσιος», όπως φαίνεται τραβάει κι αυτός της ακρίβειας την ανηφόρα. Το ψωμί μας στον κύκλο της καυτής επικαιρότητας, καθώς βρίσκεται κι αυτό στο στόχαστρο της ανατίμησης.

ΣΤΗΡΙΓΜΑ του κάθε σπιτικού τότε, αλλά και σήμερα είναι το ψωμί. Αυτοί που το υποβαθμίζουν και το ξεγράφουν βρίσκονται σε διάσταση με την πραγματικότητα για τους εργαζόμενους, καθώς αναζητούν καθημερινά πολλά καρβέλια για πολλά στόματα που έχουν να θρέψουν.

ΕΙΧΑΜΕ - ανάμεσα στα πολλά ρεκόρ τα πανευρωπαϊκά - το προνόμιο να είμαστε οι μεγαλύτεροι «ψωμοφάγοι». Δε φαίνεται να έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα. Εξακολουθούμε να τρώμε το περισσότερο ψωμί (στην Ευρώπη). Και για να ολοκληρώσουμε την εικόνα, μαζί με την πρωτιά της κατανάλωσης έχουμε επίσης και την πρωτιά της κακής παρασκευής. Χίλιες δυο μανούβρες, ατελείωτες κι ανεξέλεγκτες ποιότητες. Κοστολόγια «ιερά κι απαραβίαστα» και ασύδοτα. Κι όλα από τα πανάρχαια χρόνια φορτώνονται στο καρβέλι του εργαζόμενου, στο μεροκάματο.

ΣΤΟΝ παροιμιακό λόγο του λαού, αλλά επίσης κι άλλων λαών, πλούσια και μοναδικά καθρεφτίζεται του ψωμιού η πρώτη, η θεμελιακή και μοναδική του αξία και θέση. Μια σειρά παροιμιακές φράσεις, διδακτικές, παιδευτικές, δείχνουν την παντοδύναμη σχέση του ψωμιού με τη ζωή. Μια απ' αυτές λέει: «Ανθρωπος, που δεν πεινάσει / τι θα πει ψωμί δεν ξέρει». Μια άλλη προσθέτει: «Δεν πιστεύει ο χορτασμένος / το κακό του νηστικού. Και σε μια άλλη ο λαός με σοφία επίσης συμπληρώνει: «Ο χορτάτος λέει ψωμί / κι ο νηστικός ψωμάκι».

ΜΑΥΡΗ στενοχώρια φέρνει του ψωμιού η στέρηση, όταν τα παιδιά δεν μπορούν να το χαρούν κι όταν η μάνα από τη μαύρη ανάγκη είναι πολλές φορές υποχρεωμένη να τους μετράει τις φέτες ή όταν το κρύβει, καθώς βλέπει τα καρβέλια να εξαφανίζονται μόλις βγήκαν από το φούρνο...

ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ μοναδικά παροιμιακά επιγράμματα αποτυπώνουν του ψωμιού τη χαρά, αλλά και τη στενοχώρια. Αναζητάμε στα μακρινά χρόνια το σπιτικό που βαθιά χαράματα είχε κιόλας ανάψει το φούρνο του. Πηχτό ακόμη σκοτάδι, την ώρα που οι ζευγολάτες ξεκινούσαν για τα πρώτα οργώματα της καινούριας σποράς.

Ο ΦΟΥΡΝΟΣ έδινε τότε στο χωριό το δικό του μήνυμα, πως υπάρχει ψωμί. Ηταν η χαρά της σιγουριάς πως ο επιούσιος ήταν δικός μας, δεν ήταν αγοραστός. Ο φούρνος μάς βεβαίωνε πως στο τραπέζι είχαμε το ψωμί μας από το στάρι μας. Η γλυκιά μυρουδιά του έδινε επίσης σήμα στο χωριό. Σήμερα το ένα σπιτικό, αύριο τ' άλλο. Αγραφη συμφωνία, για να έχει όλο το χωριό το ψωμί και για ν' απλώσει κάποια στιγμή το χέρι να πάρει το δανεικό καρβέλι και να το δώσει, όταν δουλέψει ο δικός του φούρνος...

ΚΑΙ σήμερα στήριγμα για το κάθε σπιτικό ο «επιούσιος», το ψωμί του, ο «ψωμοφάγος» λαός μας που το ετίμησε πάντα ξέρει πως με «το ψωμί όλα τα βάσανα είναι γλυκά». Το καρβέλι μετράει στο μεροκάματο. Κάθε λεπτό, κάθε δεκάρα που του φορτώνουν πέφτουν στις πλάτες πάνω του. Το ψωμί μένει πάντα αγώνας και θεμέλιο ζωής.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ