Κυριακή 4 Γενάρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΑΓΡΟΤΙΚΑ

ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Ο ΑΪ - ΒΑΣΙΛΗΣ

@@@@@@*στο προσεισμικό ΛΗΞΟΥΡΙ

  • Με την κιθάρα του Παλούκη @@@@@@

ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΟΣ περίπατος στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς, παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Πάνω από εξήντα χρόνια, τότε, που το πασίγνωστο Μαρκάτο στεκόταν όρθιο στην καρδιά της μικρής πολιτείας. Ο μεγάλος εκείνος σεισμός του 1953 δεν είχε ακόμη γκρεμίσει τη Χωροπούλα του Λασκαράτου.

ΗΤΑΝ τα χρόνια, που οι ξωμάχοι του νησιού δούλευαν ολοχρονίς τη μαύρη σταφίδα, τη «μαυρομάτα», και πάνω της κρεμούσαν όλες της φαμελιάς τις ελπίδες και που τις περισσότερες χρονιές έμεναν χρεωμένοι στην Τράπεζα και τους εμπόρους.

ΗΤΑΝ η εποχή, που μια ή και δυο φορές τη βδομάδα καρτερούσανε στο πόρτο μας το ολλαντέζικο καράβι με την κόκκινη τσιμινιέρα για να φορτώσει τα βαρέλια με τη σταφίδα μας. Πολλές φορές, τα ξένα φορτηγά μάς εφοδίαζαν με μπακαλάο, με ρέγκες και αξέχαστο σολομό, που τον καρτερούσαμε για τη σκορδαλιά (την αλιάδα), που τη δούλευαν τελετουργικά μ' αξιοσύνη οι μανάδες μας.

ΜΑΣ έρχονταν, τότε, οι Μοραΐτες ζωέμποροι με το κεμέρι τους γιομάτο λεφτά, τις ξακουστές «χήνες», τα χιλιάρικα, κι έκαναν γερό νταραβέρι, αγοράζοντας τα πιο καλά άλογά μας και τα φόρτωναν για τη Γλαρέντζα. Ταξίδια δύσκολα, όλα με τα πανιά, με άγριες θάλασσες και θαλασσοπνιγμούς και, φυσικά, ζημιές.

ΗΤΑΝ τα χρόνια, που στη Χωροπούλα (το Ληξούρι) ζούσε ο γέρο Στελιανός, με ένα καλάθι γιομάτο λιανόψαρα, που μάζευε στα ξεψαρίσματα που έκαναν οι γαΐτες, γυρόφερνε τη μικρή πολιτεία και πουλούσε το λιανόψαρο για τις γάτες. Συχνά δεχόταν πειράγματα, αλλά αυτός, αδιάφορος, έτρεχε στα καντούνια για να πουλήσει το ψάρι και να την «αράξει» έπειτα στην ταβέρνα, όπου, συντροφιά με τους ψαράδες και τη θηνιάτικη μαυροδάφνη, περνούσε τα βράδια του.

ΝΥΣΤΑΓΜΕΝΗ η πολιτεία μας κοίταζε την πρωτεύουσα, το Αργοστόλι, που κι αυτή ζούσε τις στερνές ώρες του παλιού χρόνου κι ετοιμαζόταν για την Πρωτοχρονιά. Τα φανάρια του πόρτου μας αναμμένα, όσο κι αν τα δυνατά κύματα τις χειμωνιάτικες βραδιές δυσκόλευαν τους δυο φαροφύλακες να τα πλησιάσουν. Παρόλο που κι οι δυο είχαν τα χρονάκια τους, τους βλέπαμε να σκαρφαλώνουν σαν αίλουροι ανάμεσα στα βράχια του πόρτου και ν' ανάβουν τα δυο φανάρια που σηματοδοτούσαν την μπούκα του πόρτου μας.

ΟΙ ΓΙΟΡΤΙΝΕΣ προετοιμασίες στην αγορά μ' όλα τα χρειαζούμενα έχουν σχεδόν τελειώσει, το απαραίτητο βοδινό για την καθιερωμένη σούπα με τη μανέστρα. Μαζί μ' όλα αυτά και τα απαραίτητα γλυκά, τα παστέλια, τα μαντολάτα, τα αμυγδαλωτά μαζί με άλλα παραδοσιακά, που τα ετοιμάζουν στα σπίτια τους οι νοικοκυρές.

ΣΤΗΝ πλατεία του Πετρίτση, ο καθιερωμένος τόπος για το χειμερινό περίπατο, ο καθηγητής των μαθηματικών εξακολουθούσε, μ' όλο που η υγρασία περόνιαζε τα κόκαλα, να κόβει βόλτες. Ηταν ο κέρβερος του Γυμνασίου και τα μαθητούδια δεν ήθελαν να 'χουν τέτοιες ώρες συναπαντήματα μαζί του.

Προχωρημένο το βράδυ κι οι ταβέρνες γιομάτες δουλευτάδες του κάμπου και της θάλασσας έπιναν το κρασάκι τους, τη θηνιάτικη μαυροδάφνη, που τη συντρόφευε το χταπόδι στα κάρβουνα, αλλά και κανένα αφτί μπακαλιάρο κι αυτός πάνω στη θράκα. Κάθε παρέα με τα τραγούδια της, αριέτες που τραγουδούν οι κανταδόροι στα καντούνια, αλλά και στις ταβέρνες. Αυτήν την ώρα, παραμονή Πρωτοχρονιάς, άναβαν τα τραγούδια, έμπαινε στα μαγαζιά με την παρέα του και την κιθάρα του ο Παλούκης, καθιερωμένος χρόνια και χρόνια στην πολιτεία, για να μας πει τα κάλαντα του Αϊ - Βασίλη. Η συντροφιά του, καλλίφωνη και πρόσχαρη, δεχόταν τα δώρα και τα κεράσματα κι αφού τέλειωνε με τα μαγαζιά, που δεν ξεχνούσε κανένα, προχωρούσε σε μια ολονύχτια εξόρμηση στα καντούνια της πόλης, στεκόταν σε κάθε σπιτικό και όλοι άκουγαν τον Αϊ - Βασίλη. Μόνο στα σπίτια που είχαν πένθος η χορωδία δε σταματούσε. Προχωρημένα τα χαράματα, ο Παλούκης είχε τελειώσει τη διαδρομή του. Την άλλη μέρα, η συντροφιά θα γύριζε πάλι στα σπίτια για να ευχηθεί «διά ζώσης» τα χρόνια πολλά και για να πάρει το «μποναμά» τους, όπως γινόταν κάθε χρόνο.

Η ΜΙΚΡΗ μας πολιτεία, με πέντε χιλιάδες ανθρώπους, τον καρτερούσε να φτάσει στην ώρα και με την κιθάρα του. Ο Παλούκης, με τη χορωδία του, με την κιθάρα του, χαρούμενος, άνοιγε την καινούρια μας χρονιά στο προσεισμικό Ληξούρι.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ