Με τις προβλέψεις για την εξέλιξη της πανδημίας να γίνονται όλο και πιο εφιαλτικές και τα καθημερινά στοιχεία να επιβεβαιώνουν ότι ο ιός κυκλοφορεί ανεξέλεγκτος, από τη μία καταρρέει κάθε ισχυρισμός που επιστράτευσε η κυβέρνηση για να ανακοινώσει τη «λήξη» της πανδημίας πριν από δυο μήνες και από την άλλη επιβεβαιώνονται οι προειδοποιήσεις για τους κινδύνους που απειλούν τον λαό.
Τα κρούσματα εκτοξεύονται, οι νοσηλείες πολλαπλασιάζονται, οι τουριστικοί προορισμοί «βράζουν» και κάθε «κρίκος» που διευκολύνει την υπερμετάδοση παραμένει στη θέση του: Στις αστικές συγκοινωνίες, σε μεγάλους χώρους δουλειάς κ.α.
Αλλά και τα δημόσια νοσοκομεία είναι σε ακόμα χειρότερη κατάσταση, αφού πλέον με το ίδιο λιγοστό προσωπικό, το εξουθενωμένο από τα τρία χρόνια της πανδημίας, με τα χιλιάδες χρωστούμενα ρεπό, καλείται να διαχειριστεί εκτός από την έξαρση της πανδημίας έναν τεράστιο όγκο νοσημάτων που «εκκρεμούσαν» λόγω της μετατροπής όλου του συστήματος Υγείας σε «μιας νόσου».
Μετά τις συστάσεις «αυτοπροστασίας» και «αυτοαξιολόγησης», μετά το αλαλούμ της 4ης ενισχυτικής δόσης του εμβολίου και το αμίμητο «διατίθεται, αλλά δεν συστήνεται», η κυβέρνηση ξεκαθαρίζει ότι κανένα μέτρο ουσιαστικής προστασίας από τον ιό δεν χωράει στις «προσδοκίες υψηλής κερδοφορίας» από τον τουρισμό τη σεζόν που «τρέχει».
Ο κρατικός μηχανισμός ομολογεί με κυνισμό ότι ακόμα και τα πιο στοιχειώδη μέτρα επιδημιολογικής επιτήρησης θα επανέλθουν από το φθινόπωρο, ενώ για την τωρινή αναζωπύρωση δεν υπάρχει τίποτα παραπάνω από «συστάσεις» και ατομική ευθύνη.
Ακόμα και τα «πρωτόκολλα» - λάστιχο στους τουριστικούς προορισμούς έχουν πάει περίπατο, αν σκεφτεί κανείς ότι δεν υπάρχει κανένα σχέδιο αντιμετώπισης συρροής κρουσμάτων σε ξενοδοχεία, δεν προβλέπονται χώροι καραντίνας στα νησιά, κανένα μέτρο αποσυμφόρησης ή προστασίας στα αεροπλάνα και στα καράβια κ.ο.κ.
Συνεπώς, μαζί με τα ρεκόρ των αφίξεων και των εισπράξεων για τους μεγαλοξενοδόχους και τους tour operators, ο λαός θα μετράει τα δικά του νέα ρεκόρ νοσηλειών, κρουσμάτων και θυμάτων. Θα μετράει απώλειες από τα πιο ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού, τα οποία καλούνται ξανά να «αυτοπροστατευτούν» όπως νομίζουν καλύτερα, σε ένα περιβάλλον που ακόμα και μια τέτοια προσπάθεια είναι ναρκοθετημένη.
Με τη νέα έξαρση της πανδημίας, ο λαός δεν πληρώνει μόνο την ανεξέλεγκτη κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων, αλλά και τη χρεοκοπημένη πολιτική για την Υγεία, με το κατάντημα που έχουν φέρει στα δημόσια νοσοκομεία η επιχειρηματική δράση και η «εξοικονόμηση πόρων», με ευθύνη όλων διαχρονικά των κυβερνήσεων.
Σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις για το «νέο ΕΣΥ», η προώθηση της επιχειρηματικής λειτουργίας του ΕΟΠΥΥ, τα χειρουργεία επί πληρωμή στα δημόσια νοσοκομεία, η θεσμοθέτηση του «κόφτη» με τον φερετζέ του «οικογενειακού γιατρού» κ.ο.κ.
Αν κάτι επιβεβαιώνεται λοιπόν σε κάθε φάση της πανδημίας, σε εξάρσεις και υφέσεις, είναι ότι οι λαϊκές ανάγκες για πρόληψη και προστασία, που θα μπορούσαν σήμερα να σώσουν ζωές, είναι εντελώς ασύμβατες με τη στρατηγική του κεφαλαίου, που αντιμετωπίζει την υγεία του λαού ως κόστος για τη μεγαλοεργοδοσία και ως βάρος για το κράτος της, προκειμένου να γίνεται η Υγεία ατομική υπόθεση και να μη λείψουν πόροι από τις φοροαπαλλαγές και τα άλλα προνόμια στις επιχειρήσεις.
Απέναντι σ' αυτόν τον φαύλο κύκλο και στον εφησυχασμό που καλλιεργεί η κυβέρνηση, απέναντι στα καλέσματα να συνηθίσει να ζει με τον ιό και να απαλλάξει το κράτος από οποιαδήποτε ευθύνη για τη συλλογική προστασία από τον ιό, γίνεται ακόμα πιο ζωτική η ανάγκη να δυναμώσει ο λαός τον αγώνα του για ουσιαστικά μέτρα προστασίας της υγείας και της ζωής του, για σύγχρονη δημόσια και δωρεάν Υγεία για όλους.
Να μπουν στο επίκεντρο των διεκδικήσεων οι πραγματικές ανάγκες σε γιατρούς, νοσηλευτικά ιδρύματα, πρωτοβάθμιες δομές κ.ο.κ., όλα εκείνα που απορρίπτονται από τις κυβερνήσεις ως «κόστος δίχως όφελος», σύμφωνα με τα κριτήρια της καπιταλιστικής κερδοφορίας, που είναι η πηγή του προβλήματος.