Με την κυβέρνηση να επισημοποιεί το «βγάλτε τα πέρα μόνοι σας» και τα λαϊκά στρώματα να βρίσκονται αντιμέτωπα με τη νέα «κουλτούρα» των συστάσεων για το «πού και ποιοι να προσέχουν τον κορονοϊό», το μόνο σίγουρο είναι ότι αναβαθμίζονται οι απειλές για την υγεία του λαού. Κι αυτό μετά από ένα δίμηνο Ιούλη - Αυγούστου που, παρά τους εφησυχασμούς, αποδείχθηκε ακόμα πιο φονικό.
Από την 1η Ιούνη καταγράφονται σχεδόν 2,5 χιλιάδες θάνατοι, αριθμός διπλάσιος σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα! Μια ζοφερή πραγματικότητα, που όσο κι αν προσπαθεί η κυβέρνηση να κουκουλώσει με στατιστικές αλχημείες και μαγειρέματα, όχι μόνο δεν κρύβεται, αλλά «φωνάζει» για την ανάγκη λήψης ουσιαστικών μέτρων προστασίας και ενίσχυσης των δημόσιων μονάδων Υγείας.
Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα έχουν απέναντί τους, εκτός από τις συστάσεις «ατομικής ευθύνης» και ένα ρημαγμένο δημόσιο σύστημα Υγείας, νοσοκομεία γονατισμένα από τις ελλείψεις, υγειονομικό προσωπικό εξαντλημένο από την εντατικοποίηση, με χιλιάδες χρωστούμενα ρεπό, κομμένες άδειες, απλήρωτα δεδουλευμένα κ.ο.κ.
Συναντούν ένα όλο και πιο αδιαπέραστο τείχος ανάμεσα στις ανάγκες τους για πρόληψη και θεραπεία και το τι πραγματικά συμβαίνει σε κάθε δημόσια μονάδα Υγείας, μετά από όλα αυτά τα χρόνια που τα νοσοκομεία λειτουργούσαν ως «μιας νόσου».
Τώρα, παρά τις επισημάνσεις ειδικών για νέες ακόμα πιο μολυσματικές παραλλαγές του κορονοϊού, παρά τη δικαιολογημένη ανησυχία για το επόμενο διάστημα, η κυβέρνηση ξεκόβει ουσιαστικά κάθε συζήτηση για ενίσχυση των νοσοκομείων και των άλλων μονάδων Υγείας, ενώ τα όποια «μέτρα» ανακοινώνει είναι νέα πλάνα ενίσχυσης του ιδιωτικού τομέα, προσφέροντας περισσότερες «ευκαιρίες» για μπίζνες μέσω «συνεργασιών» πάνω στους τεράστιους υγειονομικούς κινδύνους και τις ελλείψεις σε μέσα και προσωπικό.
Εκτός από τους υγειονομικούς που δικαιώνονται για τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις τους, έρχεται ξανά στο προσκήνιο η ανάγκη για μέτρα προστασίας από τη μετάδοση του ιού, κόντρα στον εφησυχασμό με άλλοθι τον εμβολιασμό.
Μπροστά σε αυτή την ανάγκη επιχειρείται ο γνώριμος αντιπερισπασμός, όπως για παράδειγμα με τη συζήτηση για τη χρήση μάσκας στα σχολεία, αν θα είναι υποχρεωτική ή όχι, όταν παραμένει ο συνωστισμός στα 25άρια τμήματα, υποβαθμίζεται κι άλλο η καθαριότητα, δεν προβλέπεται κανένας ουσιαστικός επιδημιολογικός έλεγχος στους μαθητές.
Ταυτόχρονα, για μια ακόμα χρονιά μένει έξω από το κάδρο η καρδιά του προβλήματος με το οποίο έρχεται παντού αντιμέτωπος ο λαός στην καθημερινότητά του: Τα μέσα μεταφοράς, οι χώροι δουλειάς παραμένουν βασικοί κρίκοι διασποράς, αφού κάθε ουσιαστικό μέτρο «κοστίζει» σε κράτος και εργοδοσία, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι η καραντίνα σε περίπτωση νόσησης ή στενής επαφής έχει σχεδόν καταργηθεί.
Αυτό το «κόστος» το πληρώνουν εργαζόμενοι, με δεκάδες χιλιάδες πλέον να νοσούν δεύτερη και τρίτη φορά, με άγνωστες μέχρι στιγμής συνέπειες για τον οργανισμό τους, την ίδια στιγμή που δεν υπάρχει καμιά μέριμνα με ευθύνη του κράτους για την παρακολούθηση της πορείας αποκατάστασης, για έγκαιρο εντοπισμό βλαβών που αφήνει ο ιός κ.ο.κ.
Η «νέα κουλτούρα» λοιπόν αντιμετώπισης του ιού δεν είναι παρά η γνωστή παλιά συνταγή της έκθεσης του λαού σε ανυπολόγιστους κινδύνους. Είναι αυτή που στο «ζύγι» του κόστους - οφέλους για κράτος και κεφάλαιο πάντα βγαίνουν «ασύμφορες» οι λαϊκές ανάγκες. Είναι η «συνταγή» της επιχειρηματικής δράσης στην Υγεία, που η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως και οι προηγούμενες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, υπηρετούν με απόλυτη - ευλαβική συνέπεια.
Ακριβώς αυτή η στρατηγική είναι που αποκαλύπτει και τον πραγματικό αντίπαλο, την εμπορευματοποίηση της Υγείας, που πρέπει να φύγει από τη μέση, ώστε ο λαός να απολαμβάνει το αυτονόητο, αυτό που προκύπτει από τις τεράστιες δυνατότητες της επιστήμης και της εποχής μας, για σύγχρονες, αποκλειστικά δωρεάν υπηρεσίες πρόληψης και θεραπείας.
Τον δρόμο αυτό φωτίζει μόνο το ΚΚΕ, με το κάλεσμα αγωνιστικής συμπόρευσης στον λαό, μέσα στον αγώνα για την ουσιαστική θωράκιση των δημόσιων μονάδων Υγείας, για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, για κρατική χρηματοδότηση στο ύψος των αναγκών.