Σάββατο 25 Νοέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Μάθημα ταξικής πάλης

Γράφτηκε από τον σ. Μιχάλη Σάρδη, παλιό ναυτεργάτη, το παραθέτουμε με κάποιες περικοπές για τις ανάγκες του χώρου:

«Βρέθηκα στο Hallifax του Καναδά ξέμπαρκος, το 1942. Επιασα το "Αννα Τεργιάζου". Ηταν ένα σαπιοβάπορο, όπως τα λέγαμε τότες Κουρέλες. Τα διαμερίσματα πλώρα. Ναύτες δεξιά, θερμαστές αριστερά. Τα ένωνε ένας μικρός διάδρομος, 4 κρεβάτια διώροφα σε απόσταση 30 εκατοστών από τη γυμνή λαμαρίνα, που έπιανε πολλές φορές πάγο ως και 3 εκατοστά. Αγωνιζόμαστε να ζεσταθούμε μ' ένα μικρό κολονάκι που το ταΐζαμε με κάρβουνα.

Ο μάγειρας ήτανε κατά λάθος μάγειρας. Οταν ήτανε να μας ψήσει μπριζόλες δεν τον αφήναμε, τις ψήναμε μόνοι μας. Ψυγείο δεν είχε, έτσι, το κομμάτι το κρέας που κρεμότανε κάτω από τη γέφυρα, ήταν παιδικός σταθμός για τα σκουλήκια της μύγας. Ο μάγειρος είχε μια τρυπητή κουτάλα και μ' αυτή τα ψάρευε και τα 'ριχνε στο μπουγέλο. Οι ναύτες και οι θερμαστές ήτανε αγανακτισμένοι μ' αυτές τις συνθήκες. Υπερωρίες; Ο καπετάνιος δεν πλήρωνε, ούτε βατσμανιλίκι.

Εγώ μικρός, ανίδεος, ενός χρόνου ναυτάκι, είχα τρομοκρατηθεί, δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν μπορούσα να καταλάβω ποια στάση θα 'πρεπε να κρατήσω. Ο Νικόλας, ένας Χιώτης 35 χρονώ, μου είπε:

- Εσύ, μικρέ, μπορείς να μην πάρεις μέρος στην απεργία. Δε θα σε κατηγορήσει κανείς.

Σκέφτηκα να καταγγείλω την υπόθεση στον Τύπο. Μια μέρα έκοψα ένα κομμάτι σκουληκιασμένο κρέας και το πήγα στο Κρατικό Χημείο να πει, μπορεί να τρώγεται τέτοιο κρέας; Δούλεψα 16 ώρες με τη μέθοδο και το λεξικό και έγραψα μια σοβαρή καταγγελία... Τα ναυτάκια με κοιτάζανε, αλλά δε θυμάμαι αν κανείς τους μου είπε πως κάνω καλά ή άσχημα.

...Πάω σ' ένα καφενείο και συναντώ ένα γεροντάκι γύρω στα 70. Κάθομαι στο τραπέζι του.

- Κοίτα, του λέω, αυτό το γράμμα. Το διαβάζει και μου λέει μπράβο, εσύ το 'γραψες; Εγώ, του απαντώ.

- Το κρατώ και θα 'ναι στην επόμενη έκδοση στην πρώτη σελίδα, μου λέει.

Πήγα στο Χημείο το κρέας με τα σκουλήκια. Θα το ελέγξουμε, λέει ο προϊστάμενος!

Ετσι, λοιπόν, ξημερώνει η επόμενη μέρα. Ερχεται ο καμαρότος και λέει, Σάρδη σε ζητάει ο πλοίαρχος. Αμάν, λέω, Μιχαλάκη μου, ετοιμάσου ν' αποθάνεις! Ολο το πλήρωμα είναι συγκεντρωμένο. Εγώ ξεκινώ να συναντήσω το τέρας που ακούει στο όνομα Μπελεσιώτης. Ο Λεωνίδας ο Παπαδόπουλος, ένας γερός και ψηλός θερμαστής, μου λέει:

- Τράβα μικράκι κι έρχομαι μαζί σου! Ημουνα 14 χρόνων. Μπαίνω στο διάδρομο. Μέσα στο σαλόνι κάθονται 3-4 άντρες, δεν τους γνώρισα, ήτανε σκοτεινά (ίσως επίτηδες). Αυτός μου φωνάζει να μπω μέσα. Εγώ, αντί να μπω στο σαλόνι, βγαίνω στην κουβέρτα. Ελα εσύ έξω, του φωνάζω. Πραγματικά, βγαίνει έξω. Εδώ έγινε το θαύμα της ναυτικής αλληλεγγύης. Ολο το πλήρωμα ήταν εκεί! Ο Κωσταντής: - Μωρέ Π..., αν χτυπήσεις το μικράκι, θα σε κάνω ένα με τη λαμαρίνα!

Το ηφαίστειο είχε εκραγεί, όλοι παρόντες να συναγωνίζονται ποιος θα του πει τα σχολιανά του. Ετσι, χωρίς χειροδικίες, του «σπάσαμε το τσαμπουκά». Από κείνη την ώρα, όλοι αυτοί οι αγανακτισμένοι γίνανε μια γροθιά. Πολύ λίγα βαπόρια θα μπορούσανε να καυχηθούν για μια τέτοια οργάνωση. Ετσι χωρίς να το καταλάβω έγινα ο πνευματικός καθοδηγητής...

Εδώ ...μπορούσε να τελειώνει το γραφτό. Δυο λέξεις μόνο! Σ' ευχαριστούμε, σ. Μιχάλη Σάρδη, για το «μάθημα».


Δημήτρης ΣΕΡΒΟΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ