Σάββατο 16 Απρίλη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Τιμές και εισόδημα

Ο αρμόδιος, επί των τιμών υπουργός, το καθιέρωσε. Κάθε φορά που η τσέπη μας αδειάζει από τις ανατιμήσεις, μοιράζει μια στοίβα αριθμούς από τη Στατιστική Υπηρεσία και προσπαθεί να μας πείσει ότι οι τιμές κινούνται με μικρότερους ρυθμούς από ό,τι συνέβαινε πριν δυο χρόνια επί ΠΑΣΟΚ. Εντάξει. Να υποθέσουμε ότι τα πράγματα είναι έτσι. Και τι ενδιαφέρει τους εργαζόμενους αν οι ΠΑΣΟΚικές ανατιμήσεις του 8% αντικαταστάθηκαν με ανατιμήσεις που δεν ξεπερνάνε, λέει, το 6%; Αδειάζει ή δεν αδειάζει η τσέπη; Αυτό είναι το ζήτημα. Πολύ περισσότερο που οι εντοπισμένες, νεοδημοκρατικές, ανατιμήσεις για όλα τα είδη λαϊκής κατανάλωσης είναι σε ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά. Κι όποιος έχει διαφορετική γνώμη, μαζί και ο Δ.Σιούφας, ας κοιτάξει τις τιμές στο πετρέλαιο θέρμανσης, στα καύσιμα, στο λάδι, στα κρασιά, στα φρούτα και τα λαχανικά, στα νοίκια των κατοικιών και τα δίδακτρα των φροντιστηρίων κ.ο.κ. Οπου και να γυρίσεις τη ματιά, τα ποσοστά των ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΑΝΑΤΙΜΗΣΕΩΝ ξεπερνούν κατά πολύ τις αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις. Οχι πως αν δεν τους ξεπερνούσαν θα 'ταν καλύτερα τα πράγματα για το λαό. Αυτοί όμως, πιστοί στην αντιλαϊκή πολιτική τους, αποφάσισαν από πάνω, ανατιμήσεις και σε τομείς που η κυβέρνηση ελέγχει: Εισιτήρια του ΟΣΕ, διόδια, κόμιστρα για ταξί και μεταφορές και πάει λέγοντας...

Οι τιμές στα επίπεδα που έχει εκτοξευτεί η αγορά και η ακρίβεια, είναι μία μόνο πλευρά του ζητήματος. Η άλλη, είναι εκείνη που βασανίζει τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων. Είναι η σπαζοκεφαλιά...«πώς να τα βγάλω πέρα με τόσα που παίρνω». Η απάντηση είναι τραγικά απλή. ΔΕ ΒΓΑΙΝΟΥΝ. Οταν, για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων, αναλογούν μισθοί που φτάνουν δε φτάνουν τα 500 ευρώ το μήνα, είναι απόλυτα κατανοητό ότι λόγος γίνεται για εργαζόμενους που δεν μπορούν να καλύψουν ακόμα και τις στοιχειώδεις ανάγκες του νοικοκυριού τους. Οταν η συντριπτική πλειοψηφία των συνταξιούχων της πόλης και της επαρχίας έχει εισόδημα κάτω από 400 ευρώ και μ' αυτά, εκτός από τα φάρμακα και τα πάγια, πρέπει κι όλας να ζήσουν, είναι απόλυτα κατανοητό ότι λόγος γίνεται για συνταξιούχους που ζουν μόνο χάρη σε κάποια παιδιά που τσοντάρουν στους γερογονείς. Κι επειδή στην κοινωνία μας «τα παιδιά» που καταφέρνουν να βρουν δουλιά και εργάζονται έχουν μισθούς 500 και 600 ευρώ, είναι απόλυτα βέβαιο ότι η ...ζωή συνεχίζεται επειδή οι τράπεζες εισέβαλαν στα σπίτια μας και τα περισσότερα λαϊκά νοικοκυριά τα βγάζουν πέρα με δάνεια.

Τα κουκιά είναι μετρημένα. Οταν κύριος στόχος μιας κοινωνίας είναι να εξυπηρετεί τα γούστα της πλουτοκρατίας, τα εισοδήματα των λαϊκών στρωμάτων, σε κάθε περίπτωση, θα είναι εισοδήματα πείνας. Εισοδήματα, που στο πέρασμα του χρόνου θα απαξιώνονται όλο και περισσότερο, αφού η εφαρμοζόμενη πολιτική πάντα θα στοχεύει στην ενίσχυση του κεφαλαίου. Στην περίπτωσή μας, η ενίσχυση αυτή πετυχαίνεται με την πλήρη απελευθέρωση των τιμών στην αγορά και με την πολιτική λιτότητας στα εισοδηματικά. Πρόκειται για μια πολιτική -εχθρό για το λαό, που μπορεί να την αντιμετωπίσει μόνο αν διεκδικεί εισόδημα που να καλύπτει όλες τις σύγχρονες ανάγκες του παλεύοντας και κατά της ακρίβειας. Ωσπου να την ανατρέψει.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ