Διαβάστε σήμερα στο τετρασέλιδο «Διεθνή και Οικονομία»:
RIZOSPASTIS |
Αυτό προκύπτει από όσα δημοσιοποιήθηκαν το προηγούμενο διάστημα με αφορμή την επίσκεψη του υπουργού Εθνικής Οικονομίας Κυρ. Πιερρακάκη στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.
Σύμφωνα με όσα προέκυψαν:
- Οι πρόωρες αποπληρωμές για τα δάνεια του πρώτου μνημονίου θα συνεχιστούν και τα επόμενα έτη, ώστε το εν λόγω δάνειο να αποπληρωθεί πλήρως έως το 2031, αντί του αρχικού πλάνου για το 2041. Τον Δεκέμβρη του 2025 το ελληνικό κράτος θα προβεί σε περαιτέρω πρόωρη αποπληρωμή του μνημονιακού δανείου, ύψους τουλάχιστον 5,29 δισ. ευρώ, με το ποσό αυτό να αφορά τις λήξεις από το 2033 έως και το 2041. Ουσιαστικά, τα ματωμένα πλεονάσματα, που θα εξακολουθήσει να πληρώνει ο λαός μέσω της φορολογίας, που εξοντώνουν τα λαϊκά νοικοκυριά και εξαϋλώνουν το λαϊκό εισόδημα, θα συνεχιστούν και τα επόμενα χρόνια. Εκτός αυτού, τα λαϊκά νοικοκυριά πληρώνουν ακόμα τα σπασμένα των μνημονίων, που τα αστικά κόμματα ισχυρίζονται ψευδώς ότι έχουν τελειώσει...
- Οπως ανέφερε ο υπουργός, «με αυτήν την κίνηση το ελληνικό Δημόσιο περνάει ένα μήνυμα περαιτέρω διασφάλισης στους θεσμούς, στους οίκους αξιολόγησης, αλλά κυρίως στη διεθνή επενδυτική κοινότητα, ότι κινείται με προνοητικότητα και διορατικότητα, έγκαιρα και σε ασφαλή χρόνο, προκειμένου να μειώσει ακόμη περαιτέρω τις ήδη μειωμένες ετήσιες μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες του και μετά το 2032». Δηλαδή ο λαός πληρώνει για να μπορούν οι επενδυτές να νιώθουν ...ασφάλεια και, βέβαια, το ελληνικό Δημόσιο να μπορεί πιο εύκολα να καλύπτει τις ανάγκες των ομίλων για κρατική χρηματοδότηση.
Πάντως, πέρα από τους πανηγυρισμούς για τις πρόωρες αποπληρωμές του δημόσιου χρέους, αυτό που ομολογούν είναι ότι «σύμφωνα με τις αποφάσεις του Γιούρογκρουπ (Μάιος 2018), για όλο το διάστημα μεταξύ 2018 και 2032, αν η Ελλάδα επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς της στόχους και προβαίνει στις διαρθρωτικές αλλαγές που έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς, αλλά στο διάστημα αυτό προκύψει μία παγκόσμια οικονομική κρίση ή κατάσταση ανωτέρας βίας, εξαιτίας της οποίας το ελληνικό δημόσιο χρέος θα μπορούσε να καταστεί μη βιώσιμο (για λόγους δηλαδή που δεν ευθύνεται η χώρα), τότε οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι χώρες της Ευρωζώνης θα επανεξετάσουν τη λήψη επιπρόσθετων μέτρων για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους». Με άλλα λόγια, τα πρόσθετα μέτρα αφορούν την περαιτέρω επιβάρυνση του λαού, κάτι που το έχουμε ζήσει και στο παρελθόν.
Υπενθυμίζεται ότι τα τελευταία 15 χρόνια έχουν παρθεί μια σειρά μέτρα για τη μείωση του δημόσιου χρέους, με εμβληματικό αυτό της εφαρμογής του PSI τον Μάρτη του 2012, με την εθελοντική ανταλλαγή των ομολόγων που ακολούθησε, σε συνδυασμό με τη λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων, τη μείωση των μισθών και των συντάξεων, ενώ συνοδεύτηκε από την επιβολή του αναβαλλόμενου φόρου στις τράπεζες, που μέχρι σήμερα δεν πληρώνουν ούτε ένα ευρώ. Επιπλέον, το 2017 και το 2018 πάρθηκαν νέα μέτρα για τη μείωση του χρέους, που στην ουσία τσάκισαν τον λαό, μέσω του τρίτου μνημονίου, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Να σημειώσουμε ότι με το κρατικό χρέος καλύπτονται τα παραγόμενα ελλείμματα των κρατικών προϋπολογισμών, μέσω των οποίων στηρίζεται η καπιταλιστική ανάπτυξη. Αποτελεί μεταξύ άλλων προϋπόθεση για την ανάπτυξη των υποδομών που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, όπως μεγάλα έργα, κόμβοι μεταφοράς κ.ά., τα οποία κατασκευάζονται και στη συνέχεια αξιοποιούνται από τους επιχειρηματικούς ομίλους, ενώ καλύπτονται ανάγκες χρηματοδότησης της κάθε καπιταλιστικής οικονομίας, στην περίπτωση ελλειμμάτων στις εμπορικές και άλλες δοσοληψίες με άλλα κράτη και αγορές, επιδοτήσεις επιχειρηματικών ομίλων για δικές τους κερδοφόρες επενδύσεις. Και, βέβαια, με το κρατικό χρέος αποπληρώνονται και οι πολεμικές δαπάνες του κράτους, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και των γεωστρατηγικών επιλογών της αστικής τάξης.
Εξίσου χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι το χρέος αρκετών κρατών, όπως και η Ελλάδα, απογειώθηκε και στη φάση της οξυμένης καπιταλιστικής κρίσης, όπως για διασώσεις τραπεζικών ομίλων, χρηματοδότηση άλλων μονοπωλιακών ομίλων και αποσόβηση των γενικότερων κλυδωνισμών στις καπιταλιστικές οικονομίες και στα μονοπώλια του κάθε χώρου, για να βοηθήσουν δηλαδή το κεφάλαιο να μην έχει απώλειες και να ενισχυθεί από την καταστροφική δράση της οικονομικής κρίσης.
Η επιβεβαίωση ότι ο λαός θα συνεχίσει να «ματώνει» έρχεται και από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, που σε πρόσφατη έκθεσή του αναφέρει ότι επιστροφή στα προ κρίσης επίπεδα αναφορικά με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα υπάρξει σε 10 χρόνια.
Η έκθεση αναφέρεται στα πρωτογενή πλεονάσματα, που τσακίζουν τον λαό και τους ελεύθερους επαγγελματίες, ως «θετικό βήμα» και ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα αναφέρει ότι οι απώλειες της οικονομικής κρίσης της περιόδου 2008 - 2016 ήταν «τερατώδεις». Λέει συγκεκριμένα: «Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 21.000 ευρώ το 2007. Με τις υπάρχουσες υποθέσεις το καλό σενάριο είναι να το φτάσουμε το 2032, και με το πιο συγκρατημένο σενάριο, το 2035. Επομένως συζητάμε για άλλα οκτώ με δέκα χρόνια για να φτάσουμε το ονομαστικό ΑΕΠ στα 21.000 ευρώ, και αυτό είναι πολύ κάτω από το 90% του μέσου όρου της Ευρωζώνης».
Σε δηλώσεις του ο συντονιστής του Γραφείου, Γ. Τσουκαλάς, ανέφερε ότι όλες οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών δείχνουν επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μεταξύ 1% και 1,5% από το 2027 και μετά, όταν δηλαδή δεν θα έχει τελειώσει η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Και, φανερώνοντας τα ζόρια από τα όσα έρχονται, σημείωσε πως και οι οίκοι αξιολόγησης, «παρότι μας αναβαθμίζουν, βάζουν πολλούς αστερίσκους», γιατί «έχουμε μεν καλές δημοσιονομικές επιδόσεις, αλλά ταυτόχρονα μας λένε ότι το οικονομικό μας μοντέλο στηρίζεται κυρίως σε δύο πυλώνες, τον τουρισμό και τη ναυτιλία - μεταφορές, και μετά το Ταμείο Ανάκαμψης μάς λένε ότι δεν βλέπουν πώς θα χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας με τρόπο συστηματικό και δυναμικό».
Ωστόσο τα επιτελεία του κεφαλαίου έχουν βρει μια «ασημένια» απάντηση, από την πλευρά βέβαια των συμφερόντων της κερδοφορίας των καπιταλιστών, τη λεγόμενη «ασημένια οικονομία»: Η έκθεση του ΔΝΤ υποστηρίζει ότι πλέον οι εργαζόμενοι, λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής αλλά και των χρόνων υγιούς ζωής, μπορούν και πρέπει να εργάζονται μέχρι τα βαριά γεράματα, προκειμένου να συγκρατηθεί η πτώση των ρυθμών ανάπτυξης της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας και της κερδοφορίας. Παράλληλα βέβαια ξεδιπλώνονται νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο, με βάση τη διεύρυνση των αναγκών των ηλικιών αυτών και την ακόμα μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση μιας σειράς τομέων.
Στο πλαίσιο αυτό, η έκθεση του ΔΝΤ σημειώνει ότι «αν και η γήρανση του πληθυσμού δημιουργεί προκλήσεις, όπως η βραδύτερη ανάπτυξη και οι αυξημένες δημοσιονομικές πιέσεις, οι υγιέστερες τάσεις γήρανσης προσφέρουν μια "ασημένια επίστρωση", καθώς ενισχύουν τη συμμετοχή του εργατικού δυναμικού, παρατείνουν τον εργασιακό βίο και ενισχύουν την παραγωγικότητα».
Το κεφάλαιο υπογραμμίζει τη σημασία των πολιτικών που υποστηρίζουν την «υγιή γήρανση», όχι για να έχουν τα εκατομμύρια των απόμαχων της δουλειάς δωρεάν πρόσβαση σε αναβαθισμένες υπηρεσίες Υγείας, αναψυχής, πολιτισμού κ.ο.κ., όπως υπάρχουν σήμερα όλες οι δυνατότητες, αλλά με σκοπό την αύξηση της παραμονής των ηλικιωμένων στο εργατικό δυναμικό και το ξεζούμισμά τους. «Με την αξιοποίηση στρατηγικών που σχετίζονται με αυτές τις πολιτικές, οι χώρες μπορούν να αξιοποιήσουν το δυναμικό της "ασημένιας οικονομίας" για να ενισχύσουν την ανάπτυξη και να ανασυγκροτήσουν τα δημοσιονομικά αποθέματα εν μέσω δημογραφικών αντιξοοτήτων», επισημαίνει η έκθεση, ενώ ο Λάζλο Αντορ, πρώην επίτροπος Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Κοινωνικής Ενταξης της ΕΕ, λέει ότι «για την αντιμετώπιση των προκλήσεων ενός ολοένα αυξανόμενου ποσοστού ηλικιωμένων ανθρώπων στις κοινωνίες μας η απάντηση είναι μία: Ενεργός γήρανση. Να ενθαρρύνονται δηλαδή τα μεγάλα σε ηλικία άτομα να παραμένουν δραστήρια, με το να καθυστερούν να συνταξιοδοτηθούν, με το να εμπλέκονται σε εθελοντική εργασία μετά τη συνταξιοδότηση, και με το να είναι σε θέση να ζουν με υγεία και αυτονομία».
Σε ό,τι αφορά τα νέα πεδία κερδοφορίας, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ανάλογη εκδήλωση είχε προσδιορίσει ως εξής το τι σημαίνει «ασημένια οικονομία»: «Η ζωή αρχίζει στα 70. Σε κάθε κράτος - μέλος της ΕΕ το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω αυξάνεται, κάτι που μας φέρνει αντιμέτωπους με μια έτοιμη αναδυόμενη αγορά για την κοινωνική επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, για την ανάπτυξη φτηνότερης, πιο αποτελεσματικής, εξατομικευμένης προσέγγισης για την υγειονομική περίθαλψη και μια αυξανόμενη βάση πελατών για προσαρμοσμένα αγαθά και υπηρεσίες».
Επιστρατεύοντας δε τα γνωστά προσχήματα περί αύξησης των ηλικιωμένων η οποία «επιβαρύνει» τα συνταξιοδοτικά συστήματα (...που τα έχουν χρυσοπληρώσει όλη τους τη ζωή), το ΔΝΤ τονίζει: «Σύμφωνα με τις τρέχουσες πολιτικές, η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να μειωθεί καθώς επιταχύνεται η γήρανση του πληθυσμού (...) Η μείωση του ποσοστού των ατόμων σε ηλικία εργασίας μπορεί να συμπιέσει την προσφορά εργασίας και την αύξηση της παραγωγής. Μια υψηλότερη αναλογία εξάρτησης, κατά την οποία λιγότεροι εργαζόμενοι συντηρούν περισσότερους συνταξιούχους, μπορεί να επιβαρύνει τα δημόσια συνταξιοδοτικά συστήματα και να αυξήσει τις δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης.
Ο παγκόσμιος μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης την περίοδο 2025 - 2050 προβλέπεται να είναι περίπου 1,1% χαμηλότερος από τον μέσο όρο της περιόδου 2016 - 2018. Οι προηγμένες οικονομίες με σχετικά γηραιότερους πληθυσμούς (όπως η Ιαπωνία) θα δουν τις οικονομίες τους να συρρικνώνονται. Στην ομάδα των αναδυόμενων αγορών και των αναπτυσσόμενων οικονομιών, η Κίνα θα βιώσει μια ιδιαίτερα έντονη μείωση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ της την περίοδο 2025 - 2050, μια επιβράδυνση 2,7% σε σχέση με τον μέσο όρο του 2016 - 2018. Η Ινδία, με τα σχετικά ευνοϊκά βραχυπρόθεσμα δημογραφικά της στοιχεία, προβλέπεται να παρουσιάσει μικρότερη μείωση της ανάπτυξης την περίοδο 2025 - 2050 (κατά περίπου 0,7%), αλλά η μείωση θα ενταθεί την περίοδο 2050 - 2100, καθώς η χώρα θα περάσει το δημογραφικό σημείο καμπής της».
Ομως το ΔΝΤ διακρίνει μια ευκαιρία για το κεφάλαιο μέσα σε αυτό το πρόβλημα: «Τα άτομα όχι μόνο ζουν περισσότερο, αλλά γενικά γερνούν με καλύτερη υγεία. Σε παγκόσμιο επίπεδο το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί κατά περίπου 4,5 έτη τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Είναι σημαντικό ότι το προσδόκιμο υγιούς ζωής αυξήθηκε με παρόμοιο ρυθμό. Πρόσφατες μελέτες έχουν καταγράψει σημαντικές βελτιώσεις στις σωματικές και γνωστικές ικανότητες των ατόμων άνω των 50 ετών σε ορισμένες προηγμένες οικονομίες, αν και με αξιοσημείωτη ετερογένεια μεταξύ των κοινωνικοοικονομικών ομάδων. Η υγιέστερη γήρανση θα μπορούσε επομένως να συνεχίσει να ενισχύει την προσφορά εργασίας, παρατείνοντας τον εργασιακό βίο και βελτιώνοντας την παραγωγικότητα των ηλικιωμένων εργαζομένων, και έτσι να προσφέρει ένα φωτεινό σημείο εν μέσω της ανόδου της "ασημένιας οικονομίας".
Η εκτιμώμενη τάση για την πρώτη κύρια συνιστώσα των γνωστικών δεικτών υποδηλώνει ότι οι γνωστικές ικανότητες ενός ατόμου ηλικίας 70 ετών το 2022 είναι συγκρίσιμες με εκείνες ενός ατόμου που ήταν 53 ετών το 2000. Το γεγονός ότι οι βελτιώσεις στον τομέα των γνωστικών δεξιοτήτων ήταν σημαντικές και μεγάλες είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς υπάρχουν στοιχεία ότι οι άνθρωποι τείνουν να εργάζονται σε λιγότερο απαιτητικούς σωματικά ρόλους στον χώρο εργασίας καθώς γερνούν».
Η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας έχει γενικά βελτιώσει τις ζωές των ανθρώπων. Τι σημαίνει όμως αυτό για τους καπιταλιστές; Οτι μέσα από την επέκταση της ζωής μπορεί και να αυξηθεί η εκμετάλλευση των εργαζομένων. Ηδη οι πολιτικές «ενεργού γήρανσης» βρίσκονται σε εφαρμογή και στην Ελλάδα, όπου πάνω από 210.000 είναι οι συνταξιούχοι που έχουν δηλώσει στην πλατφόρμα του ΕΦΚΑ ότι απασχολούνται, αφού οι πενιχρές συντάξεις δεν φτάνουν για να ζήσουν.
Η έκθεση του ΔΝΤ παρουσιάζει ορισμένες προτάσεις πολιτικών προκειμένου να αυξηθεί το ποσοστό συμμετοχής των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας στο εργατικό δυναμικό. Αν και η αύξηση αυτή από το 2000 έως και το 2024 σε παγκόσμιο επίπεδο στην ηλικιακή ομάδα 55-64 χαρακτηρίζεται «ενθαρρυντική», τονίζεται πως «υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για περαιτέρω μείωση του χάσματος συμμετοχής σε σχέση με τους εργαζόμενους της πρώτης ηλικίας».
Οι ήδη μεγάλες στρατιές των εργαζομένων που δουλεύουν μέχρι τα βαθιά γεράματα εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν την ετήσια παγκόσμια ανάπτυξη κατά περίπου 0,4% την περίοδο 2025 - 2050. Ωστόσο η ανάλυση του ΔΝΤ δείχνει ότι με τις τρέχουσες πολιτικές «η παγκόσμια αύξηση της παραγωγής θα μειωθεί κατά μέσο όρο κατά περίπου 2% μέχρι το τέλος του αιώνα. Με χαμηλότερες προοπτικές ανάπτυξης και ιστορικά υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους, πολλές χώρες θα χρειαστούν σημαντικές δημοσιονομικές προσπάθειες για να διατηρήσουν σταθερό τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ μετά το 2030».
Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές, ο ιμπεριαλιστικός οργανισμός προτείνει την ανάπτυξη πολιτικών σε τομείς όπως η προαγωγή και η πρόληψη της υγείας, που οδηγούν σε σταδιακή μείωση των διαφορών μεταξύ των χωρών όσον αφορά τη λειτουργική ικανότητα των εργαζομένων ηλικίας 50 ετών και άνω, προκειμένου να διευρυνθεί η πραγματική προσφορά εργασίας των ηλικιωμένων ατόμων μέσω της υψηλότερης συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, της πιθανότητας απασχόλησης, του αριθμού των ωρών εργασίας και της παραγωγικότητας. Ολα αυτά καθώς «η πρόσθετη μακροπρόθεσμη βελτίωση της λειτουργικής ικανότητας των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας θα ισοδυναμούσε με το 49% περίπου των εκτιμώμενων κερδών κατά την περίοδο 2000 - 2022».
Παράλληλα προτείνεται η αύξηση της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης: «Υπάρχει επίσης περιθώριο για αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών στην ηλικιακή ομάδα 65 και άνω, με την αναβολή της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης, δεδομένης της βελτίωσης της υγείας και της γήρανσης. Η υγιής γήρανση μπορεί να ενθαρρύνει τους ηλικιωμένους εργαζόμενους να καθυστερήσουν οικειοθελώς τη συνταξιοδότησή τους, ακόμα κι αν οι νόμιμες ηλικίες συνταξιοδότησης παραμένουν αμετάβλητες, ανάλογα με τα κίνητρα των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων».
Προτείνεται ακόμα μεταξύ άλλων η ενίσχυση της «προσαρμοστικότητας» μέσω «ευέλικτων» εργασιακών ρυθμίσεων και προσαρμογών στον χώρο εργασίας, που βελτιώνουν «τη φιλικότητα των θέσεων εργασίας προς την ηλικία», ώστε «να υποστηριχθεί η επιμήκυνση του εργασιακού βίου».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η εφαρμογή συνδυασμών των πολιτικών που προτείνονται θα μπορούσε να αμβλύνει την επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης την περίοδο 2025 - 2050, που προκύπτει από τους δημογραφικούς «αντίθετους ανέμους» κατά σχεδόν 3/4. Αυτό που στην ουσία αναζητούν τα αστικά επιτελεία και οργανισμοί, όπως το ΔΝΤ, είναι «ασημένια σφαίρα» που θα μπορέσει να σκοτώσει το «τέρας» της τάσης πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους, η οποία αποτελεί σιδερένιο νόμο της καπιταλιστικής οικονομίας. Ετσι, το κεφάλαιο βρίσκεται σε διαρκή αναζήτηση τρόπων για την αύξηση της εκμετάλλευσης της εργασίας. Σε αυτό το πλαίσιο, οι μεγάλες δυνατότητες που ανοίγει η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, για τη βελτίωση της ζωής του λαού, στα χέρια της εξουσίας της αστικής τάξης και της καπιταλιστικής οικονομίας μετατρέπονται σε εργαλεία έντασης της εκμετάλλευσης, παρουσιάζοντας ως «νέα δυνατότητα» της εποχής τη δουλειά μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι σε Ουκρανία - Μέση Ανατολή και η συνολικότερη πολεμική προπαρασκευή οδηγούν την «κούρσα»
Copyright 2018 The Associated |
Οπως αποκαλύπτει η ετήσια έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Μελετών για την Ειρήνη με έδρα τη Στοκχόλμη (SIPRI), οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν σε όλο τον κόσμο, αλλά πιο ραγδαία αύξηση καταγράφηκε ιδίως στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή, όπου μαίνονται οι δύο μεγάλοι πόλεμοι και οι πολεμικές προετοιμασίες για μια ενδεχόμενη ευρύτερη σύγκρουση έχουν ενταθεί.
Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν στα 2,718 τρισ. δολάρια το 2024, μια αύξηση κατά 9,4% σε πραγματικές τιμές σε σύγκριση με το 2023.
Και οι 15 χώρες με τις μεγαλύτερες δαπάνες στον κόσμο το 2024 αύξησαν τις στρατιωτικές τους δαπάνες. Πάνω από 100 χώρες αύξησαν τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς τους την περασμένη χρονιά, υπογραμμίζει η έκθεση.
«Αυτό μαρτυρά αληθινά τις μεγάλες γεωπολιτικές εντάσεις», συνόψισε ο Σιάο Λιανγκ, ερευνητής στο πρόγραμμα «Στρατιωτικές Δαπάνες και Παραγωγή Οπλων» του SIPRI. «Δεν έχει προηγούμενο. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου», είπε.
Το παγκόσμιο στρατιωτικό βάρος - το μερίδιο του παγκόσμιου ΑΕΠ που διατίθεται για στρατιωτικές δαπάνες - αυξήθηκε στο 2,5% το 2024.
Ο λογαριασμός, πολύ υψηλός, θα έχει «βαθύ κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό αντίκτυπο», σχολιάζει το SIPRI, καθώς οι κυβερνήσεις θα προχωρήσουν σε σκληρές «δημοσιονομικές επιλογές».
«Για παράδειγμα, είδαμε πολλές ευρωπαϊκές χώρες να μειώνουν άλλες δαπάνες, όπως για διεθνή βοήθεια, προκειμένου να αυξήσουν τα ποσά που αφιερώνουν στον στρατό», αλλά και «να προβλέπουν αυξήσεις φόρων ή του χρέους».
Η συζήτηση που έχει ανοίξει στην ΕΕ για την περικοπή «κοινωνικών δαπανών», για «αξιοποίηση» αποθεματικών ασφαλιστικών Ταμείων και ιδιωτικών καταθέσεων, δείχνει τη λαίλαπα που περιμένει τους λαούς της Ευρώπης και τις θυσίες που θα κληθούν να κάνουν για τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς των επιχειρηματικών ομίλων, ενώ την ίδια ώρα αυξάνονται οι κίνδυνοι να κληθούν να γίνουν «κρέας για τα κανόνια»...
Οι στρατιωτικές δαπάνες στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, αυξήθηκαν κατά 17%, στα 693 δισ. δολάρια, και ήταν ο κύριος παράγοντας που συνέβαλε στην παγκόσμια αύξηση το 2024.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να βρίσκεται στον τρίτο χρόνο του, οι στρατιωτικές δαπάνες συνέχισαν να αυξάνονται σε ολόκληρη την ήπειρο, ωθώντας τις ευρωπαϊκές στρατιωτικές δαπάνες πέρα από το επίπεδο που καταγράφηκε στο τέλος του «ψυχρού πολέμου». Ολες οι ευρωπαϊκές χώρες αύξησαν τις στρατιωτικές τους δαπάνες το 2024, εκτός από τη Μάλτα.
Η Ρωσία διέθεσε 149 δισ. δολάρια στις Ενοπλες Δυνάμεις της το 2024, ποσό αυξημένο κατά 38% σε ετήσια βάση και διπλάσιο από εκείνο του 2015. Αυτό αντιπροσώπευε το 7,1% του ΑΕΠ της Ρωσίας και το 19% όλων των ρωσικών κυβερνητικών δαπανών.
Ο στρατιωτικός προϋπολογισμός της Ουκρανίας αυξήθηκε κατά 2,9%, φτάνοντας τα 64,7 δισ. δολάρια. Αν και το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 43% των ρωσικών στρατιωτικών δαπανών, το Κίεβο κατέγραψε τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες στον πλανήτη, με το 34% του ΑΕΠ της να αφιερώνεται στην «Αμυνα».
«Η Ουκρανία διαθέτει επί του παρόντος όλα τα φορολογικά της έσοδα στον στρατό της. Σε έναν τόσο περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο, θα είναι δύσκολο για την Ουκρανία να συνεχίσει να αυξάνει τις στρατιωτικές της δαπάνες», επισημαίνει αναλυτής του SIPRI.
Αρκετές χώρες σε Κεντρική και Δυτική Ευρώπη είδαν πρωτοφανείς αυξήσεις στις στρατιωτικές τους δαπάνες το 2024, καθώς εφάρμοσαν νέες δεσμεύσεις δαπανών και σχέδια προμηθειών μεγάλης κλίμακας, τονίζεται στην έκθεση.
Οι στρατιωτικές δαπάνες της Γερμανίας, για παράδειγμα, αυξήθηκαν κατά 28%, φτάνοντας τα 88,5 δισ. δολάρια, καθιστώντας την τη χώρα με τις μεγαλύτερες δαπάνες στην Κεντρική και στη Δυτική Ευρώπη και την 4η μεγαλύτερη στον κόσμο, ξεπερνώντας την Ινδία.
Οι στρατιωτικές δαπάνες της Πολωνίας αυξήθηκαν κατά 31%, στα 38 δισ. δολάρια το 2024, αντιπροσωπεύοντας το 4,2% του ΑΕΠ της.
Η Βρετανία αύξησε τις στρατιωτικές της δαπάνες κατά 2,8%, φτάνοντας τα 81,8 δισ. δολάρια, στην 6η θέση παγκοσμίως.
Οι στρατιωτικές δαπάνες της Γαλλίας αυξήθηκαν κατά 6,1%, φτάνοντας τα 64,7 δισ. δολάρια, στην 9η θέση.
Η Σουηδία αύξησε τις στρατιωτικές της δαπάνες κατά 34% το 2024, στα 12 δισ. δολάρια. Κατά το πρώτο έτος της ένταξής της στο ΝΑΤΟ, το στρατιωτικό βάρος της Σουηδίας έφτασε το 2% του ΑΕΠ.
«Οι τελευταίες πολιτικές που υιοθετήθηκαν στη Γερμανία και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες υποδηλώνουν ότι η Ευρώπη έχει εισέλθει σε μια περίοδο υψηλών και αυξανόμενων στρατιωτικών δαπανών, η οποία είναι πιθανό να συνεχιστεί στο άμεσο μέλλον», σημειώνουν ερευνητές του Ινστιτούτου.
Ολα τα μέλη του ΝΑΤΟ αύξησαν τις στρατιωτικές τους δαπάνες το 2024.
Οι συνολικές στρατιωτικές δαπάνες των μελών του ΝΑΤΟ ανήλθαν σε 1,506 τρισ. δολάρια, αντιστοιχώντας στο 55% των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών.
Από τα 32 μέλη του ΝΑΤΟ τα 18 δαπάνησαν τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ τους για τους στρατούς τους, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του SIPRI, από 11 το 2023. Είναι ο υψηλότερος αριθμός από τότε που το ΝΑΤΟ υιοθέτησε την κατευθυντήρια γραμμή δαπανών το 2014.
«Προβλέπονται προγράμματα προμηθειών μεγάλης κλίμακας στη βιομηχανία όπλων τα χρόνια που έρχονται», προσθέτει η έκθεση.
Οι ΗΠΑ, που κατατάσσονται πρώτες παγκοσμίως ως προς τις στρατιωτικές δαπάνες, αύξησαν τον αντίστοιχο προϋπολογισμό τους κατά 5,7% το 2024, ο οποίος έφτασε τα 997 δισ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχούσε στο 37% των παγκόσμιων δαπανών και στο 66% των δαπανών των χωρών - μελών του NATO.
Ενα σημαντικό μέρος του προϋπολογισμού των ΗΠΑ για το 2024 αφιερώθηκε στον εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών δυνατοτήτων και του πυρηνικού οπλοστασίου των ΗΠΑ, προκειμένου να διατηρηθεί ένα στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι της Ρωσίας και της Κίνας.
Τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ δαπάνησαν συνολικά 454 δισ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί στο 30% των συνολικών δαπανών σε ολόκληρη την ιμπεριαλιστική «συμμαχία».
Η ραγδαία αύξηση των στρατιωτικών δαπανών των ευρωπαϊκών μελών του ΝΑΤΟ οφείλεται κυρίως στη συνεχιζόμενη ιμπεριαλιστική σύγκρουση με τη Ρωσία και στις «ανησυχίες για πιθανή αποδέσμευση των ΗΠΑ εντός της συμμαχίας», σχολιάζουν οι ερευνητές του SIPRI.
Ωστόσο, «αξίζει να σημειωθεί ότι η αύξηση των δαπανών από μόνη της δεν θα μεταφραστεί απαραίτητα σε σημαντικά μεγαλύτερη στρατιωτική ικανότητα ή ανεξαρτησία από τις ΗΠΑ. Αυτά είναι πολύ πιο περίπλοκα καθήκοντα», διευκρινίζουν.
Το Ισραήλ συνεχίζει το μακελειό στη Λωρίδα της Γάζας και το 2024 οι στρατιωτικές δαπάνες του αυξήθηκαν εκρηκτικά, κατά 65%, φτάνοντας τα 46,5 δισ. δολάρια. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξησή τους μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών, το 1967, υπογραμμίζει το SIPRI - από τότε δηλαδή που το Ισραήλ έθεσε υπό κατοχή τη Δυτική Οχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.
Το στρατιωτικό βάρος αυξήθηκε στο 8,8% του ΑΕΠ, που είναι το δεύτερο υψηλότερο στον κόσμο.
Οι στρατιωτικές δαπάνες του Λιβάνου αυξήθηκαν κατά 58% το 2024, αλλά σε πολύ μικρότερα μεγέθη, στα 635 εκατ. δολάρια.
Αυτές του Ιράν αντιθέτως μειώθηκαν κατά 10% και ανήλθαν σε 7,9 δισ. δολάρια το 2024, «παρά την εμπλοκή του σε συγκρούσεις στην περιφέρεια», σημειώνει το Ινστιτούτο, καθώς «ο αντίκτυπος των κυρώσεων περιόρισε σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητά του να αυξήσει τις δαπάνες του».
«Παρά τις προσδοκίες ότι πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής θα αύξαναν τις στρατιωτικές τους δαπάνες το 2024, οι σημαντικές αυξήσεις περιορίστηκαν στο Ισραήλ και στον Λίβανο», σχολιάζει η έκθεση. «Αλλες χώρες είτε δεν αύξησαν σημαντικά τις δαπάνες τους ως απάντηση στον πόλεμο στη Γάζα, είτε εμποδίστηκαν να το πράξουν, λόγω οικονομικών περιορισμών».
Η Σαουδική Αραβία ήταν η χώρα με τις μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες στη Μέση Ανατολή το 2024 και η 7η στον κόσμο. Οι στρατιωτικές δαπάνες της σημείωσαν μια μέτρια αύξηση, 1,5%, φτάνοντας περίπου τα 80,3 δισ. δολάρια, αλλά εξακολουθούν να είναι 20% χαμηλότερες απ' ό,τι το 2015, όταν τα έσοδα από το πετρέλαιο της χώρας κορυφώθηκαν.
«Οι χώρες που δαπανούν σημαντικά στρατιωτικά κονδύλια στην περιοχή Ασίας - Ειρηνικού επενδύουν ολοένα και περισσότερους πόρους σε προηγμένες στρατιωτικές δυνατότητες», τονίζει η έκθεση, αναδεικνύοντας ότι η εν λόγω περιοχή εξελίσσεται σε επίκεντρο του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού.
Στη 2η θέση παγκοσμίως, πίσω από τις ΗΠΑ, βρίσκεται η Κίνα, που επενδύει στον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεών της, στην επέκταση των δυνατοτήτων της για τη διεξαγωγή κυβερνοπολέμου και στο πυρηνικό της οπλοστάσιο. Πλέον αντιστοιχούν σε αυτήν οι μισές στρατιωτικές δαπάνες σε Ασία και Ωκεανία.
Το 2024 αύξησε τον στρατιωτικό προϋπολογισμό της κατά 7%, δαπανώντας 314 δισ. δολάρια.
Οι στρατιωτικές δαπάνες της Ιαπωνίας αυξήθηκαν κατά 21%, στα 55,3 δισ. δολάρια το 2024, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από το 1952. Το στρατιωτικό βάρος έφτασε το 1,4% του ΑΕΠ, το υψηλότερο από το 1958.
Οι στρατιωτικές δαπάνες της Ινδίας, οι 5ες μεγαλύτερες παγκοσμίως, αυξήθηκαν κατά 1,6%, στα 86,1 δισ. δολάρια.
Τέλος, οι δαπάνες της Ταϊβάν (όπου εντείνεται η γεωπολιτική σύγκρουση Κίνας - ΗΠΑ) αυξήθηκαν κατά 1,8% το 2024, φτάνοντας τα 16,5 δισ. δολάρια.
Και «ανησυχίες» για τα παράλληλα παζάρια της Αγκυρας με ιμπεριαλιστικές ενώσεις εκτός ευρωατλαντικού μπλοκ
2025 The Associated Press. All |
Παρουσία και του Τούρκου ομολόγου τους (πίσω αριστερά) συζήτησαν χτες οι Ευρωπαίοι ΥΠΕΞ |
Καθόλου τυχαία, και παρά την προσπάθεια να συσκοτιστεί το πραγματικό περιεχόμενο των παζαριών αλλά και των αντιθέσεων με την Αγκυρα, στην ανακοίνωση που εκδόθηκε για τη συζήτηση κυριαρχεί μια ολόπλευρη προτροπή για αποφασιστική διαχείριση των διμερών διαφορών, αφού «οι ευρωβουλευτές αναγνωρίζουν τη στρατηγική και γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας», όπως ρητά επισημαίνεται.
Ετσι, παρά τις αναφορές σε «σκληρή καταστολή των πρόσφατων ειρηνικών μαζικών διαδηλώσεων και τη δίωξη εκατοντάδων διαδηλωτών μέσω βιαστικών μαζικών δικών» - για τις οποίες, όταν άρχισαν τον Μάρτη θυμίζουμε ότι η ΕΕ καλούσε την Τουρκία να δείξει... «προσήλωση στη μακροχρόνια δημοκρατική της παράδοση» - αλλά και παρά τη λύπη που το ΕΚ εκφράζει «για το "casus belli" για τα ελληνικά χωρικά ύδατα» - αλλά και επειδή «η Τουρκία εξακολουθεί να παραβιάζει την κυριαρχία Ελλάδας και Κύπρου», αυτό που ξεχωρίζει είναι πως «είναι σημαντικό να διατηρηθεί εποικοδομητικός διάλογος και να εμβαθυνθεί η συνεργασία σε τομείς αμοιβαίου στρατηγικού ενδιαφέροντος».
Οι ευρωβουλευτές στη συζήτηση αναγνώρισαν - αναφέρει η ανακοίνωση - «τη στρατηγική και γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας, καθώς και την αυξανόμενη παρουσία και επιρροή της σε τομείς ζωτικής σημασίας για τη διεθνή ασφάλεια, όπως η περιοχή του Εύξεινου Πόντου, η Ουκρανία και η Μέση Ανατολή».
Υπογραμμίζεται, δηλαδή, η βαρύτητα της Τουρκίας σε μια σειρά κρίσιμες περιοχές για τους διεθνείς ανταγωνισμούς, στις οποίες μαίνονται οι δύο σημαντικότεροι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι τα τελευταία χρόνια.
Κατά λέξη, η ανακοίνωση υπογραμμίζει ότι «η Τουρκία είναι στρατηγικός εταίρος και σύμμαχος του ΝΑΤΟ, αλλά και μια χώρα με την οποία η ΕΕ διατηρεί στενές σχέσεις στους τομείς της ασφάλειας, του εμπορίου, της οικονομίας και της μετανάστευσης. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό να διατηρηθεί εποικοδομητικός διάλογος και να εμβαθυνθεί η συνεργασία σε τομείς αμοιβαίου στρατηγικού ενδιαφέροντος».
Διαπιστώνοντας, κατά τα άλλα, μια «δημοκρατική οπισθοδρόμηση» στην Τουρκία, η ανακοίνωση εκφράζει ανησυχία για τη «μη ευθυγράμμιση (της Τουρκίας) με την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας της ΕΕ», που «δεν ευνοούν την πρόοδο» στις διμερείς σχέσεις.
Εκφράζοντας ανοιχτά τις «ανησυχίες» για το παζάρι της Αγκυρας για λογαριασμό της τουρκικής αστικής τάξης με ιμπεριαλιστικές ενώσεις, στις οποίες κυριαρχεί το υπό διαμόρφωση αντίπαλο στρατόπεδο, παρατηρείται «με ανησυχία ότι η Τουρκία έχει ζητήσει να καταστεί μέλος των BRICS+, ενώ εξετάζει το ίδιο για τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και δείχνει αυξανόμενο ενδιαφέρον για ένα εναλλακτικό πλαίσιο εταιρικής σχέσης με την ΕΕ, το οποίο είναι θεμελιωδώς ασύμβατο με τη διαδικασία προσχώρησης».
Απευθυνόμενο στην Αγκυρα και προσμετρώντας τις προσδοκίες που διατηρεί κι εκείνη από τα οφέλη της συνεργασίας της με τον ευρωατλαντικό άξονα, το ΕΚ αναφέρει «τις ευθύνες της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ» και εκφράζει προβληματισμό για τη τάση της για μια «πολυμερή προσέγγιση για την προώθηση των συμφερόντων της χωρίς να δεσμεύεται για πλήρη συνεργασία με οποιαδήποτε από αυτές τις συμμαχίες».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, το Ευρωκοινοβούλιο επανέλαβε «τη σημασία της συνεργασίας της Τουρκίας για τη διαχείριση μεταναστευτικών ροών» ζητώντας από την Αγκυρα «να λάβει όλα τα αναγκαία σχετικά μέτρα για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, ιδίως προς την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και να εφαρμόσει τη σχετική συμφωνία επανεισδοχής και για την Κύπρο».
Την ίδια στιγμή, με φόντο τις παρασκηνιακές διεργασίες που «φουντώνουν» για το Κυπριακό, αλλά και την πιθανή επανέναρξη και επίσημων συνομιλιών - στη βάση διχοτομικών σχεδίων - για τις οποίες Λευκωσία και Αθήνα εμφανίζουν ως «εγγύηση» τον αναβαθμισμένο ρόλο της ΕΕ στο «πόκερ» για τη μοιρασιά Νοτιοανατολικής Μεσογείου, Μέσης Ανατολής, Βόρειας Αφρικής κ.τ.λ., το ΕΚ σπεύδει να χαιρετίσει και αυτό την επανέναρξη των άτυπων συνομιλιών και τη «νέα δέσμη μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης», μην παραλείποντας φυσικά να μνημονεύσει «τις αρχές και αξίες στις οποίες εδράζεται η Ενωση» ως βάση που πρέπει τάχα να στηρίξει τους νέους κύκλους επαφών...
Τη δυσαρέσκειά του για την ανακοίνωση εξέφρασε το τουρκικό ΥΠΕΞ, που υποστήριξε ότι στο ΕΚ υιοθετήθηκαν «διαστρεβλωμένοι, προκατειλημμένοι και αβάσιμοι ισχυρισμοί κατά της Τουρκίας», προσθέτοντας ωστόσο ότι «αναμένουμε από το ΕΚ να ανταποκριθεί στις ευθύνες του για να διασφαλίσει ότι οι σχέσεις μας με την ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ενταξιακής μας διαδικασίας, θα συνεχιστούν στη βάση του αμοιβαίου οφέλους».
Το «αμοιβαίο όφελος», άλλωστε, αποτελεί οδηγό και για τις Βρυξέλλες, όπως επιβεβαιώθηκε και κατά την επίσημη επίσκεψη που έκανε η επικεφαλής της ευρωενωσιακής διπλωματίας, Κάγια Κάλας, στην Αγκυρα. Τότε που χαρακτήρισε την Τουρκία «έναν από τους πιο σημαντικούς εταίρους της ΕΕ ως υποψήφια προς ένταξη χώρα και έναν σημαντικό σύμμαχο στο ΝΑΤΟ, που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια». Μάλιστα, αναφερόμενη τότε σε «διαφωνίες που παραμένουν» δεν δίστασε να ξεχωρίσει σε αυτές και το Κυπριακό, παρατηρώντας ωστόσο ότι «κοινοί στόχοι (που υπάρχουν ανάμεσα στις δύο πλευρές) παρέχουν τη βάση» για περισσότερο διάλογο και υψηλόβαθμη συνεργασία...
Στο μεταξύ, απόδειξη για τον σταθερότερο συντονισμό που επιδιώκουν ΕΕ και Τουρκία, χωρίς να έχουν εξαλειφθεί αντιθέσεις, ήταν και η συμμετοχή του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), Χ. Φιντάν, στη χτεσινή άτυπη συνάντηση που είχαν οι ΥΠΕΞ των κρατών - μελών.
Σύμφωνα με πηγές τουρκικών ΜΜΕ, ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας αναμενόταν να επιχειρηματολογήσει ακόμα μια φορά υπέρ της ενίσχυσης της διμερούς συνεργασίας για την αντιμετώπιση «απειλών για την ασφάλεια, περιλαμβανομένων των υβριδικών», αλλά και τη «δημιουργία αποτελεσματικών μηχανισμών για την ανταλλαγή πληροφοριών μυστικών υπηρεσιών».
Ακόμα, ο Φιντάν εμφανιζόταν έτοιμος να παρουσιάσει εκτενώς την αξία των «αντιτρομοκρατικών προσπαθειών» της Τουρκίας στην περιοχή (βλ. στρατιωτικών επιχειρήσεων που συνεχίζει μεταξύ άλλων και σε εδάφη του Ιράκ, της Συρίας κ.τ.λ.) ως «σταθεροποιητικό παράγοντα», καλώντας σε «ουσιαστική στήριξη από τους Ευρωπαίους εταίρους». Στο ίδιο πλαίσιο θα επικεντρωνόταν και στη σημασία που αποκτά με την ανάφλεξη σε σοβαρά γύρω «μέτωπα» η συμπερίληψη χωρών που δεν είναι μέλη της ΕΕ - όπως η Τουρκία, η Βρετανία και η Νορβηγία - στις «πρωτοβουλίες της ΕΕ για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανικής ικανότητας».
Τα ρεπορτάζ για τη συνεδρίαση των Ευρωπαίων ΥΠΕΞ παρουσία του Φιντάν επισήμαιναν ότι στην ατζέντα της θα βρισκόταν και η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, μιλώντας για «την ανάγκη στενότερης συνεργασίας με την Τουρκία μπροστά στις παγκόσμιες προκλήσεις» που διαμορφώνονται αλλά και «το σημαντικό βήμα που προσφέρει η βελτίωση των δεσμών Τουρκίας - ΕΕ, ώστε οι δύο πλευρές να αντιμετωπίσουν μαζί κοινές απειλές, ειδικά σε μία περίοδο κατά την οποία γεωπολιτικές αβεβαιότητες εντείνονται και οι διακυμάνσεις στην οικονομία επιδρούν σε ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές», εικάζοντας ότι η πρόσκληση Φιντάν στη συνάντηση «αποτελεί ένδειξη μιας πιθανής νέας ορμής στους δεσμούς Τουρκίας - ΕΕ».
Παρέμβαση στη συζήτηση στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου έκανε η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ, θυμίζοντας το πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή έγινε με βάση και τις νέες, πολύ πρόσφατες εξελίξεις που επιβεβαιώνουν πόσο το παζάρι με την ΕΕ ενθαρρύνει την τουρκική προκλητικότητα και επιθετικότητα.
Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Κώστας Παπαδάκης στην ομιλία του τόνισε τα εξής:
«Καταδικάζουμε την επιχείρηση αναβάθμισης του ψευδοκράτους από τη ΝΑΤΟική Τουρκία και την προκλητική θέση περί "δύο κρατών" για την απαράδεκτη νομιμοποίηση της εισβολής και 51χρονης κατοχής στην Κύπρο, κι ενώ εξελίσσονται "παζάρια" για τη διχοτόμηση του νησιού.
Από παλιά στο πλαίσιο της ενταξιακής της πορείας στην ΕΕ και πλέον ως "στρατηγικός εταίρος", αντίθετα με όσα ισχυρίζονταν τα αστικά κόμματα στην Ελλάδα - υποστηρικτές της ΕΕ, η αστική τάξη της Τουρκίας προώθησε: Το γκριζάρισμα του Αιγαίου, το παράνομο "Τουρκολιβυκό Σύμφωνο", την αμφισβήτηση συνόρων, κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, διατηρώντας το casus belli σε βάρος της, μην αναγνωρίζοντας καν την Κύπρο, όντας κράτος - μέλος της ΕΕ, εντείνοντας διώξεις πολιτικών αντιπάλων κι εισβάλλοντας στη Συρία.
"Επιβραβεύεται" κιόλας με τη βαθύτερη εμπλοκή της στην πολεμική οικονομία της. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση της ΝΔ στο πλαίσιο των ανταγωνισμών των αστικών τάξεων Ελλάδας - Τουρκίας προωθεί τη στρατηγική των "ήρεμων νερών" για συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο, νέες "φουρτούνες" δηλαδή για τον λαό. Το συμπέρασμα είναι ότι ΕΕ - ΝΑΤΟ αποτελούν πεδία όξυνσης ανταγωνισμών και κινδύνων για τους λαούς και όχι πυλώνες ειρήνης και ασφάλειας».