Οπως είναι φυσικό, επιτροπές που λειτουργούν με τέτοιο προσανατολισμό, δεν μπορεί να λειτουργούν με τους καλύτερους όρους για να μην ταλαιπωρούνται τα ΑμΕΑ. Είναι ενδεικτικό, πως ακόμα και άτομα με χρόνιες και μη αναστρέψιμες ασθένειες ή αναπηρίες αναγκάζονται κάθε 1 ή 2 χρόνια να περνούν από επιτροπή! Ετσι, χρειάζεται να περιμένει κανείς μέχρι και 8 μήνες για να περάσει από τα ΚΕΠΑ και να βγει το ποσοστό του και για όλο αυτό το διάστημα του κόβεται η σύνταξη, το επίδομα κ.λ.π. Επιπλέον δεν υπάρχουν σε όλες τις περιοχές της χώρας ΚΕΠΑ και οι ανάπηροι ταλαιπωρούνται και πληρώνουν ακριβά μεταφορικά για να περάσουν από την επιτροπή. Ούτε κατ' οίκον εξέταση προβλέπεται για τα πολύ βαριά περιστατικά.
Επομένως ο Γολγοθάς των ΚΕΠΑ είναι μια πολιτική επιλογή που εντάσσεται στη συνολική πολιτική συγκυβέρνησης και ΕΕ για περικοπές σε Υγεία - Πρόνοια - Φάρμακο και όχι ένα «τεχνοκρατικό» ζήτημα όπως το παρουσιάζει το ΙΚΑ σε χθεσινή ανακοίνωσή του.
Κάθε φορά, πριν ξεκινήσει μια νέα αντεργατική θύελλα, τα συγκροτήματα του αστικού Τύπου διαμορφώνουν το σχετικό προπαγανδιστικό πλαίσιο. Χτες λοιπόν, και ενόψει των προγραμματικών δηλώσεων της νέας συγκυβέρνησης, η «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και «ΤΑ ΝΕΑ», με τα κύρια άρθρα τους, στόχευσαν από κοινού στην ανάγκη των απολύσεων ή αλλιώς της... αναδιοργάνωσης του δημόσιου τομέα. Και για να αποκτήσει η νέα αντεργατική επίθεση τη μεγαλύτερη δυνατή αποδοχή στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, χρησιμοποιούν το γνωστό τους ... κόλπο: Διαχωρίζουν τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα από τους δημόσιους υπαλλήλους και επιτίθενται στους δεύτερους ως εργαζόμενους με... περισσότερα δικαιώματα.
Γράφει η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: «Για τους εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα οι οποίοι έχασαν τη δουλειά τους επειδή χρεοκόπησε το ελληνικό κράτος, το ενδιαφέρον και η προστατευτική διάθεση των πολιτικών έναντι των δημοσίων υπαλλήλων και μόνο μοιάζει υποκριτική». Και καταλήγει: «Το κράτος πρέπει να μείνει με τις υπηρεσίες και το προσωπικό που είναι απολύτως αναγκαίο ώστε να μην κοστίζει τόσο πολύ και να σταματήσει να στραγγαλίζει τον ιδιωτικό τομέα. Στο κάτω κάτω, οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα υποφέρουν τα πάνδεινα και είναι πολίτες με ίσα δικαιώματα».
Από την άλλη, τα ΝΕΑ στο κύριο άρθρο τους με τίτλο «Αλλάξτε το Δημόσιο!» αναφέρουν: «Η αναδιοργάνωση του Δημοσίου θα έπρεπε να είναι η απόλυτη προτεραιότητα όλων των κυβερνήσεων, ακόμα κι αν δεν υπήρχε το Μνημόνιο». Και συνεχίζουν: «Η αξιολόγηση των υπαλλήλων του Δημοσίου πρέπει να προχωρήσει, μαζί με την άμεση κατάργηση υπηρεσιών χωρίς αντικείμενο. Μόνο έτσι η κρίση μπορεί να αποδειχθεί ευκαιρία!».
Και η «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και «ΤΑ ΝΕΑ», χτυπάνε στο ίδιο σημείο: Θέλουν «αναδιοργάνωση» έτσι ώστε το κράτος να προσαρμοστεί καλύτερα στην ικανοποίηση των αναγκών του κεφαλαίου. Γι' αυτό και σημειώνουν ότι η «αξιολόγηση» και συνεπακόλουθα «οι απολύσεις» είναι απαραίτητοι όροι για να εξαλειφθούν οι... παθογένειες του δημόσιου τομέα.
Την ίδια ώρα και αυτό είναι επίσης τεράστιο πρόβλημα, ολ' αυτά συνδυάζονται με καταργήσεις οργανισμών του Δημοσίου, που οι περισσότεροι έχουν σχέση με την Πρόνοια, επομένως καταργούνται ανάλογες υπηρεσίες, με συγχωνεύσεις - με πιο χαρακτηριστικές αυτές των νοσοκομείων, σχολείων και άλλων οργανισμών για την εξυπηρέτηση εργαζομένων. Που σημαίνει ότι αυτή η πολιτική δεν είναι σε βάρος μόνο των δημοσίων υπαλλήλων αλλά σε βάρος όλων των εργαζομένων, των ανέργων, των συνταξιούχων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Υπάρχει και μία ακόμα παράμετρος που την αναδεικνύει με απόλυτο κυνισμό ο δημοσιολόγος της τελευταίας σελίδας των ΝΕΩΝ. «Από πού προκύπτει άραγε ότι η φέτα ή η ζάχαρη ή ο τζόγος ή τα λαχεία ή οι μαρίνες αποτελούν ύψιστα κοινωνικά αγαθά, τα οποία πρέπει ανυπερθέτως να διαχειρίζεται το δημόσιο;» αναρωτιέται και συνεχίζει: «Προφανώς όλα αυτά δεν είναι παρά προφάσεις και κουτοπονηριές. Το ζητούμενο είναι να μην αλλάξει τίποτα, να μην προχωρήσει τίποτα, να μη γίνει τίποτα. Για να νέμονται το κράτος οι ίδιοι που το νέμονταν ως τώρα. Και οι οποίοι το έχουν κάνει σαν τα μούτρα τους!».
Να λοιπόν ένας ακόμη διακηρυγμένος στόχος του δήθεν εξορθολογισμού του δημόσιου τομέα: Το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, για να μπορεί το κεφάλαιο να επενδύσει και να κερδοφορήσει. Είναι ένα από τα μέτρα διεξόδου από την κρίση σε όφελός του. Οι εργαζόμενοι, τα πλατιά λαϊκά στρώματα δεν πρέπει να πέσουν στην παγίδα που τους έχουν στήσει. Ενωμένοι να αγωνιστούν από κοινού, ενάντια σε όλες αυτές τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις.
Πάντως, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ήταν σαφέστατος ενώ ανακοίνωσε νέα μείωση επιτοκίων στο 0,75%: «Παρατηρούμε επιδείνωση της ανάπτυξης σε ολόκληρη την Ευρωζώνη», είπε, ακόμη και σε χώρες που δεν είχαν τέτοια προβλήματα.
Πράγμα που σημαίνει ότι η κρίση (τους) χειροτερεύει και όσο περισσότερο ζορίζονται τόσο πιο σκληρά μέτρα θα θελήσουν να επιβάλουν στους λαούς, χωρίς πλέον να τηρούν έστω τα προσχήματα.
Ο,τι κι αν λένε, ό,τι κι αν κάνουν, ό,τι κι αν υπόσχονται, ο δικός τους δρόμους οδηγεί σε νέα φτώχεια και εξαθλίωση. Ούτε αλλάζει ούτε «εξανθρωπίζεται» ούτε «επαναδιαπραγματεύεται». Απλά, ανατρέπεται...
ΛΟΙΠΟΝ, ΕΧΟΥΜΕ ΤΑ ΕΞΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΑ από τη χτεσινή μέρα: Πρώτο: Ο Χ. Ράιχενμπαχ (φανταζόμαστε δε χρειάζεται να σας τον ...συστήσουμε) δήλωσε ότι πρέπει η Ελλάδα να «διαχειριστεί» ακόμη περισσότερο το εργατικό κόστος (δηλαδή, να το μειώσει).
Δεύτερο: Ο Α. Σαμαράς δήλωσε στην τρόικα πως η κυβέρνηση θα κινηθεί ταχύτατα για την «προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών».
Τρίτο: Ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Στουρνάρας, δήλωσε πως «μας περιμένουν δύσκολα χρόνια» και είπε και τα ...συνήθη για το τούνελ και το φως στην άκρη του.
Τέταρτο (και τελευταίο): Ο Χ. Ράιχενμπαχ (πάλι) δήλωσε ότι ποτέ του στην Ελλάδα δεν έχει δει τέτοια διάθεση για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, προσθέτοντας ότι είναι πολύ ικανοποιημένος γιατί η ελληνική κυβέρνηση διαθέτει την «αίσθηση του επείγοντος».
Εσείς τι νομίζετε μετά από όλα αυτά; Θα υπάρξουν νέες μειώσεις μισθών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα ή όχι; Προφανώς ναι κι ας πούνε ό,τι θέλουν στις προγραμματικές τους δηλώσεις.
Είναι χαρακτηριστικά τα όσα αναφέρει στην επιστολή προς τον Α. Σαμαρά: «Σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη για τη χώρα συγκυρία με τη δαμόκλειο σπάθη της κατάρρευσης της κοινωνικής συνοχής και της διασάλευσης της κοινωνικής ειρήνης, θέτουμε υπόψη σας τα πλέον κρίσιμα και άμεσης προτεραιότητας συλλογικά ζητήματα που αφορούν τους εργαζόμενους της χώρας». Παίζοντας το ρόλο του «δεξιού χεριού» της κυβέρνησης και κυρίως της μεγαλοεργοδοσίας, την προειδοποιεί ότι πρέπει να υπάρξουν κάποιες δράσεις σε κατεύθυνση εκτόνωσης της κατάστασης, ώστε να μην «καταρρεύσει η κοινωνική συνοχή» και να μη «διασαλευτεί η κοινωνική ειρήνη.
Αντίστοιχα, όμως, και στις δηλώσεις του προέδρου της ΓΣΕΕ για την τρόικα, αναφέρεται: «Με την εμμονή της τρόικας και τις κυβερνητικές πολιτικές που ασκήθηκαν έχει καταρρεύσει κάθε έννοια κοινωνικού διαλόγου, κοινωνικής διαπραγμάτευσης και σεβασμού των αποτελεσμάτων αυτής της διαπραγμάτευσης». Το πρόβλημά τους δηλαδή είναι μην και σταματήσουν οι εργάτες να προσέρχονται στους «διαλόγους», όπου καθορίζεται η ένταση και ο τρόπος με τον οποίο προχωρά η λεηλάτηση των κατακτήσεων και των αναγκών τους...
«Η χώρα είναι σε γόνιμη γεωγραφική θέση, με πολλά υποσχόμενους νέους επιχειρηματίες και στελεχιακό δυναμικό με πολλά προσόντα. Αυτό που απομένει είναι να ολοκληρωθούν οι δομικές και διαρθρωτικές αλλαγές. Ηδη έχει γίνει το πρώτο βήμα όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και μία σημαντική συνεισφορά είναι η διαχείριση του εργασιακού κόστους η οποία πρέπει θα συνεχιστεί για να γίνουν οι όροι ανταγωνιστικότητας ακόμη καλύτεροι τα προσεχή χρόνια». Το παραπάνω απόσπασμα, από τη χτεσινή ομιλία του επικεφαλής της Ομάδας Δράσης (Task Force) Χ. Ράιχενμπαχ σε συνέδριο για τις εξαγωγές, έρχεται να κονιορτοποιήσει τις ψευδαισθήσεις και τις υποσχέσεις των κυβερνητικών εταίρων ότι τάχα «δεν θα μειωθούν άλλο οι μισθοί». Η παραπέρα δραστική μείωση του λεγόμενου εργατικού κόστους είναι μονόδρομος για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Αυτή είναι στην πραγματικότητα η μεγάλη «διαρθρωτική αλλαγή» που διατυμπανίζουν διαρκώς οι κυβερνώντες, αλλά δεν τολμούν να το πουν ευθέως: Το παραπέρα τσάκισμα εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων και των μισθών, ώστε να πέσουν στα «ανταγωνιστικά» επίπεδα των γειτονικών χωρών. Στη βάση αυτή, δηλαδή των μισθών πείνας και με εργαζόμενους να έχουν ξεπέσει σε σύγχρονους δούλους, θέλουν να προσελκύσουν «επενδύσεις». Ετσι θα κάνουν τη χώρα «φιλική στην επιχειρηματικότητα», πράγμα που δεν είναι απαίτηση του εν λόγω αξιωματούχου της ΕΕ ή της τρόικας, αλλά πρόκειται για κοινή στρατηγική των απανταχού μονοπωλίων, άρα και στην Ελλάδα, για έξοδο από την κρίση, μέσω της άγριας υπερεκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και της εξαθλίωσης του λαού. Φιλολαϊκή διέξοδος πάντως εντός των πλαισίων της ΕΕ και του καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρξει.
«Σχέδιο εξόφλησης των φόρων σε 9 δόσεις» (σ.σ. αντί για τρεις) εξετάζει το οικονομικό επιτελείο και θα το υποβάλει προς συζήτηση και έγκριση στην τρόικα, σημειώνει στο χτεσινό πρωτοσέλιδο θέμα της η «Καθημερινή». Η κίνηση αυτή της κυβέρνησης, υποχρεωτική σε μεγάλο βαθμό αφού όπως αναφέρει η ίδια εφημερίδα «οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών εκτιμούν ότι υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια νέα γενιά ληξιπρόθεσμων οφειλετών από τους φορολογούμενους που αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους» εξαιτίας βέβαια της ατέλειωτης και άγριας φοροληστείας των λαϊκών στρωμάτων, έρχεται ταυτόχρονα να δείξει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι η μέγιστη υποχώρηση που μπορεί να κάνει η συγκυβέρνηση αφορά κάποια διευκόλυνση στην πληρωμή των χαρατσιών, αλλά σε καμία περίπτωση δε συζητά καν να ελαφρύνει τα φορολογικά βάρη. Αντίθετα αξιώνει να πληρωθούν στο ακέραιο όλα τα χαράτσια και μάλιστα ετοιμάζει και νέες φοροεπιδρομές, ταυτόχρονα με τις νέες φοροπαλλαγές στο μεγάλο κεφάλαιο. Δεύτερον, ότι τα περιθώρια για την εφαρμογή ενός «άλλου μείγματος» στη διαχείριση της κρίσης είναι από ασφυκτικά μέχρι ανύπαρκτα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κυβέρνηση έχει φτάσει στο σημείο να συζητά και συναποφασίζει με τους εκπροσώπους των δανειστών και εταίρων (τρόικα) ακόμα και ...τον αριθμό των δόσεων προς την εφορία! Γενικότερα, το παραπάνω παράδειγμα έρχεται να καταδείξει την έκταση και το είδος των «παραχωρήσεων» που μπορεί να κάνει σήμερα ο καπιταλισμός. Να χαλαρώσει το σκοινί στο λαιμό των «από κάτω» ίσα ίσα για να τους επιτρέπει να «ανασαίνουν» και να επιβιώνουν, ώστε να συνεχίσει να τους εκμεταλλεύεται άγρια. Ο λαός πρέπει να διεκδικήσει φοροαπαλλαγές για την ίδιο και μεγάλη φορολόγηση των μονοπωλίων, τώρα, στη ρότα του αγώνα να διεκδικήσει όλα όσα του ανήκουν και να κάνει κουμάντο για τον πλούτο που ο ίδιος παράγει.